ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • ts κεφ. 3 σ. 16-26
  • Ο Άνθρωπος Επλάσθη για να Ζη

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Ο Άνθρωπος Επλάσθη για να Ζη
  • Είναι Αυτή η Ζωή το Παν που Υπάρχει;
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • ΜΟΝΟΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΧΕΙ ΑΝΤΙΛΗΨΙ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΟΣ
  • Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΝΤΙΔΡΑ ΣΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΑΝ ΚΑΤΙ ΑΦΥΣΙΚΟ
  • Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΟΣ
  • Πού Κατατάσσεται ο Άνθρωπος;
    Ξύπνα!—1978
  • Είναι ο Θάνατος Πράγματι το Τέλος;
    Ξύπνα!—2007
  • Ζώα
    Ξύπνα!—2015
  • Μια Πιο Προσεκτική Ματιά σε Μερικούς Μύθους για το Θάνατο
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—2002
Δείτε Περισσότερα
Είναι Αυτή η Ζωή το Παν που Υπάρχει;
ts κεφ. 3 σ. 16-26

Κεφάλαιον 3

Ο Άνθρωπος Επλάσθη για να Ζη

Ο ΘΕΟΣ έκαμε τον άνθρωπο για να ζη. Αυτό δείχνει Αγία Γραφή όταν περιγράφη τις προμήθειες που έκαμε ο Θεός για τους πρώτους ανθρωπίνους γονείς μας, τον Αδάμ και την Εύα. Μας πληροφορεί ότι ο Ιεχωβά Θεός τούς έθεσε σ’ έναν ωραίο κήπο, σ’ έναν παράδεισο, που κατελάμβανε ένα τμήμα της περιοχής που ελέγετο «Εδέμ.» Σ’ εκείνον τον παράδεισο υπήρχαν όλα όσα εχρειάζοντο για να μπορούν να ζουν. Σχετικά μ’ αυτό, η Γένεσις, το πρώτο βιβλίο της Γραφής, λέγει: «Και Ιεχωβά ο Θεός έκαμε να βλαστήση εκ της γης παν δένδρον ωραίον εις την όρασιν και καλόν εις την γεύσιν· και το ξύλον της ζωής εν μέσω του παραδείσου και το ξύλον της γνώσεως του καλού και του κακού.»—Γένεσις 2:9, ΜΝΚ.

Σημειώστε ότι σ’ αυτόν τον ωραίο παράδεισο δεν υπήρχε ‘δένδρον του θανάτου,’ αλλά ‘το δένδρον της ζωής.’ Αυτό το ‘δένδρον της ζωής’ έστεκε σαν μια αμετάβλητη εγγύησις συνεχούς ζωής σ’ εκείνους που εδικαιούντο να φάγουν απ’ αυτό. Δεν υπήρχε λόγος να έχουν ο Αδάμ και η Εύα ένα νοσηρό φόβο του θανάτου. Εφόσον θα εξακολουθούσαν να είναι ευπειθείς στον Δημιουργό τους και δεν θα έτρωγαν από το απαγορευμένο ‘δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού’ η ζωή τους δεν θα ετερματίζετο.—Γένεσις 2:16, 17.

Αλλά συμφωνεί αυτό που λέγει η Βίβλος, ότι ο άνθρωπος έγινε για ν’ απολαμβάνη ατελεύτητη ζωή, με όσα βλέπομε να συμβαίνουν στη ζωή; Δεν δείχνουν τα πράγματα ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν από χιλιάδες χρόνια; Αυτό είναι αλήθεια. Αλλά γνωρίζατε ότι στον ίδιο ακριβώς τον οργανισμό σας υπάρχουν ενδείξεις που αφήνουν να εννοηθή ότι θα έπρεπε να ζήτε πολύ περισσότερο απ’ όσο ζη ο άνθρωπος γενικά σήμερα;

Εξετάστε, λόγου χάριν, τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Είναι μήπως καμωμένος για μια ζωή διαρκείας μόνον εβδομήντα ή ογδόντα ετών; Είναι ενδιαφέρον αυτό που γράφει ο βιοχημικός Ισαάκ Ασήμωφ για την ικανότητα του εγκεφάλου. Παρετήρησε ότι το σύστημα της καταγραφής πληροφοριών είναι «απολύτως ικανό να χειρισθή οποιοδήποτε φορτίο μαθήσεως και μνήμης που το ανθρώπινο πλάσμα είναι πιθανόν να επωμισθή—και ακόμη ένα δισεκατομμύριο φορές περισσότερο απ’ αυτή την ποσότητα.»

Είναι λογικό να έχη ο εγκέφαλος του ανθρώπου μια ικανότητα αποταμιεύσεως πληροφοριών ένα δισεκατομμύριο φορές μεγαλύτερη απ’ όση μπορεί να χρησιμοποιήση στη διάρκεια του σημερινού μέσου όρου ζωής; Δεν δείχνει, μάλλον, αυτό ότι ο άνθρωπος έγινε για να ζη ένα χρονικό διάστημα που θ’ απαιτούσε έναν εγκέφαλο με απέραντη χωρητικότητα μνήμης;

Οπωσδήποτε αυτό δεν μπορεί να είναι το παν.

ΜΟΝΟΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΧΕΙ ΑΝΤΙΛΗΨΙ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΟΣ

Ένα αξιόλογο σημείο που πρέπει να παρατηρήσωμε είναι ότι η Βίβλος θέτει μόνο στον άνθρωπο—σε κανένα από τα άλλα πλάσματα της γης—την προοπτική μιας ατελεύτητης ζωής. Λέγει ακόμη ότι μόνον ο άνθρωπος έχει αντίληψι του απείρου χρόνου του παρελθόντος και του μέλλοντος ή της αιωνιότητος. Ο θεόπνευστος συγγραφεύς του βιβλίου Εκκλησιαστής παρετήρησε τα εξής: «Είδον τον περισπασμόν, τον οποίον έδωκεν ο Θεός εις τους υιούς των ανθρώπων δια να μοχθώσιν εν αυτώ. Τα πάντα έκαμε καλά εν τω καιρώ εκάστου και τον κόσμον υπέβαλεν εις την διάνοιαν αυτών.» [«Ακόμη και την αιωνιότητα του χρόνου έθεσε εις την καρδίαν αυτών» ΜΝΚ].—Εκκλησιαστής 3:10, 11.

Αν αυτό που λέγει η Γραφή για τον άνθρωπο αληθεύη, πρέπει να μπορούμε να έχωμε ανάλογη απόδειξι γι’ αυτό. Έχομε τέτοια απόδειξι; Στέκει ο άνθρωπος σε άμεση αντίθεσι με τα ζώα; Σκέπτεται μόνον ο άνθρωπος σοβαρά για το μέλλον, ενδιαφέρεται γι’ αυτό και εργάζεται γι’ αυτό; Αντιδρά στον θάνατο με τρόπο διαφορετικό από τα ζώα, δείχνοντας ότι αυτός μόνος εκτιμά τη σημασία που είχε η ζωή γι’ αυτόν στο παρελθόν και το τι μπορεί να σημαίνη γι’ αυτόν στο μέλλον;

Δεν υπάρχει αμφισβήτησις ότι όλα τα ζωντανά δημιουργήματα προσκολλώνται στη ζωή. Ενστικτωδώς, τα ζώα που τρώγονται από άλλα ζώα προσπαθούν να διαφύγουν από τους άρπαγές των με το να φεύγουν ή να κρύβωνται. Πολλά ζώα αγωνίζονται εναντίον ενός εχθρού, που είναι πολύ ισχυρότερος απ’ αυτά, για να προστατεύσουν τα μικρά τους από τον θάνατο. Τα κουνέλια είναι γνωστό ότι κλωτσούν τόσο βίαια ώστε ρίχνουν κάτω τα ρακούν (προκύνας). Στο δυτικό τμήμα των Ηνωμένων Πολιτειών παρατήρησαν ότι μια θηλυκή αντιλόπη υπεράσπισε επιτυχώς το μικρό της από ένα λύκο. Τον τραυμάτισε στους γλουτούς με τα μυτερά της νύχια και του έσπασε τα δόντια του. Καθώς ο λύκος προσπαθούσε να ξεφύγη, πήδησε στη ράχη του και τον ποδοπάτησε μέχρι θανάτου.

Μια τέτοια ενστικτώδης αντίδρασις στην απειλή του θανάτου παίζει ζωτικό ρόλο στη διαφύλαξι της ζωής των ζώων. Αλλά μήπως αυτό σημαίνει ότι τα ζώα έχουν κατανόησι του παρελθόντος και του μέλλοντος όπως ο άνθρωπος;

Όπως γνωρίζομε, ένας άνθρωπος μπορεί να σκεφθή το παρελθόν και να κάμη σχέδια για το μέλλον. Μέσα στην ησυχία του σπιτιού του μπορεί ν’ αναπολήση τις μέρες της παιδικής του ηλικίας—τις φάρσες του, τις απογοητεύσεις του, τις αποτυχίες του, τις επιτυχίες του και τις χαρές του. Μπορεί να κάμη σχέδια για μελλοντικές ενέργειες—να χτίση ένα νέο σπίτι, ν’ αγοράση έπιπλα, ν’ αποφασίση τι είδους εκπαίδευσι θα ήθελε να λάβουν τα τέκνα του, και λοιπά. Αλλά μπορεί ένας σκύλος, παραδείγματος χάριν, να σκεφθή τον καιρό που ήταν κουταβάκι, τα παιδάκια που έπαιζαν τότε μαζί του, τον καιρό που αναπτύχθηκε τελείως και κατόπιν το ζευγάρωμα του; Ο Χάνς Μπάουερ στο βιβλίο του Τα Ζώα Είναι Τελείως Διαφορετικά, δείχνει τι απεκάλυψε η έρευνα:

«Ο σκύλος πάντοτε θα χρειάζεται έναν πραγματικό ερεθισμό των αισθήσεων για να μπορέση να θυμηθή παρελθόντα γεγονότα. Μπορεί να τον πήγαν, ας πούμε, κάποτε σε μια άγνωστη πόλι, όπου είχε κάποια εμπειρία. Μετά την επάνοδο του στον τόπο του, οι εντυπώσεις που είχε λάβει τότε θα έχουν λησμονηθή. Αλλ’ αν πάη πάλι στο ίδιο μέρος θα τις θυμηθή. Το γεγονός ότι το περιεχόμενο της ανθρώπινης μνήμης δεν συνδέεται με τις καθημερινές ανάγκες αλλ’ είναι εμφυτευμένο στο ρεύμα της συνειδητότητος συνολικά αποτελεί πραγματικά μια από τις ειδικές ιδιοτυπίες και τα πλεονεκτήματα της ανθρώπινης ψυχολογικής διαπλάσεως σε σύγκρισι με τη διάπλασι των ζώων.»

Έτσι, αντίθετα με τον άνθρωπο, τα ζώα δεν μπορούν να αναπλάσσουν γεγονότα του παρελθόντος κατά βούλησιν.

Αλλά μπορούν μήπως να προσχεδιάσουν κάτι για το μέλλον; Τα χάμστερ (είδος ποντικού), ωρισμένα μυρμήγκια, οι σκίουροι και άλλα ζώα δεν αποθηκεύουν ή κρύβουν ποσότητες τροφίμων για μεταγενέστερη χρήσι; Δεν είναι αυτό μια πρόβλεψις για το μέλλον για να μην υποφέρουν από ελλείψεις τον χειμώνα; ««Όχι,» λέγει ο συγγραφεύς που αναφέραμε προηγουμένως, και παραθέτει τα εξής επιχειρήματα για να το υποστηρίξη:

Αυτά δεν γνωρίζουν τι κάνουν ή γιατί το κάνουν. Απλώς ενεργούν σύμφωνα με το ένστικτο, και η απόδειξις είναι ότι ακόμη και ζώα που απομακρύνονται από τους γονείς των σε πολύ νεαρή ηλικία και ζουν μέσα σε κλουβιά αρχίζουν να ‘μαζεύουν τροφές’ το φθινόπωρο. Αυτά τα ζώα ποτέ δεν εγνώρισαν χειμερινές συνθήκες και δεν θα στερηθούν την τροφή τους στους επόμενους μήνες. Εν τούτοις, ‘συσσωρεύουν’ απλώς για να ‘συσσωρεύσουν’.»

Συνοψίζοντας την αντίθεσι μεταξύ ανθρώπου και ζώων, ο συγγραφεύς παρατηρεί τα εξής:

«Ο κόσμος των ζώων είναι επομένως αποκλειστικά κόσμος της παρούσης στιγμής με την πιο κατά γράμμα έννοια της λέξεως. Διότι η προσοχή των μπορεί εύκολα ν’ αποσπασθή από τα πιο μαγευτικά αντικείμενα σε άλλα που είναι πια άμεσα ελκυστικά εκείνη τη στιγμή και ποτέ κατόπιν να μην επανέλθη στα πρότερα.»

Αληθινά, λοιπόν, μόνον ο άνθρωπος έχει αντίληψι του «απέραντου χρόνου,» έχει την ικανότητα να μελετά το παρελθόν και ν’ αποβλέπη στο μέλλον, κάνοντας μελλοντικά σχέδια.

Επειδή τα ζώα ζουν μόνο για το παρόν, ο θάνατος γι’ αυτά δεν είναι τραγωδία όπως είναι για τους ανθρώπους. Τα ζώα φαίνεται ότι αντιδρούν στον θάνατο σαν μια φυσική πορεία πραγμάτων.

Πάρτε την περίπτωσι που παρατηρήθηκε στο Εθνικό Άλσος του Σερεγκέτι σε μια λέαινα και τα τρία λεονταράκια της. «Ενώ η λέαινα απουσίαζε, τα λεονταράκια έμεναν κρυμμένα σε θάμνους. Τότε εμφανίσθηκαν δύο αρσενικά λεοντάρια από άλλο μέρος. Όταν βρήκαν τα κρυμμένα λεονταράκια τα σκότωσαν και τα τρία. Έφαγαν το ένα, πήραν μαζί τους το άλλο κι άφηκαν το τρίτο. Τι έκαμε η λέαινα όταν επέστρεψε και είδε το νεκρό λεονταράκι, που είχε απομείνει; Δεν έδειξε θλίψι, ούτε συγκίνησι, αλλ’ απλώς μύρισε το πτώμα του μικρού της—και κατόπιν το κατεβρόχθισε.

Είναι επίσης, αξιοσημείωτο ότι ζώα που τα κυνηγούν τα λεοντάρια δεν αντιδρούν με τρόμο όταν βλέπουν ένα λεοντάρι σε κάποια απόστασι. Αφού ένα λεοντάρι πάρη το γεύμα του, οι αγέλες των ζώων γυρίζουν πάλι σύντομα στον κανονικό ρυθμό της ζωής των. Στην πραγματικότητα, αυτά τα ζώα μπορούν να φθάσουν σε απόστασι τριάντα έξη μέτρων από ένα ορατό λεοντάρι.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΝΤΙΔΡΑ ΣΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΑΝ ΚΑΤΙ ΑΦΥΣΙΚΟ

Πόσο διαφορετικά αντιδρούν οι άνθρωποι στον θάνατο; Για τους περισσότερους, ο θάνατος μιας συζύγου, ενός συζύγου η τέκνου αποτελεί συγκλονιστική εμπειρία στη ζωή τους. Ολόκληρος ο συναισθηματικός κόσμος του ανθρώπου συνταράσσεται για πολύν καιρό μετά τον θάνατο ενός προσφιλούς ατόμου.

Ακόμη κι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι ‘ο θάνατος είναι φυσικός στους ανθρώπους’ δυσκολεύονται να παραδεχθούν την ιδέα ότι ο θάνατος των θα σημάνη το τέλος των πάντων. Το Περιοδικό της Ιατροδικαστικής παρατηρεί τα εξής: «Οι ψυχίατροι γενικά συμφωνούν ότι, ακόμη και όταν ο θάνατος φαίνεται ότι πλησιάζει, ο άνθρωπος ασυναίσθητα τον αρνείται.» Ένας νεαρός αθεϊστής, λόγου χάριν, εδήλωσε πριν από την εκτέλεσί του ότι, από μια ορθολογιστική άποψι, ο θάνατος του δεν θα εσήμαινε τίποτα περισσότερο από τον οριστικό τερματισμό μιας ζωής που ήταν σύντομη, αλλά πολύ εντατική. Αλλά κατόπιν παρετήρησε ότι ήταν δύσκολο, αδύνατο μάλιστα, ‘να παραδεχθή ότι όλα θα κατέληγαν στο μηδέν.’

Τόσο ισχυρός είναι ο πόθος του ανθρώπου να συμμετάσχη σε μελλοντική δράσι, ώστε μερικοί άνθρωποι εφρόντισαν για την κατάψυξι των σωμάτων τους όταν πεθάνουν. Το αρχικό κόστος γι’ αυτό μπορεί να φθάση τα $8.500 με πληρωμή άλλων $1.000 ετησίως για τη διατήρησι του σώματος σε κατάψυξι. Τα σώματα καταψύχονται με την ελπίδα ότι οι επιστήμονες τελικά θα μπορέσουν να τα επαναφέρουν στη ζωή. Φυσικά, προς το παρόν οι επιστήμονες δεν μπόρεσαν ούτε κατά προσέγγισιν να επιτύχουν ένα τέτοιο πράγμα. Αλλά και μόνη η σκέψις ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να καταστή δυνατόν ήταν αρκετή για να υποκινήση μερικά άτομα να φροντίσουν για τη διατήρησι των σωμάτων τους με μεγάλη δαπάνη.

Επειδή οι άνθρωποι δυσκολεύονται να παραδεχθούν ότι ο θάνατος τερματίζει τα πάντα, παντού οι άνθρωποι επιθυμούν να διαιωνίσουν τη μνήμη των νεκρών και να τους κηδεύσουν τελετουργικά. Το βιβλίο Επικήδεια Έθιμα Ανά τον Κόσμον παρατηρεί τα εξής:

«Δεν υπάρχει λαός, οσοδήποτε πρωτόγονος ή πολιτισμένος και αν είναι, που αν αφεθή ελεύθερος και με τα μέσα που διαθέτει, δεν θα θάψη τα σώματα των μελών του με τελετουργίες. Είναι τόσο αληθινό αυτό το παγκόσμιο έθιμο της τελετουργικής κηδεύσεως ώστε φαίνεται λογικό να συμπεράνη κανείς ότι απορρέει από την ανθρώπινη φύσι. Είναι ‘φυσικό’ κανονικό, λογικό. Ικανοποιεί βαθειές παρορμήσεις, κοινές σε όλους. Το να θάψουν τους νεκρούς φαίνεται «ορθό,» ενώ το αντίθετο, ιδιαίτερα για κείνους που συνδέονται στενά με οικογενειακούς δεσμούς, αισθήματα, συντροφική διαβίωσι, κοινές εμπειρίες ή άλλους δεσμούς, φαίνεται «εσφαλμένο,» μια αφύσικη παράλειψις, ένα ζήτημα για το οποίο πρέπει να απολογηθή κάποιος ή να ντραπή γι’ αυτό.»

Σε ποιο συμπέρασμα καταλήγει αυτό το πρόγραμμα από το παγκόσμιο έθιμο των κηδειών; Συνεχίζει ως εξής:

«Τόσο αληθεύει αυτό ώστε στους διαφόρους ορισμούς για τον άνθρωπο θα μπορούσε να προστεθή άλλος ένας: Ο άνθρωπος είναι ένα ον που θάβει τους νεκρούς του με τελετουργίες.»

Παρ’ όλα αυτά όμως, τελικά, με την πάροδο του χρόνου οι γενεές έρχονται και παρέρχονται, οι νεκροί λησμονούνται τελείως. Ακόμη κι εκείνοι που απέκτησαν ένα φημισμένο όνομα στην ιστορία πριν από πολλούς αιώνες, ως πραγματικά άτομα, έχουν σβήσει από την καθημερινή μνήμη των ζώντων. Η επιρροή των στους άλλους έχει παρέλθει. Λόγου χάριν, ισχυροί άρχοντες των αρχαίων χρόνων, ο πώς ο Ναβουχοδονόσορ, ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Ιούλιος Καίσαρ, δεν επηρεάζουν πια την καθημερινή μας ζωή, μολονότι είχαν επηρεάσει τη ζωή εκατομμυρίων συγχρόνων τους. Το σκληρό γεγονός ότι οι νεκροί με την πάροδο του χρόνου λησμονούνται αναγνωρίσθηκε από τον διορατικό συγγραφέα του βιβλίου «Εκκλησιαστής»: «Δεν είναι μνήμη των προγεγονότων, ουδέ θέλει είσθαι μνήμη των επιγενησομένων μετά ταύτα, εις τους μέλλοντας να υπάρξωσιν έπειτα.» (Εκκλησιαστής 1:11) Το ίδιο το γεγονός ότι ο άνθρωπος κάνει ό,τι μπορεί για να τον ενθυμούνται, παρ’ όλο που γνωρίζει ότι τελικά θα λησμονηθή, αποδεικνύει ότι η επιθυμία του να ζήση, ακόμη και στη μνήμη, είναι έμφυτη.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΟΣ

Αφού, λοιπόν, είδαμε τη γενική αντίδρασι του ανθρώπου στον θάνατο, την καταπληκτική δυνατότητα του ως προς τη μνήμη και την εκμάθησι και την εσωτερική του αντίληψι της αιωνιότητος, δεν είναι φανερό ότι πλάσθηκε για να ζη; Μόνον όταν παραδεχθούμε τη Βιβλική εξήγησι ότι η παρούσα θνητή κατάστασις του ανθρώπου ποτέ δεν αποτελούσε μέρος του αρχικού σκοπού του Θεού, μπορούμε να κατανοήσωμε πράγματα, τα οποία αλλιώς θα μας ήταν πολύ αινιγματικά. Πάρτε για παράδειγμα, τη διάρκεια ζωής ωρισμένων φυτών και ζώων που ξεπερνούν κατά πολύ τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής.

Ένα δένδρο μπορεί να ζήση εκατοντάδες χρόνια· μερικά δένδρα, όπως είναι η σεκόγια και ένα είδος πεύκης της Βορείου Αμερικής, ζουν χιλιάδες χρόνια. Δεν είναι ασυνήθιστο μια γιγαντιαία χελώνη να φθάση σε ηλικία άνω των 150 ετών. Γιατί αυτό; Γιατί τα δένδρα που δεν έχουν διάνοια και οι άλογες χελώνες να ζουν περισσότερα χρόνια από τον νοήμονα άνθρωπο;

Εκτός αυτού, δεν είναι ο θάνατος του ανθρώπου μια τρομερή σπατάλη; Ενώ μόνον ένα κλάσμα της γνώσεως και της πείρας ενός ανθρώπου μπορεί να διαβιβάσθηκε σε άλλους, κατά μέγα μέρος αυτά τα πράγματα είναι χαμένα για τους μεταγενεστέρους. Παραδείγματος χάριν, ένας άνθρωπος μπορεί να είναι ένας εξέχων επιστήμων, ένας διαπρεπής αρχιτέκτων, ένας αριστοτέχνης μουσικός, ζωγράφος ή γλύπτης. Μπορεί να έχη εκπαιδεύσει άλλους. Αλλά στον θάνατο του κανείς δεν έχει το σύνολο των ικανοτήτων και της πείρας του. Μπορεί μάλιστα να βρισκόταν και στο στάδιο δημιουργίας κάποιου νέου πράγματος αφού είχε λύσει πολλά προβλήματα. Εκείνοι που θα είχαν ωφεληθή από τη γνώσι και την πείρα που είχε αποκτήσει αυτός, μπορεί τώρα να πρέπει να μάθουν από την αρχή—και κατόπιν το ίδιο τους το έργο ν’ αποκοπή με τον θάνατο. Αφού το πεδίον της γνώσεως είναι πολύ μεγάλο, γιατί να αγωνίζεται ο άνθρωπος αφού έχει το μειονέκτημα να χάνη τους πεπειραμένους ανθρώπους καθώς αυτοί πέφτουν θύματα του θανάτου;

Επίσης, αν πούμε ότι ο άνθρωπος επρόκειτο να ζήση μόνο λίγα χρόνια στη γη και κατόπιν να πεθάνη, αυτό δεν μπορεί να συμβιβασθή με την πίστι σ’ ένα στοργικό Δημιουργό. Γιατί δεν μπορεί; Διότι αυτό θα εσήμαινε ότι ο Δημιουργός ενδιαφέρεται περισσότερο για μερικά άλογα φυτά και άλαλα ζώα παρά για τους ανθρώπους που μπορούν να εκδηλώσουν αγάπη και εκτίμησι. θα εσήμαινε επίσης ότι αισθάνεται πολύ λίγη συμπάθεια για τους ανθρώπους, οι οποίοι, απ’ όλα τα ζώντα πλάσματα της γης, είναι εκείνοι που πλήττονται πιο σκληρά από τον θάνατο.

Αληθινά, αν αυτή η ζωή ήταν το παν και αν ο Θεός την είχε προορίσει έτσι, πώς θα μπορούσαμε πραγματικά να τον αγαπήσωμε; Πώς θα μπορούσε να μας ελκύση ένας Δημιουργός που έκαμε αδύνατο για μας να φθάσωμε στην πλήρη πραγματικότητα των δυνατοτήτων μας; Δεν θα ήταν αφιλάγαθο να μας δώση τεραστία δυνατότητα ν’ αποκτήσωμε γνώσι και κατόπιν να εμποδιζώμεθα να την χρησιμοποιήσουμε;

Αν, όμως, οι άνθρωποι έγιναν για να ζουν συνεχώς, τότε χρειάζονται μια απάντησι στο ερώτημα, Γιατί συμβαίνει να πεθαίνη ο άνθρωπος; Χρειάζονται μια ικανοποιητική απάντησι για να τους βοηθήση να καταλάβουν γιατί ο Θεός επέτρεψε επί χιλιάδες χρόνια να πεθαίνουν οι άνθρωποι. Αυτό μπορεί κάλλιστα να παραμερίση ένα σοβαρό εμπόδιο που δεν αφήνει τον άνθρωπο να έλθη σε μια καλή σχέσι με τον Δημιουργό και να βρη πραγματικό νόημα και απόλαυσι στη ζωή τώρα.

Πώς, όμως, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι για την αιτία του θανάτου;

[Εικόνα στη σελίδα 24]

ΕΧΕΙ ΝΟΗΜΑ Η ΣΥΝΤΟΜΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ;

Παρά την καταπληκτική τους δυνατότητα μαθήσεως, οι άνθρωποι ζουν μόνο 70 ή 80 χρόνια

Και οι κύκνοι ακόμη είναι γνωστό ότι ζουν πάνω από 80 χρόνια

Μολονότι στερούνται λογικής, οι χελώνες ζουν πάνω από 150 χρόνια

Μερικά δένδρα ζουν χιλιάδες χρόνια

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση