Υποτάσσοντας τον Βίαιο Χαρακτήρα Μου
ΜΠΑΜ! Με μια ημικυκλική τροχιά της γροθιάς του, ο πατέρας μου έστειλε τα γυαλιά του ανθρώπου σβουριχτά στο πάτωμα. Ακούστηκε κάποια φωνή διαμαρτυρίας, κάποια σπρωξιά, κάποιο σκούντημα, και—σβιν! Η σφιχτή γροθιά του ανθρώπου προσγειώθηκε φαρδιά-πλατιά στο πρόσωπο του πατέρα μου, που άρχισε να τρέχει αίμα. Όρμησα για να βοηθήσω τον πατέρα μου. Μπήκαν κι άλλοι στον καβγά. Σύντομα το γαλλικό καφενείο ήταν αρένα ελεύθερης πάλης. Γυαλιά σπασμένα, καρέκλες πεταγμένες και τραπέζια αναποδογυρισμένα και σπασμένα. Ειδοποιημένη για τη συμπλοκή, σύντομα κατέφθασε η αστυνομία. Εγώ απλά και μόνο όταν έβλεπα στολή, γινόμουνα όπως ο ταύρος όταν βλέπει κόκκινο. Χύμηξα και οι γροθιές μου πέταγαν σπίθες. Τρεις αστυνομικοί ήταν στρωμένοι κάτω, προτού μπορέσουν να με ακινητοποιήσουν και, ο πατέρας μου και γω, οδηγηθήκαμε με χειροπέδες στον τοπικό αστυνομικό σταθμό.
Το Μαρτιάτικο εκείνο Σάββατο του 1953, ο πατέρας μου κι εγώ είχαμε φύγει από το σπίτι για να πάμε για ψώνια. Συναντήσαμε κάποιους φίλους από τη δουλειά και καταλήξαμε να γυρνοβολάμε στα τοπικά καφενεία. Ο πατέρας μέθυσε και σύντομα μπλεχτήκαμε κι οι δυο μας στον καβγά εκείνο. Την επόμενη μέρα τα ονόματά μας εμφανίστηκαν στην εφημερίδα κάτω από τον τίτλο: «Πατέρας και Γιος Αρχίζουν τον Καβγά με τους Άλλους Πελάτες—Τρεις Αστυνομικοί Σοβαρά Πληγωμένοι». Μας καταδίκασαν σε φυλάκιση για ένα μήνα και δουλεύαμε έναν ολόκληρο χρόνο για να πληρώσουμε το πρόστιμο.
Αυτό ήταν μονάχα ένα από τα επεισόδια που θα μπορούσαν να μ’ έχουν οδηγήσει σε εγκληματική ζωή. Αλλά από τότε έμαθα να ελέγχω το βίαιο χαρακτήρα μου. Πώς; Πρώτα θα πρέπει να σας πω κάτι για την ανατροφή μου και για το πώς ανέπτυξα αυτό το χαρακτήρα.
Το Μήλο Κάτω απ’ τη Μηλιά
Γεννήθηκα στη Λε Μαν (δυτική Γαλλία) το 1929, το χρόνο που η Μεγάλη Ύφεση χτύπησε τις ΗΠΑ και μετά τη δυτική Ευρώπη. Υπήρχε μεγάλη ανεργία στη Γαλλία στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Ο πατέρας μου—πλινθοκτίστης—ήταν καλός εργάτης· κι έτσι κατάφερνε να βρίσκει δουλειά σε οικοδομές. Καθώς η οικονομική κατάσταση χειροτέρευε, άρχισε να ενδιαφέρεται για την πολιτική, τον συνδικαλισμό και τα δίκαια του εργάτη. Έγινε επιθετικός κι άρχισε να πίνει πολύ.
Όταν ερχόταν σπίτι ο πατέρας μου, συχνά πολύ αργά το βράδι, η μητέρα μου ήταν υποχρεωμένη να υπομένει τα φοβερά ξεσπάσματα του θυμού του, που συχνά κατέληγαν στον ξυλοδαρμό της, και στο σπάσιμο πιάτων και επίπλων. Τα απογευματινά του Σαββάτου ήταν ιδιαίτερα σκληρά για μας, γιατί ήταν η μέρα της εβδομαδιαίας πληρωμής. Η μητέρα έβαζε την αδελφή μου και μένα στο κρεβάτι, και συχνά τρέμαμε από το φόβο, καθώς τον περιμέναμε να γυρίσει σπίτι—μεθυσμένος! Καμιά φορά πήγαινε για κυνήγι, και αυτός κι οι φίλοι του έρχονταν σπίτι μεθυσμένοι και πυροβολούσαν στον αέρα.
Καμιά έκπληξη, λοιπόν, που, όταν μεγάλωσα, έγινα ευέξαπτος, σκληρός και εγωιστής. Μια μέρα που είχα κάνει κάποια αταξία μαζί με ένα φίλο, ο πατέρας μου πήρε το ποδήλατό μου και το κλείδωσε σε μια αποθήκη. Όταν κρυφάκουσα τη συζήτηση του πατέρα μου μ’ έναν από τους φίλους του που ζήτησε το ποδήλατο για το γιο του, κατάφερα να διαρρήξω την αποθήκη, πήρα ένα μεγάλο τσεκούρι κι έσπασα το ποδήλατο. Μετά έθαψα τα κομμάτια του στον κήπο. Δεν χρειάζεται να προσθέσω ότι, όταν το ανακάλυψε ο πατέρας μου, μου έδωσε ένα γερό χέρι ξύλο.
Ανάμεσα στους νεαρούς αλήτες της περιοχής μας έγινα το «πρωτοπαλλήκαρο», γιατί πάντα ήθελα να δίνω συμβουλή σε κείνους που μπλέκονταν σε κάποια βρωμοδουλειά. Για να αστειευτεί, ένας απ’ την παρέα μας θα διατάρασσε τον εσπερινό (την απογευματινή λειτουργία) χτυπώντας απρόσμενα τις καμπάνες ή ρίχνοντας πέτρες στη γειτονική λαμαρινένια στέγη. Με το δικό μου τρόπο, ακολουθούσα το παράδειγμα του πατέρα μου. Εκείνος έκανε ζημιές και φοβόταν, και γω το ίδιο.
Γίνομαι Πυγμάχος
Στο μεταξύ, άφησα το σχολείο και έγινα βοηθός επιπλοποιού. Τον Μάρτιο του 1945, ακριβώς πριν από το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πόλεμου, η μητέρα μου πέθανε από καρκίνο. Πέρασε σκληρή ζωή, στερημένη από την αγάπη και την ευτυχία που ζητούν οι περισσότερες γυναίκες. Ο θάνατός της ήταν μεγάλο χτύπημα για μένα και η ζωή μου έγινε χωρίς νόημα.
Τα πράγματα που γνώρισα στη διάρκεια του πολέμου δεν συνέβαλαν στη θεραπεία της βίας που με είχε καταλάβει. Κι έτσι, για διασκέδαση, διάλεξα την πυγμαχία. Στο γυμναστήριο, άφηνα να ξεσπάσει η επιθετικότητά μου πάνω στον σάκκο εξασκήσεως ή κάνοντας φιλικό αγώνα με κάποιον άλλο. Έγινα καλός πυγμάχος, και έφθασα μέχρι τους ημιτελικούς αγώνες του ερασιτεχνικού πρωταθλήματος της Γαλλίας.
Η δεξιοτεχνία μου στην πυγμαχία, κολάκευε το εγώ μου και με βοηθούσε να ξεπεράσω το σύμπλεγμα κατωτερότητας που είχα αναπτύξει ως αποτέλεσμα των δυστυχισμένων παιδικών μου χρόνων. Εκτός από την πυγμαχία, η κύρια διασκέδασή μου ήταν οι χοροί του χωριού. Επειδή κρέμαγα το ζωνάρι μου για καβγά, πάντοτε έβρισκα κάποια «άξια υπόθεση» για να υπερασπιστώ, κάποιο «παράπτωμα» που ήθελε επανόρθωση. Και πάντα ήμουν έτοιμος να επιτεθώ και να κάνω ένα «γερό καβγά».
Βίαιος Στρατιώτης και Βίαιος Σύζυγος
Το 1950 επιστρατεύτηκα και βρέθηκα ντυμένος στην Αλγερία. Κι εδώ πάλι ο βίαιος χαρακτήρας μου, μου προξενούσε μονάχα προβλήματα. Για κάποια ασήμαντη αιτία έδειρα κάποιον συστρατιώτη μου. Παρουσιάστηκα μπροστά σε μια ομάδα αξιωματικών, αλλά απλώς κατέφυγα στις προσβολές και στην κοροϊδία. Μου είπαν ότι δεν είμαι εγώ το αφεντικό και θα με μάθαιναν πειθαρχία. Με έρριξαν σε τσιμεντένιο κελλί επί τρεις βδομάδες. Αρκετά παράδοξο, ήταν εκεί που για πρώτη φορά άκουσα από έναν άλλο κρατούμενο το όνομα «Ιεχωβά». Το όνομα αυτό μου καρφώθηκε στο μυαλό. Μετά με μετέθεσαν σε πειθαρχικό στρατόπεδο στη Μπίσκρα της Αλγερίας.
Όταν απολύθηκα, γύρισα στην προηγούμενη δουλειά μου σ’ ένα εργοστάσιο αυτοκινήτων και ξανάρχισα την πυγμαχία, αυτή τη φορά επαγγελματικά. Το 1952 συνάντησα το κορίτσι που αργότερα έγινε γυναίκα μου. Αλλά ο γάμος δεν άλλαξε τους βίαιους τρόπους μου. Μια φορά, βγήκα για ν’ αγοράσω πατάτες, αλλά, επειδή άργησα πολύ, η γυναίκα μου βγήκε να δει τι είχα απογίνει, και είδε το ποδήλατό μου έξω από το καφενείο. Μπήκε κλαμένη και με βρήκε να κάθομαι σ’ ένα τραπέζι με κάποιους νταήδες φίλους. Την ακολούθησα, ενώ αυτοί με κορόιδευαν, αλλ’ όταν φτάσαμε σπίτι, τής έδωσα ένα χέρι ξύλο. Οι άνθρωποι γρήγορα άρχισαν να συμβουλεύουν τη γυναίκα μου να με εγκαταλείψει.
Η συζυγική μας ζωή χτυπήθηκε επίσης από το χαμό του πρώτου μας μωρού. Δυο χρόνια αργότερα, η σύζυγός μου έμεινε ξανά έγκυος, αλλ’ ο θάνατος μας χτύπησε ακόμα μια φορά. Μια καθολική καλόγρια προσπάθησε να μας πείσει ότι ο Θεός χρειάζεται πολλούς αγγέλους γύρω του, αλλά τούτο δεν μας ανακούφισε. Στην πραγματικότητα, στερέωσε την πεποίθησή μου ότι δεν υπάρχει Θεός. Βρισκόμασταν στα βάθη της απόγνωσης και ο γάμος μας βάδιζε προς την καταστροφή.
Βρίσκοντας Ένα Μέσο για να Ελέγξω τον Χαρακτήρα μου
Ένα πρωί ο πατέρας μου μού έδειξε ένα βιβλίο που είχε αποκτήσει από έναν Μάρτυρα του Ιεχωβά. Το φυλλομέτρησα, αλλά δεν μου κίνησε το ενδιαφέρον, μόνο που είδα το όνομα «Ιεχωβά» και θυμήθηκα ότι είχα ακούσει το όνομα αυτό, όταν βρισκόμουνα στο στρατό, στην Αλγερία. Όταν ο Μάρτυρας επανεπισκέφτηκε τον πατέρα μου, του ζήτησα να μου φέρει μια Αγία Γραφή και έγινα συνδρομητής στο Ξύπνα! Επειδή ακόμη ασχολιόμουν με την πυγμαχία ήμουν έξω σχεδόν κάθε φορά που ερχόταν ο Μάρτυρας να με δει, γι’ αυτό, τελικά, του είπα να μη μπει στον κόπο να με επισκεφτεί ξανά. Αλλά, όταν τέλειωσε η συνδρομή μου στο Ξύπνα!, την ανανέωσα.
Λίγο καιρό μετά απ’ αυτό, η γυναίκα μου και εγώ δεχτήκαμε την επίσκεψη του Αντουάν Μπρανκά, προεδρεύοντος πρεσβυτέρου της εκκλησίας Λε Μαν των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Με τη θερμή νοτιογαλλική προφορά του, εξήγησε το σκοπό του Θεού και την ελπίδα της ανάστασης. (Πράξεις 24:15) Η γυναίκα μου συγκλονίστηκε ιδιαίτερα με τη σκέψη ότι θα δει τα δυο μωρά της ξανά, και επίσης τον 19χρονο αδελφό της που είχε χάσει. Εγώ ήμουν ακόμα λιγάκι συγκρατημένος στα λόγια, αλλά δέχτηκα μια Γραφική μελέτη.
Φυσικά, η νεοαποχτημένη γνώση μου από τη Βίβλο δεν επέδρασε θαυματουργικά στον βίαιο χαρακτήρα μου. Όταν ο Αντουάν Μπρανκά άφησε τη Λε Μαν για να γίνει ιεραπόστολος στη Μαδαγασκάρη, δυο άλλοι Μάρτυρες έρχονταν στη θέση του για να μελετούν μαζί μας. Ο πατέρας μου πρόσεξε τις επισκέψεις αυτές και άρχισε να μας κοροϊδεύει. Τότε ξέσπασε καβγάς. Διέκρινα τι ακριβώς επρόκειτο να συμβεί, και ο πατέρας μου ήταν μεγαλόσωμος. Γι’ αυτό τον χτύπησα εγώ προτού με χτυπήσει εκείνος. Τον ξάπλωσα κάτω μ’ ένα και μόνο χτύπημα! Αλλά ένοιωσα μεγάλη ντροπή. Όταν συνήλθε από το χτύπημα, μας πέταξε έξω από το σπίτι που είχαμε χτίσει μαζί. Η γυναίκα μου ήταν έγκυος, και να που βρισκόμαστε κυριολεκτικά στο δρόμο. Και όλα τούτα εξαιτίας του βίαιου χαρακτήρα μου!
Οι γονείς της γυναίκας μου μας περιμάζεψαν και, επίσης, συμφώνησαν να συνεχίσουμε τη μελέτη της Βίβλου με τους Μάρτυρες, ελπίζοντας ότι αυτή θα μπορούσε να με βοηθήσει ν’ αλλάξω τους τρόπους μου. Λίγο μετά από αυτά, γεννήθηκε η κόρη μας Κατερίνα. Αυτό μ’ έκανε πολύ ευτυχισμένο, αλλά εξακολουθούσα να αισθάνομαι την ανάγκη της πυγμαχίας. Ήμουν διχασμένος ανάμεσα στη βίαιη προσωπικότητά μου και στις αρχές της Βίβλου που μάθαινα. Μέσα μου γινόταν μάχη και, για να εκτονωθώ, τάβγαζα όλα πάνω στον αντίπαλό μου στην πυγμαχία. Αλλά για να μην έχω προβλήματα με τη συνείδηση μου, τον άφηνα να βαρέσει πρώτος. Κι όμως κάτι μέσα μου με εμπόδισε να χτυπάω με τον τρόπο που χτύπαγα πρώτα. Μια μέρα, ο Μάρτυρας με τον οποίο μελετούσα, μου έθεσε το θέμα ανοιχτά—η πυγμαχία δεν ήταν το άθλημα εκείνο που θα με βοηθούσε να ελέγξω την ιδιοσυγκρασία μου. Τελικά αποφάσισα να την εγκαταλείψω.
Λίγο πριν απ’ αυτό, αποφασίσαμε να μετακομίσουμε, γιατί η μικρή μας Κατερίνα μεγάλωνε. Έτσι, λοιπόν, μία μέρα αποφάσισα να επισκεφτώ τον πατέρα μου για να συμφιλιωθώ μαζί του. Ήθελα να τον ρωτήσω, αν θα μπορούσε να μου πουλήσει το μικρό ξύλινο σπίτι, που είχαμε φτιάξει μαζί, ώστε να μπορέσω να το μεταφέρω σε ένα άλλο οικόπεδο. Χάρηκε που με είδε και που, επιτέλους, είδε την εγγονή του, που δεν την είχε δει ποτέ. Χάρηκε που με είδε αλλαγμένο και, επίσης, με βοήθησε να ξαναφτιάξω το σπίτι. Νομίζω ότι η ευγένεια και η ειλικρίνεια των Μαρτύρων του Ιεχωβά του έκαναν καλή εντύπωση. Αργότερα, δέχτηκε επίσης να στήσουν ορισμένοι Μάρτυρες τις σκηνές και τα τροχόσπιτά τους στο οικόπεδό του, στη διάρκεια μιας συνελεύσεώς τους.
Τότε Άρχιζε Ένας Άλλος Αγώνας
Παρακολούθησα για πρώτη φορά συνέλευση των Μαρτύρων του Ιεχωβά το 1957. Έγινε σ’ ένα παλιό αμφιθέατρο χτισμένο στο Παρίσι, το Σερκ ντ’ Ιβερ. Σε αντίθεση με το βίαιο χαρακτήρα μου, η ειρήνη και η ήρεμη χαρά αυτών που παρακολουθούσαν τη συνέλευση μ’ εντυπωσίασε πάρα πολύ. Πολλοί ήρθαν και μου είπαν «Καλημέρα», επίσης με αποκάλεσαν «Αδελφό». Αφηγήθηκα όλες αυτές τις εμπειρίες στη γυναίκα μου, όταν γύρισα σπίτι. Αργότερα, τον ίδιο χρόνο, η γυναίκα μου και εγώ αφιερώσαμε τη ζωή μας στον Ιεχωβά, και βαφτιστήκαμε στις 23 Νοεμβρίου 1957.
Πράγματι, εγκατέλειψα την πυγμαχία, αλλά τώρα είχα ν’ αγωνιστώ έναν άλλο αγώνα, μόνος μου—τη μάχη ενάντια στην «παλιά προσωπικότητά» μου. (Εφεσ. 4:22) Καθώς έγινε γνωστό ότι τώρα ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά, έχασα πολλούς από τους πρώην φίλους μου. (1 Πέτρου 4:4) Ορισμένοι από τους συνεργάτες μου κορόιδευαν την νεοεδραιωμένη πίστη μου. Μια μέρα, καθώς με κορόιδευαν, έχασα την ψυχραιμία μου και τους χτύπησα όλους. Κέρδισα τον αγώνα μαζί τους, αλλά έχασα τον αγώνα ενάντια στο βίαιο χαρακτήρα μου.—Ρωμ. 7:18-23.
Ωστόσο, με τον καιρό και με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού και των συμμαρτύρων, βαθμιαία έκανα προόδους στον αγώνα μου να υποτάξω το βίαιο χαρακτήρα μου. Τελικά κέρδισα την εμπιστοσύνη των Χριστιανών αδελφών μου και συστήθηκα να υπηρετήσω ως προεδρεύων επίσκοπος στην εκκλησία Λε Μαν των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Χρειάζεται Διαρκής Επαγρύπνηση
Ο συνεχείς προσπάθειές μου ν’ αναπτύξω τον αυτοέλεγχο αρχικά επηρέασαν την υγεία μου. Είχα πρόβλημα με τα νεύρα μου και προσβλήθηκα από ψωρίαση. Γι’ αυτόν και για άλλους λόγους, το Νοέμβριο του 1965 μετακομίσαμε στη Γκρενόμπλ, μια πόλη στις Γαλλικές Άλπεις. Από τον καιρό που είμαστε εδώ η υγεία μου βελτιώθηκε σημαντικά.
Έχω ακόμα το προνόμιο να υπηρετώ ως Χριστιανός πρεσβύτερος. Αλλά είμαι πάντα ενήμερος του κινδύνου να υπαναχωρήσω στους βίαιους τρόπους μου. Θυμάμαι ότι κάποια φορά, στο έργο από πόρτα σε πόρτα, κάποιος άρχισε να φωνάζει και να με προσβάλει, και να χτυπάει την πόρτα με τις γροθιές του. Οι παλιές βίαιες αντιδράσεις ξεχείλισαν μέσα μου. Έκανα πίσω και έσφιξα τις γροθιές μου, έτοιμος να χτυπήσω. Τότε καταλήφθηκα από ντροπή. Ευτυχώς, ο άνθρωπος ηρέμησε και μπόρεσα να φύγω ήσυχα. Ευχαρίστησα τον Ιεχωβά που με προστάτευσε από τον άνθρωπο αυτό—και από τον εαυτό μου!
Μια άλλη φορά, ένας δικηγόρος που του έκανα μαρτυρία, αγρίεψε και πήγε να πάρει το ντουφέκι, απειλώντας να με πυροβολήσει αν δεν έφευγα αμέσως. Έκπληκτος άκουσα τον εαυτό μου να απαντάει ήρεμα: «Δεν πειράζει. Μια άλλη φορά αγαπητέ, θα πάω να μιλήσω στους γείτονες σας». Τι διαφορά από τον τρόπο, με τον οποίο θα αντιδρούσα λίγα χρόνια πριν!
Μετά από την Κατερίνα, η γυναίκα μου κι εγώ αποκτήσαμε δυο γιους, και οι πέντε μας περνάμε μια ευτυχισμένη, ειρηνική ζωή ως Χριστιανική οικογένεια.
Παρότι συχνά πολλά πράγματα τα έβλεπα σαν «κόκκινο πανί», η μελέτη και η προσωπική εφαρμογή του Λόγου του Θεού με βοήθησαν. Πιστεύω ότι, εάν θα είχα εκτιμήσει την πηγή αυτή βοηθείας ενωρίτερα, θα είχα βελτιωθεί σταθερότερα. Ένα ιδιαίτερο σημείο μ’ εντυπωσίασε πολύ: η δύναμη του Ιεχωβά. Ίσως τούτο συνέβη εξαιτίας του μαχητικού μου πνεύματος. Έμαθα ότι κανείς δεν μπορεί να αντιταχθεί στη δύναμη του Θεού ατιμώρητα. Ο Ιεχωβά ήταν τώρα ο πραγματικός μου «προπονητής», ο Μόνος που χρειαζόμουν. Εκείνος με περιέβαλε με αδιαφιλονίκητη «προστασία» και με την ακριβή γνώση ώστε «να δίνω γροθιές» με το μήνυμα της Βασιλείας—αλλά χωρίς να βλάπτω κανένα! Πραγματικά, ευχαριστώ τον Ιεχωβά, γιατί μου επέτρεψε, με το Λόγο του και με τη βοήθεια των μαρτύρων του, να φέρω σε λογαριασμό το βίαιο χαρακτήρα μου.—Από συνεργάτη.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 18]
«Επειδή κρέμαγα το ζωνάρι μου για καυγά, πάντοτε έβρισκα κάποια ‘άξια υπόθεση’ για να υπερασπιστώ»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 19]
‘Είμαι πάντα ενήμερος του κινδύνου να υπαναχωρήσω στους βίαιους τρόπους μου’
[Εικόνα στη σελίδα 17]
Για να δώσω διέξοδο στο βίαιο χαρακτήρα μου έγινα πυγμάχος