Ο Δικός μου Ήταν ένας Διευθετημένος Γάμος
ΖΩ στην Ινδία και σήμερα είναι η ημέρα των γάμων μου, 19 Μαΐου 1971. Σε δύο ώρες ακριβώς θα λάβη χώραν η γαμήλιος τελετή που θα με ενώση με γάμο με τον άνδρα ο οποίος θα είναι ο σύντροφός μου στη ζωή, εκείνος μαζί με τον οποίον θα μοιράζωμαι τις χαρές και τα προβλήματα της ζωής, αλλά και εκείνος τον οποίον ως τώρα δεν γνωρίζω.
Δεν είχα σκεφθή σοβαρά για γάμο μέχρι προ ολίγων μηνών, όταν η μητέρα μου μού είπε ότι μια καλή οικογένεια είχε ρωτήσει αν αυτή και ο πατέρας θα ήθελαν να δώσουν τη θυγατέρα των σε γάμο στον γυιο τους.
Αλλά τώρα φθάνομε εδώ στην αίθουσα όπου σε λίγο θα ιδώ εκείνον που θα είναι ο σύζυγός μου. Καθώς εισέρχομαι μέσα στην αίθουσα, γνωρίζω ότι αυτός θα κάθεται μπροστά, και η συγκίνησις αρχίζει να με ταράσση. Η διάνοιά μου τρέχει, η καρδιά μου χτυπά ταχύτερα. Καθώς καταλαμβάνω το κάθισμα πλάι του, δεν μπορώ να καθήσω ήρεμα. Τότε αρχίζει η Βιβλική ομιλία, και ευθύς ακούω τη σταθερή φωνή του συζύγου μου που δίνει την υπόσχεσι να με αγαπά και να με περιθάλπη, και εγώ αισθάνομαι περισσότερη εμπιστοσύνη.
Τώρα είναι η σειρά μου, και είμαι έτοιμη και πρόθυμη να υποσχεθώ αγάπη και βαθύ σεβασμό γι’ αυτόν που οι γονείς μου εδιάλεξαν προσεκτικά, στοχαστικά και στοργικά για μένα ως το σύζυγό μου.
Η Συνήθεια στην Ινδία
Κατά την διευθέτησι του γάμου μου, οι γονείς μου ακολούθησαν τη γενική συνήθεια στην Ινδία. Όταν οι γονείς διευθετούν ένα γάμο στην Ινδία, και οι δύο προσεκτικά εξετάζουν την προσωπικότητα της κόρης και του αγοριού. Προσπαθούν, φυσικά, να βρουν κάποιον στη δική τους κοινότητα και μ’ ένα όμοιο οικογενειακό παρελθόν. Στην κοινότητά μου μια κόρη κάτω των είκοσι ετών δεν επιτρέπεται να μιλή με αγόρια η ν’ ανακατεύεται ή να παίζη μαζί τους. Ομοίως, όταν ένα αγόρι φθάνη σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, δεν επιτρέπεται να μιλή με κορίτσια. Οι γονείς των τα προσέχουν όσο είναι δυνατόν.
Προτού τακτοποιηθή ένας γάμος, οι γονείς της κόρης πληροφορούνται για την ικανότητα του γαμβρού να συντηρή μια σύζυγο, και έπειτα εξετάζουν τις μελλοντικές του προοπτικές. Εξετάζουν επίσης την προσωπική του εμφάνισι. Δεν θα ήθελαν μια υψηλή κόρη να νυμφευθή κάποιον ασυνήθως κοντό, ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο να είναι δυσάρεστος. Και φυσικά, εξετάζουν την υγεία εκείνου ο οποίος πρόκειται να γίνη σύντροφος του αγοριού των ή της θυγατέρας των. Οι γονείς μου εξήτασαν προσωπικά αυτά τα ζητήματα.
Τα περισσότερα Ινδικά παιδιά εξαρτώνται αποκλειστικά από τους γονείς των για να εκλέξουν ένα σύντροφο γι’ αυτούς. Πράγματι, όταν ακούουν για τη συνήθεια στη Δύσι νεαρά άτομα να εκλέγουν τον σύντροφό τους, οι νεαροί Ινδοί απορούν για την τόλμη εκ μέρους μη ικανών ατόμων να λάβουν μια τόσο σοβαρή απόφασι. Πώς θα μπορούσε ένα νεαρό άτομο να έχη την ικανότητα να λάβη μια τόσο βαρυσήμαντη απόφασι; διερωτώνται. Πιστεύουν ότι πολύ καλύτερο είναι να την αφήνη κανείς σ’ εκείνους που η ηλικία και η πείρα τούς δίνουν την απαιτούμενη ικανότητα να γνωρίζουν ποια είναι η σοφώτερη εκλογή.
Ένας φίλος της οικογενείας μας τελευταίως επέστρεψε από διαμονή ολίγων ετών στο εξωτερικό, στη Δύσι. Είπε ότι όταν ήταν στις Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν σε αμηχανία ως προς το πώς επρόκειτο να εκλέξη τη σύντροφό του. Αφού συνήθισε με την ιδέα, του εφάνη καλό να εκλέγη ένα άτομο τον σύντροφό του. Αλλ’ έπειτα, αφού έμαθε ότι τουλάχιστον ένας σε κάθε τέσσερις γάμους κατέληγε σε διαζύγιο, κατάλαβε ότι ο Ινδικός τρόπος θα μπορούσε στο τέλος να είναι καλύτερος.
Ακόμη κι αν οι μελλοντικοί σύζυγοι—άνδρας και γυναίκα—δεν είναι ερωτευμένοι προ του γάμου, εκπαιδεύονται από την παιδική ηλικία ν’ αγαπούν και να σέβωνται τον γαμήλιο σύντροφό τους. Έτσι αυτομάτως αρχίζουν να το κάνουν αυτό όταν νυμφεύωνται. Οι γονείς προσπαθούν να εκλέξουν για το γυιο ή τη κόρη των ένα γαμήλιο σύντροφο που είναι κατάλληλος. Αυτό βεβαίως βοηθεί στην αντιμετώπισι των προβλημάτων της εγγάμου ζωής.
Άκουσα ότι στη Δύσι νεαρά άτομα δεν θέλουν να εκλέγουν οι γονείς των τον σύντροφό τους. Όταν κυττάζω γύρω για παραδείγματα καλών γάμων, εξετάζω τους δικούς μου γονείς και βλέπω ότι ο δικός τους γάμος υπήρξε επιτυχής. Ίσως θα θέλατε να γνωρίσετε την ιστορία τους, καθώς μου την αφηγήθηκε η μητέρα μου.
«Είμαι η μεγαλύτερη κόρη από οκτώ παιδιά. Ο πατέρας μου ήταν άνθρωπος που αγαπούσε τη Βίβλο, και ακούαμε πολλές Βιβλικές ιστορίες από το στόμα του. Αυτό αντικαθιστούσε την παρακολούθησι της εκκλησίας επειδή μέναμε ανάμεσα σε Ινδουιστάς, πολλά μίλια μακριά από την εκκλησία.
«Οι γείτονές μας ήσαν πολύ φιλικοί με την οικογένειά μας και συχνά μας προσκαλούσαν στις γιορτές των, τις οποίες εμείς τα παιδιά απολαμβάναμε πάρα πολύ. Πολλοί απ’ αυτούς τους ανθρώπους ήσαν πολύ πτωχοί, και συχνά οι γυναίκες άνοιγαν την καρδιά τους στη μητέρα μου. Συζητούσαν προβλήματα, σχετικά με συζύγους που ήσαν μέθυσοι και οι οποίοι τις κτυπούσαν καθώς και τα παιδιά τους. Συχνά αφηγούντο ότι δεν είχαν αρκετή τροφή και πως λιμοκτονούσαν επί ημέρες. Οι γυναίκες ήσαν αγράμματες κι έτσι μικρά πράγματα ή τίποτε δεν μπορούσαν να κάμουν για να ελαφρώσουν τα φορτία των. Αλλ’ οποιαδήποτε κι αν ήταν η περίπτωσις, αυτές οι γυναίκες θεωρούσαν τους συζύγους των ύστερα από τον Θεό κι έτσι θα έπρεπε να υπομένουν τις δυσκολίες.
«Από την πολύ μικρή ηλικία μου είχα μέσα μου ένα φόβο ότι θα μπορούσα να νυμφευθώ έναν άνδρα που θα ήταν μέθυσος και που μπορούσε να μη προνοή για μένα. Αυτό επηρέασε πολύ τη ζωή μου. Εκείνες οι πολύ λίγες που στην απελπισία έτρεχαν στο σπίτι στους γονείς των, πάντοτε στέλλονταν πίσω στους συζύγους των όπου ανήκαν. Όταν το άκουα αυτό, ο φόβος μεγάλωνε στη διάνοιά μου αλλά και η απόφασις να μη βρεθώ σε μια τέτοια κατάστασι σαν αυτή.
«Όταν ήμουν δώδεκα ετών ο πατέρας μου πέθανε. Έτσι η μητέρα μου έπρεπε να εργάζεται για να μας συντηρήση. Οι συγγενείς και οι ειλικρινείς φίλοι, για να ελαφρύνουν το φορτίο της μητέρας μου, είπαν ότι δεν έπρεπε να συνεχίσω την εκπαίδευσί μου. Αλλ’ η μητέρα, επειδή ήταν δασκάλα, μπορούσε να φροντίζη για μας και μου επέτρεψε να συνεχίσω το σχολείο. Λίγον καιρό έπειτα οι συγγενείς μου ενέτειναν τις προσπάθειές των να με παντρέψουν με συνοικέσιο. Προσπάθησαν να με αναγκάσουν να νυμφευθώ ένα γιατρό. Εγώ επιθυμούσα να σπουδάσω περισσότερο, ώστε αν παρίστατο ποτέ ανάγκη να μπορούσα να κερδίσω τα προς το ζην. Έτσι ικέτευσα τη μητέρα μου να μη νυμφευθώ εωσότου πρώτα συμπληρώσω τις σπουδές μου για να γίνω δασκάλα. Οι συγγενείς μου δεν συμφωνούσαν, άλλα τα δάκρυά μου και η απειλή να φύγω και να γίνω καλόγρια τελικά κέρδισαν τη μητέρα μου στον τρόπο της σκέψεώς μου, και δεν με ανάγκασε να νυμφευθώ εκείνο τον καιρό. Αναμφιβόλως η μητέρα καταλάβαινε από την δική της πείρα το πλεονέκτημα που είχε αποκτήσει με την εκπαίδευσί της.
«Έτσι, όταν οι σπουδές μου τελείωσαν, η μητέρα μου και οι συγγενείς μου ακόμη μια φορά άρχισαν να διευθετούν ένα γάμο για μένα. Δεν είχα συναντήσει τον νέο, μολονότι οι οικογένειες συχνά διευθετούσαν συναντήσεις για την κόρη ή για τον γυιο ή τουλάχιστον επισκέψεις για να ιδούν ο ένας τον άλλον. Επί παραδείγματι, ο νέος και η οικογένειά του προσκαλούνται για τσάι στο σπίτι της κόρης, και τότε η κόρη θα φέρη στον δίσκο το τσάι και θα σερβίρη τον νεαρό και τους γονείς του. Αλλ’ ο μνηστήρας μου έμενε πολύ μακριά από το σπίτι μας. Ακόμη ούτε την οικογένειά του δεν εγνώριζα. Οπωσδήποτε έδωκα τη συγκατάθεσί μου, επειδή αυτό ανεμένετο από μια ευπειθή Ινδή κόρη.
«Η οικογένεια του νεαρού ζήτησε ωρισμένο ποσόν κοσμημάτων να δοθή ως προίκα. Η μητέρα μου συμφώνησε. Επειδή αντιλαμβανόμουν την ευθύνη που είχε η μητέρα μου ν’ αποκτήση τα κοσμήματα, παρεκάλεσα να εργασθώ και να ελαττώσω τη δαπάνη. Έτσι έξη μήνες αργότερα έλαβε χώραν ο γάμος.
«Κατά τη διάρκεια εκείνων των έξη μηνών εξακολουθούσα ν’ απορώ με ποιον θα έμοιαζε αυτός ο νέος. Δεν μπορούσα ακόμη ούτε να έχω κάποια πληροφορία σχετικώς με αυτόν. Αλλά συχνά προσευχόμουν στον Θεό ο μελλοντικός μου σύζυγος να μη είναι μέθυσος. Ο πατέρας μου μας εδίδαξε να προσευχώμεθα κι εγώ πίστευα ότι ο Θεός θ’ απαντούσε στις προσευχές μου. Δυο μέρες προ του γάμου έφθασαν ο νέος και η οικογένειά του.
Ο Γάμος της Μητέρας μου
«Η οικογένεια του νεαρού ανέλαβε τις δαπάνες της διακοσμήσεως του σπιτιού και τη δαπάνη της εορτής του γάμου, περιλαμβανομένης της Ινδικής μουσικής για τον εορτασμό. Ο γάμος μας ετελέσθη στην εκκλησία, και έγινε μια ωραία και μεγάλη δεξίωσις. Τις πρώτες στιγμές μετά την τελετή, όταν μπορέσαμε να συνομιλήσωμε, ο σύζυγός μου με ρώτησε αν μου άρεσαν οι διευθετήσεις, και αν μου άρεσαν τα κοσμήματα που φορούσα. Του απάντησα, λέγοντας ότι ήσαν ωραία, και αμέσως τον ρώτησα ποιες είναι οι συνήθειές του. Είπε ότι δεν έπινε ούτε κάπνιζε και ότι αγαπούσε τα σπορ. Η καρδιά μου γέμισε από χαρά και δόξασα τον Θεό. Επίσης είχα επιθυμήσει να μπορούσε να έχη μια καλή εργασία κι έτσι να μπορούμε να διάγωμε μια αξιοπρεπή ζωή. Οπωσδήποτε, δεν κέρδιζε πολλά. Αυτή η είδησις δεν με ανησύχησε, επειδή η καλωσύνη και η αγάπη που μου έδειχνε άξιζαν περισσότερο από το χρήμα που αυτός θα κέρδιζε ποτέ.
«Αφού μείναμε πέντε μέρες στο σπίτι μου, μάζεψα τα πράγματά μου για να πάω και να μείνω με τον σύζυγό μου και με την οικογένειά του. Στο σπίτι του συζύγου μου ήσαν οκτώ παιδιά, ο σύζυγός μου ήταν ο πρεσβύτερος. Η πεθερά μου ήταν μητρυιά του. Έπρεπε να κάνω ένα σωρό οικιακές δουλειές, όπως καθάρισμα, μαγείρεμα και ούτω καθεξής. Ήμουν ευπειθής στην πεθερά μου, αλλ’ αυτή ποτέ δεν ήταν ευχαριστημένη με την απόδοσι της εργασίας μου. Πάντοτε έβρισκε σφάλματα. Τελικά διευθετήσαμε να πάμε και να μείνωμε σε άλλον τόπο. Αυτή εζήτησε να πάρωμε μαζί μας τέσσερα από τ’ άλλα παιδιά, αδελφούς και αδελφές του συζύγου μου, και να φροντίζωμε γι’ αυτά. Ο σύζυγός μου κι εγώ συζητήσαμε το ζήτημα και αναλάβαμε την ευθύνη. Αυτό ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα, αλλ’ επειδή εγώ είχα εκπαιδευθή ως δασκάλα, μπορούσα να βοηθήσω. Άρχισα να διδάσκω, και μολονότι δεν κερδίζαμε πολλά, είμεθα ευτυχισμένοι.
«Είχαμε δυο γυιους και μια κόρη δικούς μας, που έδιναν πολλή ευτυχία στον γάμο μας. Και ακόμη μεγαλύτερη ευτυχία ήλθε σε όλους μας όταν ένας μάρτυς του Ιεχωβά μάς επισκέφθηκε στο σπίτι μας προσφερόμενος να διευθετήση μια οικιακή Γραφική μελέτη. Αυτό πάρα πολύ επλούτισε την οικογενειακή μας ζωή, βοηθώντας μας να γνωρίσωμε πώς να λύνωμε τα οικογενειακά μας προβλήματα με ευσεβή τρόπο. Και έκαμε πάρα πολλά στην εκπαίδευσι των παιδιών μας για να έχουν την ορθή στάσι προς το αντίθετο φύλο και τον γάμο.
«Όταν μελετούσαμε τη Βίβλο με αυτούς τους Χριστιανούς μάρτυρες του Ιεχωβά, μάθαμε ότι οι πεποιθήσεις των δεν απαιτούσαν να συμμορφωθούμε με τις συνήθειες των Δυτικών Χωρών. Μάλλον, η πίστις των απαιτούσε να εγκαταλείψωμε όλες τις συνήθειες που ήσαν σε αντίθεσι με τον σαφώς εκτεθειμένο Λόγο του Θεού, τη Βίβλο. Ασφαλώς η γνώσις του Λόγου του Θεού που είχαμε αποκτήσει μας έδωκε μεγαλύτερη κατανόησι των πραγμάτων που έπρεπε να επιδιώξωμε κατά την εκλογή γαμήλιου συντρόφου για τη θυγατέρα μας. Διότι γνωρίζομε ότι ένας νέος άνδρας που αγαπά και υπηρετεί τον Ιεχωβά και που οδηγείται από τις αρχές και τους νόμους του για τους συζύγους και τις συζύγους θα φροντίση για τη θυγατέρα μας καθώς εμείς οι ίδιοι. Γνωρίζομε επίσης ότι με το να τακτοποιήσωμε ένα γάμο με τους γονείς ενός νεαρού ο οποίος επίσης έχει πίστι στον Ιεχωβά Θεό, ο οποίος πρώτος διευθέτησε τον γάμο, δεν θα εξαπατηθούμε ούτε θα παροδηγηθούμε, όπως μερικοί.
«Επί παραδείγματι, ακούσαμε για γονείς που διευθετούν ένα γάμο, καθώς στην περίπτωσι ενός νεαρού με λαμπρές ικανότητες. Ήταν πολύ μορφωμένος και πολύ ταξιδεμένος. Όταν ήλθε ο καιρός για τον γάμο του, εζήτησε να λάβη σύζυγο μια έξυπνη και πολύ μορφωμένη κόρη. Οι γονείς του βρήκαν μια τέτοια κόρη γι’ αυτόν, της οποίας η εμφάνισις ήταν δροσερή και λαμπρή, υποσχόμενη μια έξυπνη διάνοια και τη δυνατότητα μιας συνταυτίσεως απόψεων με τον έξυπνο γυιο τους. Κατά την ημέρα των γάμων όταν ο νεαρός σήκωσε το πέπλο της για να περάση το «μάγκαλ σούντρα,» τη χρυσή αλυσίδα που φοριέται αντί του δακτυλίου αρραβώνος, γύρω στο λαιμό της, αντίκρυσε ένα πρόσωπο ηλίθιο, βλογιοκομμένο, και πιο ηλικιωμένο από όσον προέβλεπαν. Η μεγαλύτερη αδελφή είχε δοθή στη θέσι της μικρής! Αντί να δημιουργήση επεισόδιο, προχώρησε να τελεσθή ο γάμος και από τότε έζησε μια πολύ απογοητευτική και αποθαρρυντική ζωή με ένα άτομο εξ ολοκλήρου ακατάλληλο γι’ αυτόν. Αυτός είναι αντικείμενο οίκτου σε όλο το χωριό.
«Έχω νυμφευθή ήδη προ είκοσι πέντε ετών, και γνωρίζω ότι ο δικός μου γάμος υπήρξε ένας καλός και ευτυχής γάμος. Είμαστε ευτυχείς όταν η κόρη μας συμφώνησε με τη διευθέτησί μας για τον γάμο της. Βρήκαμε κάποιον για τον οποίον γνωρίζομε ότι είναι εντελώς κατάλληλος γι’ αυτήν. Αυτή ήταν μια καλή κόρη, κι έτσι γνωρίζομε ότι πρόκειται να γίνη μια καλή σύζυγος.»
Ο Γάμος μου
Από την ίδια τη διήγησι της μητέρας μου μπορείτε να ιδήτε ότι οι γονείς μου είχαν αποκτήσει πείρα και από τη συμβουλή των μπορούσα να ιδώ πόσο σπουδαίο είναι να προσέχωμε τη διαγωγή μας καθόσον αυξάνομε σε ηλικία. Οποτεδήποτε βρισκόμεθα μπροστά σε άλλους, δεν γνωρίζομε ποιος είναι δυνατόν να μας παρατηρή. Αν η διαγωγή μας δεν είναι καλή, πώς μπορούμε ποτέ ν’ αναμένωμε ότι κάποιος καλός θα μας εξέλεγε σαν σύντροφο για τον γυιο τους; Αν συνέβαινε το αντίθετο, θα περνούσαμε το υπόλοιπο της ζωής μας λυπούμενοι γιατί δεν μπορούσαμε να κάμωμε ένα καλό γάμο.
Τώρα η τελετή του γάμου τελείωσε, και αφήνομε το πλήθος και μπαίνομε στο αυτοκίνητο για να κάμωμε ένα σύντομο διάλειμμα προ της δεξιώσεως. Είναι η πρώτη μας ευκαιρία να ανταλλάξωμε λίγες λέξεις μαζί. Εγώ είμαι πολύ συγκινημένη που βρήκα ότι ο σύζυγός μου είναι καλύτερος από ό,τι μπορούσα να φαντασθώ ή να επιθυμήσω. Είναι πολύ ευγενής μαζί μου. Η καρδιά μου ξεχειλίζει από χαρά και αγάπη όταν μου λέγει σ’ αυτές τις πρώτες στιγμές: «Αν δεν φέρωμαι καλά, πρέπει να με διορθώνης, κι εγώ θα σε διορθώνω οποτεδήποτε κάνης κανένα σφάλμα. Πρέπει πάντα να έχωμε κατανόησι μεταξύ μας.» Επίσης μίλησε για την αλληλοβοήθειά μας πνευματικώς με το να μελετούμε τη Βίβλο μαζί.
Είμαι πολύ ευτυχής τώρα που αρχίζω την έγγαμη ζωή μου μαζί μ’ ένα τόσο θαυμάσιο σύντροφο. Είμαι πραγματικά ευγνώμων στον Ιεχωβά Θεό, καθώς και προς τους στοργικούς μου γονείς που εφρόντισαν τόσο πολύ για να λάβω ένα τόσο καλόν σύζυγο.—Συνεργασία