Το Σύγχρονο Θαύμα της Ενισχύσεως του Ήχου
Η ΒΙΒΛΙΚΗ ιστορία περιγράφει πολλές μεγάλες συνάξεις του λαού του Θεού όπου ήταν αναγκαίο ν’ ακούουν όλοι. Τα βιβλία του Δευτερονομίου και του Ιησού του Ναυή καταγράφουν περιπτώσεις, στις οποίες ο Μωυσής και ο Ιησούς του Ναυή μίλησαν προς το έθνος Ισραήλ που τότε αριθμούσε εκατομμύρια. Αυτοί οι άνθρωποι θα χρειάσθηκε να χρησιμοποιήσουν τρόπο δημοσίας ομιλίας με ταυτόχρονη αναμετάδοσι μέσω άλλων ανθρώπων. Στην καλύτερη περίπτωσι αυτό θα ήταν ένας αργός τρόπος που θα απαιτούσε χρόνο καθώς απευθύνεται κανείς σε τεράστια πλήθη.
Ο Ιησούς σε διάφορες περιστάσεις χρησιμοποιούσε φυσικά ακουστικά μέσα για να τον βοηθήσουν να μεταδώση τους λόγους της ζωής σε άλλους. Διάλεγε μια ορεινή περιοχή όπου τα ηχητικά κύματα που παράγονται απ’ την φωνή του θα μπορούσαν να μεταδοθούν κατ’ ευθείαν πάνω ή κάτω στη βουνοπλαγιά, έτσι ώστε να φθάνουν στ’ αυτιά κάθε ακροατού. (Ματθ. 5:1) Άλλοτε πάλι όταν απ’ την πίεσι του πλήθους κατέφευγε σε επίπεδο έδαφος, κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, ο Ιησούς επιβιβαζόταν σε μια βάρκα και μετακινείτο σε μικρή απόστασι απ’ την ακτή. Η απαλή επιφάνεια του νερού θα εξυπηρετούσε τότε ως ανακλαστήρ του ήχου για να μεταφέρη τα κύματα της φωνής του στους ακροατές που βρίσκονταν στην ακτή.—Ματθ. 13:1, 2· Λουκ. 5:3.
Σήμερα, όταν ομάδες 50 περίπου ή περισσοτέρων ατόμων συγκεντρώνωνται για ν’ ακούσουν έναν ομιλητή, συχνά απολαμβάνουν το θαύμα της ηλεκτρονικής ενισχύσεως. Ο σύγχρονος εξοπλισμός μπορεί να ενισχύση τους λόγους ενός ομιλητού πολλές φορές σε έντασι και ταυτοχρόνως να διατηρήση την ποιότητα, το ύψος και τη χροιά της ιδιαίτερης φωνής του ατόμου. Τόσον ο ομιλητής όσο και το ακροατήριο βοηθούνται. Η διαφραγματική ρητορεία δεν είναι απαραίτητη, επειδή ο ομιλητής δεν είναι αναγκασμένος να καταβάλη μεγάλη δύναμι για ν’ ακούγεται άνετα. Δεν είναι ανάγκη να καταπονή τη φωνή του ή να κάνη αφύσικες αλλαγές στο ύφος, την έντασι ή την έμφασι. Κι αυτοί που ακούουν δεν είναι ανάγκη να τεντώνουν τ’ αυτιά τους για να συλλάβουν ό,τι λέγεται. Μπορούν, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στην κατανόησι αυτού που ακούουν. Ας σκεφθούμε τι συνθέτει ένα καλό ηχητικό σύστημα που μεταφέρει μια δημόσια ομιλία.
Πώς Ενισχύεται ο Ήχος;
Το πρώτο βήμα στη σύγχρονη ενίσχυσι του ήχου είναι η μετατροπή των ηχητικών δονήσεων, που είναι μια μορφή ακουστικής ή μηχανικής ενεργείας, σε ηλεκτρική ενέργεια. Αυτή η λειτουργία επιτυγχάνεται με το μικρόφωνο. Τα ηχητικά κύματα, που είναι στην πραγματικότητα παραλλαγές στην πίεσι του αέρος, μετατρέπονται δια του μικροφώνου σε αντίστοιχη ηλεκτρική τάσι που ποικίλλει σε συχνότητα και ισχύ ανάλογα με την «πίεσι» των ηχητικών παλμών. Τα μικρόφωνα είναι κατ’ ανάγκην λεπτά όργανα και πρέπει να φροντίζωνται ιδιαίτερα.
Καθώς το μικρόφωνο αποδίδει μια πολύ χαμηλή ηλεκτρική τάσι ή ένα πολύ μικρό ηλεκτρομαγνητικό σήμα, αυτό το σήμα πρέπει να δυναμωθή ή να ενισχυθή πολλές χιλιάδες φορές για να κάνη ένα μεγάφωνο να λειτουργήση. Γι’ αυτόν τον σκοπό χρησιμοποιείται ένας ηχόσυχνος ενισχυτής. Σε πολλούς ενισχυτάς έχει προβλεφθή να δέχονται τα σήματα από διάφορα μικρόφωνα ή άλλες πηγές, να τα συνδυάζουν και έπειτα να ενισχύουν το συνδυασμένο πρόγραμμα στην ισχύ που απαιτείται για ν’ ακούη το ακροατήριο με ευχέρεια. Σε μερικές περιπτώσεις χρησιμοποιείται ένας ξεχωριστός προενισχυτής για ν’ αυξήση τα χαμηλής στάθμης σήματα απ’ τα μικρόφωνα, να τ’ αναμίξη και έπειτα να κατανείμη το συνδυασμένο πρόγραμμα προς όλα τα σημεία, κοντά ή μακρυά, όπου μπορεί να ενισχυθή περαιτέρω σύμφωνα με τις ανάγκες. Τα μεγάλα ηχητικά συστήματα μπορούν να χρησιμοποιήσουν πολλούς ενισχυτές· ο καθένας θα λειτουργή για την απόδοσι του προγράμματος σε μια ωρισμένη περιοχή, όπου το ακροατήριο μπορεί να συνίσταται από λίγα ή πολλές χιλιάδες άτομα.
Τελικά το ενισχυθέν ηλεκτρομαγνητικό σήμα διοχετεύεται σε ένα ή περισσότερα μεγάφωνα. Το μεγάφωνο ενεργεί σαν ένα είδος μικροφώνου απ’ την ανάποδη. Ένας κώνος ή ένα διάφραγμα τίθεται σε δόνησι από το ενισχυμένο ηλεκτρικό ρεύμα. Η ηλεκτρική ενέργεια μετατρέπεται μ’ αυτόν τον τρόπο σε μηχανική ενέργεια προκαλώντας παλμούς στον παρακείμενο αέρα για άλλη μια φορά με ηχητικά κύματα που είναι αντιληπτά στην ακοή μας.
Η Επιλογή των Εξαρτημάτων
Καθώς ο αντικειμενικός σκοπός στην ενίσχυσι της ομιλίας είναι (1) να επιτρέπη σ’ όλους ν’ ακούουν καλά και (2) να διατηρή τη φυσικότητα της φωνής του κάθε ομιλητού, η προσεκτική επιλογή των σωστών εξαρτημάτων για το ηχητικό σας σύστημα είναι ζωτική. Εφαρμόζεται εδώ το ρητό «παίρνεις αυτό που πληρώνεις.» Τα καλούμενα «είδη σε τιμή ευκαιρίας» δεν συμβάλλουν συνήθως στον αντικειμενικό σας σκοπό με την αξιοπιστία και την ποιότητα που χρειάζεσθε. Είναι καλό να συμβουλευθήτε έναν πεπειραμένο τεχνικό του ήχου όταν αγοράζετε ένα σύστημα εκφωνήσεως προς το κοινό. Αυτό θα σας βοηθήση να αποκτήσετε ένα σύστημα καλής ποιότητος και επαρκούς ισχύος, αλλ’ όχι πάρα πολύ ισχυρό ή ακριβό για τις ανάγκες σας.
Ο πρώτος κρίκος του ηχητικού σας συστήματος είναι το μικρόφωνο. Κάθε είδος μικροφώνου είναι σχεδιασμένο για μια ιδιαίτερη εφαρμογή. Δεν υπάρχει το άριστο για όλες τις περιπτώσεις. Για την ενίσχυσι της ομιλίας, το δυναμικό μικρόφωνο συνήθως θα καλύψη τις ανάγκες σας. Έχει καλή πιστότητα, είναι δυνατό, συνήθως χωρίς προβλήματα και προσφέρεται σε λογική τιμή.
Έπειτα σκεφθήτε τι σχέδιο μικροφωνικού φωνολήπτου θα ταίριαζε καλύτερα στις ανάγκες σας. Πρέπει να διαλέξετε μια παν-κατευθυντική μονάδα, που λαμβάνει τον ήχο απ’ όλες τις κατευθύνσεις ή μια μονο-κατευθυντική; Φωνοληπτικές διατάξεις σε σχήμα οκτώ είναι επίσης διαθέσιμες.
Ένα μονοκατευθυντικό μικρόφωνο ονομάζεται, επίσης καρδιοειδές μικρόφωνο επειδή ανταποκρίνεται στους ήχους με μια, κατά κάποιο τρόπο σχήματος καρδιάς, διάταξι γύρω απ’ το εμπρόσθιο μέρος της μονάδος. Καθώς το πίσω μέρος του καρδιοειδούς μικροφώνου είναι σχετικά νεκρό, η χρήσις του γενικά βοηθεί στην ελάττωσι της ακουστικής ανατροφοδοτήσεως του στριγγού θορύβου που εμφανίζεται όταν ο ήχος των μεγαφώνων λαμβάνεται απ’ το μικρόφωνο. Ωστόσο, με την επιλογή της καρδιοειδούς μονάδος θυσιάζομε μερικά πλεονεκτήματα. Αν ο ομιλητής είναι λίγο μακρυά απ’ το μικρόφωνο, μπορεί να μη γίνη καλή ηχοληψία. Επίσης η καρδιοειδής μονάδα δεν παράγει συνήθως τόσο δυνατούς ήχους όπως οι άλλοι τύποι των μικροφώνων.
Υπάρχουν ωρισμένα αποφασιστικά πλεονεκτήματα στη χρήσι ενός παν-κατευθυντικού μικροφώνου. Εκεί όπου οι ομιλητές δεν μιλούν κατ’ ευθείαν στο μικρόφωνο, όπως όταν το μικρόφωνο δίδεται σε μια ομάδα ανθρώπων, η πανκατευθυντική διάταξις είναι πολύ πρακτική. Αυτό το μικρόφωνο είναι συνήθως μια λιγώτερο δαπανηρή μονάδα και περισσότερο δυνατή. Ως εκ τούτου, σε πολλές εφαρμογές κάνει εξαιρετικά καλή δουλειά. Ωστόσο, τα μικρόφωνα αυτού του είδους είναι συνήθως πιθανώτερο να συλλάβουν εξωτερικούς θορύβους και να συμβάλουν έτσι σε ακουστική ανατροφοδότησι, ιδιαίτερα εκεί όπου χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα δύο ή τρία μικρόφωνα.
Μερικά μικρόφωνα έχουν την τάσι να παράγουν έναν ανεπιθύμητο ‘εκρηκτικό’ ήχο όταν λέξεις που έχουν ένα σκληρό ‘π’ ή ‘τ’ προφέρονται κατ’ ευθείαν μέσα τους. Μία κατάλληλη προσθήκη που θα εμπόδιζε την ‘έκρηξι της αναπνοής’ του ομιλητού να εισέλθη στο μικρόφωνο συνήθως θα διώρθωνε την κατάστασι.
Κάτι άλλο που πρέπει επίσης να ληφθή υπ’ όψιν είναι η σύνθετος αντίστασις τον μικροφώνου. Λέγεται ότι ένα μικρόφωνο είναι είτε υψηλής είτε χαμηλής συνθέτου αντιστάσεως, πράγμα που αποτελεί περιγραφή των ηλεκτρικών χαρακτηριστικών του και δεν έχει κατ’ ανάγκην σχέσι με την ποιότητα ή την ευαισθησία του. Τα μικρόφωνα υψηλής συνθέτου αντιστάσεως επιλέγονται απ’ την άποψι της οικονομίας. Ωστόσο, υπάρχουν ωρισμένα εγγενή προβλήματα που αντανακλώνται στην φαινομενική ποιότητα του συστήματος. Επί παραδείγματι, αν το καλώδιο του μικροφώνου δεν υπερβαίνη τα 50 πόδια (15 μέτρα) στο μήκος, ένα σύστημα υψηλής συνθέτου αντιστάσεως είναι καλό. Αλλ’ αν το καλώδιο υπερβαίνη τα 50 πόδια, θα συνίστατο ένα σύστημα χαμηλής συνθέτου αντιστάσεως για να ελαττώση στο ελάχιστο τις απώλειες των υψηλών συχνοτήτων που δημιουργούνται απ’ την χωρητική αντίστασι του καλωδίου. Το σύστημα χαμηλής συνθέτου αντιστάσεως βοηθή επίσης να εξουδετερωθή η λήψις του βόμβου και των δυνατών παρεμβολών απ’ τους γειτονικούς ραδιοπομπούς όπως οι πομποί CB, οι πομποί της αστυνομίας και λοιπά. Τα μικρόφωνα χαμηλής συνθέτου αντιστάσεως πρέπει να συνδέωνται μέσω καλωδίων χαμηλής συνθέτου αντιστάσεως και η χρήσις τους μπορεί ν’ απαιτήση αναπροσαρμογές στον ενισχυτή όπως η προσθήκη των μετασχηματιστών εισαγωγής για να δέχωνται το σήμα της χαμηλής αντιστάσεως και να το προσαρμόζουν στον ενισχυτή. Όλες οι επαγγελματικές ηχητικές εγκαταστάσεις χρησιμοποιούν ισοσταθμισμένα κυκλώματα μικροφώνων χαμηλής συνθέτου αντιστάσεως.
Ο δεύτερος κρίκος του ηχητικού συστήματος περιλαμβάνει τον ενισχυτή ή πολλαπλασιαστή. Πρέπει να επιλεγή ένας ενισχυτής που έχει εισδοχή και ιδιαίτερο έλεγχο εντάσεως για κάθε μικρόφωνο που χρησιμοποιείται. Κάθε μικρόφωνο μπορεί τότε να ρυθμίζεται ανεξάρτητα.
Για ακροατήρια αποτελούμενα μέχρι και 200 άτομα, είναι καλό να επιλέξωμε ενισχυτή με δύναμι αποδόσεως τουλάχιστον 30 βατ. Για μεγαλύτερα ακροατήρια απαιτείται πολύ μεγαλύτερη δύναμις. Μια μονάδα στερεάς καταστάσεως, είναι συνήθως πιο αξιόπιστη και απηλλαγμένη προβλημάτων από ένα σωληνωειδή ενισχυτή. Φυσικά πρέπει να επιλέξωμε μια μονάδα που είναι σχεδιασμένη για χρήσι ως ενισχυτής για ομιλία ενώπιον κοινού.
Τα μεγάφωνα αποτελούν τον τελικό κρίκο στην αναπαραγωγή του ομιλουμένου λόγου. Υπάρχουν διαθέσιμοι πολλοί τύποι αναπαραγωγών. Ίσως επιλέξωμε τα κιονοειδή μεγάφωνα, τοποθετώντας μια μονάδα σε κάθε πλευρά της εξέδρας. Αυτά είναι ιδιαίτερα πρακτικά για προσωρινές εγκαταστάσεις. Για μόνιμες εγκαταστάσεις, ένα κατανεμημένο σύστημα που χρησιμοποιεί μεγάφωνα στερεωμένα στην οροφή είναι συνήθως πολύ ικανοποιητικό. Αν η οροφή είναι σχετικά χαμηλή αυτό το σύστημα συνιστάται ιδιαίτερα, επειδή επιτρέπει σ’ όλους στο ακροατήριο να κάθωνται στην ίδια σχεδόν απόστασι απ’ το μεγάφωνο. Τα μεγάφωνα οροφής πρέπει να τοποθετούνται σε κλιμακωμένες κατά διαστήματα σειρές (που) η απόστασις μεταξύ των πρέπει να είναι σχεδόν μιάμιση φορά η απόστασις του πατώματος απ’ την οροφή. Τα μεγάφωνα που βρίσκονται πλησιέστερα στη θέσι του ομιλητού, θα μπορούσαν να συνδεθούν για χαμηλότερη έντασι, για να επιτρέπουν μεγαλύτερο όγκο φωνής σ’ ολόκληρο το σύστημα προτού εμφανισθή ακουστική αντίδρασις.
Κατά τη σύνδεσί τους με τον ενισχυτή, τα μεγάφωνα πρέπει να είναι ηλεκτρικώς προσηρμοσμένα στον ενισχυτή. Αυτό επιτυγχάνεται με την επιλογή του καταλλήλου αγωγού συνθέτου αντιστάσεως στο πίσω μέρος του ενισχυτού, που είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερα προσηρμοσμένος με σύνθετη αντίστασι του μεγαφώνου. Οι περισσότεροι σύγχρονοι ενισχυτές έχουν πρόβλεψι γι’ αυτό που ονομάζεται σύστημα «σταθερής τάσεως,» για την προσαρμογή πολλαπλών μεγαφώνων. Συχνά χρησιμοποιείται η έξοδος 25 βολτ ή 70 βολτ στο πίσω μέρος του ενισχυτού. Σε μερικές χώρες είναι δημοφιλές ένα σύστημα 100 βολτ. Στη χαμηλότερη τάσι, δεν είναι απαραίτητο να κλείσωμε τα σύρματα του μεγαφώνου με προφυλακτικό μονωτή. Στο σύστημα σταθερής τάσεως απαιτείται να τοποθετηθή ένας μικρός μετασχηματιστής για κάθε μεγάφωνο, ώστε να προσαρμόζη το μεγάφωνο στο σύστημα. Τώρα είσθε έτοιμος να θέσετε σε λειτουργία το ηχητικό σύστημα.
Ηχητικές Υποδείξεις
Το μικρόφωνο πρέπει να ρυθμίζεται σε μια απόστασι 6 περίπου ιντσών (15 εκατοστών) απ’ το στόμα του ομιλητού, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ανέβασμα και το κατέβασμα τον κεφαλιού του. Πρέπει να είναι αρκετά κοντά ώστε να παρέχη επαρκή έντασι χωρίς ίχνος ακουστικής αντιδράσεως, ωστόσο όχι τόσο κοντά ώστε να κάνη τον ομιλητή ενοχλητικό ή να κάνη τον ήχο να πέφτη σ’ έντασι με την κανονική κίνησι του κεφαλιού. Ένα μικρόφωνο που ρυθμίζεται παρά πολύ κοντά στον ομιλητή υπόκειται επίσης στον ενοχλητικό «εκρηκτικό» ήχο που οφείλεται στο εκρηκτικό χαρακτηριστικό της αναπνοής του ομιλητού όταν προφέρη ωρισμένες λέξεις.
Το κατάλληλο επίπεδο του ήχου και η καλή ποιότης είναι εξαιρετικής σπουδαιότητος. Ο έλεγχος εντάσεως του ενισχυτού και ο έλεγχος του ύψους πρέπει να ρυθμισθή έτσι ώστε η φωνή του κάθε ομιλητού ν’ αναπαράγεται σε κοφτούς, κατανοητούς, φυσιολογικούς τόνους, που επιτρέπουν σ’ όλους ν’ ακούουν άνετα και χωρίς μεγάλη προσπάθεια. Αν η έντασις της φωνής είναι ανεπαρκής ή η ποιότης είναι φτωχή, μερικές λέξεις θα χαθούν και θ’ αναγκάσουν τον ακροατή να καταβάλη μεγάλες προσπάθειες για να καταλάβη. Μετά από ένα χρονικό διάστημα μπορεί να τον καταβάλη διανοητική κόπωσις, επειδή η φυσιολογική τάσις είναι να σταματήση κανείς ν’ ακούη μάλλον παρά να συνεχίση να καταβάλη προσπάθεια για να συλλάβη τα λεγόμενα. Απ’ την άλλη πλευρά, ο υπερβολικά δυνατός ήχος γίνεται κουραστικός και διασπά την προσοχή, έχοντας ως αποτέλεσμα την «κόπωσι του ακροατού.» Εδώ πάλι ο ακροατής ‘αποστρέφει’ την προσοχή του και χάνει όσα λέγονται.
Αν το μικρόφωνο δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθή για μερικά λεπτά, η έντασίς του πρέπει να κατεβασθή, έτσι ώστε ν’ αποφύγωμε τη λήψι εξωτερικής ομιλίας ή θορύβων. Λογικά πρέπει να υπάρχη διαρκώς εκεί ένας χειριστής του ηχητικού συστήματος. Αν ο χειριστής είναι άγρυπνος και γνωρίζει εκ των προτέρων τις ηχητικές ανάγκες του κάθε ομιλητού, όλοι θα ωφεληθούν απ’ το πρόγραμμα.
Πρέπει να χρησιμοποιούνται «περιοδεύοντα μικρόφωνα», δηλαδή κινητά μικρόφωνα για τη συμμετοχή του ακροατηρίου; Αυτό εξαρτάται απ’ το μέγεθος του ακροατηρίου, την ακουστική της αιθούσης και την ικανότητα όλων ν’ ακούουν. Αν κάθε ένας που δίνει σχόλια προτρέπεται να μιλά δυνατά, αυτό φυσικά είναι προτιμώτερο απ’ την απώλεια χρόνου που συνεπάγεται η μεταφορά των κινητών μικροφώνων στους σχολιάζοντας στο ακροατήριο.
Πριν από πολλά χρόνια, ο Σολομών συνέκρινε ένα εποικοδομητικό λόγο που λέγεται στον κατάλληλο καιρό με «μήλα χρυσά εις ποικίλματα αργυρά.» (Παροιμ. 25:11) Αν το ακροατήριο είναι μεγάλο, αυτό αληθεύει για τους λόγους που έχουν σχέσι με τη ζωή, όταν αυτοί ακούωνται με ευχέρεια και κατανοούνται με τη βοήθεια του συγχρόνου θαύματος της ενισχύσεως του ήχου.
[Εικόνα στη σελίδα 13]
Τα σύγχρονα μηχανήματα ενισχύσεως του ήχου μπορούν να μετατρέψουν το βούισμα μιας μύγας σε βρυχηθμό που θα γεμίση το δωμάτιο!