Η Αναζήτησή μας για Δικαιοσύνη
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΑΝΤΟΝΙΟ ΒΙΛΑ
Το 1836, όλοι οι Τεξανοί υπερασπιστές του Άλαμο—οι οποίοι ήταν λιγότεροι από 200—σκοτώθηκαν από το μεξικανικό στρατό που αποτελούνταν από 4.000 περίπου άντρες. Έπειτα, η πολεμική κραυγή «Θυμηθείτε το Άλαμο» χρησιμοποιήθηκε για να πυροδοτήσει τον αγώνα για ανεξαρτησία, την οποία απέκτησαν αργότερα εκείνο το έτος. Το 1845, η περιοχή που ανήκε κάποτε στο Μεξικό περιήλθε στις Ηνωμένες Πολιτείες, και οι Μεξικανοί βρέθηκαν σε εχθρικό έδαφος. Οι εθνικές διαφορές δεν έχουν ξεχαστεί ακόμα.
ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ το 1937, όχι πολύ μακριά από το Σαν Αντόνιο του Τέξας, όπου βρίσκεται το Άλαμο. Εκείνες τις ημέρες οι τουαλέτες, οι βρύσες, και άλλες δημόσιες εγκαταστάσεις είχαν επιγραφές που έλεγαν: «Μόνο για Λευκούς» και «Για Άλλους». Γρήγορα έμαθα ότι οι ‘Άλλοι’ περιλάμβαναν και εκείνους από εμάς που είχαν μεξικανική καταγωγή.
Όταν πήγαιναν στον κινηματογράφο, οι Μεξικανοί και οι μαύροι επιτρεπόταν να καθήσουν μόνο στον εξώστη, όχι στην κύρια αίθουσα. Πολλά εστιατόρια και επιχειρήσεις δεν εξυπηρετούσαν Μεξικανούς. Κάποτε όταν η σύζυγός μου, η Βέλια, και η αδελφή της μπήκαν σε ένα κομμωτήριο, οι ιδιοκτήτες δεν είχαν καν την καλοσύνη να πουν: «Δεν δεχόμαστε Μεξικανούς εδώ». Απλώς τις κορόιδευαν κατάμουτρα μέχρι που η Βέλια και η αδελφή της ντράπηκαν και έφυγαν.
Μερικές φορές, λευκοί άντρες—συνήθως όταν μεθούσαν—έψαχναν για Μεξικανές, τις οποίες πολλοί θεωρούσαν εκ φύσεως ανήθικες. Σκεφτόμουν: ‘Δεν χρησιμοποιούν την ίδια τουαλέτα ή βρύση με εμάς, αλλά κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι με κάποια Μεξικανή’. Αυτές οι αδικίες αρχικά με έκαναν ανασφαλή, και αργότερα προκλητικό.
Προβλήματα με τις Εκκλησίες
Η υποκρισία της θρησκείας με πίκραινε περισσότερο. Λευκοί, μαύροι, και Μεξικανοί, όλοι είχαν ξεχωριστές εκκλησίες. Όταν προετοιμαζόμουν για την πρώτη μου μετάληψη ως Καθολικός, ο ιερέας μού έδωσε μερικούς φακέλους που είχαν πάνω τους μελλοντικές ημερομηνίες τους οποίους έπρεπε να δώσω στον πατέρα μου. Έπρεπε να επιστρέφουμε ένα φάκελο κάθε εβδομάδα με κάποια συνεισφορά. Σύντομα έπειτα από αυτό, ο ιερέας μού είπε: «Καλύτερα να πεις στον μπαμπά σου ότι αυτοί οι φάκελοι δεν φτάνουν εδώ». Τα θυμωμένα λόγια του πατέρα μου μού έκαναν μεγάλη εντύπωση: «Το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται—χρήματα!»
Σκάνδαλα στα οποία οι κήρυκες «κλέβονταν» με γυναίκες από τις εκκλησίες τους ήταν συνηθισμένα. Εμπειρίες σαν αυτές με έκαναν να δηλώνω επανειλημμένα: «Η θρησκεία έχει μόνο δύο σκοπούς—είτε να πάρει τα χρήματά σας είτε να πάρει τη γυναίκα σας». Έτσι, όταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έρχονταν να μας επισκεφτούν, τους έδιωχνα, λέγοντας: «Αν θέλω θρησκεία, θα ψάξω για αυτήν μόνος μου».
Στρατιωτική Υπηρεσία και Γάμος
Το 1955, κατατάχθηκα στην Πολεμική Αεροπορία των Η.Π.Α., όπου έλπιζα ότι, με το να διακριθώ στην εργασία μου, θα μπορούσα να αποκτήσω το σεβασμό τον οποίο είχα στερηθεί επειδή ήμουν Μεξικανός. Με το να κάνω το καλύτερο που μπορούσα, κέρδισα αναγνώριση και τελικά διορίστηκα υπεύθυνος ποιοτικού ελέγχου. Αυτό περιλάμβανε αξιολόγηση άλλων τμημάτων των υπηρεσιών του στρατού.
Το 1959, παντρεύτηκα τη Βέλια. Η Βέλια ήταν πάντοτε θρησκευόμενη. Ωστόσο, απογοητεύτηκε από τις διάφορες εκκλησίες στις οποίες πήγαινε. Κάποια ημέρα το 1960, όταν αισθανόταν πολύ καταθλιμμένη, προσευχήθηκε: «Σε παρακαλώ, Θεέ, αν υπάρχεις, κάνε με να το μάθω. Θέλω να σε γνωρίσω». Εκείνη την ίδια ημέρα κάποιος Μάρτυρας του Ιεχωβά επισκέφτηκε το σπίτι μας στην Πεταλούμα της Καλιφόρνιας.
Σύντομα έπειτα από αυτό, όμως, η Βέλια έχασε την επαφή με τους Μάρτυρες λόγω κάποιας αλλαγής στο στρατιωτικό μου διορισμό. Ξανάρχισε τη Γραφική της μελέτη μαζί τους στο Σέμινοουλ του Τέξας το 1966, ενώ βρισκόμουν στο Βιετνάμ. Μόλις επέστρεψα στο σπίτι από το Βιετνάμ στις αρχές του επόμενου έτους, δεν χάρηκα όταν διαπίστωσα ότι μελετούσε την Αγία Γραφή με τους Μάρτυρες.
Εναντιώνομαι με Πείσμα
Νόμιζα ότι η Βέλια θα εξαπατιόταν και θα απογοητευόταν από τη θρησκεία. Έτσι κάθησα και εγώ στη μελέτη και άκουγα περιμένοντας την ευκαιρία για να ξεσκεπάσω την παραμικρή ένδειξη υποκρισίας. Όταν η γυναίκα είπε ότι οι Μάρτυρες είναι πολιτικά ουδέτεροι, διέκοψα λέγοντας: «Τι εργασία κάνει ο σύζυγός σου;»
«Καλλιεργεί βαμβάκι», απάντησε.
«Α!» αποκρίθηκα αλαζονικά. «Οι στρατιωτικές στολές φτιάχνονται από βαμβάκι. Έτσι εσείς υποστηρίζετε τις πολεμικές προσπάθειες!» Άρχισα να φωνάζω και να μη λογικεύομαι.
Μολονότι τον Ιούνιο του 1967 ένας καινούριος στρατιωτικός διορισμός μάς έκανε να μετακομίσουμε μακριά, στο Μίνοτ της Βόρειας Ντακότα, οι Μάρτυρες εκεί ήρθαν σε επαφή με τη Βέλια και ξανάρχισαν τη Γραφική της μελέτη. Άρχισα να εναντιώνομαι με παιδαριώδεις τρόπους. Έφτανα σκόπιμα την ώρα της μελέτης και έκλεινα με θόρυβο τις πόρτες, χτυπούσα τα πόδια μου ανεβαίνοντας τη σκάλα, πετούσα τις μπότες μου στο πάτωμα κάνοντας φασαρία, και τραβούσα το καζανάκι πολλές φορές.
Η Βέλια ήταν γλυκομίλητη και υποτακτική σύζυγος η οποία ποτέ δεν είχε κάνει κάτι χωρίς την άδειά μου. Μολονότι με το ζόρι τής επέτρεπα να κάνει Γραφική μελέτη, ήξερε ότι το πρόβλημα θα ήταν μεγαλύτερο αν παρακολουθούσε τις συναθροίσεις των Μαρτύρων. Όταν την παρότρυναν να το κάνει αυτό, απαντούσε πάντοτε: «Καλύτερα όχι. Δεν θέλω να στενοχωρήσω τον Τόνι».
Ωστόσο, κάποια ημέρα η Βέλια διάβασε στην Αγία Γραφή: «Μη λυπείτε το άγιο πνεύμα του Θεού». (Εφεσίους 4:30) «Τι σημαίνει αυτό;» ρώτησε. Οι Μάρτυρες που διεξήγαν τη μελέτη εξήγησαν: «Το άγιο πνεύμα του Θεού ενέπνευσε τη συγγραφή της Αγίας Γραφής. Έτσι αν δεν συμμορφωνόμαστε με αυτά που λέει η Αγία Γραφή, τότε λυπούμε το άγιο πνεύμα του Θεού. Για παράδειγμα, μερικοί δεν πηγαίνουν στις συναθροίσεις, μολονότι γνωρίζουν ότι ο Λόγος του Θεού λέει πως πρέπει να πηγαίνουμε». (Εβραίους 10:24, 25) Αυτό ακριβώς χρειαζόταν η ταπεινή καρδιά της Βέλια. Από τότε και έπειτα πήγαινε σε όλες τις συναθροίσεις παρά την εναντίωσή μου.
Εγώ την απόπαιρνα: «Πώς μπορείς να φεύγεις από το σπίτι ενώ δεν έχεις το βραδινό μου φαγητό στο τραπέζι;» Η Βέλια έμαθε γρήγορα να έχει πάντοτε το βραδινό μου φαγητό ζεστό και έτοιμο. Έτσι χρησιμοποιούσα άλλες προφάσεις: «Δεν αγαπάς ούτε εμένα ούτε τα παιδιά μας. Μας εγκαταλείπεις για αυτές τις συναθροίσεις». Ή, όταν έθιγα τις πεποιθήσεις των Μαρτύρων και η Βέλια προσπαθούσε ήρεμα να τις υποστηρίξει, χρησιμοποιούσα τη λέξη μποκόνα—«φλύαρη»—λέγοντάς της ότι ήταν μια αυθάδης και στασιαστική μποκόνα.
Ωστόσο, η Βέλια παρακολουθούσε τις συναθροίσεις, φεύγοντας συχνά από το σπίτι με δάκρυα εξαιτίας της προφορικής μου κακοποίησης. Είχα, όμως, μερικές αρχές. Δεν χτύπησα ποτέ τη σύζυγό μου ούτε σκέφτηκα να την εγκαταλείψω λόγω της καινούριας της πίστης. Αλλά ανησυχούσα μήπως μερικοί όμορφοι άντρες σε εκείνες τις συναθροίσεις μπορεί να ενδιαφέρονταν για αυτήν. Εξακολουθούσα να σκέφτομαι ότι στη θρησκεία ‘ενδιαφέρονται είτε για χρήματα είτε για γυναίκες’. Συχνά, όταν η Βέλια ντυνόταν για τις συναθροίσεις παραπονιόμουν: «Στολίζεσαι για κάποιον άλλον αλλά ποτέ για εμένα». Έτσι, όταν για πρώτη φορά αποφάσισα να παρευρεθώ σε κάποια συνάθροιση, είπα: «Έρχομαι—αλλά μόνο για να σε παρακολουθώ!»
Το πραγματικό μου κίνητρο, όμως, ήταν να βρω κάτι εναντίον των Μαρτύρων. Σε μία από τις πρώτες συναθροίσεις που παρακολούθησα, εκφωνήθηκε μια ομιλία για το ότι ο γάμος πρέπει να γίνεται «μόνο εν Κυρίω». (1 Κορινθίους 7:39) Όταν φτάσαμε στο σπίτι, παραπονέθηκα πικραμένος: «Βλέπεις! Είναι ακριβώς το ίδιο όπως και οι άλλοι—προκατειλημμένοι εναντίον οποιουδήποτε δεν έχει την ίδια πίστη». Η Βέλια με πραότητα σχολίασε: «Δεν είναι δικά τους λόγια αλλά της Γραφής». Γρήγορα ανταπάντησα χτυπώντας τη γροθιά μου στον τοίχο και φωνάζοντας: «Ορίστε πάλι η μποκόνα!» Στην πραγματικότητα, είχα νευριάσει επειδή ήξερα ότι είχε δίκιο.
Συνέχισα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις και να διαβάζω τα έντυπα των Μαρτύρων, αλλά το κίνητρό μου ήταν να βρω λάθος σε αυτά. Άρχισα μάλιστα να δίνω σχόλια στις συναθροίσεις—αλλά απλώς για να δείξω στους ανθρώπους ότι δεν ήμουν «χαζός Μεξικανός».
Η Αναζήτησή μου για Δικαιοσύνη Ικανοποιήθηκε
Το 1971 η στρατιωτική μου καριέρα μάς ανάγκασε να μετακομίσουμε στο Αρκάνσας. Συνέχιζα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις με τη Βέλια, η οποία το Δεκέμβριο του 1969 είχε βαφτιστεί συμβολίζοντας την αφιέρωσή της στον Ιεχωβά. Δεν της εναντιωνόμουν πια, αλλά ούτε άφηνα κάποιον να μελετήσει την Αγία Γραφή μαζί μου. Η γνώση μου, η οποία ήταν αποτέλεσμα της ανάγνωσης των Γραφικών εντύπων, είχε αυξηθεί πολύ. Ήταν, όμως, μόνο εγκεφαλική γνώση—προϊόν της επιθυμίας μου να είμαι ο καλύτερος σε οτιδήποτε έκανα. Ωστόσο, σιγά σιγά, η συναναστροφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά άρχισε να επηρεάζει την καρδιά μου.
Για παράδειγμα, παρατήρησα ότι οι μαύροι συμμετείχαν στη διδασκαλία στις εκκλησιαστικές συναθροίσεις. Αλλά στην αρχή είπα στον εαυτό μου: ‘Το κάνουν αυτό μόνο εδώ πίσω από κλειστές πόρτες’. Ωστόσο, ενώ παρακολουθούσαμε μια συνέλευση σε ένα μεγάλο στάδιο ποδοσφαίρου, ένιωσα έκπληξη όταν είδα ότι οι μαύροι συμμετείχαν και σε εκείνο το πρόγραμμα. Έπρεπε να παραδεχτώ ότι δεν υπάρχουν διακρίσεις ανάμεσα στους Μάρτυρες. Εφαρμόζουν αληθινή δικαιοσύνη.
Εκτίμησα επίσης ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν γνήσια αγάπη μεταξύ τους. (Ιωάννης 13:34, 35) Και όταν βοήθησα στην οικοδόμηση της Αίθουσάς τους Βασιλείας, μπορούσα να δω ότι είναι απλώς συνηθισμένοι άνθρωποι. Τους είδα να κουράζονται, να κάνουν λάθη, ακόμη και να ανταλλάσσουν μερικά άσχημα λόγια όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Αντί να με αποξενώσουν αυτές οι ατέλειες, άρχισα να αισθάνομαι πιο ασφαλής ανάμεσά τους. Ίσως αναγνώρισα ότι υπήρχε ελπίδα για εμένα παρά τα πολλά ελαττώματά μου.
Επηρεάστηκε Τελικά η Καρδιά Μου
Για πρώτη φορά συνειδητοποίησα ότι είχα αναπτύξει σχέση με τον Ιεχωβά όταν, το 1973, Η Σκοπιά εξήγησε ότι το κάπνισμα είναι ‘μόλυσμα της σάρκας’ και συνιστά παράβαση που επιφέρει αποκοπή. (2 Κορινθίους 7:1) Κάπνιζα τότε ένα με δύο πακέτα τσιγάρα την ημέρα. Είχα προσπαθήσει να το σταματήσω πολλές φορές προηγουμένως αλλά χωρίς επιτυχία. Τώρα, ωστόσο, κάθε φορά που ένιωθα την παρόρμηση να καπνίσω, έλεγα μια σιωπηλή προσευχή ζητώντας τη βοήθεια του Ιεχωβά για να κόψω αυτή την ακάθαρτη συνήθεια. Προς έκπληξη όλων, δεν ξανακάπνισα.
Θα έπαιρνα σύνταξη από τη στρατιωτική μου υπηρεσία την 1η Ιουλίου 1975. Συνειδητοποίησα ότι, αν ήθελα να κάνω αυτά που διδάσκει η Αγία Γραφή, έπρεπε να αφιερώσω τη ζωή μου στον Ιεχωβά. Ποτέ δεν έκανα προσωπική Γραφική μελέτη, και έτσι οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας ένιωσαν μεγάλη έκπληξη όταν, τον Ιούνιο του 1975, τους είπα ότι ήθελα να βαφτιστώ μόλις τελείωνε η καριέρα μου στο στρατό. Μου εξήγησαν ότι πρώτα έπρεπε να εκπληρώσω την εντολή του Ιησού και να συμμετέχω στο έργο κηρύγματος. (Ματθαίος 28:19, 20) Αυτό και έκανα το πρώτο Σάββατο του Ιουλίου. Εκείνη την ίδια ημέρα συναντήθηκα με έναν πρεσβύτερο και απάντησα στις Γραφικές ερωτήσεις που γίνονται στους υποψηφίους για βάφτισμα. Έπειτα από τρεις εβδομάδες βαφτίστηκα.
Όταν με είδαν να βαφτίζομαι, τα τρία μας παιδιά—ο Βίτο, η Βενέλντα και η Βερόνικα—άρχισαν να κάνουν γρήγορη πνευματική πρόοδο. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, βαφτίστηκαν τα δυο μεγαλύτερα παιδιά, και το μικρότερο παιδί μας βαφτίστηκε έπειτα από τέσσερα χρόνια. Όταν μιλώ σε ανθρώπους που γνωρίζουν την αλήθεια της Αγίας Γραφής αλλά δεν κάνουν τίποτα για αυτό, συχνά τους λέω για τις συνέπειες που θα έχουν αν δεν ενεργήσουν ανάλογα. Τους λέω ότι ακόμη και στην περίπτωση που τα παιδιά τους δεν το λένε, συνήθως κάνουν τη σκέψη: ‘Αν η αλήθεια δεν είναι αρκετά σημαντική για τον μπαμπά, τότε ούτε για εμένα είναι αρκετά σημαντική’.
Επιδίωξη της Ολοχρόνιας Διακονίας
Όλα τα μέλη της οικογένειάς μας άρχισαν την ολοχρόνια διακονία ως σκαπανείς στο Μάρσαλ του Αρκάνσας. Η Βέλια και εγώ αρχίσαμε το 1979, και τα παιδιά ενώθηκαν μαζί μας στο έργο στη διάρκεια των επόμενων ετών καθώς καθένα αποφοιτούσε από το λύκειο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ακούσαμε εκθέσεις για το πόσο διψούσαν για Βιβλική γνώση οι άνθρωποι στον Ισημερινό της Νότιας Αμερικής, και θέσαμε ως στόχο μας να μετακομίσουμε εκεί. Το 1989 τα παιδιά μας είχαν μεγαλώσει και μπορούσαν να φροντίσουν τον εαυτό τους. Έτσι εκείνο το έτος κάναμε μια σύντομη επίσκεψη στον Ισημερινό για να ‘κατασκοπεύσουμε τη γη’.—Παράβαλε Αριθμοί 13:1, 2.
Τον Απρίλιο του 1990 φτάσαμε στον Ισημερινό, το νέο μας σπίτι. Επειδή είχαμε περιορισμένους οικονομικούς πόρους—ζούσαμε με τη στρατιωτική μου σύνταξη—έπρεπε να κάνουμε προσεκτικό προϋπολογισμό των χρημάτων μας. Αλλά οι χαρές της ολοχρόνιας διακονίας σε αυτόν τον πνευματικά παραγωγικό τομέα έχουν κατά πολύ αντισταθμίσει οποιεσδήποτε οικονομικές θυσίες. Στην αρχή, υπηρετήσαμε στο λιμάνι Μάντα, όπου ο καθένας μας διεξήγε από 10 έως 12 εβδομαδιαίες Γραφικές μελέτες. Έπειτα, το 1992, άρχισα να υπηρετώ ως περιοδεύων διάκονος μαζί με τη σύζυγό μου. Επισκεπτόμαστε μια διαφορετική εκκλησία κάθε εβδομάδα.
Όταν η Δικαιοσύνη θα Γίνει Πραγματικότητα
Εκ των υστέρων, η Βέλια και εγώ μπορούμε να δούμε ότι οι αδικίες που αντιμετωπίζαμε όταν μεγαλώναμε μας βοηθούν τώρα στη διακονία μας. Είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί να μην περιφρονούμε οποιονδήποτε μπορεί να είναι πιο φτωχός ή λιγότερο μορφωμένος από εμάς ή που η εθνική του προέλευση είναι διαφορετική από τη δική μας. Βλέπουμε, επίσης, ότι πολλοί από τους Χριστιανούς αδελφούς και αδελφές μας αντιμετωπίζουν κοινωνικές αδικίες χειρότερες από αυτές που αντιμετωπίσαμε εμείς. Δεν παραπονιούνται, όμως. Κρατούν τα μάτια τους προσηλωμένα στην ερχόμενη Βασιλεία του Θεού, και αυτό μάθαμε να κάνουμε και εμείς. Έχουμε σταματήσει εδώ και καιρό να προσπαθούμε να βρούμε δικαιοσύνη σε αυτό το σύστημα· αλλά αντί για αυτό, δαπανούμε τη ζωή μας στο να κατευθύνουμε τους ανθρώπους στη μόνη αληθινή λύση για την αδικία, τη Βασιλεία του Θεού.—Ματθαίος 24:14.
Μάθαμε επίσης ότι όσοι από εμάς ήταν πολύ ευαίσθητοι στις αδικίες πρέπει να είναι προσεκτικοί ώστε να μην περιμένουν τέλεια δικαιοσύνη μέσα στο λαό του Θεού. Αυτό συμβαίνει επειδή όλοι είμαστε ατελείς και έχουμε την τάση να κάνουμε το κακό. (Ρωμαίους 7:18-20) Μπορούμε, όμως, ειλικρινά να πούμε ότι έχουμε βρει μια στοργική, πολυεθνική αδελφότητα που προσπαθεί να κάνει το σωστό στον καλύτερο βαθμό των ικανοτήτων της. Ελπίζουμε ότι μαζί με το λαό του Θεού παντού θα μπούμε στο νέο κόσμο Του στον οποίο θα κατοικεί δικαιοσύνη.—2 Πέτρου 3:13.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 20]
Γρήγορα ανταπάντησα χτυπώντας τη γροθιά μου στον τοίχο
[Εικόνα στη σελίδα 21]
Με τη Βέλια, όταν κατατάχθηκα στην πολεμική αεροπορία
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Με τη Βέλια, το 1996