Τι Συμβαίνει με την Θρησκεία στην Φιλλανδία;
Από τον ανταποκριτή του «Ξυπνα!» στην Φιλλανδία
ΕΠΙ πολλούς αιώνες η θρησκεία παρέμεινε στερεά προσκολλημένη με την εθνική ζωή της Φιλλανδίας. Όχι πολύ πριν, εφαίνετο απίστευτο ότι η θρησκεία θα μπορούσε ποτέ ν’ αντιμετωπίση προβλήματα εδώ.
Σήμερα όμως η θρησκεία αντιμετωπίζει κάτι πάρα πάνω από προβλήματα. Βρίσκεται σε κίνδυνο ολοσχερούς καταστροφής! Προς το παρόν ο κίνδυνος οφείλεται σε εσωτερικές πιέσεις. Είναι όμως αυτές τέτοιας δυνάμεως ώστε αν η θρησκεία στη Φιλλανδία επρόκειτο να υποστή μια εξωτερική πίεσι, τότε τίποτα δεν θα ήταν ικανό να την συγκρατήση.
Τι όμως συνέβη ώστε να εξασθενήση η θρησκεία, όταν επί τόσο μακρύ διάστημα αποτελούσε μέρος της εθνικής ζωής; Ποιος είναι υπεύθυνος;
Τι Έχει Συμβή
Για να πάρη κανείς μια εικόνα του τι πραγματικά συνέβη μέσα στις εκκλησίες στη Φιλλανδία, το μόνο που χρειάζεται είναι να μελετήση μερικές στατιστικές. Επί παραδείγματι, ενώ το 92 τοις εκατό του πληθυσμού λέγεται ότι ανήκει στην Ευαγγελική—Λουθηρανική Εκκλησία, εντούτοις αυτό είναι απατηλό. Οι περισσότεροι άνθρωποι ως επί το πλείστον καταγράφονται αυτομάτως ως μέλη από τα παιδικά των χρόνια.
Περισσότερο ρεαλιστικές στατιστικές είναι αυτές που έχουν σχέσι με το ενδιαφέρον που δείχνουν οι άνθρωποι γι’ αυτή την ‘εθνική’ εκκλησία. Το 1963 μόνο ένα 3 και 4 τοις εκατό πήγαινε κανονικά στην εκκλησία. Το 1970 ακόμη και αυτός ο μικρός αριθμός εμειώθη! Χωρίς αμφιβολία το ενδιαφέρον του Φιλλανδικού λαού για τη θρησκεία είναι σε πτώσι.
Αν και οι εννέα στους δέκα ανήκουν στη Λουθηρανική Εκκλησία, εν τούτοις το μόνο τους ενδιαφέρον για την εκκλησία είναι οι περιπτώσεις του γάμου και των κηδειών, το βάπτισμα των παιδιών και το χρίσμα.
Για τον μέσο Φιλλανδό η εκκλησία είναι κάτι που εκτελεί ωρισμένες λειτουργίες άλλα όχι κάτι που να το πάρη κανείς στα σοβαρά. Πράγματι μια έρευνα έδειξε ότι η πλειονότης των ερωτηθέντων ανθρώπων, που θα ήθελαν να είχαν μια εκκλησιαστική ταφή, δεν πίστευαν καθόλου στη μετά θάνατον ζωή! Τελευταία παρετηρήθη και μια άλλη τάσις. Στην πραγματικότητα ο αριθμός εκείνων που παραιτούνται από τις εκκλησίες (όχι εκείνων που απλώς απομακρύνονται) συνεχώς ανέρχεται—και μάλιστα διπλασιάσθηκε σε ένα πρόσφατο έτος. Ένας λόγος που όλο και περισσότεροι παίρνουν αυτή την απόφασι είναι ο εξής: Όταν ένας είναι καταχωρημένος ως μέλος της εκκλησίας, είναι υποχρεωμένος να πληρώνη εκκλησιαστικό φόρο. Όταν όμως παραιτήται, παύει αυτή η υποχρέωσις.
Η έλλειψις ενδιαφέροντος για τη θρησκεία έχει επίσης φθάσει και τις τάξεις των κληρικών. Αυτό ειδικά αληθεύει για τους νεώτερους κληρικούς και τους σπουδαστάς των σεμιναρίων. Ό καθηγητής Μίκκο Γιούβα, του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, είπε σε μια συνάντησι κληρικών στην Ταμπέρε της Φιλλανδίας στις 14 Απριλίου 1971: «Ζούμε σε μια δύσκολη περίοδο αλλαγής μέσα στην εκκλησία. Αυτή η αλλαγή δεν συμβαίνει μόνο στην δική μας χώρα, αλλ’ είναι μια παγκόσμια αλλαγή. Υπάρχουν πολλά ορατά σημεία της. Σε πολλές χώρες οι σπουδασταί της θεολογίας δεν θέλουν να γίνουν χειροτονημένοι διάκονοι και δεν θέλουν ειδικά να αναλάβουν το εκκλησιαστικό έργο».
Ανέφερε ότι η κρίσις της θρησκείας στη Φιλλανδία άρχισε ειδικά το 1964 μετά από τη τετάρτη συνέλευσι του Παγκοσμίου Συμβουλίου που έγινε στο Ελσίνκι. Αλλά ο Δρ. Μάρττι Μιττίνεν προβλέπει κάτι παραπάνω από έναν αγώνα. Ομιλώντας σ’ ένα συνέδριο για το Ευαγγελιστικό Έργο του Συμβουλίου στο Πόρι είπε: «Το τέλος του Προτεσταντισμού θα μπορούσε σύντομα να είναι μια πραγματικότης».
Γιατί Συνέβη Αυτό;
Γιατί αυτή η καταπληκτική κατάστασις έφθασε έως εκεί στη Φιλλανδία; Γιατί η θρησκεία βρίσκεται σε μια τέτοια κατάστασι καταρρεύσεως;
Ένας από τους βασικούς λόγους είναι ότι οι εκκλησίες απέρριψαν το λόγο της υπάρξεώς των. Ο Δρ. Μιττίνεν παρετήρησε: «Αυτή η κρίσιμη κατάστασις άρχισε με την κριτική της Γραφής από τους θεολόγους η οποία ωδήγησε στην απόρριψι του Λόγου του Θεού ως αυθεντίας. Ο Ιησούς θεωρήθηκε ως άνθρωπος μόνο, ακόμα ως πολιτικός επαναστάτης και όχι ως υιός του θεού. Έτσι γεννήθηκε η θεολογία ότι «ο Θεός είναι νεκρός».
Αν ο Χριστός δεν ήταν ο Υιός του Θεού, τότε η Βίβλος δεν λέγει την αλήθεια· τότε γιατί να την μελετούμε; σκέφθηκαν οι Φιλλανδοί. Και εάν ο Θεός είναι «νεκρός» τότε γιατί να πηγαίνωμε στην εκκλησία όπου ομιλούν γι’ αυτόν; Έτσι αυτή η καταστρεπτική «ανώτερη κριτική» της Γραφής από τους κληρικούς έσπειρε τους σπόρους της απιστίας. Ερήμωσε την πίστι των νεωτέρων ατόμων.
Επί παραδείγματι, ο Λουθηρανός λειτουργός Ολάβι Άουλα, σύμβουλος των νέων, εγελοιοποίησε από την τηλεόρασι τις αφηγήσεις της Γραφής σχετικά με τον Κάιν, την Κιβωτό του Νώε και τον Ιωνά. Με τέτοιες απόψεις μεταξύ των κληρικών, τι ενθάρρυνσις μπορεί να υπάρξη για τους Φιλλανδούς γενικά και ειδικά για τους νέους, ώστε να θέλουν να διαβάζουν τη Γραφή ή να μαθαίνουν για τον Θεό; Τέτοιες διδασκαλίες υπονομεύουν την πίστι στο Θεό και τη Χριστιανοσύνη.
Αυτό το παρεδέχθη και η εκκλησιαστική εφημερίς Σάνα, η οποία παρεδέχθη: «Η Χριστιανική πτώσις είναι ένα τετελεσμένο γεγονός. Ο λόγος δεν οφείλεται τόσο στους «άπιστους», άλλα σε μας τους Χριστιανούς που . . . απομακρυνόμεθα από τα θεμέλια της πίστεώς μας».
Οι κληρικοί, όπως ήδη ανεφέρθη, είναι άμεσα υπεύθυνοι γι’ αυτό. Εφ’ όσον παρατηρείται όλο και περισσότερη απιστία μεταξύ των κληρικών, οι άνθρωποι το παρατηρούν αυτό και γίνονται και αυτοί άπιστοι.
Εν τούτοις σκεπτόμενα άτομα θα αναρωτηθούν: Ποιος γνωρίζει περισσότερα—ο Ιησούς Χριστός και ο Θεός ή αυτοί οι κληρικοί; Ο Ιησούς εγνώριζε ότι ο Θεός είχε εμπνεύσει τη Γραφή, γι’ αυτό πίστευε και δίδασκε τις ιστορικές αλήθειες σχετικά με τέτοια θέματα, όπως είναι η αφήγησις της δημιουργίας, ο κατακλυσμός στην εποχή του Νώε, η ιστορία του Ιωνά. Δεν τα εθεώρησε αυτά μύθους. Εγνώριζε ότι αυτά τα πράγματα συνέβησαν. Ποιος, λοιπόν, νομίζετε ότι ψεύδεται—η Γραφή, ο Χριστός, ο Θεός—ή οι κληρικοί;
Πληρώνουν το Τίμημα
Οι εκκλησίες στη Φιλλανδία έχασαν πράγματι το θεμέλιο τους. Οι ηγέτες των δεν διδάσκουν στους ανθρώπους την αλήθεια σχετικά με τον θεό και τους σκοπούς του. Ως εκ τούτου ήταν αναπόφευκτο ότι οι εκκλησίες θα πλήρωναν το τίμημα για τη μη προσκόλλησι τους στις αλήθειες σχετικά με το Θεό όπως αυτές βρίσκονται στο Λόγο του, τη Γραφή.
Ένα μέρος του τιμήματος αυτού είναι η λίγη υπόληψις που έχουν οι άνθρωποι για τις εκκλησίες. Επί παραδείγματι, ο Μάρττι Μωκισάλο, σπουδαστής της θεολογίας, είπε: «Αν ρωτήσετε τους νεαρούς τι περιμένουν να ωφεληθούν από τη δραστηριότητα της εκκλησίας θα σας απαντήσουν: Θα προτιμούσα να είχα ένα διαμέρισμα όπου να μπορώ να παίζω δίσκους, να χορεύω να πίνω μπύρα και να κάνω οτιδήποτε θέλω. Αν θέσετε το ίδιο ερώτημα σε ηλικιωμένους, θα διαπιστώσετε εντελώς διαφορετικές ιδέες: Η εκκλησία θα έπρεπε ν’ αποκαταστήση την πειθαρχία. . . . Η μέση γενεά αποξενώθη από την εκκλησία, . . . υποδεικνύει όπως η εκκλησία χτίση σπίτια για τους ανθρώπους.»
Ο σπουδαστής της θεολογίας συμπεραίνει: «Η αντίληψις περί εκκλησίας έχει υποστή διαστροφή». Αυτό είναι ασφαλώς αληθινό στη Φιλλανδία. Και ποιος είναι υπεύθυνος για την τόσο μεγάλη διαστροφή; Αυτοί οι ίδιοι οι εκκλησιαστικοί ηγέτες.
Ένα άλλο μέρος του τιμήματος που πληρώνουν οι εκκλησίες είναι ότι οι άνθρωποι, ακόμα και μερικοί από τους κληρικούς, τις εγκαταλείπουν σε αυξανόμενους αριθμούς. Επίσης όλο και λιγώτεροι νέοι θέλουν να αναλάβουν το έργο κηρύγματος από τους άμβωνες. Δεν είναι ν’ άπορη κανείς γιατί ο Δρ. Μιττίνεν είπε: «Το τέλος του Προτεσταντισμού [στη Φιλλανδία] θα μπορούσε σύντομα να είναι μια πραγματικότης».