ΓΕΔΕΡΙΤΗΣ (Γεδερίτης) [Της (Από τη) Γεδέρ]. Προσδιορισμός που εφαρμόζεται στον Βάαλ-χανάν (1Χρ 27:28) και πιστεύεται ότι παράγεται από το όνομα της γενέτειράς του, είτε της Γεδέρ (Ιη 12:13) είτε της Γεδηρά.—Ιη 15:36.