ΜΑΑΔΑΪ
(Μααδαΐ) [συντετμημένη μορφή του Μααδίας].
Ισραηλίτης «από τους γιους του Βανί» οι οποίοι είχαν δεχτεί αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν στις ημέρες του Έσδρα, μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 10:25, 34, 44.