ΒΑΙΘ-ΣΕΜΕΣ
(Βαιθ-σεμές) [Οίκος του Ήλιου].
Το όνομα τεσσάρων πόλεων στο Βιβλικό υπόμνημα.
1. Πόλη που βρισκόταν στο βόρειο όριο του Ιούδα και η οποία καταχωρίζεται μεταξύ της Κεζαλών και της Θιμνάχ. (Ιη 15:10) Από ό,τι φαίνεται, ονομάζεται Ιρ-σεμές (που σημαίνει «Πόλη του Ήλιου») στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:41, όπου εμφανίζεται ως μεθόρια πόλη της φυλής του Δαν, με τον οποίο γειτνίαζε ο Ιούδας προς βορράν. Αργότερα, ο Ιούδας παραχώρησε τη Βαιθ-σεμές στους Λευίτες ως ιερατική πόλη.—Ιη 21:13, 16· 1Χρ 6:59.
Η Βαιθ-σεμές ταυτίζεται με το Τελλ ερ-Ρουμέιλε (Τελ Μπετ Σέμες), λίγο δυτικότερα των ερειπίων της βυζαντινής πόλης, κοντά στη σημερινή Έιν Σεμς, στην ονομασία της οποίας διασώζεται εν μέρει το αρχαίο όνομα. Επομένως, η Βαιθ-σεμές βρισκόταν περίπου 26 χλμ. Δ της Ιερουσαλήμ, πάνω στην κύρια οδό που συνέδεε εκείνη την πόλη με τις φιλισταϊκές πόλεις Άζωτο και Ασκαλών. Το σημείο αυτό είχε προφανώς στρατηγική σημασία από στρατιωτικής πλευράς, δεδομένου ότι έλεγχε τα ανάντη της κοιλάδας του χειμάρρου Σωρήκ και ένα από τα κύρια περάσματα που συνέδεαν τις παράκτιες πεδιάδες με την περιοχή της Σεφηλά και με τα βουνά του Ιούδα. Ανασκαφές που έλαβαν χώρα στην περιοχή μαρτυρούν την αρχαία ιστορία της πόλης και αποκαλύπτουν αρκετά στοιχεία φιλισταϊκής επιρροής.
Όταν οι Φιλισταίοι, έχοντας πληγεί από μια ασθένεια, έστειλαν την κιβωτό του Ιεχωβά πίσω στον Ισραήλ, οι αγελάδες που έσερναν την άμαξα κατευθύνθηκαν μόνες τους προς τη Λευιτική πόλη Βαιθ-σεμές. Ωστόσο, κάποιοι κάτοικοι της Βαιθ-σεμές ενήργησαν ακατάλληλα με το να κοιτάξουν την κιβωτό της διαθήκης, πράγμα που επέφερε το θάνατο σε 70 από αυτούς. (1Σα 6:9-20) Στο εβραϊκό κείμενο, η φράση «πενήντα χιλιάδες άντρες» που υπάρχει στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 6:19 δεν συνδέεται με τη φράση «εβδομήντα άντρες» μέσω κάποιου συνδέσμου, γι’ αυτό και μερικοί τη θεωρούν εμβόλιμη. Ο Ιώσηπος (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΣΤ΄, 16 [i, 4]), αναφερόμενος στη Βιβλική αφήγηση, κάνει λόγο μόνο για 70 άντρες που θανατώθηκαν, παραλείποντας κάθε αναφορά στους 50.000.—Βλέπε 1Σα 6:19, υποσ.
Η Βαιθ-σεμές ήταν μια από τις πόλεις που περιλαμβάνονταν στη διοικητική ρύθμιση του Βασιλιά Σολομώντα σχετικά με την προμήθεια τροφής για το βασιλικό τραπέζι. (1Βα 4:7, 9) Εκεί έχουν ανακαλυφτεί στενόμακρα δωμάτια που πιστεύεται ότι χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση σιτηρών, καθώς και ένα τεράστιο σιλό επενδυμένο με πέτρα, διαμέτρου περίπου 7 μ. και βάθους σχεδόν 6 μ. Αρκετά πατητήρια και ελαιοπιεστήρια που έχουν έρθει στο φως μαρτυρούν ότι η περιοχή παρήγε πολύ λάδι και κρασί.
Ο Βασιλιάς Αμαζίας (858-830 Π.Κ.Χ.) προκάλεσε άσοφα τον Βασιλιά Ιωάς του Ισραήλ, με αποτέλεσμα να ηττηθεί και να αιχμαλωτιστεί στη Βαιθ-σεμές. (2Βα 14:9-13· 2Χρ 25:18-23) Στη διάρκεια της βασιλείας του Άχαζ (761-746 Π.Κ.Χ.), η εξαχρείωση και η απιστία που επικρατούσαν σε εθνικό επίπεδο οδήγησαν στην απώλεια της Βαιθ-σεμές η οποία έπεσε στα χέρια των Φιλισταίων. (2Χρ 28:18, 19) Στη Βαιθ-σεμές ανασκάφηκε ένα χερούλι αγγείου που φέρει σε σφραγίδα την επιγραφή «του Ελιακείμ, οικονόμου του Ιωαχίν», και πιστεύεται ότι σχετίζεται με τον ομώνυμο βασιλιά, γεγονός το οποίο ενδεχομένως υποδηλώνει ότι κάποια στιγμή το βασίλειο του Ιούδα ανέκτησε τον έλεγχο της πόλης από τους Φιλισταίους.
2. Οχυρωμένη πόλη στην περιοχή του Νεφθαλί. (Ιη 19:35-39) Αν και δεν εκδιώχθηκαν, οι Χαναναίοι που κατοικούσαν σε αυτή την πόλη υποβλήθηκαν σε καταναγκαστική εργασία για λογαριασμό των Νεφθαλιτών. (Κρ 1:33) Η αρχαία θέση της παραμένει ανεξακρίβωτη.
3. Κωμόπολη του Ισσάχαρ κοντά στον Ιορδάνη. (Ιη 19:22, 23) Αν και έχουν προβληθεί διάφορες εκδοχές ως προς τη θέση της, μερικοί λόγιοι προτιμούν να την ταυτίζουν με το ελ-Αμπεϊντίγιε, στις όχθες του Ιορδάνη, περίπου 3 χλμ. Ν της Θάλασσας της Γαλιλαίας και περίπου 16 χλμ. Α του Όρους Θαβώρ. Η αρχαία ονομασία ενδεχομένως διασώζεται στο όνομα του κοντινού Χίρμπετ Σαμσάουι.
4. Πόλη στην Αίγυπτο η οποία μνημονεύεται στην προφητεία του Ιερεμία για την επικείμενη ερήμωση εκείνου του έθνους. (Ιερ 43:13) Θεωρείται ότι ταυτίζεται με την Ηλιούπολη, η οποία βρισκόταν στο βορειοανατολικό άκρο του σημερινού Καΐρου. Σε άλλα σημεία του Βιβλικού υπομνήματος μνημονεύεται με το αιγυπτιακό της όνομα Ων.—Βλέπε ΩΝ Αρ. 2.