ΙΣΚΑΡΙΩΤΗΣ
(Ισκαριώτης) [εβρ. προέλευσης· πιθανώς, Άντρας από την Κεριώθ].
Η επωνυμία του προδότη αποστόλου Ιούδα (και του πατέρα του τού Σίμωνα) που τον ξεχωρίζει από τον άλλον απόστολο ο οποίος ονομαζόταν επίσης Ιούδας. (Ματ 10:4· Λου 6:16· Ιωα 6:71) Αν η λέξη «Ισκαριώτης» σημαίνει, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, «Άντρας από την Κεριώθ», τότε πιθανώς υποδηλώνει ότι ο Σίμων και ο γιος του κατάγονταν από την πόλη Κεριώθ-εσρών του Ιούδα.—Ιη 15:25· βλέπε ΙΟΥΔΑΣ Αρ. 13.