Είστε Αγνωστικιστής;
ΑΝ ΕΙΣΤΕ αγνωστικιστής, βρίσκεστε κάπου ανάμεσα σ’ έναν αθεϊστή και σ’ έναν που πιστεύει στο Θεό. Ο αθεϊστής είναι πεπεισμένος ότι δεν υπάρχει Θεός, ενώ εκείνος που πιστεύει στο Θεό πιστεύει σταθερά ότι ο Θεός υπάρχει και ότι ασχολείται με τις ανθρώπινες υποθέσεις.
Ο αγνωστικιστής δε νομίζει ότι υπάρχει αρκετή απόδειξη για να πει ότι ο Θεός υπάρχει ή ότι δεν υπάρχει. Μάλλον, αναβάλλει την κρίση ή λέει ότι αν ο Θεός υπάρχει είναι άγνωστος και δεν μπορούμε να τον γνωρίσουμε.
Μήπως έχετε φίλους που είναι αγνωστικιστές; Ή είστε αγνωστικιστής εσείς ο ίδιος; Αν ναι, γιατί; Ίσως νομίζετε ότι ο αγνωστικισμός είναι η πιο λογική θέση που πρέπει να πάρετε σ’ αυτόν τον ορθολογιστικό 20ό αιώνα. Αν είναι έτσι, σας προσκαλούμε να εξετάσετε τα λόγια μερικών αντρών που βοήθησαν στη διαμόρφωση της σκέψης των ανθρώπων σ’ αυτόν τον αιώνα και να δείτε τι πίστευαν για το Θεό, και γιατί. Αυτό μπορεί να σας βοηθήσει να καταλάβετε λίγο καλύτερα τους λόγους για τις δικές σας απόψεις.
Λόγω των Εκκλησιών
Τον όρο «αγνωστικιστής» δανείστηκε από τη λέξη άγνωστος ο Βρετανός επιστήμονας Τόμας Χ. Χάξλεη του 19ου αιώνα, ο οποίος συνέβαλε επίσης στη δημοτικότητα της Δαρβινικής θεωρίας της εξέλιξης. Ο Χάξλεη ανέφερε ότι οι εκκλησίες ισχυρίζονται πως έχουν μια ειδική γνώση για το Θεό και για την προέλευση των πάντων. Εξήγησε γιατί δεν μπορούσε να δεχτεί αυτή τη γνώση, και γι’ αυτό ήταν ένας αγνωστικιστής:
«Αν μπορούσαμε μόνο να δούμε, με ματιά, τους χείμαρρους της υποκρισίας και της σκληρότητας, τα ψέματα, τη σφαγή, τις παραβιάσεις κάθε υποχρέωσης για ανθρωπισμό, που έχουν προέλθει απ’ αυτή την πηγή [τις εκκλησίες] στο πέρασμα της ιστορίας Χριστιανικών εθνών, η φαντασία μας για τις χειρότερες περιγραφές του Άδη θα ωχριούσαν μπροστά στην πραγματικότητα».
Χωρίς αμφιβολία η πίστη του Χάξλεη για την ύπαρξη Θεού κλονίστηκε επειδή δέχτηκε τη θεωρία της εξέλιξης. Ωστόσο, η πίστη του κλονίστηκε ακόμη πιο πολύ από τη διαγωγή εκείνων οι οποίοι θα έπρεπε να τον βοηθήσουν, των κληρικών. Η ιστορία τους διαμέσου των αιώνων δε συνιστούσε την πίστη στο Θεό.
Ο σοσιαλιστής Χάρολντ Λάσκι, πολιτικός θεωριολόγος και εκπαιδευτής, έγραψε με παρόμοιο ύφος. «Μεγάλωσα σε μια ορθόδοξη Ιουδαϊκή οικογένεια· αλλά δεν μπορώ ούτε καν να θυμηθώ μια εποχή που με ενδιέφεραν οι τελετουργίες και οι δοξασίες», ομολόγησε. Γιατί; Εξήγησε: «Και στην Αγγλία και στην Αμερική ποτέ δεν μπόρεσα να δω σε καμιά από τις οργανωμένες εκκλησίες μια πίστη στις αρχές τους αρκετή για να αντιμετωπίσει σοβαρά τα ζητήματα της δικαιοσύνης».
Και πρόσθεσε: «Στην πορεία της ιστορίας το μόνο που μπορώ να δω, είναι ότι οι εκκλησίες υπήρξαν οι εχθροί της λογικής στη σκέψη και της δικαιοσύνης στις κοινωνικές διατάξεις».
Μήπως η διαγωγή των κληρικών των διαφόρων εκκλησιών σας έκαναν, κι εσάς επίσης, να αμφιβάλλετε για την ύπαρξη του Θεού; Η γραπτή ιστορία επιβεβαιώνει την υποκρισία και την εσφαλμένη διαγωγή τους. Σημειώστε, ωστόσο, ότι η Βίβλος, η σπουδαιότερη πηγή πληροφορίας για το Θεό, προείπε την έγερση μιας τέτοιας ακριβώς διαστροφής της Χριστιανικής πίστης: «Έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής».—2 Τιμόθεον 3:5.
Στην πραγματικότητα, τα σφάλματα της καθιερωμένης θρησκείας δεν είναι λόγος για να συμπεράνουμε ότι ο Θεός δεν υπάρχει. Αν κάποιον άρρωστο τον ξεγέλασε κάποιος ψευτογιατρός, δε θα έπρεπε από αυτό να συμπεράνει ότι δεν υπάρχει θεραπεία. Μάλλον, θα έπρεπε να ψάξει να βρει ένα γνήσιο γιατρό. Παρόμοια, το γεγονός ότι οι καθιερωμένες εκκλησίες έχουν απομακρύνει πολλούς ανθρώπους από το Θεό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει Θεός. Απλώς σημαίνει ότι θα πρέπει να ψάξετε κάπου αλλού για να τον βρείτε.
Αδύνατο να Γνωριστεί ή Άγνωστος;
Μερικοί λένε ότι ο Χάξλεη έχει βασίσει τη λέξη του «αγνωστικιστής» σε μια λέξη που βρίσκεται στη Γραφή. Σύμφωνα με την αφήγηση στο βιβλίο των Πράξεων, όταν ο απόστολος Παύλος κήρυξε στους Αθηναίους τους υπενθύμισε ότι υπήρχε ένας βωμός στην Αθήνα ‘Στον Άγνωστο Θεό’. (Πράξεις 17:23) Μήπως είπε ο Παύλος ότι αυτός ο Θεός, που ήταν άγνωστος στους σοφούς της Αθήνας, δεν ήταν δυνατό να γίνει γνωστός; Όχι καθόλου. Στην πραγματικότητα, προχώρησε και εξήγησε στους Αθηναίους πώς μπορούσαν να τον γνωρίσουν.
Σήμερα, επίσης, αν και ο Θεός είναι άγνωστος σε πολλούς, δεν είναι αδύνατο να γνωριστεί. Η Βίβλος δείχνει έναν τρόπο με τον οποίο μπορούμε να μάθουμε κάτι γι’ αυτόν: «Επειδή τα αόρατα αυτού βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα διά των ποιημάτων». (Ρωμαίους 1:20) Τη δήλωση αυτή υποστηρίζουν και τα σχόλια εκείνων οι οποίοι ασχολούνται με τη μελέτη αυτών των «ποιημάτων».
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο πιο διάσημος επιστημονικός θεωριολόγος του 20ου αιώνα, δεν πίστευε στο Θεό της Βίβλου. Ωστόσο, οι έρευνές του στη μελέτη του σύμπαντος τού ενέπνευσαν ένα αίσθημα θαυμασμού που έφτασε σχεδόν να ομολογήσει την ύπαρξη του Θεού.
Στο βιβλίο του Από τα Πρόσφατα Χρόνια μου, ο Αϊνστάιν εξετάζει την εμπειρία του καθώς μάθαινε για την υπέροχη αρμονία της φύσης. Και μετά είπε: «Όποιος είχε την εμπειρία της πετυχημένης προόδου σ’ αυτόν τον τομέα, συγκινείται πολύ από τη λογικότητα που εκδηλώνεται στη δημιουργία». Και συνέχισε: «Με την κατανόηση πετυχαίνει μια μεγάλη απελευθέρωση από τα δεσμά των προσωπικών πόθων και επιθυμιών, και επομένως φτάνει στην ταπεινή στάση διανοίας προς το μεγαλείο της λογικής που βρίσκεται ενσωματωμένη στη δημιουργία, και η οποία, στα ανεξιχνίαστα βάθη της, είναι απρόσιτη στον άνθρωπο».
Δεν είναι μεγάλη η απόσταση για να φτάσουμε από την αναγνώριση της «λογικότητας που εκδηλώνεται στη δημιουργία», και «του μεγαλείου της λογικής που είναι ενσωματωμένη στη δημιουργία», στην αποδοχή ότι πίσω απ’ όλ’ αυτά πρέπει να υπάρχει ένας μεγάλος Λογικός Νους ή Πηγή λογικότητας. Ένας που γεφύρωσε αυτή την απόσταση ήταν ο Α. Ρ. Γουάλλας, σύγχρονος του Δαρβίνου και υποστηρικτής της θεωρίας της εξέλιξης και της διδασκαλίας της επιβίωσης του καταλληλότερου.
Αν και πίστευε σταθερά στην καταγωγή του ανθρώπου από τα ζώα, ο Γουάλλας είδε κάτι στον άνθρωπο που αποδείκνυε σ’ αυτόν ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποιος μεγαλύτερος από τον άνθρωπο. Αυτό το «κάτι» ήταν η μεγάλη αίσθηση του ανθρώπου για την ηθική και οι δυνατότητες της διανοίας του.
«Δεν μπορώ να το αποδώσω αυτό με κανένα τρόπο στην ‘επιβίωση του καταλληλότερου’», έγραψε. Μάλλον, πίστευε ότι αυτές οι ιδιότητες, «μάς δίνουν την πιο βέβαιη απόδειξη ότι υπάρχουν άλλες υπάρξεις, ανώτερες από εμάς, από τις οποίες αυτές οι ιδιότητες μπορεί να έχουν προέλθει, και προς τις οποίες μπορεί εμείς να στρεφόμαστε πάντοτε».
Οι έρευνες που έκανε ο καθηγητής μαθηματικών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Ε. Α. Μάηλν τον έπεισαν έντονα ότι ο Θεός υπάρχει. Η σύγχρονη επιστήμη δείχνει με σαφήνεια που όλο και μεγαλώνει την πολυπλοκότητα και την ομορφιά των νόμων που διέπουν το σύμπαν. Ο Μάηλν πίστευε ότι για να εξηγήσουμε από πού προήλθε η ύλη και ποιος θέσπισε τους νόμους της φύσης που ελέγχουν αυτή την ύλη, πρέπει να δεχτούμε την ύπαρξη Θεού. «Αν υπάρχει μυστήριο στη δημιουργία της ύλης», πίστευε, «θα πρέπει να υπάρχει ένα ακόμη μεγαλύτερο μυστήριο στη δημιουργία αυθαίρετων νόμων για να την διέπουν.»
Γι’ αυτό ο φυσικομαθηματικός Μάηλν είπε, «Αν και κατά καιρούς ήμουν αγνωστικιστής, πάντοτε συνερχόμουν απ’ αυτό. Πιστεύω έντονα ότι αυτό το σύμπαν δημιουργήθηκε από τον Παντοδύναμο Θεό».
Η Δυστυχία του Αγνωστικιστή
Έχει παρατηρηθεί ότι ο άνθρωπος έχει μια φυσική ενστικτώδη ανάγκη για λατρεία. Οι αγνωστικιστές ή οι αθεϊστές μπορούν να εξακριβώσουν ότι κάτι λείπει αν καλοσκεφθούν τις πεποιθήσεις τους—όπως το παιδί σ’ ένα ορφανοτροφείο που αισθάνεται ότι του λείπει κάτι επειδή δε γνώρισε ποτέ τους γονείς του.
Ακόμη και ο μεγάλος μαθηματικός Μπέρτραντ Ράσσελ που ήταν πεπεισμένος ότι δεν υπάρχει Θεός, στο τέλος της ζωής του ομολόγησε: «Αισθάνομαι παράξενα δυστυχισμένος γιατί το πρότυπο της ζωής μου είναι περίπλοκο, γιατί η φύση μου είναι απελπιστικά περίπλοκη. . . . Το εσωτερικό μου είναι πάντοτε και αιώνια ένας αιώνιος πόνος—ένας περίεργος φοβερός πόνος—μια αναζήτηση για κάτι πέρα απ’ αυτό που περιέχει ο κόσμος, κάτι εξιδανικευμένο και απέραντο—μια ευτυχισμένη όραση—ο Θεός—δεν το βρίσκω, και ούτε νομίζω ότι μπορεί να βρεθεί».
Μπορεί να βρεθεί όμως. Όχι μόνο εκατομμύρια άνθρωποι σήμερα πιστεύουν πραγματικά στο Θεό αλλά τον γνωρίζουν, εμπιστεύονται σ’ αυτόν, και έχουν μια προσωπική σχέση μ’ αυτόν. Ευγνωμονούν την επιστήμη για τη βαθύτερη κατανόηση που τους έδωσε για τις ‘αόρατες ιδιότητες’ του Θεού. (Ρωμαίους 1:20) Ωστόσο, βρήκαν ότι η πίστη τους αυξήθηκε ακόμη περισσότερο με τη μελέτη του βιβλίου που περιέχει την αφήγηση της πολιτείας του Θεού με το ανθρώπινο γένος, της Γραφής.
Η Γραφή δεν οικοδομεί μέσα μας απλώς μια ευπιστία για την ύπαρξη Θεού. Μάλλον, μας ενθαρρύνει να αναπτύξουμε μια αποδειγμένη πίστη. ‘Πίστη είναι η βεβαιωμένη προσδοκία πραγμάτων που ελπίζουμε, ή οι προφανείς εκδηλώσεις για πραγματικότητες που όμως δεν παρατηρούνται’. (Εβραίους 11:1) Πίστη στην ύπαρξη αν και αόρατη—του Θεού μπορεί να αποκτηθεί με την εξέταση των «ποιημάτων», και ιδιαίτερα, με μελέτη της Βίβλου. Αν είστε ένας αγνωστικιστής, σας ενθαρρύνουμε να εξετάσετε και πάλι τις αποδείξεις. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θα χαρούν να σας βοηθήσουν να το κάνετε αυτό.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 9]
«Στην πορεία της ιστορίας, το μόνο που μπορώ να δω είναι ότι οι εκκλησίες υπήρξαν οι εχθροί της λογικής στη σκέψη και της δικαιοσύνης στις κοινωνικές διατάξεις».—Χάρολντ Λάσκι
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 10]
«Αν και κατά καιρούς ήμουν αγνωστικιστής, πάντοτε συνερχόμουν απ’ αυτό. Πιστεύω έντονα ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε από τον Παντοδύναμο θεό».—Καθηγητής Ε. Α. Μάηλν