Πλημμύρες στη Μοζαμβίκη—Πώς Φρόντισαν οι Χριστιανοί τα Θύματα
ΑΠΟ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗ ΜΟΖΑΜΒΙΚΗ
ΣΤΙΣ αρχές του περασμένου έτους, οι τηλεθεατές πάγωσαν βλέποντας εικόνες ανθρώπων από τη Μοζαμβίκη οι οποίοι πιάνονταν σφιχτά από κλαδιά δέντρων καθώς τους απειλούσαν τα νερά. Μια γυναίκα γέννησε πάνω σε ένα δέντρο, και την είδαν να μεταφέρεται με ασφάλεια από εκεί μαζί με το μωρό της. Χιλιάδες άνθρωποι, ωστόσο, έμειναν αβοήθητοι επί μέρες—μερικοί παρέα με φίδια—μέχρις ότου υποχώρησαν τα νερά ή τους έσωσαν τα ελικόπτερα.
Η τραγωδία άρχισε όταν έπεσαν καταρρακτώδεις βροχές στην πρωτεύουσα της Μοζαμβίκης, το Μαπούτου. Μέσα σε λίγες ώρες, πλημμύρισαν ολόκληρα προάστια. Σε μερικά μέρη το νερό έφτασε ως τις στέγες των σπιτιών. Οι δρόμοι μετατράπηκαν σε ορμητικά ποτάμια. Σχηματίστηκαν μεγάλα ρέματα, τα οποία παρέσυραν σπίτια, αυτοκίνητα, σχεδόν τα πάντα. Αλλά το χειρότερο δεν είχε έρθει ακόμη.
Οι βροχές συνεχίστηκαν, προξενώντας πλημμύρες σε ολόκληρο το νότιο τμήμα της χώρας. Βροχή έπεφτε επίσης και στις γειτονικές χώρες της Νότιας Αφρικής, της Ζιμπάμπουε και της Μποτσουάνα. Εφόσον οι ποταμοί Ινκομάτι, Λιμπόπο και Ζαμβέζης ρέουν από αυτές τις χώρες στη Μοζαμβίκη προτού εκβάλουν στον ωκεανό, τεράστιες εκτάσεις της Μοζαμβίκης ερημώθηκαν όταν εκείνοι οι ποταμοί ξεχείλισαν. Η φροντίδα που πρόσφεραν οι Χριστιανοί ο ένας στον άλλον στη διάρκεια αυτής της καταστροφής είναι μια ιστορία που ενισχύει την πίστη.
Αξιολόγηση των Αρχικών Ζημιών
Πέρσι στις 9 Φεβρουαρίου, δύο εκπρόσωποι του γραφείου τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Μαπούτου ξεκίνησαν για να επισκεφτούν τις βορειότερες περιοχές. Γύρω στις εννέα το πρωί πέρασαν από την πόλη Ζιναβάνε, όπου η στάθμη του ποταμού Ινκολουάνε ήταν πολύ υψηλή. Αποφάσισαν να συνεχίσουν για το Ζάι-Ζάι, την πρωτεύουσα της επαρχίας Γκάζα. Ωστόσο, παρατήρησαν ότι κοντά στην πόλη Σόκουε, όπου συνήθως συμβαίνουν οι χειρότερες πλημμύρες στη διάρκεια των καταιγίδων, δεν φαινόταν να υπάρχουν προβλήματα. Έτσι λοιπόν, αποφάσισαν να επιστρέψουν στο Μαπούτου.
Καθώς, όμως, πλησίαζαν στη Ζιναβάνε κατά την επιστροφή, τους σταμάτησε ένα αστυνομικό μπλόκο. «Τα νερά από τη Νότια Αφρική έφτασαν ως εδώ και έχει κλείσει η εθνική οδός», προειδοποίησε η αστυνομία. «Δεν μπορούν να περάσουν ούτε λεωφορεία ούτε φορτηγά». Ο δρόμος από τον οποίο είχαν περάσει το ίδιο εκείνο πρωί είχε τώρα καλυφθεί εντελώς από τα νερά! Εφόσον και στα άλλα ποτάμια προς τα βόρεια ανέβαινε η στάθμη, η περιοχή είχε απομονωθεί από την υπόλοιπη χώρα.
Οι δύο αδελφοί αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν στη γειτονική Μασία. Εκείνη τη νύχτα, η κατάσταση χειροτέρεψε. Ολόκληρη η πόλη Ζιναβάνε πλημμύρισε, και οι ντόπιοι έχασαν τα πάντα. Έγιναν διευθετήσεις ώστε να μεταφερθούν οι Μάρτυρες της περιοχής σε μια Αίθουσα Βασιλείας στη Μασία, όπου στήθηκε ένας προσωρινός καταυλισμός προσφύγων. Οι Μάρτυρες πήγαν αμέσως σε αποθήκες και αγόρασαν βασικά είδη, όπως ρύζι, φασόλια, αλεύρι και λάδι.
Τώρα η προσοχή στράφηκε στους συγχριστιανούς μας στο Σόκουε και στις γειτονικές πόλεις. Οι επίσκοποι στις εκκλησίες του Σόκουε συναντήθηκαν και οργάνωσαν μια ομαδική αποχώρηση. Δόθηκε προς όλες τις κατευθύνσεις το μήνυμα: «Φύγετε αμέσως και πηγαίνετε στη Μασία!» Σύντομα, όμως, μαθεύτηκε ότι πολλοί από τη Ζιναβάνε δεν είχαν έρθει. Έτσι λοιπόν, στάλθηκαν εκεί Μάρτυρες για να δουν τι απέγιναν. Μαθεύτηκε επίσης ότι ένας Χριστιανός πρεσβύτερος είχε πνιγεί μέσα στο σπίτι του. Διευθετήθηκε η ταφή του, και οι υπόλοιποι Μάρτυρες, μερικοί από τους οποίους ήταν πάνω σε στέγες, εντοπίστηκαν και μεταφέρθηκαν στη Μασία.
Έπειτα από αυτές τις διευθετήσεις, οι εκπρόσωποι του γραφείου τμήματος πήγαν στο Μπιλένι, μια μικρή παράκτια πόλη, όπου μίσθωσαν ένα αεροπλάνο για να πάνε στο Μαπούτου. Μέχρι εκεί που μπορούσαν να δουν οι ταξιδιώτες, η περιοχή ήταν πλημμυρισμένη. Αναφέρθηκε ότι, στην επαρχία Γκάζα και μόνο, πλήγηκαν 600.000 άνθρωποι.
Η Κατάσταση Χειροτερεύει
Τις επόμενες λίγες μέρες οι βροχές δυνάμωσαν, με αποτέλεσμα να ερημωθούν και οι κεντρικές επαρχίες της Μοζαμβίκης. Τότε έκανε την εμφάνισή του ένας τεράστιος τροπικός κυκλώνας, η Ελίν. Στις 20 Φεβρουαρίου, προξένησε καταστροφικές βροχές στις επαρχίες Ινιαμπάνε, Σοφάλα και Μονίκα. Το αποτέλεσμα ήταν περισσότερες πλημμύρες, θάνατοι και καταστροφές.
Κατόπιν, στα τέλη Φεβρουαρίου, η πόλη Σόκουε και ολόκληρη η γύρω περιοχή υπέστησαν πρωτοφανείς πλημμύρες. Προς τα μεσάνυχτα του Σαββάτου 26 Φεβρουαρίου, τα νερά έφτασαν σαν μεγάλος χείμαρρος, παρασύροντας τα πάντα στο πέρασμά τους. «Με ξύπνησε μια γειτόνισσα που φώναζε από το παράθυρο», αναφέρει ο Λουίς Σιτλάνγκου, ένας 32χρονος Μάρτυρας.
Ο Σιτλάνγκου εξήγησε: «Καθώς πεταχτήκαμε από το κρεβάτι, ακούσαμε το δυνατό θόρυβο του νερού. Φεύγοντας, βλέπαμε πολλά φίδια. Στις έξι η ώρα, φτάσαμε σε ένα ψηλότερο σημείο, αλλά αργότερα το ίδιο πρωί, όταν τα νερά είχαν καλύψει τα πάντα, αναγκαστήκαμε να σκαρφαλώσουμε στα δέντρα. Στην ομάδα μας υπήρχαν 20 άτομα.
»Οι άντρες σκαρφάλωσαν πρώτοι στα δέντρα. Κατόπιν οι γυναίκες τούς έδωσαν τα παιδιά, και εκείνοι τα έδεσαν στα κλαδιά των δέντρων. Στη συνέχεια, ανέβηκαν οι γυναίκες μαζί με τα μωρά τους. Κατά διαστήματα, κατεβαίναμε από τα δέντρα και ψάχναμε στο έδαφος κάτω από το νερό για να βρούμε φιστίκια, επειδή ξέραμε ότι υπήρχαν φιστικιές στην περιοχή.
»Έπειτα από τρεις μέρες, αποφασίσαμε να περπατήσουμε όλοι μέχρι το Σόκουε. Το νερό έφτανε ως το στήθος μας, και παλεύαμε ενάντια σε ισχυρά ρεύματα. Καθ’ οδόν, βρήκαμε πολλούς πάνω σε δέντρα και σε στέγες. Την επομένη, τα νερά είχαν υποχωρήσει αρκετά ώστε να μπορούν να έρθουν στην πόλη φορτηγά και να μεταφέρουν τους ανθρώπους στη Μασία».
Ο Καταυλισμός Προσφύγων των Μαρτύρων
Στις 4 Μαρτίου, το γραφείο τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά μίσθωσε ένα αεροπλάνο που μετέφερε εκπροσώπους στην κατεστραμμένη περιοχή. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού είχε καταφύγει στη Μασία, η οποία είχε μετατραπεί σε τεράστιο καταυλισμό προσφύγων. Πολλοί πλημμυροπαθείς υπέφεραν από γρίπη, υποσιτισμό, ελονοσία και άλλες αρρώστιες.
Η γύρω περιοχή έμοιαζε με εμπόλεμη ζώνη. Ελικόπτερα που είχαν σταλεί από διάφορες χώρες γέμιζαν τον ουρανό πάνω από την πόλη και προσγειώνονταν σε πρόχειρους διαδρόμους για να αφήσουν προμήθειες. Όταν η ομάδα των Μαρτύρων που παρείχε βοήθεια έφτασε στη Μασία, όχι μόνο φρόντισε να μοιράσει τρόφιμα στα θύματα, αλλά έστησε και ένα ιατρείο. Πρώτα, όμως, ζήτησε την έγκριση των τοπικών αρχών, οι οποίες επικρότησαν την πρωτοβουλία τους.
Στον καταυλισμό των Μαρτύρων, ο οποίος φιλοξενούσε σχεδόν 700 Μάρτυρες καθώς και άλλους, κάθε πρωί στις 6:30 π.μ. εξέταζαν ένα Γραφικό εδάφιο. Όταν ήταν έτοιμο το φαγητό που μαγείρευαν οι Χριστιανές αδελφές, φώναζαν το όνομα κάθε οικογενειάρχη. Αυτός έδειχνε με τα δάχτυλα πόσα πιάτα χρειαζόταν και παραλάμβανε το φαγητό.
Κάθε πτυχή της ζωής στον καταυλισμό ήταν καλά οργανωμένη. Μερικοί είχαν διοριστεί να αγοράζουν τρόφιμα, ενώ άλλοι φρόντιζαν να είναι ασφαλές το πόσιμο νερό, να είναι καθαρές οι τουαλέτες, και ούτω καθεξής. Η καλή οργάνωση δεν πέρασε απαρατήρητη από τους κυβερνητικούς αξιωματούχους, οι οποίοι σχολίασαν: “Αξίζει να είναι κάποιος εδώ. Κανένας δεν μένει χωρίς τροφή, και δεν υπάρχουν φιλονικίες”. Κάποιος τοπικός αξιωματούχος είπε: “Όλοι θα πρέπει να επισκεφτούν τον καταυλισμό των Μαρτύρων για να δουν πώς πρέπει να γίνονται τα πράγματα”.
Μια μέρα η επιτροπή παροχής βοήθειας κάλεσε τους Χριστιανούς πρεσβυτέρους και τους πληροφόρησε ότι το γραφείο τμήματος είχε κάνει διευθετήσεις ώστε να ανοικοδομηθούν τα σπίτια και οι Αίθουσες Βασιλείας καθώς και να δοθούν άλλα βασικά είδη στους πλημμυροπαθείς. Το επόμενο πρωί, στην εξέταση του εδαφίου της ημέρας, έγινε μια ανακοίνωση σχετικά με αυτά τα σχέδια. Ακολούθησαν παρατεταμένα χειροκροτήματα.
Αν και οι αρχές είχαν δωρίσει δύο μεγάλες σκηνές, πολλοί στον καταυλισμό κοιμούνταν ακόμη στο ύπαιθρο. Γι’ αυτό, συγκροτήθηκε μια ομάδα πλημμυροπαθών οι οποίοι οικοδόμησαν μια μεγάλη Αίθουσα Βασιλείας μέσα σε ένα οικόπεδο που ανήκε στην τοπική εκκλησία. Η αίθουσα φτιάχτηκε από καλάμια και αυλακωτές λαμαρίνες—με το στιλ της Μοζαμβίκης—και χωράει 200 άτομα. Ολοκληρώθηκε μέσα σε δύο μόνο μέρες!
Εντοπίζονται Απομονωμένα Άτομα
Στο μεταξύ, στις 5 Μαρτίου, όταν τα νερά υποχώρησαν κάπως, συγκροτήθηκε μια ομάδα παροχής βοήθειας για να μεταβεί στην πόλη Αλντέια ντα Μπαράγκεμ, η οποία βρίσκεται σε μια από τις πρώτες περιοχές που πλημμυρίζουν. Εκεί υπήρχε μια εκκλησία περίπου 90 Μαρτύρων, οι οποίοι δεν είχαν δώσει κανένα σημείο ζωής.
Καθ’ οδόν, η ομάδα πέρασε από το Σιχακελάνι, έναν μεγάλο καταυλισμό προσφύγων με περίπου 100.000 άτομα. Και στις δύο πλευρές του δρόμου, ο οποίος είχε καταστραφεί σε κάποια σημεία από τα νερά, η περιοχή ήταν πλημμυρισμένη ως εκεί που μπορούσε να δει το μάτι. Ένα μέλος της ομάδας σχολίασε: «Όταν φτάσαμε στο Σόκουε, τα μάτια μας αντίκρισαν ένα σεληνιακό τοπίο. Πολλά σπίτια στην είσοδο της πόλης είχαν ακόμη νερά ως τις στέγες. Τα περισσότερα ήταν σκεπασμένα από τα νερά. Σκοτείνιαζε, και εμείς έπρεπε να διανύσουμε άλλα 25 χιλιόμετρα για να φτάσουμε στο Αλντέια ντα Μπαράγκεμ».
Στη διάρκεια της νύχτας, η ομάδα έφτασε τελικά στον προορισμό της. Κάποιος από αυτούς θυμάται: «Κοντοσταθήκαμε και αναρωτιόμασταν τι έπρεπε να κάνουμε στη συνέχεια». Κατόπιν εμφανίστηκαν κάποιοι, φωνάζοντας: «Αδελφοί!», και ακούστηκαν δυνατά, χαρούμενα γέλια. Όταν είδαν τα φώτα των δύο οχημάτων, οι ντόπιοι Μάρτυρες σκέφτηκαν αμέσως ότι ίσως είχαν έρθει οι αδελφοί τους, και το είπαν στους άλλους. Όσοι τα είδαν αυτά εντυπωσιάστηκαν πολύ, και έλεγαν: “Αυτοί οι άνθρωποι έχουν πράγματι αγάπη. Φέρνουν τρόφιμα στους αδελφούς τους και μάλιστα έρχονται να τους δουν!”
Παρέχοντας Συνεχή Φροντίδα
Οι αδελφοί από το Αλντέια ντα Μπαράγκεμ βοηθήθηκαν να φτάσουν στον καταυλισμό της Μασία, όπου τους δόθηκε τροφή, κατάλυμα και ιατρική περίθαλψη. Στο μεταξύ, η κατάσταση στη Μασία γινόταν κρίσιμη. Τα τρόφιμα, τα φάρμακα και τα καύσιμα ήταν δυσεύρετα, εφόσον αποστέλλονταν αεροπορικώς. Υπήρχε άμεση ανάγκη να αποκατασταθεί η χερσαία επικοινωνία με το Μαπούτου. Αυτό έγινε στις 8 Μαρτίου.
Η μεγάλη πόλη Ζάι-Ζάι είχε πλημμυρίσει εντελώς. Το κέντρο της βρισκόταν κάτω από το νερό σε βάθος τριών μέτρων σε μερικά σημεία! Οι Μάρτυρες οργάνωσαν μια επιτροπή παροχής βοήθειας για να φροντίσουν τους αδελφούς τους που ζούσαν εκεί. Επιπλέον, συγκροτήθηκαν επιτροπές για να φροντίσουν όσους είχαν ανάγκη στις επαρχίες Σοφάλα και Μονίκα.
Εφόδια έστειλαν και Μάρτυρες από άλλες χώρες. Το τμήμα της Νότιας Αφρικής, λόγου χάρη, διευθέτησε να σταλούν τόνοι από ρούχα, κουβέρτες και άλλα είδη. Και τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, φρόντισαν να διατεθεί κάποιο ποσό για τις ανάγκες εκείνων που πλήγηκαν από την καταστροφή.
Όταν τα νερά υποχώρησαν αρκετά και έγινε καταμέτρηση όσων έχασαν τα σπίτια τους, άρχισε το έργο της ανοικοδόμησης των σπιτιών και των Αιθουσών Βασιλείας. Διορίστηκε μια επιτροπή ανοικοδόμησης, η οποία πλαισιώθηκε από πολλούς εθελοντές που άρχισαν αμέσως την εργασία. Από τότε, έχουν ανοικοδομηθεί πάνω από 270 σπίτια καθώς και τουλάχιστον πέντε Αίθουσες Βασιλείας.
Όταν άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σπίτια που οικοδομήθηκαν από τους εθελοντές Μάρτυρες, οι άνθρωποι το παρατήρησαν. Μια γειτόνισσα σχολίασε: “Εσείς λατρεύετε έναν ζωντανό Θεό. Οι δικοί μας ιερείς ξεχνούν τα πρόβατά τους που υποφέρουν. Εσάς, όμως, σας φτιάχνουν αυτά τα όμορφα σπίτια”. Σε τέτοιες περιοχές πολλοί έχουν ανταποκριθεί στο άγγελμα της Βασιλείας που κηρύττουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν αρκετές Γραφικές μελέτες.—Ματθαίος 24:14· Αποκάλυψη 21:3, 4.
Αν και πολλοί Μάρτυρες έχασαν όλα τα υλικά τους υπάρχοντα, κανένας δεν έχασε την πίστη του. Αντίθετα, η πίστη τους στον Ιεχωβά Θεό και στην παγκόσμια αδελφότητά τους ενισχύθηκε. Είναι ευγνώμονες σε αυτή τη στοργική διεθνή αδελφότητα, η οποία ανταποκρίθηκε τόσο άμεσα στη φοβερή καταστροφή που τους έπληξε. Έχουν νιώσει προσωπικά την τρυφερή φροντίδα και προστασία του Ιεχωβά, και θα θυμούνται πάντα τα λόγια της Γραφής: «Μεγάλος είναι ο Ιεχωβά».—Ψαλμός 48:1.
[Εικόνα στη σελίδα 24, 25]
Λασπόνερα σκέπασαν την πόλη Ζάι-Ζάι
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Στάλθηκαν προμήθειες ως βοήθεια
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Η ομάδα των Μαρτύρων που παρείχε βοήθεια έστησε ένα ιατρείο
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Εξακολουθούν να οικοδομούνται καινούρια σπίτια
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Ο μεγαλύτερος καταυλισμός προσφύγων είχε 100.000 ανθρώπους