«Αγαπάτε τους Εχθρούς Σας»
Μια αρχή, που διετύπωσε ο Ιησούς και η οποία αναγράφεται στον Λουκά 6:27, 28, λέγει: «Αγαπάτε τους εχθρούς σας· αγαθοποιείτε εκείνους οίτινες σας μισούσιν· ευλογείτε εκείνους οίτινες σας καταρώνται και προσεύχεστε υπέρ εκείνων οίτινες σας βλάπτουσιν.» Οι αληθινοί Χριστιανοί προσπαθούν να εφαρμόζουν αυτή την αρχή στη ζωή των. Ιδού τι συνέβη στην Ελλάδα σ’ έναν από τους μάρτυρας του Ιεχωβά ο οποίος την εφήρμοσε:
«Σ’ ένα χωριό υπάρχει ένας ολομόναχος Μάρτυς ο οποίος συνεχώς παρηνωχλείτο από τον ιερέα του χωριού. Ο ιερεύς αυτός απειλούσε τον Μάρτυρα με φυλάκισι εξ αιτίας του Χριστιανικού του έργου, αλλά ο μάρτυς απαντούσε πάντοτε με την ευγένεια που αρμόζει σ’ έναν Χριστιανό. Ο ιερεύς ήταν αποφασισμένος να φυλακίση αυτόν τον Μάρτυρα. Βρήκε μερικούς οι οποίοι ήσαν πρόθυμοι να ψευδομαρτυρήσουν εναντίον του Μάρτυρος, και πράγματι έτσι έγινε. Ο δικαστής βρήκε τον Μάρτυρα ένοχο και τον κατεδίκασε σε δύο μηνών φυλάκισι. Όταν οι δύο μήνες πέρασαν, ο Μάρτυς απελύθη και επέστρεψε στο χωριό του και ανέλαβε την προηγούμενη δραστηριότητά του.
«Μια μέρα, καθώς ο Μάρτυς βάδιζε, είδε τον ιερέα ξαπλωμένο στο δρόμο να αιμορραγή υπερβολικά και σχεδόν ετοιμοθάνατο από ένα τραύμα που είχε υποστή όταν έπεσε. Ο Μάρτυς έσπευσε να βοηθήση τον ιερέα, και όταν ο ιερεύς τον ανεγνώρισε εκραύγασε, ‘Εσύ, από όλους τους ανθρώπους! Δεν μπορεί κανείς άλλος να βρεθή;’ Ο Μάρτυς τού είπε ότι είχε μεγάλη ανάγκη ιατρικής περιθάλψεως και ότι έπρεπε να πάνε αμέσως σ’ ένα γιατρό. Έτσι, ο Μάρτυς ευγενικά μετέφερε τον τραυματισμένο ιερέα στην πλησιέστερη κλινική και πλήρωσε τα νοσήλεια για να του παρασχεθή περίθαλψις για επτά μέρες.
Όταν ο ιερεύς ανέρρωσε και βγήκε από την κλινική, επέστρεψε στο χωριό και ανέλαβε τα καθήκοντά του εκεί. Αργά ένα βράδυ ο ιερεύς επεσκέφθη τον Μάρτυρα, ο οποίος τον υπεδέχθη φιλόξενα στο σπίτι του. Ο ιερεύς ένοιωσε τύψεις για ό,τι είχε κάμει και παρεκάλεσε τον Μάρτυρα να τον συγχωρήση για την άθλια διαγωγή του. «Ο Διάβολος μ’ έβαλε να το κάνω,» είπε.
«Ο ιερεύς συνέχισε, ‘Πήγαινε! κάνε το έργο σου ελεύθερα, και αν κανείς σε παρενοχλήσι, πες του ότι θα έχη να κάμη μαζί μου.»