13 Ο φόβος του Ιεχωβά σημαίνει να μισεί κανείς το κακό.+ Την αυτοεξύψωση και την υπερηφάνεια+ και τον κακό δρόμο και το διεστραμμένο στόμα+ τα έχω μισήσει.
12Να θυμάσαι, λοιπόν, τον Μεγαλειώδη Δημιουργό+ σου στις ημέρες της νεαρής σου ηλικίας,+ προτού έρθουν οι ημέρες της συμφοράς+ ή φτάσουν τα χρόνια που θα λες: «Δεν βρίσκω καμιά ευχαρίστηση σε αυτά»·+
10 Ποιος είναι αυτός από εσάς που φοβάται+ τον Ιεχωβά, με το να ακούει τη φωνή του υπηρέτη+ του, που περπάτησε σε διαρκές σκοτάδι+ και για τον οποίο δεν υπήρξε φως; Ας εμπιστευτεί στο όνομα του Ιεχωβά+ και ας στηριχτεί στον Θεό του.+