ΑΝΗΘΟΣ
[ελλ. κείμενο, ἄνηθον].
Οι σύγχρονοι λεξικογράφοι συμφωνούν ότι το φυτό που εννοείται με τη λέξη ἄνηθον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ο άνηθος (άνηθο το βαρύοσμο [Anethum graveolens]) και όχι το γλυκάνισο (στην αρχαία ελληνική, ἄννησον), όπως αποδίδουν τη λέξη παλιότερες μεταφράσεις (KJ, Dy). Σήμερα, ο άνηθος καλλιεργείται ευρύτερα από το γλυκάνισο στην περιοχή της Παλαιστίνης, και τα στοιχεία συγκλίνουν στο ότι καλλιεργούνταν από την αρχαιότητα στη Μέση Ανατολή, καθώς επίσης από τους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Ο άνηθος συμπεριλαμβανόταν στα φυτά από τα οποία οι υποκριτές Φαρισαίοι έδιναν το δέκατο με κάθε σχολαστικότητα, ενώ αντίθετα δεν τηρούσαν τα πιο βαρυσήμαντα ζητήματα του Νόμου. (Ματ 23:23) Το Ιουδαϊκό Μισνά (Μαασερότ 4:5) όριζε ότι έπρεπε να δίνεται το δέκατο, όχι μόνο από τους σπόρους, αλλά και από το φυτό και από τους καρπούς.
Το φυτό είναι ποώδες, μοιάζει με το γλυκάνισο και φτάνει σε ύψος γύρω στο μισό μέτρο, έχει δε νηματοειδή, καταπράσινα φύλλα και σκιάδια από μικρά κίτρινα λουλούδια. Καλλιεργείται για τους αρωματικούς σπόρους του, οι οποίοι είναι περιζήτητοι ως καρύκευμα διαφόρων τροφών αλλά και ως φάρμακο για τη θεραπεία στομαχικών διαταραχών.