ΑΚΚΩΣ
(Ακκώς) [Το Αγκάθι].
Ααρωνικός ιερέας και κεφαλή του πατρικού οίκου ο οποίος την εποχή του Δαβίδ αποτέλεσε την 7η από τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις.—1Χρ 24:3-7, 10.
Μετά την επιστροφή από τη Βαβυλώνα το 537 Π.Κ.Χ., «οι γιοι του Ακκώς» συμπεριλήφθηκαν σε εκείνους που αποκλείστηκαν από την ιεροσύνη επειδή δεν μπορούσαν να αποδείξουν τη γενεαλογία τους. Ήταν μεταξύ εκείνων στους οποίους απαγορεύτηκε να τρώνε από «τα αγιότατα πράγματα μέχρι να εγερθεί ιερέας με Ουρίμ και Θουμμίμ». (Εσδ 2:61-63· Νε 7:63-65) Συγκεκριμένα, αναφέρεται κάποιος απόγονος του Ακκώς ο οποίος συμμετείχε στην ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:21.