Το Κολοσσαίο—Κέντρο «Ψυχαγωγίας» της Αρχαίας Ρώμης
Από τον ανταποκριτή του Ξύπνα! στην Ιταλία
«ΤΟ ΚΟΛΟΣΣΑΙΟ, ένα από τα πιο φημισμένα αρχαία μνημεία της Ρώμης· σύμβολο της προγενέστερης δύναμης και δόξας της, και μάρτυρας πολλών αγριοτήτων», λέει ο Λούκα, ο οποίος εκτελεί χρέη ξεναγού για κάποιους φίλους του, τον Μάρκο και τον Πάολο.
Ίσως και σεις θα θέλατε να μάθετε περισσότερα για το Κολοσσαίο—πότε χτίστηκε και τι είδους θεάματα παρουσιάζονταν εκεί. Πήγαιναν ποτέ εκεί οι πρώτοι Χριστιανοί; Πέθαναν εκεί, κατασπαραγμένοι από άγρια θηρία, όπως πιστεύουν μερικοί; Ακούστε τι έχει να πει ο Λούκα στους φίλους του.
Λούκα: «Το Κολοσσαίο αρχικά ονομαζόταν Φλάβιο Αμφιθέατρο επειδή αποτελούσε συλλογική εργασία των αυτοκρατόρων της οικογένειας των Φλαβίων: του Βεσπασιανού, του Τίτου και του Δομιτιανού. Ο Βεσπασιανός ξεκίνησε την οικοδόμηση στη διάρκεια των ετών 72 ως 75 Κ.Χ., ο γιος του ο Τίτος συνέχισε το έργο και εγκαινίασε το κτίριο το 80 Κ.Χ. και αργότερα ο αδελφός του ο Δομιτιανός το αποπεράτωσε».
Πάολο: «Όμως, γιατί το λένε Κολοσσαίο;»
Λούκα: «Ενδιαφέρουσα ερώτηση, αλλά δεν υπάρχει ακριβής απάντηση. Φαίνεται πως μόνο μετά τον όγδοο αιώνα Κ.Χ. άρχισε να ονομάζεται αυτή η αρένα Κολοσσαίο. Μερικοί πιστεύουν ότι οφείλει αυτό το όνομα στο κολοσσιαίο του μέγεθος. Άλλοι λένε ότι το οφείλει στον κολοσσό του Νέρωνα, ένα τεράστιο άγαλμα ύψους 35 μέτρων περίπου, που παρίστανε τον Νέρωνα ως το θεό του ήλιου.
«Το να σας πω απλώς ότι αυτό ήταν το μεγαλύτερο ρωμαϊκό αμφιθέατρο δεν λέει και πολλά αν δεν αναφέρω ορισμένες λεπτομέρειες. Για παράδειγμα, το κτίριο είχε σχήμα ελλειψοειδές· το μήκος του μεγαλύτερου άξονα ήταν 188 μέτρα και του μικρότερου 156 μέτρα. Η περίμετρός του είναι 527 μέτρα και το ύψος του 57 μέτρα. Για το έργο χρειάστηκαν δεκάδες χιλιάδες τόνοι τραβερτίνης, ενός τύπου μαρμάρου που εξορυσσόταν στη γειτονική πόλη Τίβολι, και 300 τόνοι σιδήρου για να συνδεθούν τα κομμάτια του μαρμάρου. Οι οικοδόμοι χρησιμοποίησαν επίσης πολλά υλικά που σήμερα θα ονομάζαμε προκατασκευασμένα. Ογκόλιθοι και πέτρινοι κίονες κατασκευάστηκαν αλλού και μεταφέρθηκαν στον τόπο της οικοδόμησης. Αυτό εξηγεί την ταχύτητα με την οποία χτίστηκε το Κολοσσαίο. Σκεφτείτε, ότι χρειάστηκαν μόνο πέντε ως οχτώ χρόνια για να ανεγερθεί αυτό το ογκώδες κτίριο».
Μάρκο: «Σκεφτόμουν, Λούκα, πόσοι σκλάβοι θα δούλεψαν για το Κολοσσαίο!»
Λούκα: «Είναι πιθανόν να απασχολήθηκαν αιχμάλωτοι πολέμου για τις βαριές εργασίες, αλλά μόνο γι’ αυτές. Η ταχύτητα με την οποία περατώθηκε το έργο και η ποικιλία των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν δείχνουν πως αυτό έγινε από επαγγελματίες εργάτες και τεχνίτες».
Πάολο: «Πόσους ορόφους έχει το Κολοσσαίο;»
Λούκα: «Εξωτερικά μπορείς να δεις τρεις ορόφους που έχουν τελείως συμμετρικά αψιδωτά ανοίγματα. Αρχικά, κάθε αψιδωτό άνοιγμα ήταν διακοσμημένο μ’ ένα άγαλμα, και κάθε όροφος είχε 80 τέτοια ανοίγματα. Πάνω από τον τρίτο όροφο μπορείτε να δείτε τον τέταρτο, που είχε μεγάλα, ορθογώνια παράθυρα στον τοίχο».
Μάρκο: «Πόσους θεατές μπορούσε να χωρέσει;»
Λούκα: «Τα περισσότερα συγγράμματα δείχνουν ότι χωρούσε 45.000 περίπου καθήμενους και 5.000 ορθίους. Μερικοί ισχυρίζονται ότι μπορούσε να χωρέσει πάνω από 70.000 θεατές. Πάντως, είχε αρκετά μεγάλη χωρητικότητα. Το κοινό προστατευόταν από ένα τεράστιο σκέπαστρο (velarium), το οποίο κάλυπτε τις κερκίδες της αρένας.
»Το αμφιθέατρο χτίστηκε πάνω σε επιφάνεια από σκυροκονίαμα πάχους 13 μέτρων, πράγμα που συνέβαλλε στη σταθερότητά του όλους αυτούς τους αιώνες. Αυτό που βλέπετε τώρα έχει επιβιώσει από διάφορες πυρκαγιές και σεισμούς στη διάρκεια της ιστορίας του. Ωστόσο, οι μεγαλύτεροι εχθροί του Κολοσσαίου ήταν οι οικοδόμοι των περιόδων της Αναγέννησης και του Μπαρόκ, οι οποίοι το μεταχειρίζονταν ως εύκολη και ανέξοδη πηγή τραβερτίνης και μαρμάρου. Μερικά από τα σημαντικά κτίρια της Ρώμης τα έχτισαν ή τα αναστήλωσαν με υλικό που είχαν πάρει από εκεί. Αλλά ας περάσουμε μέσα τώρα».
Πάολο: «Τι εντυπωσιακά ερείπια! Πες μου, Λούκα, τι ήταν εκεί κάτω, στο κέντρο;»
Λούκα: «Εκεί ήταν ο υπόγειος χώρος για τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούσαν στα θεάματα. Εκεί φυλάσσονταν τα σκηνικά μαζί με τα κλουβιά των ζώων, τα όπλα και τους ανελκυστήρες με τα αντίβαρα, που ανύψωναν τα θηρία και τους μονομάχους στο επίπεδο της αρένας. Το δάπεδο της αρένας, το οποίο σκέπαζε τον υπόγειο χώρο, ήταν κατασκευασμένο από ξύλο. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι δεν έχει απομείνει τίποτα απ’ αυτό. Η αρένα αυτή καθαυτή περιβαλλόταν από ένα ψηλό δίχτυ ή από προστατευτικό μεταλλικό κιγκλίδωμα. Πάνω στο δίχτυ, το οποίο το κρατούσαν στη θέση του πάσσαλοι, υπήρχαν καρφιά και φιλντισένιοι δακτύλιοι που εμπόδιζαν τα ζώα να αναρριχηθούν σ’ αυτό. Ως επιπλέον προστατευτικό μέτρο φαίνεται πως υπήρχαν πάμπολλοι τοξότες τοποθετημένοι ολόγυρα στην αρένα».
Πάολο: «Έπρεπε να πληρώσουν οι θεατές για να μπουν;»
Λούκα: «Όχι, η είσοδος στο Κολοσσαίο ήταν δωρεάν. Αυτό ήταν μέρος της πολιτικής των αυτοκρατόρων, οι οποίοι πρόσφεραν δωρεάν ψυχαγωγία προκειμένου να κρατούν υπό έλεγχο το λαό. Στην πραγματικότητα, αυτά τα θεάματα ήταν σαν ναρκωτικό που διέφθειρε τη συνείδηση του λαού. Ο Ρωμαίος ποιητής Ιουβενάλης χρησιμοποίησε τη φράση ‘άρτον και θεάματα’ (panem et circenses) όταν αποδοκίμασε τη συμπεριφορά των Ρωμαίων, οι οποίοι ζούσαν κυρίως για να τρώνε και να διασκεδάζουν.
»Η ρωμαϊκή κοινωνία ήταν χωρισμένη σε τάξεις, όπως φαίνεται από την κατανομή των κερκίδων στην αρένα. Οι μπροστινές ήταν για τους συγκλητικούς. Πίσω απ’ αυτές υπήρχαν οι κερκίδες των αντρών, και οι υπόλοιπες, οι πιο πάνω, ήταν για τις γυναίκες και τους σκλάβους».
Μάρκο: «Εδώ μάχονταν οι μονομάχοι;»
Λούκα: «Ναι. Υπήρχαν κυρίως δυο τύποι θεάματος: ο αγώνας δυο μονομάχων (munera) και η θηριομαχία (venationes). Επίσης, εδώ θανάτωναν εγκληματίες είτε με το να τους παραδίδουν άοπλους στους μονομάχους είτε με το να τους ρίχνουν στα άγρια θηρία. Ο θάνατός τους πρόσφερε ένα φρικαλέο θέαμα για τη ‘διασκέδαση’ του κοινού».
Πάολο: «Αν θυμάμαι καλά, οι μονομάχοι ήταν σκλάβοι, έτσι δεν είναι;»
Λούκα: «Ναι, σκλάβοι που τους είχαν διαλέξει κυρίως ανάμεσα από τους αιχμαλώτους πολέμου και οι οποίοι δέχονταν κάθε είδους εργασία προκειμένου να γλιτώσουν τη ζωή τους. Μερικοί ήταν εγκληματίες οι οποίοι για να αποφύγουν τη θανατική ποινή αναζητούσαν μια καλύτερη τύχη στις μονομαχίες. Άλλοι πήγαιναν εθελοντικά να γίνουν μονομάχοι. Υπήρχαν σχολές που τους εκπαίδευαν προτού ξεκινήσουν την καριέρα τους. Τους επέτρεπαν να χρησιμοποιούν διάφορα πολεμικά όπλα, όπως το σπαθί, το δόρυ και την ασπίδα, ή το δίχτυ και την τρίαινα (δόρυ με τρεις αιχμηρές προεξοχές). Αυτές οι συναντήσεις ονομάζονταν αγώνες μονομάχων (ludi gladiatorii), αλλά αποτελούσαν τραγικό θέαμα που συχνά κατέληγε στο θάνατο ενός από τους αγωνιζομένους».
Μάρκο: «Μάλιστα θυμάμαι πως όταν οι μονομάχοι έμπαιναν στην αρένα, χαιρετούσαν τον αυτοκράτορα με τις λέξεις ‘Χαίρε Καίσαρ, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν’ (Ave, Caesar, morituri te salutant)».
Πάολο: «Κι εκείνη η σκηνή που βλέπουμε στις κινηματογραφικές ταινίες όπου ο αυτοκράτορας τείνει το χέρι του με τον αντίχειρα προς τα κάτω, διατάζοντας έτσι να θανατωθεί ο ηττημένος μονομάχος—συνέβαινε αυτό στ’ αλήθεια»;
Λούκα: «Ναι, συνέβαινε. Αρχικά, ο νικητής ήταν αυτός που όριζε την τύχη του ηττημένου. Αργότερα, αυτό το δικαίωμα δόθηκε στον ίδιο τον αυτοκράτορα, ο οποίος αποφάσιζε αφού πρώτα άκουγε την ετυμηγορία του πλήθους. Αν οι θεατές είχαν την εντύπωση ότι ο ηττημένος είχε πολεμήσει γενναία, ύψωναν τους αντίχειρές τους και φώναζαν, ‘Άφησέ τον!’ (Mitte!) ζητώντας να του χαριστεί η ζωή και, αν ύψωνε και ο αυτοκράτορας τον αντίχειρά του, δεν θανατωνόταν ο ηττημένος. Αν, αντίθετα, οι θεατές πίστευαν πως ο ηττημένος είχε ενεργήσει με δειλία, γύριζαν προς τα κάτω τους αντίχειρές τους και φώναζαν, ‘Σκότωσέ τον!’ (lugula!). Αν ο αυτοκράτορας επαναλάμβανε την ίδια χειρονομία, τότε είχε απαγγελθεί η θανατική καταδίκη του νικημένου μονομάχου. Το μόνο που του απέμενε να κάνει ήταν να περιμένει να του δώσει ο νικητής το θανάσιμο χτύπημα. Όλα αυτά γίνονταν μέσα στα χειροκροτήματα και τις επευφημίες του πλήθους. Έπειτα, έδιναν στο νικητή πολύτιμα δώρα και χρυσά νομίσματα».
Μάρκο: «Τι άγριο θέαμα!»
Λούκα: «Πραγματικά! Το ανθρώπινο αίμα έρεε στην κυριολεξία, για να μην αναφέρουμε το αίμα των άγριων ζώων που θανατώνονταν. Τα θεάματα που περιλάμβαναν ζώα ήταν συχνά απλή επίδειξη εκπαιδευμένων άγριων ζώων που υπάκουαν στις εντολές του εκπαιδευτή τους, παρόμοια μ’ αυτή που βλέπουμε στην πίστα ενός τσίρκου της σύγχρονης εποχής. Συχνότερα, όμως, άγρια ζώα πάλευαν το ένα με το άλλο ή τα κυνηγούσαν άνθρωποι και τα σκότωναν. Ήταν πραγματικό μακελειό. Σκεφτείτε μόνο πως όταν εγκαινιάστηκε το Κολοσσαίο, σκοτώθηκαν 5.000 άγρια ζώα μέσα σε μια μέρα!»
Πάολο: «Απορώ πώς ήταν δυνατόν να αρέσουν στους ανθρώπους τέτοια πράγματα».
Λούκα: «Σκέψου τους σημερινούς αγώνες πυγμαχίας. Το κοινό ουρλιάζει επιδοκιμαστικά βλέποντας τον ηττημένο να πέφτει αναίσθητος στο πάτωμα με καταματωμένο πρόσωπο. Ή σκέψου εκείνους που ελκύονται από ταινίες οι οποίες προσπαθούν να προσφέρουν συγκινήσεις στο κοινό δείχνοντας συνέχεια αίμα, θανάτους και βία. Οι άνθρωποι σήμερα είναι ίσως το ίδιο αναίσθητοι.
»Οι αρένες λοιπόν ήταν τόποι βίας και διαφθοράς. Γι’ αυτόν το λόγο οι πρώτοι Χριστιανοί πρόσεχαν να μη συχνάζουν εκεί. Στην πραγματικότητα, ο συγγραφέας του τρίτου αιώνα Τερτυλλιανός, στο έργο του Τα Θεάματα (De spectaculis), είπε πως ό,τι συνέβαινε στην αρένα ήταν ‘αηδιαστικό’, και τόνισε ότι η αρένα ήταν ‘εντελώς άγνωστη’ στους Χριστιανούς».
Μάρκο: «Είναι πιθανόν να πέθαναν μαρτυρικά μερικοί Χριστιανοί στο Κολοσσαίο;»
Λούκα: «Οι Χριστιανοί αναντίρρητα πέθαναν σε ρωμαϊκές αρένες, κατασπαραγμένοι από άγρια ζώα. Ιστορικές πηγές το αποδεικνύουν αυτό. Ίσως ο απόστολος Παύλος, στο εδάφιο 1 Κορινθίους 15:32, να λέει ότι αντιμετώπισε επικίνδυνα άγρια θηρία στην αρένα της Εφέσου.
»Ασφαλώς, κάπου στη Ρώμη, οι Χριστιανοί υπέφεραν μαρτυρικό θάνατο, αλλά είναι αδύνατον να πούμε αν μαρτύρησαν στο Κολοσσαίο. Η Εντσικλοπεντία Ουνιβερσάλε (Enciclopedia Universale), Τόμος 4, αναφέρει: ‘Δεν έχει αποδειχτεί ιστορικά ότι το Κολοσσαίο ήταν τόπος μαρτυρικού θανάτου για τους Χριστιανούς’. Εντούτοις, αρκετοί Καθολικοί συγγραφείς ισχυρίζονται ότι ήταν. Αυτοί προφανώς βασίζουν τις απόψεις τους σε μύθους που γεννήθηκαν σε διαδοχικές περιόδους και οι οποίοι έγιναν δεκτοί από την Καθολική ιεραρχία.
»Ωστόσο, οι Χριστιανοί σήμερα εποικοδομούνται από το γεγονός ότι οι αρχαίοι ακόλουθοι του Χριστού ήταν πιστοί ως το θάνατο, προκειμένου να παραμείνουν ουδέτεροι σ’ ένα βίαιο κόσμο. Σημασία δεν έχει να γνωρίζουμε πού πέθαναν μαρτυρικά, αλλά να γνωρίζουμε ότι αυτοί διακράτησαν πλήρως την ακεραιότητά τους.
»Σας άρεσε η επίσκεψή σας στον κολοσσό της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής;»
«Και βέβαια», απάντησαν ο Πάολο και ο Μάρκο, «και σ’ ευχαριστούμε για τις υπέροχες επεξηγήσεις».
Οι πέτρες που μιλάνε σ’ εμάς μέσα από την ιστορία μπορούν να μας αποκαλύψουν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα. Το Κολοσσαίο δείχνει το εξαιρετικό ταλέντο που είχαν οι αρχαίοι Ρωμαίοι στην αρχιτεκτονική και στην οικοδόμηση. Έφτιαχναν γέφυρες, δρόμους, υδραγωγεία, θέατρα, αρένες, ναούς και παλάτια. Εντούτοις, το Κολοσσαίο αποτελούσε τη σκηνή τρομαχτικών θεαμάτων, στα οποία οι Χριστιανοί, τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν, αρνούνται να πάρουν μέρος είτε ως θεατές είτε ως εκούσιοι συντελεστές.
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Μέσα στο Κολοσσαίο σήμερα
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Η σβησμένη δόξα του Κολοσσαίου