ΙΖΚΙ (Ιζκί) [συντετμημένη μορφή του Εζεκίας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Ενισχύει»]. Βενιαμίτης που αναφέρεται μεταξύ των γιων του Ελφαάλ.—1Χρ 8:1, 17, 18.