ΑΔΩΝΙΣΕΔΕΚ
(Αδωνισεδέκ) [Ο Κύριός (μου) Είναι Δικαιοσύνη].
Βασιλιάς της Ιερουσαλήμ την εποχή της κατάκτησης της Υποσχεμένης Γης από τους Ισραηλίτες. Ο Αδωνισεδέκ συμμάχησε με άλλα μικρά βασίλεια Δ του Ιορδάνη επιχειρώντας από κοινού με αυτά να ανακόψει την προέλαση των νικηφόρων δυνάμεων του Ιησού του Ναυή. (Ιη 9:1-3) Εντούτοις, οι Ευαίοι που κατοικούσαν στη Γαβαών έκαναν ειρήνη με τον Ιησού. Σε μια ενέργεια αντιποίνων, η οποία αποσκοπούσε στο να αποτρέψει περαιτέρω προσχωρήσεις στον εχθρό, ο Αδωνισεδέκ ένωσε το στρατό του με τους στρατούς τεσσάρων ακόμη βασιλιάδων των Αμορραίων, πολιόρκησε τη Γαβαών και πολέμησε εναντίον της. Η θεαματική διάσωση των Γαβαωνιτών από τον Ιησού του Ναυή και η πανωλεθρία που υπέστησαν αυτές οι συνδυασμένες δυνάμεις ανάγκασαν τους πέντε βασιλιάδες να καταφύγουν στη Μακκηδά, όπου παγιδεύτηκαν σε μια σπηλιά. Ο ίδιος ο Ιησούς θανάτωσε τον Αδωνισεδέκ και τους άλλους τέσσερις βασιλιάδες μπροστά στα στρατεύματά του και τους κρέμασε πάνω σε ξύλα. Τα πτώματά τους ρίχτηκαν τελικά πίσω στη σπηλιά, η οποία και έγινε ο τάφος τους.—Ιη 10:1-27.