Γιατί οι Δικηγόροι Βάλλονται
ΤΟ 1978, ένας δικαστής στην Πενσυλβανία, ο Λόις Τζ. Φόρερ, σ’ ένα άρθρο με τίτλο «Ο Νόμος: Εξαιρετική Υπόσχεσις και Ατελής Εκπλήρωσις,» έγραψε τα εξής: «Το νομικό επάγγελμα βρίσκεται σήμερα σε πολύ χαμηλή εκτίμησι από το κοινό . . . Η απογοήτευσις και η δυσαρέσκεια για την απονομή της δικαιοσύνης πλήττουν πολύ βαθιά την εθνική μας ευημερία και ζωτικότητα.»
Στην Αγγλία, επίσης, οι επικριτές εγείρουν σοβαρά ερωτήματα. Ο πρόλογος μιας μελέτης περί του νομικού συστήματος εκεί, βεβαιώνει τα εξής:
«Διδασκόμεθα να έχωμε πίστι στην Βρεταννική δικαιοσύνη . . . Έχομε αποδείξεις που δείχνουν ότι υπάρχουν μερικοί που ποτέ δεν έχουν λάβει δικαιοσύνη.»
Οι δικηγόροι έχουν επιρροή σε όλες τις βαθμίδες της κυβερνήσεως—στο νομοθετικό σώμα, στο διοικητικό, στο δικαστικό και στο δικηγορικό. Έχουν επίσης μονοπώλιο στην άσκησι του νόμου. Έτσι, το νομικό επάγγελμα πρέπει να δεχθή κάποιο μέτρο ευθύνης για τα νομικά παράπονα. Ας δούμε μερικές από τις πιο συνήθεις κατηγορίες:
‘Άλλος Νόμος για τους Πλούσιους, Άλλος για τους Πτωχούς’
Το 1905, ο Πρόεδρος των Η.Π. Θεόδωρος Ρούζβελτ είπε τα εξής:
«Πολλά από τα πιο ισχυρά και καλά [αμειβόμενα] μέλη του δικηγορικού σώματος . . . επινοούν τολμηρά και πολυμήχανα σχέδια με τα οποία οι πάμπλουτοι πελάτες τους . . . μπορούν να αποφύγουν τους νόμους οι οποίοι θεσπίζονται προς το συμφέρον του κοινού.»
Μετά από εξήντα σχεδόν χρόνια, λίγα πράγματα είχαν αλλάξει όταν ο Υπουργός Δικαιοσύνης Ρόμπερτ Κέννεντυ είπε τα εξής: «Οι δικηγόροι φέρουν την ευθύνη της αυξήσεως και συνεχίσεως των δύο συστημάτων του νόμου—ενός για τους πλούσιους, και ενός για τους πτωχούς.»
Φυσικά, οι δικηγόροι δεν είναι υπεύθυνοι για το ότι υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί σ’ αυτό τον κόσμο. Και οπωσδήποτε δεν είναι οι μόνοι των οποίων οι επαγγελματικές υπηρεσίες συχνά στοιχίζουν περισσότερο από ό,τι μπορεί να προσφέρη ένα μέσο εργαζόμενο άτομο. Αλλά το κόστος των επαγγελματικών νομικών υπηρεσιών συχνά θέτει τη δικαιοσύνη πέρα από τις δυνατότητες του πτωχού, ή ακόμη και του μέσου μισθωτού.
Όπως σχολίασε η εφημερίδα Τάιμς της Νέας Υόρκης σε μια ανάλυσι για το νομικό επάγγελμα: «Οι επικριτές, και μέσα και έξω από το επάγγελμα, ισχυρίζονται ότι υπάρχουν πάρα πολλοί νόμοι και πάρα πολλοί δικηγόροι και ότι οι δικηγόροι υπερτιμούν την αξία τους.» Και ο Αρχιδικαστής Τσαρλς Ντ. Μπράιτελ του Εφετείου της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, μιλώντας για κείνους τους δικηγόρους που «μόνο αρπάζουν, αρπάζουν, αρπάζουν,» προειδοποίησε ότι «μπορεί να σκοτώνουν την κόττα που κάνει το χρυσό αυγό.»
Οι προσπάθειες για να διορθωθούν οι αδικίες που έγιναν από ακριβοπληρωμένες νομικές υπηρεσίες, όπως τα συστήματα νομικής βοηθείας, οδηγούν σε συγκεχυμένη επιτυχία. Διορθώνοντας μερικές αδικίες, μπορεί να δημιουργούν άλλες. Στην Αγγλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες, το αποτέλεσμα συχνά είναι, ότι μόνο οι πολύ πλούσιοι και οι πολύ πτωχοί έχουν τη δυνατότητα να προσφύγουν στα δικαστήρια. Πολλές φορές, η μεσαία τάξις που δεν λαμβάνει νομική βοήθεια, βρίσκει τις νομικές υπηρεσίες πέρα από τις οικονομικές δυνατότητές της.
Βραδείες, Πολύπλοκες Δικαστικές Διαδικασίες
Η πολυπλοκότης της σύγχρονης κοινωνίας και ο αυξανόμενος αριθμός των νόμων, δημιουργούν πολλαπλά προβλήματα και δυσκολεύουν τη λειτουργία των δικαστηρίων όσο ποτέ προηγουμένως. Η βραδύτης του συστήματος, συχνά αποθαρρύνει εκείνους που το χρησιμοποιούν. Όπως είπε ο Αρχιδικαστής Γουώρρεν Μπέργκερ του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.: «Οι άνθρωποι που έχουν προβλήματα, όπως και οι άνθρωποι που πονούν, επιθυμούν ανακούφισι, και τη θέλουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και πιο αδάπανα.» Εν τούτοις, αυτοί οι στόχοι σπάνια επιτυγχάνονται, πράγμα που συμβάλλει στις επικρίσεις εναντίον του νόμου και των νομικών υπηρεσιών.
Στρέφοντας την προσοχή σε μια άλλη αιτία της εχθροπάθειας, το περιοδικό Τάιμ παραθέτει τα λόγια ενός πρώην συνεργάτου του προέδρου του εισαγγελέα Φρεντ Ντάττον, ο οποίος είπε τα εξής: «Οι δικηγόροι πληρώνονται για να περιπλέκουν και να διατηρούν μια φιλονεικία ζωντανή, να κάνουν το κάθε τι δικονομικό πρόβλημα.» Ανέφερε ότι μια αγωγή για την τοποθέτησι κατάλληλης ετικέττας σε βαζάκια με βούτυρο από φυστίκι, κράτησε 12 χρόνια, και χρειάσθηκε 75.000 σελίδες έγγραφα και μια μετάφρασι 24.000 σελίδων! Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι όλοι οι δικηγόροι ενεργούν έτσι, αλλά συχνά συμβαίνουν σοβαρές καταχρήσεις που είναι αρκετές για να δημιουργήσουν εντυπώσεις επιζήμιες για το επάγγελμα.
Μερικοί δικηγόροι μπορεί ν’ αναλαμβάνουν πάρα πολλές υποθέσεις και κάνουν βήματα για να προωθήσουν τη δίκη μόνο όταν το ζητήση ο πελάτης. Ένας δικηγόρος παραδέχθηκε ότι: «Αν ο πελάτης ενοχλή τον δικηγόρο του, μπορεί ν’ αποφύγη καθυστέρησι πολλών μηνών.» Αν έχετε αυτό το είδος δικηγόρου και αν θέλετε η υπόθεσίς σας να προχωρήση γρήγορα, ίσως χρειάζεται να τον επισκέπτεσθε συχνά. Αφ’ ετέρου, μπορεί ο δικηγόρος σας να χρειάζεται περισσότερη συνεργασία από σας για να επισπεύση το ζήτημα. Του έχετε δώσει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται; Τον πληρώνετε όταν πρέπει;
Οι ευσυνείδητοι δικηγόροι που εργάζονται αποτελεσματικά με λογικές τιμές για τα συμφέροντα των πελατών τους, μπορεί να αποτελούν πραγματική πηγή ειρήνης διανοίας και να φέρουν τιμή στο επάγγελμά τους. Εν τούτοις, ακόμη και αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να δρουν ανάμεσα σε ατελή νομικά συστήματα που μπορεί να προωθούν ηθικές αδικίες εξ αιτίας της ίδιας της φύσεώς τους.
Το Σύστημα της Αντιδικίας: Παρεμπόδισις της Δικαιοσύνης
Έχετε ποτέ νοιώσει ένα αίσθημα αγανακτήσεως όταν ακούτε για ένα καταφανές δικαστικό λάθος στο δικαστικό σύστημα; Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι στο βάθος της Αγγλο-Αμερικανικής νομολογίας, υπάρχει το σύστημα της αντιδικίας. Αυτό το σύστημα βασίζεται στη θεωρία ότι η δικαιοσύνη και η αλήθεια βγαίνουν από τη σύγκρουσι δύο αντιθέτων απόψεων. Ένας δικηγόρος της Νέας Υόρκης, ο Αβραάμ Πόμεραντζ, παρετήρησε τα εξής γι’ αυτό το σύστημα:
«Υπερηφανευόμεθα γι’ αυτό, αλλά είναι ένα πολύ κακόβουλο σύστημα, σχεδιασμένο όχι για να επιτυγχάνη, αλλά για να καταπνίγη την αλήθεια. Κάθε πλευρά προωθεί τα γεγονότα που βοηθούν και αγνοεί εκείνα που δεν βοηθούν. Έτσι, επέρχεται σύγχυσις και παραποίησις, και κερδίζει ο εξυπνώτερος.»
Κάθε πλευρά έχει έναν δικηγόρο για να μάχεται για τον πελάτη του. Σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχει σαφές ηθικό δίκαιο ή άδικο σε καμμιά πλευρά. Αλλά το σύστημα της αντιδικίας έχει την τάσι να αγνοή τις ηθικές θέσεις και να ενθαρρύνη τους δικηγόρους να μάχωνται για όποιον πληρώνει τις αμοιβές τους.
«Έτσι, οι δικηγόροι, που ανήκουν σ’ ένα δημόσιο επάγγελμα με ευρείες κοινωνικές ευθύνες,» γράφει ο καθηγητής νομικής στο Κολλέγιο Ουέλσλυ, Τζέρολντ Σ. Άουερμπαχ, «διακηρύττουν την αφοσίωσί τους στον πελάτη ως την ύψιστη υποχρέωσί τους (όταν στην πραγματικότητα, καλλιεργούν αφοσίωσι στην αμοιβή που θα λάβουν από τον πελάτη).» Αυτό, συνεχίζει, δείχνει μια θεμελιώδη αδυναμία του συστήματος της αντιδικίας: «Είναι ελλιπώς εφωδιασμένο για να φροντίζη για το καλό της κοινωνίας, εκτός από τη σιωπηρή παραδοχή ότι κάθε αγώνας και κάθε νικητής είναι καλός για την κοινωνία.»
Μ’ αυτό, βοηθείται κανείς να καταλάβη πώς, από την άποψι του κοινού ανθρώπου, μπορούν να εγερθούν φαινομενικά παράλογες δικαστικές αποφάσεις. Τα υψηλά ιδεώδη των νόμων που έχουν σκοπό να δώσουν κάθε δυνατή υπεράσπισι στους αθώους και προστασία στους έντιμους ανθρώπους, μπορεί να χρησιμοποιηθούν πολύ αποτελεσματικά από τους ευφυείς δικηγόρους για να βοηθήσουν επίσης τους ένοχους και ανέντιμους ανθρώπους. Αυτό αποτελεί μια αντινομία των ανθρωποποίητων νομικών συστημάτων, για την οποία δεν μπορούν να θεωρούνται απόλυτα υπεύθυνοι οι δικηγόροι. Μολονότι η δικαιοσύνη είναι το ιδανικό, εκείνο που συμβαίνει συχνά στην πράξι μεταξύ ατελών ανθρώπων, είναι ότι η έννοια του ηθικώς δικαίου και αδίκου, αντικαθίσταται μ’ εκείνο που είναι «νόμιμο.» Περιγράφοντας εκείνο που σαν καθηγητής της νομικής βλέπει να λαμβάνη χώρα, ο Τζέρολντ Άουερμπαχ λέγει τα εξής:
«Κάθε χρόνο, σχεδόν 100.000 [Αμερικανοί] σπουδαστές διδάσκονται να σκέπτονται όπως οι δικηγόροι. Το να διδαχθή κάποιος, ο οποίος επί εικοσιένα έτη εσκέπτετο σαν κοινός άνθρωπος, να σκέπτεται σαν δικηγόρος, δεν είναι εύκολο πράγμα. Το μάθημα απαιτεί ν’ αποβληθή η πεποίθησις ότι το δίκαιο και το άδικο έχουν κάποια σημασία, πέρα από ό,τι καθορίζουν η μέθοδος της αντιδικίας και το νομικό σύστημα.»
Το Δίλημμα του Δικηγόρου
Αυτή η άποψις για τις ηθικές αξίες στη νομική εκπαίδευσι θέτει ένα δίλημμα στους ευσυνείδητους σπουδαστές του νόμου. «Ανησυχώ που το Χάρβαρντ [Νομική Σχολή] δίνει πολύ λίγη προσοχή στην ηθικολογία όταν εκπαιδεύη τους μελλοντικούς δικηγόρους,» έγραψε ένας απόφοιτος της νομικής σ’ ένα δημοσίευμα των Τάιμς της Νέας Υόρκης. «Στον τομέα της νόμιμης και ατομικής ηθικολογίας, μας αφήνουν στα δικά μας ένστικτα—στην περίπτωσί, μου, ανεπαρκώς ηλεγμένα ένστικτα.»
Μια άλλη πλευρά του ηθικού διλήμματος του δικηγόρου εκφράζεται από τον εγκληματολόγο της Νέας Υόρκης Σέιμουρ Γουίσμαν: «Το να μάχεται κανείς όσο το δυνατόν πιο σθεναρά και αποτελεσματικά για να κερδίση την υπόθεσι του πελάτου του, αποτελεί την υψίστη παράδοσι του επαγγέλματος. Όσο πιο λίγο αξίζει ο πελάτης, τόσο πιο ευγενής είναι η προσπάθεια.»
Οι δικηγόροι που εγκρίνουν αυτή την αρχή, μπορεί να υπερασπίζωνται άτομα, για τα οποία γνωρίζουν προσωπικώς ότι είναι εγκληματίες του χειρίστου είδους, ή να εξυπηρετούν τις επιχειρήσεις ή άλλα συμφέροντα των πελατών τους οι οποίοι έχουν ηθικώς αμφίβολους σκοπούς, «Πολλοί από τους πελάτες μου είναι τέρατα και έχουν κάνει τερατώδη πράγματα, παραδέχεται ο δικηγόρος Γουίσμαν, «Μολονότι καμμιά φορά δεν είναι ένοχοι για το έγκλημα για το οποίο κατηγορούνται, όλοι σχεδόν οι πελάτες μου είναι ένοχοι για κάτι.» Πολλά τέτοια άτομα είναι ελεύθερα να λιμαίνωνται την κοινωνία εξ αιτίας του ότι έχουν λάβει τις υπηρεσίες ενός «καλού» δικηγόρου.
Ένας εισαγγελέας του Τέξας, είπε τα εξής για ένα τέτοιο δικηγόρο: «Είναι καλός, είναι πολύ καλός. Αλλά εξ αιτίας αυτού, υπάρχουν δυο ντουζίνες άνθρωποι που περπατούν ελεύθεροι στο Τέξας, που δεν θα δίσταζαν να σπάσουν το κεφάλι κάποιου. Είναι μια απειλή για την κοινωνία.»
Η απάντησις αυτού του διακεκριμένου δικηγόρου δείχνει την ηθική αδυναμία των παρόντων ατελών ανθρωπίνων νομικών συστημάτων: «Κοιμάμαι καλά το βράδυ. Δουλειά μου δεν είναι να είμαι δικαστής ή ένορκος, αλλά να κάνω το καλύτερο που μπορώ για λογαριασμό του κατηγορουμένου πολίτου.» Ωστόσο, υπάρχουν δικηγόροι που μάχονται γι’ αυτό το ηθικό δίλημμα.
Πολλοί δικηγόροι, εν τούτοις, έχουν προφανώς καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ορθό πράγμα είναι να αποφεύγη κανείς να κάνη προσωπικές ηθικές κρίσεις, και να αφήνη τη νομική διαδικασία να φθάση μόνη της στην τελική κρίσι—δίκαιη ή άδικη. Το αν οι δικηγόροι, με την ιδιαίτερη γνώσι που έχουν στα θέματα των πελατών, πρέπει να ενεργούν κατάλληλα για λογαριασμό εκείνων τους οποίους προσωπικά γνωρίζουν ότι είναι άδικοι, αποτελεί ένα δίλημμα του επαγγέλματος.
Η άποψις μερικών είναι ότι, η τάσις στη νομική άσκησι του επαγγέλματος προφανώς είναι να χρησιμοποιή κανείς κάθε δυνατή «δικονομική» υπεράσπισι για λογαριασμό του πελάτου, είτε είναι αθώος είτε ένοχος. Αλλά οι δικηγόροι μπορεί να ρωτήσουν: Γιατί να μας επικρίνουν εξ αιτίας του ότι χρησιμοποιούμε τους κανόνες που έχουν θεσπισθή από το νόμο; Η απάντησις επανέρχεται σ’ αυτό το ειδικό δίλημμα που αντιμετωπίζουν όλοι εκείνοι που βρίσκονται στο νομικό επάγγελμα.
Ωστόσο, χρειάζεται επίσης να λεχθή ότι, χωρίς αμφιβολία, αυτές οι τεχνικές λεπτομέρειες έχουν σώσει πολλούς ειλικρινείς και αθώους από αδικίες της δικαιοσύνης. Σε μερικές περιπτώσεις, οι δικηγόροι που χειρίσθηκαν τις υποθέσεις, ήσαν πεπεισμένοι ότι οι πελάτες τους ήσαν αθώοι, και γι’ αυτό χρησιμοποίησαν όλα τα νομικώς διαθέσιμα μέσα για να τους βοηθήσουν. Αν δεν είχαν ενεργήσει έτσι, αθώοι άνθρωποι μπορεί να είχαν καταδικασθή.
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί πιστεύουν ότι η κατάστασις είναι όπως ισχυρίσθηκε ο δικαστής Χάρρυ Μπλάκμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.II.: «Η ισορροπία έχει χαθή. Τα όρια έχουν πατηθή.» Έκαμε έκκλησι στο νομικό επάγγελμα να ανανεώση την υποχρέωσί του ως προς το «τι είναι δίκαιο και ηθικό καθώς επίσης και σαφώς νόμιμο.»
Εν τω μεταξύ, οι άνθρωποι μπορεί να έχουν ανάγκη να επωφεληθούν από την μεγάλη ποικιλία των χρησίμων υπηρεσιών που παρέχονται από το νόμο ή τους νομικούς. Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να επωφεληθή κανείς από τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες; Το επόμενο άρθρο θα το εξετάση.
[Πλαίσιο στη σελίδα 5]
«Οι άνθρωποι που έχουν προβλήματα, όπως και οι άνθρωποι που πονούν, επιθυμούν ανακούφισι, και τη θέλουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και πιο αδάπανα.»—Αρχιδικαστής Γουώρρεν Μπέργκερ του Ανωτάτου Δικαστηρίου των. Η.Π.