Η Άποψις της Βίβλου
Μετριοφροσύνη—‘Η Κατώτερη Αρετή ή η Πιο Πολύτιμη’
«ΜΕΤΡΙΟΦΡΟΣΥΝΗ,» έγραψε ο Ουίλλιαμ Χάζλιτ, Άγγλος κριτικός και συγγραφεύς του 19ου αιώνος, «είναι η κατώτερη αρετή και η ομολογία της ατέλειας που δείχνει. Εκείνος που υποτιμά τον εαυτόν του, δικαίως υποτιμάται και από τους άλλους.»
Συμμερίζονται αυτή την άποψι περί μετριοφροσύνης οι θεόπνευστοι συγγραφείς της Αγίας Γραφής; Είναι η μετριοφροσύνη ένδειξις ατέλειας της προσωπικότητας, «η κατώτερη αρετή,» ένα σημείο αδυναμίας; Πώς εκτιμάτε έναν μετριόφρονα;
Συχνά η λέξις «μετριοφροσύνη» χρησιμοποιείται σχετικά με την ευπρέπεια στην ενδυμασία και την κόμμωσι. Ως προς αυτό, ο απόστολος Παύλος απεδοκίμασε τις επιδεικτικές υπερβολές όταν συμβούλευσε: «Ωσαύτως και αι γυναίκες με στολήν σεμνήν, με αιδώ [μετριοφροσύνη, ΜΝΚ] και σωφροσύνην να στολίζωσιν εαυτάς, ουχί με πλέγματα ή χρυσόν ή μαργαρίτας ή ενδυμασίαν πολυτελή, αλλά το οποίον πρέπει εις γυναίκας επαγγελλομένας θεοσέβειαν, με έργα αγαθά.» (1 Τιμ. 2:9, 10) Αυτή η συμβουλή, η οποία εφαρμόζεται εξ ίσου και στα δύο φύλα, δεν αντιτίθεται στην κομψότητα, αλλά τονίζει πόσο ακατάλληλη είναι από Χριστιανική άποψι, η απρέπεια, η ματαιότητα και η επιδεικτικότητα στην ενδυμασία και την κόμμωσι. Το πιο σπουδαίο στόλισμα, είναι τα ‘αγαθά έργα’ του ατόμου.
Η έννοια της λέξεως «μετριοφροσύνη» δεν περιορίζεται στην εφαρμογή της στην εξωτερική εμφάνισι κάποιου. Όταν αναφέρεται στις ιδιότητες διανοίας και καρδιάς, σημαίνει το να έχη κανείς κατάλληλη εκτίμησι για τον εαυτό του, συναίσθησι των περιορισμένων ικανοτήτων του. Η μετριοφροσύνη δεν έχει καμμιά σχέσι με τη φιλοδοξία, την αλαζονεία, τη ματαιότητα, την έπαρσι, και την καυχησιολογία. Το μετριόφρον άτομο ζει σύμφωνα με τα λόγια των Παροιμιών 27:2, τα οποία λέγουν: «Ας σε επαινή άλλος και μη το στόμα σου· ξένος, και μη τα χείλη σου.» Δεν θα εκτιμούσατε ένα φίλο που εκδηλώνει αυτό το είδος προσωπικότητος;
Αντί να υποβιβάση τη μετριοφροσύνη, ο αρχαίος προφήτης Μιχαίας την αναφέρει ως απαίτησι του Θεού. «Αυτός σοι έδειξεν, άνθρωπε, τι το καλόν· και τι ζητεί ο Κύριος παρά σου, ειμή να . . . περιπατής ταπεινώς [μετριοφρόνως, ΜΝΚ] μετά του Θεού σου;»—Μιχ. 6:8.
Το να περιπατή κανείς ταπεινά με τον Θεό είναι σημείο, όχι αδυναμίας, αλλά πραγματικής εκτιμήσεως της θέσεώς του ενώπιον του Δημιουργού. Η μετριοφροσύνη προέρχεται από την ικανότητα να συναισθάνεται κανείς την εξάρτησί του από τον Θεό, ν’ αναγνωρίζη την αμαρτωλή του κατάστασι σε αντιπαραβολή με την καθαρότητα και αγιότητα του Θεού. Αντί να εκδηλώνη ανάρμοστη αυτοπεποίθησι, ο μετριόφρων εργάζεται τη σωτηρία του «μετά φόβου και τρόμου.»—Φιλιπ. 2:12.
Η μεγαλειότης της δημιουργίας προκαλεί στον μετριόφρονα άνθρωπο ένα αίσθημα δέους, ένα αίσθημα ταπεινότητας. Πρέπει να σημειωθή ότι αυτή η στάσις εκδηλώνεται στα λόγια του αποθανόντος, διάσημου επιστήμονα, Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο οποίος είπε: «Όποιος επιδίδεται σοβαρά στην μελέτη της επιστήμης πείθεται ότι στους νόμους του Σύμπαντος κάποιο πνεύμα εκδηλώνεται—ένα πνεύμα πολύ ανώτερο από το πνεύμα του ανθρώπου, και ενώπιον του οποίου εμείς, με τις ταπεινές μας δυνάμεις, πρέπει να αισθανώμαστε ταπεινοί.» Αυτή η δήλωσις δεν οδηγεί το άτομο να πιστεύη ότι ο Αϊνστάιν θεωρούσε τη μετριοφροσύνη ως ‘την κατώτερη αρετή.’
Αν κάποιος είχε λόγο να υπερηφανευθή για τις σχέσεις του με τον Ιεχωβά Θεό, ασφαλώς αυτός θα ήταν ο Ιησούς Χριστός, «η αρχή της κτίσεως του Θεού,» ο ‘δημιουργών,’ ο ‘μονογενής Υιός’ και ο πρώτος εκπρόσωπος του Θεού. (Αποκ. 3:14· Παρ. 8:30· Ιωάν. 3:16· 1:1) Ωστόσο, ο Ιησούς με μετριοφροσύνη, αρνήθηκε να δεχθή φιλόδοξους τίτλους. Αναγνωρίζοντας την εξουσία του Πατέρα του, είπε : «Δεν δύναμαι εγώ να κάμνω απ’ εμαυτού ουδέν. . . . διότι δεν ζητώ το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός.» (Ιωάν. 5:30) Σε κάποιον άρχοντα ο οποίος τον απεκάλεσε «Διδάσκαλε Αγαθέ,» ο Ιησούς απάντησε: «Τι με λέγεις αγαθόν; ουδείς αγαθός ειμή εις ο Θεός.» (Λουκ. 18:18, 19) Μήπως νομίζετε ότι αυτές οι δηλώσεις αποκαλύπτουν κάποιο ελάττωμα στην προσωπικότητα του Ιησού Χριστού; Ασφαλώς, η ταπεινή συμπεριφορά του προς τον Θεό συνέβαλε στο να είναι, πάνω απ’ όλα ο πραγματικά τέλειος άνθρωπος.
Αλλά, τι θα λεχθή για τη μετριοφροσύνη στις ανθρώπινες σχέσεις; Όταν προσκάλεσε μαθητάς να έλθουν προς αυτόν, ο Ιησούς είπε: «Πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν.» (Ματθ. 11:28-30) Ο απόστολος Παύλος έγραψε τα εξής στη Χριστιανική εκκλησία της Ρώμης: «Διότι λέγω δια της χάριτος της εις εμέ δοθείσης προς πάντα όστις είναι μεταξύ σας, να μη φρονή υψηλότερα παρ’ ό,τι πρέπει να φρονή, αλλά να φρονή ώστε να σωφρονή, κατά το μέτρον της πίστεως, το οποίον ο Θεός εμοίρασεν εις έκαστον.»—Ρωμ. 12:3.
Το ότι η μετριοφροσύνη είναι μια επιθυμητή ιδιότης στις σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας, κατεδείχθη από τον τρόπο με τον οποίο ο απόστολος Παύλος προσέγγισε τους ομοπίστους του στην εκκλησία της Κορίνθου. Αναφερόμενος πρώτα στην άποψι του Θεού για τους ταπεινόφρονες, έγραψε:
«Επειδή βλέπετε την πρόσκλησίν σας, αδελφοί, ότι είσθε ου πολλοί σοφοί κατά σάρκα, ου πολλοί δυνατοί, ου πολλοί ευγενείς. Αλλά τα μωρά του κόσμου εξέλεξεν ο Θεός δια να καταισχύνη τους σοφούς, και τα ασθενή του κόσμου εξέλεξεν ο Θεός δια να καταισχύνη τα ισχυρά, και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξέλεξεν ο Θεός, και τα μη όντα, δια να καταργήση τα όντα, δια να μη καυχηθή ουδεμία σαρξ ενώπιον αυτού . . . ώστε, καθώς είναι γεγραμμένον, ‘Ο καυχώμενος εν Κυρίω ας καυχάται.’ Και εγώ, αδελφοί, ότε ήλθον προς εσάς, ήλθον ουχί με υπεροχήν λόγου ή σοφίας κηρύττων εις εσάς την μαρτυρίαν του Θεού. Διότι απεφάσισα να μη εξεύρω μεταξύ σας άλλο τι ειμή Ιησούν Χριστόν, και αυτόν εσταυρωμένον. Και εγώ ήλθον προς εσάς με ασθένειαν και με φόβον και με τρόμον πολύν, και ο λόγος μου και το κήρυγμά μου δεν εγίνοντο με καταπειστικούς λόγους ανθρωπίνης σοφίας, αλλά με απόδειξιν Πνεύματος και δυνάμεως, δια να ήναι η πίστις σας ουχί δια της σοφίας των ανθρώπων, αλλά δια τις δυνάμεως του Θεού.»—1 Κορ. 1:26-2:5.
Αν ήμαστε μέλος εκείνης της Κορινθιακής εκκλησίας, δεν θα ανταποκρινόμαστε θερμά στην ταπεινή προσέγγισι του αποστόλου; Εξ άλλου, πώς θα είχατε αισθανθή αν ήταν επηρμένος, αυταρχικός, φιλόδοξος—υπεροπτικός;
Είναι αλήθεια ότι μπορεί να υπήρχε μια τάσις από μερικούς, ίσως με ειλικρίνεια, να υποβιβάσουν ή ακόμη και να γελοιοποιήσουν τη Χριστιανική αρετή της μετριοφροσύνης. Αλλά μια έντιμη εκτίμησις του ζητήματος μάς οδηγεί στο θεόπνευστο συμπέρασμα: «Όπου εισέλθη υπερηφανία, εισέρχεται και καταισχύνη· η δε σοφία είναι μετά των ταπεινών.»—Παρ. 11:2.