‘Ας Οικοδομήσουμε για τον Εαυτό μας Πόλη’
Από τον ανταποκριτή του Ξύπνα! στη Γερμανία
ΟΙ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ να ζείτε σε κάποια πόλη είναι περίπου 50 τοις εκατό. Σύμφωνα με μερικούς υπολογισμούς, σχεδόν οι μισοί κάτοικοι του κόσμου ζουν σε πόλεις. Μια πηγή λέει ότι, «με τον τωρινό ρυθμό, μέχρι το έτος 2000, οι πόλεις θα χρειαστεί να στεγάζουν πάνω από το 75 τοις εκατό του πληθυσμού της Νότιας Αμερικής». Επίσης μας λέει ότι, στη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου, ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν στις αφρικανικές πόλεις θα υπερδιπλασιαστεί.
Ακόμα και αν δεν ζείτε σε κάποια πόλη, είναι πιθανόν ότι ή εργάζεστε σε κάποια πόλη ή πηγαίνετε εκεί για να κάνετε τις αγορές σας ή τουλάχιστον κατά περιόδους επωφελείστε από τις ευκολίες και τις ανέσεις που προσφέρει η πόλη. Οι πόλεις μάς επηρεάζουν όλους. Πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μας χωρίς αυτές!
Μια Πόλη που Ονομαζόταν Ενώχ
Η οικοδόμηση πόλεων ανάγεται στο πολύ μακρινό παρελθόν. Για τον Κάιν, το πρώτο παιδί που γεννήθηκε ποτέ, διαβάζουμε ότι «έκτισε . . . πόλιν, και εκάλεσε το όνομα της πόλεως κατά το όνομα του υιού αυτού, Ενώχ». (Γένεσις 4:17) Οικοδομώντας μια πόλη, χωρίς αμφιβολία σχετικά μικρή με τα σημερινά δεδομένα, ο Κάιν δημιούργησε ένα προηγούμενο για τις μελλοντικές γενιές.
Η κοινωνικότητα της ανθρώπινης φύσης έχει κάνει τους ανθρώπους να θέλουν να βρίσκονται μαζί. Αυτό δεν γίνεται μόνο χάρη της συντροφικότητας, αλλά και για να υπάρχει ένα αίσθημα ασφάλειας και προστασίας, ειδικότερα στους περασμένους αιώνες οπότε οι κοινότητες συνήθως δέχονταν επιθέσεις. Αυτοί, ωστόσο, δεν είναι οι μοναδικοί παράγοντες που παρακίνησαν τους ανθρώπους να αρχίσουν να οικοδομούν πόλεις.
Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου (The World Book Encyclopedia) δηλώνει ότι υπάρχουν τέσσερα κύρια χαρακτηριστικά τα οποία έχουν συμβάλει στο σχηματισμό των πόλεων. Αυτά είναι «(1) η πρόοδος στην τεχνολογία [ατμοκίνητες μηχανές, ηλεκτρισμός, τηλεπικοινωνίες], (2) το ευνοϊκό φυσικό περιβάλλον [μερικοί παράγοντες είναι η τοποθεσία, το κλίμα, τα ποτάμια και ως εκ τούτου το απόθεμα νερού], (3) η κοινωνική οργάνωση [αρχές, κυβέρνηση] και (4) η πληθυσμιακή αύξηση».
Οι πόλεις έχουν διευκολύνει το εμπόριο και τη συγκέντρωση του εργατικού δυναμικού σε μια περιοχή. Έτσι, λοιπόν, σε πολλές πόλεις βλέπουμε μεγάλα, χαμηλού κόστους συγκροτήματα κατοικιών για τους εργάτες και τις οικογένειές τους. Σήμερα, καθώς τα δημόσια και τα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς είναι εύκολα διαθέσιμα, η απόσταση δεν εμποδίζει τις επιτυχείς εμπορικές επαφές και την επιτυχή πολιτική επίβλεψη. Για αυτόν το λόγο, οι πόλεις μπορούν να απλώσουν τα πλοκάμια τους στις περιοχές των προαστίων.
Μερικές αρχαίες πόλεις ήταν επίσης στενά συνδεδεμένες με θρησκευτικές υποθέσεις. Το εδάφιο Γένεσις 11:4 λέει: «Είπον [οι άνθρωποι που ζούσαν λίγο μετά τον Κατακλυσμό των ημερών του Νώε], Έλθετε, ας οικοδομήσωμεν εις εαυτούς πόλιν και πύργον, του οποίου η κορυφή να φθάνη έως του ουρανού [για να χρησιμεύει για θρησκευτική λατρεία]· και ας αποκτήσωμεν εις εαυτούς όνομα, μήπως διασπαρώμεν επί του προσώπου πάσης της γης».
Κοινωνικοί, θρησκευτικοί, εμπορικοί και γεωγραφικοί, καθώς και πολιτικοί παράγοντες έχουν επηρεάσει την οικοδόμηση πόλεων. Ταυτόχρονα, οι πόλεις έχουν αποτελέσει σημαντική δύναμη στο πέρασμα των αιώνων σε σχέση με τη διαμόρφωση της σύγχρονης κοινωνίας όπως την ξέρουμε, και έχουν επηρεάσει όλους εμάς.
Διαφορετικές και Ωστόσο Όμοιες
Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica) παρατηρεί ότι «οι αρχαιότεροι σταθεροί οικισμοί του ανθρώπου βρίσκονται στις πλούσιες υποτροπικές κοιλάδες του Νείλου, του Τίγρη, του Ευφράτη, του Ινδού και του Κίτρινου ποταμού». Φυσικά, οι πρόδρομοι των πόλεων του 20ού αιώνα ήταν αρκετά διαφορετικές από τα σύγχρονα αντίστοιχά τους που βρίσκονται δίπλα σε ποτάμια.
Στους περασμένους αιώνες η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων ζούσε σε αγροτικές περιοχές. Για παράδειγμα, η μόνη μεγάλη πόλη στην Αγγλία το έτος 1300 ήταν το Λονδίνο, και ο πληθυσμός της, που ήταν λιγότερος από 40 χιλιάδες, ήταν κατά πολύ μικρότερος από το 1 τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Το 1650, περίπου το 7 τοις εκατό όλων των Άγγλων ζούσε στο Λονδίνο. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η πόλη πλησίαζε σε αριθμό το ένα εκατομμύριο. Σήμερα, λιγότερο από το 9 τοις εκατό των κατοίκων της Βρετανίας ζει σε αγροτικές περιοχές. Όλοι οι υπόλοιποι συνωστίζονται στα αστικά κέντρα· κάπου εφτά εκατομμύρια συνωστίζονται μόνο στη μητρόπολη του Ευρύτερου Λονδίνου.
Ως ένδειξη του βαθμού στον οποίο έχουν αυξηθεί και εξαπλωθεί οι πόλεις, το 1900 το Λονδίνο ήταν η μόνη πόλη σε όλο τον κόσμο που είχε πληθυσμό ένα εκατομμύριο. Τώρα υπάρχουν περισσότερες από 200 πόλεις που έχουν πάνω από ένα εκατομμύριο κατοίκους. Οι γεωγράφοι μιλάνε για μεγαλουπόλεις, αλυσίδες συνδεδεμένων πόλεων όπως αυτή που βρίσκεται στην περιοχή Ρουρ της Γερμανίας, της οποίας η έκταση κατά μήκος του ποταμού Ρουρ, από το Ντούισμπουργκ ως το Ντόρτμουντ, σχηματίζει μια ουσιαστικά συνεχόμενη κοινότητα.
Παρά τις διαφορές, οι αρχαίες και οι σύγχρονες πόλεις έχουν κάτι κοινό—τα προβλήματα. Μάλιστα, ποτέ τα προβλήματα δεν ήταν τόσο πολλά ή τόσο μεγάλα όσο είναι σήμερα. Οι πόλεις αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες. Αν το να ‘οικοδομήσουμε για τον εαυτό μας πόλη’ δεν δίδαξε τίποτα στην ανθρωπότητα, θα πρέπει τουλάχιστον να έχει διδάξει σε εμάς ότι, κάτω από ατελείς συνθήκες και με τον τρόπο που γίνεται αυτό από ανθρώπους που υπόκεινται σε σφάλματα, η οικοδόμηση πόλεων δεν είναι απαραίτητα ο ιδεώδης τρόπος ικανοποίησης των αναγκών μας.