ΔΙΚΤΥΩΤΟ
Πλαίσιο αποτελούμενο από διασταυρούμενες ξύλινες ράβδους ή πηχάκια που σχηματίζουν ένα πλέγμα, το οποίο χρησιμοποιούνταν συνήθως για την κάλυψη ενός παραθύρου. Τα δικτυωτά στα παράθυρα συνηθίζονται στη Μέση Ανατολή εδώ και αιώνες. Διατηρούν τα σπίτια δροσερά παρεμποδίζοντας τη διείσδυση των άμεσων ακτίνων του ήλιου, ενώ παράλληλα επιτρέπουν τον αερισμό των χώρων, και επιπρόσθετα καλλωπίζουν τη γενική όψη των κτισμάτων. Κάποια σπίτια των Βιβλικών χρόνων είχαν παράθυρα στο ισόγειο που έβλεπαν σε μια εσωτερική αυλή, και άλλα που έβλεπαν στο δρόμο. Αυτά που έβλεπαν στο δρόμο βρίσκονταν συνήθως ψηλά στον τοίχο ή στο ανώγειο και είχαν δικτυωτά.
Αυτοί που ήταν μέσα στο σπίτι μπορούσαν να βλέπουν από το δικτυωτό του παραθύρου τι γινόταν στο δρόμο χωρίς να φαίνονται από έξω. Στον ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ, η μητέρα του σκοτωμένου Σισάρα παρουσιάζεται να βλέπει μάταια από το παράθυρο, μήπως και δει το γιο της μέσα «από το δικτυωτό». (Κρ 5:1, 28) Από ένα τέτοιο δικτυωτό παραθύρου μπορούσε να κοιτάξει κάτω κανείς και να δει «κάποιον νεαρό που στερούνταν καρδιάς» να συναντάει μια πόρνη. (Παρ 7:6-13) Επίσης στο βιβλίο Άσμα Ασμάτων (2:9) γίνεται λόγος για κάποιον που “βλέπει μέσα από τα παράθυρα, κοιτάζει μέσα από τα δικτυωτά”.
Μερικά δικτυωτά είχαν προφανώς μεντεσέδες ώστε να ανοίγουν και να κλείνουν. Τα παράθυρα στο ανώγειο του Δανιήλ, από όπου φαινόταν ο Δανιήλ καθώς προσευχόταν στον Ιεχωβά τρεις φορές την ημέρα, ίσως είχαν δικτυωτά που άνοιγαν και έκλειναν.—Δα 6:10.