«Ο Θρασάετος» Ζει Σύμφωνα με το Όνομά Του
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στο Σουρινάμ
«ΤΙ πόδια είναι αυτά!» αναφώνησα όταν ο φυσιοδίφης και συγγραφέας Χάινς Χέιντ, μου έδωσε ένα ζευγάρι κίτρινα πόδια τόσο χοντρά όσο ο καρπός ενός παιδιού.
«Όταν είναι ζωντανά είναι μεγαλύτερα», είπε ο οικοδεσπότης μου χαμογελώντας. «Αυτό το ζευγάρι έχει στεγνώσει και μάζεψε λίγο. Τα μεγαλύτερα που είδα ποτέ είχαν νύχια 8 εκατοστά [3 ίντσες] μακριά», πρόσθεσε ο κ. Χέιντ, δείχνοντας τα απειλητικά μαύρα νύχια που εξείχαν από ένα πόδι που είχε το μέγεθος του χεριού μου.
Έμαθα ότι αυτά τα εντυπωσιακά πόδια και νύχια δεν έχουν το όμοιό τους μεταξύ των αρπακτικών πτηνών. Όταν οι ζωολόγοι πρωτοεξέτασαν το πουλί που είναι υπερήφανο γι’ αυτά τα νύχια, θυμήθηκαν το φτερωτό τέρας της Ελληνικής μυθολογίας που ονομαζόταν άρπυια. Σύμφωνα με το μύθο, η άρπυια άρπαζε τους ανθρώπους με τα τεράστια γερακίσια νύχια της. Έτσι λοιπόν, αυτός ο αετός με τα μεγάλα νύχια ονομάστηκε άρπυια, ή «ο θρασάετος».
«Στο Σουρινάμ», εξήγησε ο κ. Χέιντ, «μερικοί ντόπιοι τον ονομάζουν πία». Επειδή η άρπυια ζει στα πυκνά, τροπικά, και βροχερά δάση της Αμερικής, γίνεται σπάνια αντιληπτή ακόμα και από τους πιο αφοσιωμένους παρατηρητές πουλιών. Ωστόσο, μερικές φορές πηγαίνει και κάθεται σ’ ένα δέντρο κοντά στις όχθες των ποταμών και προδίδει την παρουσία του με ένα δυνατό «πιιιιια, πιιιιια». Να, λοιπόν, πώς πήρε το όνομά του.
Όπως και αν ονομάζεται, αυτό που επικρατεί είναι η φήμη που έχει η άρπυια σαν θρασάετος (τολμηρός αετός)—και αυτό φοβίζει μερικούς ανθρώπους. Πόσο, όμως εργάστηκε για να κερδίσει αυτό το περιβόητο όνομα;
Η Άρπυια σε Δράση
Επειδή η άρπυια παραμένει με μεγαλοπρεπή τρόπο μακριά από τους παρατηρητές της, δεν αποκαλύπτει εύκολα τα συναρπαστικά μυστικά της.
Έχει ένα επιβλητικό παρουσιαστικό που συνδυάζει τρία χρώματα: μαύρο, γκρίζο και λευκό. Οραματιστείτε την να κάθεται σαν γλυπτό άγαλμα πάνω στο υψηλότερο δέντρο του δάσους. Όταν η θηλυκή άρπυια αναπτυχθεί πλήρως (είναι ένα τρίτο μεγαλύτερη από την αρσενικιά) γίνεται ο μεγαλύτερος και ο δυνατότερος αετός στον κόσμο. Σε μέγεθος και δύναμη, είναι ο aka-granman, (άκα-γκράνμαν) του βροχερού δάσους, δηλαδή «ο αρχηγός των αρπακτικών πτηνών», όπως την αποκαλούν με σεβασμό οι ντόπιοι.
Είναι αλήθεια ότι το άνοιγμα των φτερών της άρπυιας είναι μικρότερο από ό,τι είναι των άλλων αρπακτικών πτηνών όπως για παράδειγμα, του κόνδορα. Αλλά, ο τομέας δράσης της δεν αφήνει χώρο για μεγάλα πετάγματα· αντίθετα, στο πυκνό δάσος χρειάζονται γρήγοροι ελιγμοί και μεγάλη ταχύτητα. Και η άρπυια έχει καλά σχεδιαστεί για μεγάλη ταχύτητα. Χρησιμοποιεί δυνατά, βαθιά χτυπήματα των φτερών και σύντομες πτήσεις από κορυφή δέντρου σε κορυφή δέντρου καθώς περνάει ξυστά πάνω από το δάσος, ακούγοντας και ψάχνοντας για ίχνη θηράματος.
Να, κάτω από ένα κλαδί κρέμεται ένας βραδύποδας! Αναπτύσσει γρήγορα ταχύτητα και με εκπληκτικό τρόπο φτάνει τα 64-80 χιλιόμετρα την ώρα (40-50 μίλια την ώρα), πριν χυμήξει πάνω στο θύμα της. Όταν φτάνει λίγα μέτρα πριν απ’ αυτό, η άρπυια γυρνάει στο πλάι, και τεντώνει εντελώς τα νύχια της. Αρπάζει τον βραδύποδα από το δέντρο, τον παίρνει και φεύγει θριαμβευτικά—σαν πραγματικός «θρασάετος»!
Όμως, η ξαφνική εναέρια επίθεση δημιουργεί μεγάλη αναστάτωση στο ζωικό βασίλειο. Οι παπαγάλοι, οι σκατζόχοιροι, τα οπόσσουμ, οι χρυσόχρωμοι λαγοί, και τα κοάτια όλα εξαφανίζονται—και δικαιολογημένα μάλιστα. Όλα αυτά αποτελούν μέρος του μενού της άρπυιας. Αλλά αυτά που πανικοβάλλονται πιο εύκολα, είναι οι πίθηκοι. «Μόλις εντοπίσουν οι πίθηκοι τον αετό», εξηγεί ο κ. Χέιντ, «χτυπούν συναγερμό. Ουρλιάζουν όσο πιο δυνατά μπορούν, γνωρίζοντας ότι είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Τους έχω δει να πέφτουν στην κυριολεξία από τις κορυφές των δέντρων, σαν ώριμα μάνγκο, στο έδαφος του δάσους. Ειδικά οι μαύροι πλατύρρινες πίθηκοι φοβούνται υπερβολικά»!
Τι Αρπάζουν;
Το συμπτωματικό σχόλιο του κ. Χέιντ δημιουργεί μια δυσάρεστη πιθανότητα: Θα μπορούσε ο θρασάετος ν’ αρπάξει κάτι τόσο μεγάλο σαν τον πλατύρρινα πίθηκο; Ρώτησα έναν πιλότο της ζούγκλας, τον Τζεράλντ Μπρούνιγκς, σχετικά μ’ αυτό επειδή είχε σαν κατοικίδιο ζώο μια άρπυια πριν από μερικά χρόνια.
«Και βέβαια μπορούν», απάντησε ο κ. Μπρούνιγκς. «Μια φορά ο θρασάετός μου επιτέθηκε σε ένα αρνί. Καθώς μεγάλωνε κυνηγούσε μερικά από τα σκυλιά της γειτονιάς! Μια μέρα όρμησε σ’ ένα σκύλο που είχε ύψος τουλάχιστον 60 πόντους (2 πόδια). Ήταν τόσο βαρύς, όμως, που δεν μπορούσε να το σηκώσει. Έτσι, κουνώντας τα φτερά του, έσυρε το σκύλο στο δρόμο, κρατώντας τον μέχρι να φτάσει στο γκαράζ μας».
«Είναι πράγματι δυνατοί και θαρραλέοι», επιβεβαίωσε ο κτηνίατρος Μαρσέλ Βαν Όμμερεν. «Ακόμη και όταν στριμώχνονται, δεν το βάζουν κάτω».
«Πώς, λοιπόν, θεραπεύετε μια άρρωστη άρπυια», ρώτησα τον κτηνίατρο.
«Για να θεραπεύσω μια άρπυια πρέπει πρώτα απ’ όλα να στερεώσω ένα μακρύ διχαλωτό ξύλο στο στήθος της. Τότε, απλώνω γρήγορα το χέρι μου για να κάνω την ένεση—και προσπαθώ να παραμένω μακριά από αυτά τα απειλητικά της νύχια».
Αν η σκέψη και μόνο αυτού του δυνατού, αρπακτικού πτηνού σας κάνει λίγο ανήσυχους, δεν είστε οι μόνοι που αισθάνεστε έτσι. Στην πραγματικότητα, ο κ. Μπρούνιγκς ισχυρίζεται ότι μερικοί κάτοικοι της ζούγκλας του Σουρινάμ θεωρούν την άρπυια σαν φοβερό εχθρό. «Μερικοί την ονομάζουν loktoe tigri, (λόκτοου τίγκρι) ή ‘τίγρη του ουρανού’», είπε ο κ. Μπρούνιγκς. «Πιστεύουν ακράδαντα ότι η άρπυια αρπάζει ακόμα και μικρά παιδιά»!
Ορνιθολόγοι, όμως, ισχυρίζονται ότι τέτοιοι φόβοι είναι αβάσιμοι.
Αρπάζοντας για Κάποιο Άλλο Σκοπό
Οι αρπακτικές συνήθειες της άρπυιας τής έχουν δώσει μια φήμη που μπορεί να απειλήσει την ίδια την ύπαρξή της. Παρ’ όλα αυτά, τα ισχυρά νύχια και το ράμφος της μπορούν επίσης να υπηρετήσουν έναν ειρηνικό σκοπό. Συνήθως κάθε δεύτερο χρόνο προς το τέλος του Μαΐου, τα ζεύγη των θρασάετων διαλέγουν ένα τεράστιο δέντρο βόμβυκα για να χτίσουν τη φωλιά τους. Συχνά χρησιμοποιούν μια παλιά φωλιά σαν βάση και την «ανακαινίζουν» για να ανταποκριθεί στο προσωπικό τους γούστο.
Για να το κάνουν αυτό, το ζεύγος αρχίζει πάλι να αρπάζει—αυτή τη φορά όχι οπόσσουμ και πιθήκους—αλλά κλαδιά που τα πλέκουν μεταξύ τους για να φτιάξουν μια πλατφόρμα με διαστάσεις 120 εκατοστά (4 πόδια) μήκος και 60 εκατοστά (2 πόδια) πάχος. Χλωρά κλαδάκια από κοντινά δέντρα χρησιμοποιούνται για την τελική διακόσμηση. Είναι ενδιαφέρον όμως, ότι η θηλυκή είναι πολύ εκλεκτική σ’ αυτή την εργασία. Ο Νηλ Λ. Ρέτιγκ, μια αυθεντία στις άρπυιες, αναφέρει ότι η θηλυκή μπορεί να πετάει για πέντε ολόκληρα λεπτά πριν διαλέξει το κλαδάκι του γούστου της. Ωστόσο, η αρσενική δεν δείχνει τέτοια εκλεκτικότητα αλλά συλλέγει τυχαία τα κλαδιά. Ακόμα και στο βασίλειο των ζώων τα θηλυκά δείχνουν επιδεξιότητα στη διακοσμητική.
Εφόσον χτιστεί η φωλιά, η θηλυκή γεννάει δυο αυγά και κουρνιάζει για να τα κλωσήσει για 56 μέρες, υπομένοντας τον καυτό ήλιο και τη βροχή. Ο πατέρας, όμως, προτιμάει να παραμένει έξω, και επιστρέφει μια φορά την εβδομάδα για να φέρει στο ταίρι του τροφή. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις φυλάει διακριτικά τη φωλιά, και επιτρέπει στο ταίρι του να πετάξει σε ένα κοντινό δέντρο για να απολαύσει το γεύμα. Όμως, όταν τελειώνει το διάλειμμα ο πατέρας επιστρέφει στη ζούγκλα μέχρι να τον ξανακαλέσουν με το επείγον κάλεσμα «πιιιιια», θυμίζοντάς του έτσι τις οικογενειακές του υποχρεώσεις.
Όταν εκκολαφθεί το ένα αυγό (το δεύτερο αγνοείται τότε), η εργασία του πατέρα διπλασιάζεται. Προμηθεύει τροφή δυο φορές την εβδομάδα μέχρι να μεγαλώσει το αετόπουλο αρκετά. Και για τρεις μήνες περίπου, η μητέρα ταΐζει το νεοσσό. Μετά απ’ αυτό το μικρό μπορεί να φάει μόνο του—παρ’ όλο που προτιμάει ακόμα να το ταΐζει η μαμά του. Μετά από ένα μήνα το αετόπουλο στέκεται στα πόδια του και τρεμουλιάζοντας μιμείται τον χαρακτηριστικό ήχο των γονέων του «πιιιιια».
Όταν φυσήξουν δυνατοί άνεμοι τη φωλιά, ο νεαρός αρχίζει να χτυπάει τα φτερά του και πετάει για μια στιγμή. Στην ηλικία των 5 μηνών, το αετόπουλο μπορεί να πετάξει λίγο από δω και απ’ εκεί αλλά ταΐζεται για μερικούς μήνες ακόμα από τους γονείς του μέχρι να αναπτύξει αρκετές δυνάμεις για να μπορέσει να τραβήξει το δρόμο του. Ωστόσο, έρχεται σύντομα η μέρα όταν με δυο ή τρία βαθιά χτυπήματα των φτερών κάνει ένα μακρύ, σαγηνευτικό πέταγμα και εξαφανίζεται στο δάσος.
Εκεί θα ζήσει σύμφωνα με το όνομά του σαν ολοκληρωτικός αρπακτής θηράματος. Είναι αλήθεια ότι η φήμη του θρασάετου μπορεί να τον κάνει να κινδυνεύει. Ωστόσο, ο πιλότος της ζούγκλας Μπρούνιγκς παρατήρησε: «Όταν πετούμε πάνω από τη ζούγκλα, κάπου-κάπου τους εντοπίζουμε από το αεροπλάνο να πετούν σε ζεύγη ή και μόνοι τους. Πιστεύω ότι θα καταφέρουν να επιζήσουν».
[Ευχαριστία για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 20]
©Ζωολογική Εταιρία του Σαν Ντιέγκο