“Μαμά Δεν Μπορώ να Κάμω Χωρίς Εσένα”
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Σουηδία
Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ είναι μια επανάστασις στη ζωή του παιδιού. Το βρέφος εξέρχεται από το υγρό και το σκότος στον αέρα και το φως. Αρχίζει η αναπνοή. Αρχίζει να λειτουργή ο έλεγχος της θερμοκρασίας. Ο εγκέφαλος αρχίζει να λαμβάνη εντελώς νέες εντυπώσεις που πρέπει να ταξινομηθούν και ν’ αρχειοθετηθούν. Τα μάτια πρέπει να συνηθίσουν στο φως και τα αυτιά να συνηθίσουν σε εντελώς νέους ήχους. Η διατροφή πρέπει τώρα να γίνεται από το στόμα.
Πριν από τη γέννησι, η ανάπτυξις του βρέφους διέπεται από κανόνες που συνδέουν το βρέφος με τη μητέρα του. Είναι λογικό να συμπεράνωμε ότι αυτοί οι νόμοι ξαφνικά έπαυσαν να εφαρμόζωνται αμέσως μετά τη γέννησι του βρέφους; Πολλοί ερευνητές συμφωνούν ότι στη διάρκεια του αρχικού σταδίου της ζωής του παιδιού, η μητέρα και το νεογέννητο βρέφος αλληλοεπιδρούν αρμονικά, σα να το έκαναν αυτό σύμφωνα με κάποιο νόμο. Αυτό είναι πολύ σπουδαίο για τη συνεχή ανάπτυξι του βρέφους.
Ο Νόμος της Αλληλεπιδράσεως
Αμέσως μετά τη γέννησι, αρχίζει, να λειτουργή ο νόμος της αλληλεπιδράσεως. Αυτός ο νόμος εκδηλώνεται από την ενστικτώδη επιθυμία της μητέρας να κρατή το παιδί κοντά της, και από το ότι το παιδί αναζητά το στήθος της μητέρας. Όταν το μάγουλο του βρέφους αγγίξη το στήθος, το βρέφος αρχίζει να κουνά το κεφάλι του προς αυτό μέχρις ότου το στόμα βρη τη θηλή. Το στόμα του παιδιού ανοίγει, απομυζά με τη γλώσσα, σαν αντλία, και μετά κλείνει. Αρχίζει να λειτουργή ο μηχανισμός της καταπόσεως. Το θήλασμα του βρέφους θέτει αμέσως σε λειτουργία μια άμεση αντίδρασι εκ μέρους της μητέρας, κάνοντας τη μήτρα και τον αυχένα να συσπώνται. Μ’ αυτό τον τρόπο, τα όργανα αυτά βοηθούνται να επανέλθουν στην αρχική τους μορφή.
Τα νεογέννητα βρέφη δεν είναι, όπως πιστεύουν πολλοί, παθητικά ούτε οκνηρά. Με την ίδια ακριβώς λαχτάρα που θηλάζει το βρέφος, δραστήρια λαμβάνει πληροφορίες από τον κόσμο που το περιβάλλει. Τα κύτταρα του νευρικού συστήματος διαμορφώνονται από τις πληροφορίες που λαμβάνονται και τυγχάνουν επεξεργασίας από τον εγκέφαλο. Είναι ζωτικό να λαμβάνη το βρέφος την ορθή ποσότητα και το ορθό είδος πληροφοριών. Αυτό συμβαίνει επειδή η πιο σπουδαία περίοδος στην ανάπτυξι του εγκεφάλου είναι στη διάρκεια των τριών τελευταίων μηνών της εγκυμοσύνης και των πρώτων δεκαπέντε μηνών της ζωής του βρέφους.
Ιδιαίτερα όταν θηλάζη, το βρέφος λαμβάνει πολύ σπουδαίες πληροφορίες σχετικά με τον έξω κόσμο. Όλες οι αισθήσεις του παιδιού διεγείρονται τότε. Το παιδί συλλαμβάνει τη θέρμη και την οσμή του δέρματος της μητέρας. Την αντιλαμβάνεται με την αίσθησι της αφής του. Το βρέφος κοιτάζει σχεδόν συνέχεια στο πρόσωπό της καθώς εκείνη το ταΐζει. Ακούει τη φωνή της και τους χτύπους της καρδιάς της. Το αίσθημα της ισορροπίας διεγείρεται καθώς βρίσκεται στη θέσι του θηλασμού—το υγρό στο εσωτερικό αυτί τίθεται σε κίνησι—μια από τις πολλές διεγέρσεις που είναι απαραίτητες για ν’ αναπτυχθή κατάλληλα ο εγκέφαλος.
Επίσης, το παιδί πρέπει να καταβάλη σκληρές προσπάθειες για να τρέφεται από το στήθος. Αυτό θέτει τη βάσι για τη δύναμι συγκεντρώσεως και αντοχής του παιδιού, ικανότητες οι οποίες πρέπει ν’ αναπτυχθούν. Το παιδί που εγκαταλείπει το θήλασμα πολύ εύκολα διακινδυνεύει τη ζωή του. Εδώ ακριβώς χρειάζεται πράγματι η μητέρα.
Η Όρασις του Παιδιού
Η δύναμις της οράσεως ενός μικρού παιδιού είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι φαντάζεται κανείς. Πρόσφατα πειράματα δείχνουν ότι ο κόσμος του νεογέννητου βρέφους δεν είναι μια διάχυτη, γκρίζα ομίχλη χωρίς να ξεχωρίζωνται τα περιγράμματα των αντικειμένου. Εξέτασις νεογέννητων βρεφών έδειξε ότι το βλέμμα ελκύεται κατά προτίμησιν από πολυσύνθετες και όχι από απλές επιφάνειες. Η εμπροσθία όψις του προσώπου ενός ανθρώπου φαίνεται ότι είναι το πιο διεγερτικό και ελκυστικό αντικείμενο δράσεως για το παιδί.
Ο ψυχολόγος Ρ. Α. Φαντζ έκαμε μια λεπτομερή εξέτασι σε σαράντα εννέα βρέφη ηλικίας τεσσάρων ημερών ως έξη μηνών για να διαπιστώση ποια ήσαν τα ενδιαφέροντα της οράσεώς τους. Τα ανάγκασε να κοιτούν διάφορα πειραματικά αντικείμενα, περιλαμβανομένου και του προσώπου ενός ανθρώπου. Ποια ήσαν τα αποτελέσματα; Τα παιδιά όλων των ηλικιών έδειξαν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το σχήμα του προσώπου. Ο Φαντζ συνεπέρανε: «Η εσωτερική γνώσις του περιβάλλοντος φαίνεται . . . από το ενδιαφέρον των νεαρών βρεφών για είδη μορφών που θα τα βοηθήσουν αργότερα στην αναγνώρισι αντικειμένων, στην κοινωνική ανταπόκρισι και στον διαστημικό προσανατολισμό.» Έτσι, φαίνεται ότι από τη γέννησι αναζητούμε το σπουδαίο, διεγερτικό και γεμάτο σημασία ανθρώπινο πρόσωπο.
Επειδή η δραστηριότης της κόρης του οφθαλμού ενός ατόμου αποδεικνύεται ότι είναι το μέτρο με το οποίο μετράται η διανοητική και συναισθηματική δραστηριότης του εγκεφάλου, πολλές έρευνες έχουν γίνει σχετικά με τα ανακλαστικά της κόρης του οφθαλμού των μικρών παιδιών. Ένας ερευνητής διεπίστωσε ότι η θέα του προσώπου της μητέρας προκαλούσε τη μεγαλύτερη διαστολή της κόρης ακόμη και σε παιδιά ηλικίας λιγώτερο του ενός μηνός. Συχνά το πρόσωπο της μητέρας είναι εκείνο που προκαλεί το πρώτο χαμόγελο, μια αντίδρασι μοναδική στους ανθρώπους και ένα δείγμα καλής συναισθηματικής δραστηριότητος στον εγκέφαλο. Έτσι, μπορεί να λεχθή ότι μια πολύ σπουδαία λειτουργία της μητέρας είναι να παράγη ερεθίσματα που συμβάλλουν στην ωρίμανσι του νευρικού συστήματος του παιδιού.
Η Ακοή Του
Δεν είναι μόνο οι εντυπώσεις της οράσεως, οι οποίες προέρχονται από τη μητέρα, εκείνες που κάνουν το βρέφος να χαμογελάση και ν’ αντιδράση με κάποιο άλλο σπουδαίο τρόπο· και ο ήχος επίσης είναι σπουδαίος, και η γυναικεία φωνή είναι εκείνη που παρέχει το καλύτερο ερέθισμα. Πόσο σπουδαίο είναι λοιπόν, να μιλά η μητέρα στο παιδί της με θερμό, απαλό τρόπο, ή να το νανουρίζη!
Όταν το βρέφος κλαίη, η μητέρα ενστικτωδώς το παίρνει στην αγκαλιά της και συνήθως το κρατά στο αριστερό της στήθος. Έτσι, το βρέφος μπορεί ν’ ακούση τους κτύπους της καρδιάς της—κάτι πολύ σπουδαίο για την ανάπτυξι του παιδιού. Πειράματα με παιδιά δείχνουν ότι εκείνα τα οποία μπορούσαν ν’ ακούσουν φυσικούς κτύπους της καρδιάς αύξησαν σε βάρος, έκλαιγαν λιγώτερο, και κοιμόντουσαν καλύτερα από άλλα παιδιά που δεν άκουγαν τέτοιους ήχους.
Η Επαφή με το Δέρμα και η Διέγερσις
Το άγγισμα του δέρματος της μητέρας παίζει προφανώς μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξι του παιδιού. Η παιδοψυχολόγος Ανν-Μαρί Ντουβ παρατηρεί: «Επειδή η δραστηριότης της κόρης του οφθαλμού δείχνει με σαφήνεια τον βαθμό της εγκεφαλικής δραστηριότητος, έχομε λόγους να πιστεύωμε ότι ένας υψηλός βαθμός διεγέρσεως του δέρματος, ένας υψηλός βαθμός επαφής—σ’ αυτό περιλαμβάνεται η επαφή η οποία με τον θηλασμό—μπορεί να διεγείρη τη διανοητική δραστηριότητα, η οποία, με τη σειρά της, μπορεί να οδηγήση σε μεγαλύτερη διανοητική ικανότητα στην ηλικία του ατόμου ως ενηλίκου.» Έτσι, όταν η μητέρα παίρνη στην αγκαλιά της το βρέφος, όταν το χαϊδέψη, το κάνη μπάνιο και το σκουπίζη, η αφή της μητέρας διεγείρει το δέρμα του μ’ ένα τρόπο που μπορεί ν’ αποδειχθή μεγάλης σπουδαιότητος αργότερα στη ζωή.
Ο Πατέρας και η Μητέρα είναι εξ Ίσου Σπουδαίοι Με Διαφορετικούς Τρόπους
Πολλοί ερευνητές συμφωνούν ότι το παιδί πρέπει να συνδέεται μ’ ένα άτομο με στενούς δεσμούς και πρέπει ν’ αναπτύξη μια ‘μοναδική’ στενή σχέσι με κάποιον για να μπορή ν’ αναπτυχθή περισσότερο απ’ όλες τις απόψεις της ζωής. Είναι πιο φυσικό και βιολογικώς πιο ορθό ν’ αναπτύξη αυτή τη σχέσι με τη μητέρα. Ωστόσο, όλοι συμφωνούν ότι ο ρόλος του πατέρα είναι εξ ίσου σπουδαίος, μολονότι είναι διαφορετικός. Ο ρόλος του πατέρα, μεταξύ άλλων πραγμάτων, είναι να χρησιμοποιή την ανώτερη σωματική του δύναμι και τις δημιουργικές διανοητικές του ικανότητες για να διαμορφώνη τις περιστάσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για ν’ αναπτυχθή η στενή σχέσις μεταξύ μητέρας και παιδιού όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική.
Αναγνωρίζομε ότι το ίδιο γινόταν και τον παλιό καιρό. Στο παρελθόν, η μητέρα σχεδόν πάντοτε είχε το παιδί της μαζί όπου πήγαινε. Συχνά το μετέφερε, ίσως στην πλάτη της, όταν εργαζόταν. Το σήκωνε, το κουνούσε, το αγκάλιαζε, του τραγουδούσε και το έσφιγγε στο στήθος της. Ο πατέρας, από την άλλη πλευρά, φρόντιζε για την οικογένεια ολικώς και έφερνε από τον έξω κόσμο πληροφορίες που χρειάζονταν τα παιδιά του.
Αυτό το πρότυπο ζωής περιγράφει η Αγία Γραφή ότι υπήρχε μεταξύ των Εβραίων. Υπήρχε μια ειδική στενή σχέσις μεταξύ της μητέρας και των παιδιών. Οι Εβραίες μητέρες θήλαζαν τα παιδιά τους έως ότου έφθαναν σε ηλικία τριών ετών ή ακόμη και πέντε ετών. Όταν το παιδί απογαλακτιζόταν, ο πατέρας άρχιζε να φροντίζη για την ανατροφή του και την εκπαίδευσί του.
Σήμερα, όμως, τα παιδιά συχνά βρίσκονται με ‘μπαίημπυ-σίττερς’ (νταντάδες) ή σε βρεφικούς σταθμούς και σε νηπιαγωγεία. Δαπανούν αρκετό ενεργό μέρος της ημέρας με ανθρώπους που δεν είναι γονείς τους. Αλλ’ όταν δεν το απαιτούν οι περιστάσεις, είναι συνετό να γίνεται αυτό; Πολλοί άνθρωποι διερωτώνται αν αυτό το πρότυπο ζωής δεν έχη αυξήσει τα διανοητικά προβλήματα, περιλαμβανομένης και της καταθλίψεως, μεταξύ των παιδιών. Η παιδοψυχολόγος Ανν-Μαρί Ντουβ δηλώνει: «Η κλινική εμπειρία με οδηγεί να συμπεράνω ότι αρκετή θλίψις επισωρεύεται και ωριμάζει σε πολλές νεαρές διάνοιες επειδή τα παιδιά αυτά έχασαν, στο αρχικό στάδιο της ζωής τους, το πιο σπουδαίο θεμέλιο στη ζωή—τη μητέρα τους.»
Οι πρόσφατες έρευνες φαίνεται ότι δείχνουν πως η γυναίκα που επιθυμεί ν’ αποκτήση παιδιά πρέπει να δεχθή τον ρόλο της ως μητέρας, τόσο για κείνη την ίδια όσο και για τα παιδιά της. Δεν πρόκειται απλώς για σωματική εγκυμοσύνη και κατόπιν τοκετό. Προφανώς μια άλλη «εγκυμοσύνη,» την οποία οι ερευνηταί ονομάζουν «διανοητική εγκυμοσύνη,» αρχίζει αμέσως μετά τη γέννησι και συνεχίζεται μέχρις ότου αναπτυχθή το παιδί! Αυτή «η εγκυμοσύνη» συνδέεται επίσης με τη μητέρα.
Πόσο σπουδαίος είναι πραγματικά ο ρόλος της μητέρας! Η φράσις, «μαμά, δεν μπορώ να κάμω χωρίς εσένα,» δεν είναι υπερβολή. Είναι σαφές ότι ο Δημιουργός μας, ο Ιεχωβά Θεός, είχε υπ’ όψι του διακεκριμένους ρόλους για τους άνδρες και για τις γυναίκες. Όταν οι αντίστοιχοι ρόλοι τους τυγχάνουν του δέοντος σεβασμού, οι γονείς μπορούν να δώσουν στα παιδιά τους την καλύτερη δυνατή βάσι για μια έναρξι στη ζωή.