ΑΡΟΕ (Αροέ) [Ο Βλέπων]. Κάποιος ο οποίος αναφέρεται στη γενεαλογία του Ιούδα ως γιος του Σωβάλ. (1Χρ 2:3, 52) Επικρατεί γενικά η άποψη ότι ο Αροέ είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Ρεαΐα.—1Χρ 4:2· βλέπε ΡΕΑΪΑΣ Αρ. 1.