ΙΕΔΒΑΣ (Ιεδβάς) [από μια ρίζα που σημαίνει «μέλι»]. Κάποιος άντρας από τη φυλή του Ιούδα, προφανώς γιος του ιδρυτή της Ητάμ.—1Χρ 4:1, 3· βλέπε ΗΤΑΜ Αρ. 3.