Ζωή στον Τρισδιάστατο Κόσμο των Ωκεανών
Ο ΩΚΕΑΝΟΣ είναι μια αληθινή δεξαμενή ζωής. Όχι μόνον η επιφάνειά του, που καταλαμβάνει το 70 και πλέον τοις εκατό της εκτάσεως της γης, αλλά και το τεράστιο βάθος του, που υπολογίζεται ότι είναι κατά μέσον όρο πάνω από δύο μίλια, κάνουν τον ωκεανό τρισδιάστατο κόσμο καταπληκτικής χωρητικότητος που περιλαμβάνει πολλά επίπεδα σ’ ολόκληρη την περιοχή του.
Μπορούμε να βρούμε ζωή σε κάθε μέρος του ωκεανού και σε κάθε βάθος του. Κατά μήκος των ακτών του βρίθει έντονα δραστήρια ζωή. Σε χαμηλότερο επίπεδο, στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα υπάρχει επίσης ζωή πολύ δραστήρια. Μακρυά, στις ανοιχτές θάλασσες, υπάρχει περισσότερη ζωή στα υψηλότερα επίπεδα κοντά στην επιφάνεια. Αλλ’ ακόμη και στα αβυσσώδη βάθη των πιο βαθέων τάφρων υπάρχει ζωή η οποία συμβάλλει στο οικολογικό σύστημα των ωκεανών.
Η Αλυσίδα Τροφής
Προφανώς τα αναρίθμητα δισεκατομμύρια των θαλασσίων ζώων απαιτούν μια τεράστια ποσότητα τροφής. Μολονότι υπάρχουν μεγάλες ποσότητες από φύκια, όπως συμβαίνει στη θάλασσα Σαργκάσσο, δεν αποτελούν αυτά την πρωταρχική πηγή τροφής. Στην πραγματικότητα, τα φύκια συμβάλλουν πολύ λίγο σ’ αυτό. Είναι γεγονός ότι, το 90 τοις εκατό και πλέον του βασικού οργανικού υλικού που οικοδομεί και εφοδιάζει με καύσιμα όλη τη ζωή στη θάλασσα συντίθεται μέσα στα φωτισμένα στρώματα των ανοικτών υδάτων με τις πολλές ποικιλίες του «φυτοπλαγκτού.»
Το φυτοπλαγκτόν είναι μικροσκοπικά φυτά που επιπλέουν κοντά στην επιφάνεια όπου μπορούν να χρησιμοποιούν το ηλιακό φως. Χρειάζονται το φως για να κάνουν την εργασία των και να ζουν, ακριβώς όπως χρειάζονται το ηλιακό φως πολλά φυτά της γης. Το φυτοπλαγκτόν παρασκευάζει τροφή με τη φωτοσύνθεσι, μια μέθοδο που χρησιμοποιεί ενέργεια από το ηλιακό φως για να μετατρέψη τα ορυκτά θρεπτικά στοιχεία του ωκεανού σε τροφή. Αυτό είναι ζωτικό για τα ζώα, επειδή αυτά δεν μπορούν να συνθέσουν την τροφή τους.
Όπως ακριβώς η βλάστησις στην ξηρά προμηθεύει τη βασική τροφή για όλα τα ζώα της ξηράς, έτσι και η φυτική ζωή ετοιμάζει τη βασική τροφή για τους κατοίκους των ωκεανών.—Γέν. 1:29, 30.
Μεγάλα στρώματα φυτοπλαγκτού παρασύρονται στον ωκεανό, και συχνά είναι πιο πυκνά εκεί όπου τα «ανερχόμενα ρεύματα» μεταφέρουν ορυκτά θρεπτικά στοιχεία από τον πυθμένα των ωκεανών στην επιφάνεια ή στα σημεία όπου τα ρεύματα μεταφέρουν αυτή την τροφή. Τα ζώα που τρέφονται κυρίως με φυτοπλαγκτόν είναι μικρά ζώα που ονομάζονται «ζωοπλαγκτόν.» Αυτά βυθίζονται κάτω από την επιφάνεια σε βάθος 1.000 ως 4.000 ποδών (305 ως 1.220 μέτρα) στη διάρκεια της ημέρας και ανεβαίνουν πάλι τη νύχτα για να επιδοθούν με μανία στην τροφή των. Άλλα μικρά ψάρια που τρώνε το φυτοπλαγκτόν και μερικά που τρέφονται από το ζωοπλαγκτόν συνοδεύουν αυτό το άπειρο πλήθος που μεταναστεύει και όλα μαζί σχηματίζουν αυτό που είναι γνωστό ως το «στρώμα που εκτείνεται σε βάθος.» Τόσο παχύ είναι αυτό το στρώμα, ώστε στη διάρκεια της πρώτης χρήσεως των ηχητικών βυθομέτρων αυτό το στρώμα εκλαμβάνεται συχνά λανθασμένα ως ο βυθός του ωκεανού, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα ανακρίβειες στους χάρτες του βυθού των ωκεανών. Στη διάρκεια των πολέμων τα υποβρύχια κατέφευγαν κάτω απ’ αυτό το «στρώμα που έφθανε βαθιά,» κι έτσι δεν εφοβούντο ότι θα τους ανακαλύψουν τα ηχητικά βυθόμετρα των καταστροφέων.
Το «νηκτόν» (που σημαίνει «αυτό που κολυμπά») τρέφεται με το ζωοπλαγκτόν. Αυτά τα αρπακτικά περιλαμβάνουν χιλιάδες ποικιλίες ψαριών. Στην «πυραμίδα» της τροφής δύσκολα μπορούν 1.000 πάουντς (454 κιλά) φυτά των ωκεανών (στη βάσι της πυραμίδος) να θρέψουν 100 πάουντς (45 κιλά) φυτοφάγα ζώα (στο επόμενο τμήμα της πυραμίδος). Αυτό, εν συνεχεία, παράγει δέκα πάουντς (4,50 κιλά) θαλάσσια ζώα που τρέφονται με κρέας. Τελικά δέκα πάουντς (4,50 κιλά) ψάρια παράγουν ένα πάουντ (0,45 κιλά) ανθρώπινης σάρκας. Επομένως, για να προμηθευθή η αγορά δέκα πάουντς ψαριών, πρέπει να προμηθεύση ο ωκεανός 1.000 πάουντς μικροσκοπικές «ζωοτροφές» πλαγκτού.
Μπορούμε ν’ αντιληφθούμε κάπως τη σπουδαιότατη εργασία που κάνει ο ωκεανός για την παραγωγή τροφής, αν σκεφθούμε ότι οι ενυδρίδες που χρησιμοποιούν τα Νησιά Πρίμπιλοφ στη Βερίγκειο Θάλασσα ως τόπους αναπαραγωγής—αυτές οι ενυδρίδες μόνον—καταναλίσκουν περίπου τριάμισυ δισεκατομμύρια τόννους ψάρια. Τι πλούσια πηγή τροφής είναι ο ωκεανός, έργον των χειρών του Δημιουργού, όπως έγραψε ο ψαλμωδός:
«Πόσον μεγάλα είναι τα έργα σου, Ιεχωβά!
Τα πάντα εν σοφία εποίησας·
η γη είναι πλήρης των ποιημάτων σου·
αύτη η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρος·
εκεί είναι ερπετά αναρίθμητα,
ζώα μικρά μετά μεγάλων . . .
Πάντα ταύτα επί σε ελπίζουσι,
δια να δώσης εν καιρώ την τροφήν αυτών.
Δίδεις εις αυτά, συνάγουσιν·
ανοίγεις την χείρα σου, χορταίνουσιν αγαθά.»
—Ψαλμ. 104:24-28, ΜΝΚ.
Η «Κόκκινη Παλίρροια»
Κατά καιρούς ένα ωρισμένο είδος ενός μικροσκοπικού θαλασσίου πλάσματος που είναι γνωστό ως «δεινομαστιγοφόρος» (είδος πρωτοζώου) υφίσταται μια «πληθυσμιακή αύξησι» που φθάνει σε αστρονομικούς αριθμούς. Πολλαπλασιάζονται με τόσο γοργό ρυθμό, ώστε μεγάλες εκτάσεις θαλάσσης γίνονται κόκκινες, καφέ ή κίτρινες από τις χρωστικές των ουσίες—ένα φαινόμενο που είναι γνωστό ως «κόκκινη παλίρροια.» Η συγκέντρωσις μπορεί να γίνη τόσο μεγάλη ώστε ν’ απειλήση την επιβίωσί των, επειδή παράγουν στο νερό μια πολύ τοξική ουσία που σκοτώνει τα ψάρια και τα θαλάσσια πουλιά της περιοχής. Τα δηλητήρια που εξαπολύει το νερό στην ατμόσφαιρα από τα κύματα που σπάζουν, ερεθίζουν το αναπνευστικό σύστημα του ανθρώπου και μερικές φορές προξενούν προσωρινό κλείσιμο των παραθαλασσίων κέντρων. Όταν διαφύγη στην ατμόσφαιρα μεγάλο ποσόν υδρογονικού θειούχου άλατος, αυτό μπορεί να μαυρίση σπίτια που είναι βαμμένα με άσπρο μόλυβδο σε μια γειτονική παραθαλάσσια πόλι.
Θαλάσσιοι Μέθοδοι Προστασίας για Επιβίωσι
Μπορεί να διερωτάται κανείς πώς μπορεί ένα ιδιαίτερο είδος θαλασσινού ν’ αποφύγη την εξάλειψι εν όψει όλων των εχθρών του. Αλλά τα διάφορα είδη θαλάσσιας ζωής έχουν πολλούς διαφορετικούς τρόπους επιβιώσεως ως είδη. Ένας τρόπος είναι με υπεργόνιμη αναπαραγωγή. Το μικροσκοπικό διάτομο, πιο πολυπληθές από τα μικροσκοπικά φυτά, μπορεί να έχη ένα δισεκατομμύριο απογόνους σ’ ένα μήνα. Ο μπακαλιάρος αφήνει εννέα εκατομμύρια αυγά τη φορά. Το στρείδι αφήνει 500 εκατομμύρια αυγά το έτος. Ένα δισεκατομμύριο σκουμπριά της νότιας ακτής του Κέηπ Κοντ παράγουν, όπως υπολογίζεται, εξήντα τέσσερα τρισεκατομμύρια αυγά στη διάρκεια της εποχής του ζευγαρώματος. Τα αυγά, τα μικρά ψάρια και άλλα ζώα της θαλάσσης καταβροχθίζονται γρήγορα από ολόκληρο πλήθος εχθρών κάθε είδους. Στην περίπτωσι του σκουμπριού υπολογίσθηκε ότι από κάθε εκατομμύριο αυγά μόνον ένα έως δέκα ψάρια επιζούν και φθάνουν σε ώριμη ηλικία. Ο βαθμός θνησιμότητος κυμαίνεται μεταξύ 99,98 και 99,99 τοις εκατό. Εν τούτοις, υπάρχει αφθονία σκουμπριών, μπακαλιάρου και στρειδιών. Το ίδιο αληθεύει και για πολλά άλλα ζώα, όπως είναι τα μύδια, οι γαρίδες και ούτω καθεξής. Ο ληστρικός άνθρωπος μόνον είναι εκείνος που σχεδόν προκαλεί ανισορροπία σ’ αυτά τα ζητήματα και απειλεί να καταστρέψη εντελώς μερικά είδη.
Άλλα ψάρια, αντί να βασίζωνται εντελώς στους αριθμούς, προστατεύουν τα αυγά ή τα μικρά των. Στην περίπτωσι μερικών καρχαριών, τα αυγά εκκολάπτονται και τα νεογέννητα ψάρια ζουν για ένα διάστημα στα εσώτερα μέρη της μητέρας. Μερικά ψάρια στερεώνουν τα αυγά των σε βράχους, φυτά, και ούτω καθεξής· μερικά τα προστατεύουν με αφρό και μεμβράνες. Σε άλλα είδη το αρσενικό μεταφέρει τα αυγά στο στόμα του ή σ’ ένα θυλάκιο (όπως κάνει το αλογάκι της θαλάσσης) μέχρι να τα εκκολάψη. Συχνά, εν τούτοις τα νεογνά αφήνονται μόνα των αφού εκκολαφθούν από τ’ αυγά. Αλλά το δελφίνι, που είναι μαστοφόρο, συνεχίζει, να προστατεύη τα μικρά του από τους εχθρούς των.
Επειδή όλα τα ζώα της θάλασσας έχουν εχθρούς που τα κυνηγούν, καταφεύγουν συχνά σε καμουφλάζ. Ένα ψάρι, ο βλέννιος, παραδείγματος χάριν, έχει ένα σημάδι σαν μάτι στο σώμα του για να οδηγή τον εχθρό που επιτίθεται μακρυά από το κεφάλι. Οι ράχες των ψαριών στις ανοιχτές θάλασσες είναι πράσινες ή μαύρες, επειδή η θάλασσα, όταν την βλέπη κανείς από ψηλά, έχει αυτό το χρώμα. Αλλ’ όταν κυττάζη κανείς από κάτω, η επιφάνεια του ωκεανού φαίνεται ασημένια ή άσπρη. Αντιστοίχως, το κάτω μέρος πολλών ψαριών έχει αυτό το χρώμα.
Το θαλάσσιο εχινόδερμο (ολοθούριον) έχει ίσως τον πιο παράξενο τρόπο προστασίας. Όταν βρίσκεται σε κίνδυνο, απλώς αποβάλλει τα εντόσθιά του. Προφανώς ο πεινασμένος εχθρός του προτιμά να γευματίση από τα εντόσθια και όχι από την σαν δέρμα άνοστη πλάτη που απομένει. Κατόπιν, η «άδεια πλάτη» αναπτύσσει νέα εντόσθια. Τα κύτταρα που κεντούν βοηθούν τα πιο στατικά ή ακίνητα ψάρια, όπως είναι η φυσαλία (είδος μεδούσης), να κρατούν μακρυά τους εχθρούς των. Άλλα βασίζονται στην ταχύτητα, στην ετοιμότητα, στο μέγεθος ή στη δύναμί των. Μερικές από τις σουπιές, που ζουν σε βαθειά νερά, κατέχουν ένα μοναδικό επινόημα προστασίας. Απολύουν ένα φωτεινό σύννεφο για να καλύψη το καταφύγιό τους. Άλλα ψάρια εκπέμπουν ισχυρές αναλαμπές φωτός για ν’ απομακρύνουν τους εχθρούς από τον στόχο ή να τους «τυφλώνουν» προσωρινά.
Στον τρισδιάστατο κόσμο των ωκεανών, όπου η όρασις είναι περιορισμένη σε απόστασι εκατό περίπου ποδών (30 μέτρα) και όπου το γύρω περιβάλλον είναι βαρύτερο από τον αέρα, ο Δημιουργός έχει προμηθεύσει εφόδια που δεν έχουν τα ζώα της ξηράς. Ένα απ’ αυτά είναι η «έκτη αίσθησις,» που την έχουν τα περισσότερα ψάρια που κολυμπούν γρήγορα. Αυτή αποτελείται από ένα επίμηκες σύστημα αγωγών που αρχίζουν από το κεφάλι και καταλήγουν στην ουρά και ονομάζεται «παράπλευρη γραμμή.» Αυτό δίνει στο ψάρι την ικανότητα να αισθάνεται ακόμη και πολύ μικρές αλλαγές στις εξωτερικές πιέσεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο χιλιάδες ψάρια, που ζουν ομαδικά, μπορούν να παραμένουν μαζί και να κινούνται με τέλεια ομοφωνία και ν’ αλλάζουν γρήγορα κατεύθυνσι ως ένα σώμα. Επίσης, από αρκετή απόστασι προειδοποιούνται για εχθρούς που πλησιάζουν. Μ’ αυτή την αίσθησι μπορούν επίσης ν’ αποφύγουν να προσκρούσουν σε εμπόδια, όπως είναι, το γυάλινο τοίχωμα ενός ενυδρείου.
Εφόδια για Κυνήγι
Ένα από τα πιο θαυμαστά χαρακτηριστικά του οικολογικού συστήματος των ωκεανών είναι η αλληλεξάρτησις της ζωής εκεί και η ισορροπία της συντηρήσεως της ζωής. Μολονότι τα ψάρια εκείνα που τα κυνηγούν άλλα ψάρια έχουν προστατευτικό εξοπλισμό, οι κυνηγοί επιστρατεύουν τα πιο δόλια μέσα για να εντοπίσουν και να συλλάβουν τη λεία τους. Και μολονότι συλλαμβάνονται αρκετά ψάρια από τους πεινασμένους εχθρούς που θέλουν να κορέσουν την πείνα τους, επιζούν αρκετά απ’ αυτά για να διατηρήσουν το είδος. Αν δεν υπήρχαν άρπαγες που τους αρέσει να τρώνε τα αυγά των στρειδιών ή τις μικρές χελώνες, οι ωκεανοί σε σύντομο χρονικό διάστημα θα είχαν υπερχειλίσει από στρείδια και χελώνες. Αλλ’ αν τα στρείδια και οι χελώνες εξαλείφοντο τελείως από τους εχθρούς των, θα εξαφανίζοντο επίσης και οι εχθροί. Μόνον ένας πάνσοφος Δημιουργός θα μπορούσε να προμηθεύση τις συνθήκες και να σχεδιάση τον κυνηγετικό και προστατευτικό εξοπλισμό για να επιτύχη μια τόσο ωραία ισορροπία όπως αυτή.
Σχετικά με τον κυνηγετικό εξοπλισμό, αρχίζοντας κοντά στη βάσι της «πυραμίδος» της τροφής, βρίσκομε, σύμφωνα με την περιγραφή ενός ωκεανογραφικού συγγράμματος στο περιοδικό Σαϊεντίφικ Αμέρικαν (Σεπτέμβριος 1969), «μάτια σε μικροσκοπικά χορτοφάγα ζώα, διυλιστήρια λεπτού σχεδίου, μηχανισμούς και τρόπο για την ανακάλυψι τοπικών συγκεντρώσεων, πολυσύνθετο μηχανισμό εξερευνήσεως, και, στον πυθμένα, προσαρτήματα για να προκαλέσουν τη βοήθεια του κινουμένου ύδατος για να εκτελέσουν το έργο του διυλισμού. Ωρισμένα σαλιγκάρια της θάλασσας χρησιμοποιούν μεγάλα, συχνά κολλώδη και διαφανή δίκτυα, μερικά με διάμετρο έξη πόδια (1,80 μέτρα). Μ’ αυτό το μέσον συλλαμβάνουν τους πιο λεπτούς μικροοργανισμούς για τροφή. Μια μονοκύτταρη αμοιβάδα εντοπίζει την τροφή με χημικά μέσα.
Αρκετοί οργανισμοί κοντά στην επιφάνεια είναι φωτοβόλοι. Αλλά στα βαθύτερα στρώματα των ωκεανών, όπου δύσκολα εισχωρεί το ηλιακό φως, αν εισχωρή καθόλου, τουλάχιστον τα δύο τρίτα των θαλασσίων ζώων παράγουν φως. Ο εξερευνητής που αναφέρθηκε ανωτέρω λέγει: «Μερικά ψάρια, σουπιές και ευφαυσιιδή (είδος μικρών ψαριών) έχουν προβολείς με κάτοπτρα, φακό και ίριδα σχεδόν τόσο πολύπλοκα όσο το μάτι.» Αλλά λέγει αυτός ο ωκεανογράφος, μπορεί να έχουν φωτεινότητα που μιμείται ένα μικρό όμιλο φωτεινού πλαγκτού, ενώ μερικά «ψαρεύουν» με φως που κινείται μπροστά τους. Τα απερίσκεπτα ψάρια που πλησιάζουν το «δόλωμα» καταβροχθίζονται αμέσως.
Το χταπόδι χρησιμοποιεί μάτια όμοια με του ανθρώπου για να βρη την τροφή του. Τα δελφίνια και ωρισμένες φάλαινες έχουν ένα μακράς ακτίνος κυνηγετικό μηχάνημα που ανιχνεύει τους ήχους. Οι ήχοι που εκπέμπονται και η υψηλή ευαίσθητη ακοή των ανακαλύπτει την ηχώ. Μερικοί έχουν τη γνώμη ότι ένα είδος φάλαινας, το μυστακοκήτος (κασαλό), μπορεί να εντοπίση τη λεία της από μακρές αποστάσεις, ίσως από μίλια μακρυά. Οι καρχαρίες έχουν οξεία αίσθησι οσφρήσεως· το αίμα από ένα πληγωμένο ψάρι τους ελκύει από απόστασι.
Ζωή στα Αβυσσώδη Βάθη του Πυθμένος του Ωκεανού
Στον πυθμένα του ωκεανού, δύο ή περισσότερα μίλια κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, σε παγωμένη σχεδόν θερμοκρασία, οι πιέσεις είναι τρομερές και επικρατεί βαθύ σκοτάδι. Εν τούτοις, ακόμη κι εκεί υπάρχει ζωή. Αλλά φαίνεται να είναι πιο αργή, και ο πληθυσμός είναι πολύ πιο αραιός. Τα θαλάσσια εχινόδερμα (ολοθούρια) που έχουν μήκος ενάμισυ πόδια (45 εκατοστά περίπου) περπατούν αργά πάνω από τον λασπώδη πυθμένα και «τρώγουν» τη λάσπη, δηλαδή, λαμβάνουν τη βορβορώδη λάσπη για να πάρουν απ’ αυτήν τους μικροοργανισμούς που περιέχει ή ψάχνουν για «συντρίμματα,» δηλαδή για άχρηστη οργανική ύλη που έχει παρασυρθή εκεί κάτω από την επιφάνεια. Λίγα από τα ζώα που ζουν εκεί φθάνουν το μέγεθος ενός ποντικού· τα περισσότερα είναι μικρότερα από τις μέλισσες. Τα δίχτυα που έχουν οπές μικρότερες από ένα εκατοστό της ίντσας συλλαμβάνουν μικροσκοπικά μύδια, σκουλήκια και οστρακόδερμα.
Μερικά ψάρια και άλλα ζώα στο αβυσσώδες σκότος είναι τυφλά. Ζώα με ψηλά και αδύνατα σαν καλάμια πόδια με πολύ λεπτές πατούσες, για να τα κρατούν πάνω από τη λάσπη, βαδίζουν με μεγαλοπρεπή τρόπο. Οι «οφίουροι» συγγενείς με τον θαλάσσιο αστερία, μερικές φορές αναταράσσουν τον πυθμένα των ωκεανών. Ακόμη και σε βάθος 3.600 ποδών (1.098 μέτρα περίπου) και περισσότερο, εμφανίζεται πού και πού καμμιά ραΐα (ψάρι που μοιάζει με σαλάχι) να ψάχνη για τροφή στον πυθμένα. Ο βυθός της θάλασσας είναι σκεπασμένος με αυλάκια και μονοπάτια. Φωτογραφίες που ελήφθησαν 35.800 πόδια (10.920 περίπου μέτρα) κάτω στο Τσάλλεντζερ Ντηπ νοτιοδυτικά του Γκουάμ δείχνουν μερικά ασυνήθη ζώα μήκους μιας ή δύο ιντσών (2 ως 5 εκατοστά). Μερικά μοιάζουν με μικρές γαρίδες. Λόγω των τρομακτικών πιέσεων που υπάρχουν σ’ αυτά τα βάθη ο άνθρωπος είναι ακόμη ανίκανος ν’ απαντήση καταφατικά στην ερώτησι που υπέβαλε ο Θεός στον Ιώβ: «Περιεπάτησας εις εξιχνίασιν της αβύσσου;»—Ιώβ 38:16.
Το Μέλλον για τη Ζωή των Ωκεανών
Τώρα, οι ωκεανογράφοι ενδιαφέρονται πολύ για τον κίνδυνο που απειλεί τη θαλάσσια ζωή λόγω της απληστίας των εμπορικών στόλων που κατέχουν προωδευμένα επιστημονικά όργανα για να κυνηγούν, να συλλαμβάνουν και να φονεύουν σε ομαδική κλίμακα. Αλλ’ ακόμη πιο επίφοβη είναι η μόλυνσις, που οφείλεται πρωτίστως στην απληστία και στην έλλειψι φροντίδας και η οποία έχει ξαπλωθή σε απίστευτο βαθμό και έχει κάμει ύδατα που ήσαν προηγουμένως γόνιμα για ψάρεμα να είναι τώρα τελείως άδεια από ψάρια.
Αυτά τα πράγματα είναι βλαβερά. Αλλά το άτομο που πιστεύει στο Λόγο του Θεού έχει πλήρη πεποίθησι στην ικανότητα Του να γεμίση τη θάλασσα με άφθονη ζωή όπως ήταν αρχικά ο σκοπός του όταν διέταξε τους κατοίκους της θάλασσας: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε τα ύδατα εν ταις θαλάσσαις.» (Γεν. 1:22) Εφόσον υπάρχει τέτοια αλληλοεξάρτησις μεταξύ της ζωής της θάλασσας (φυτικής και ζωικής) και της ζωής της ξηράς, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι ο Θεός θα γεμίση και τη θάλασσα και την ξηρά με πλάσματα που είναι αναγκαία για την αιώνια ευημερία και ευτυχία του ανθρώπου. Αυτό θα επιτευχθή στη διάρκεια της χιλιετούς βασιλείας του Υιού του, όταν ο άνθρωπος θ’ απολαμβάνη ειρηνικές σχέσεις με τα ζώα, χερσαία και θαλάσσια, και θα τα εξουσιάζη με κατάλληλο και στοργικό τρόπο.—Γεν. 1:27, 28· Ψαλμ. 8:4-8.
[Εικόνα στη σελίδα 17]
Θαλάσσια ζώα που τρέφονται με κρέας
Ζώα που τρέφονται με φυτά
Φυτά του ωκεανού