ΜΑΧΙΡ
(Μαχίρ) [από μια ρίζα που σημαίνει «πουλώ»].
1. Ο πρώτος κατονομαζόμενος γιος που απέκτησε ο Μανασσής από τη Σύρια παλλακίδα του. Ο Μαχίρ ίδρυσε την οικογένεια των Μαχιριτών και αποκαλείται «πατέρας του Γαλαάδ». Σύζυγός του ήταν η Μααχά, και απέκτησε γιους ενόσω ζούσε ο Ιωσήφ. (Γε 50:23· Αρ 26:29· Ιη 17:1· 1Χρ 2:21, 23· 7:14-17) «Οι γιοι του Μαχίρ» κατέλαβαν την περιοχή της Γαλαάδ, έδιωξαν τους Αμορραίους και έλαβαν όλη αυτή την περιφέρεια ως κληρονομιά. (Αρ 32:39, 40· Δευ 3:15· Ιη 13:31) Ο Σαλπαάδ και οι κόρες του ήταν Μανασσίτες από την οικογένεια του Μαχίρ. (Αρ 27:1· 36:1, 2· Ιη 17:3) Στον επινίκιο ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ, το όνομα «Μαχίρ» φαίνεται ότι χρησιμοποιείται ποιητικά για ολόκληρη τη φυλή του Μανασσή.—Κρ 5:1, 14.
2. Γιος του Αμμιήλ (και κάτοικος της Λο-δεβάρ) στο σπίτι του οποίου έμενε ο Μεφιβοσθέ, ο γιος του Ιωνάθαν, ώσπου τον πήρε κοντά του ο Δαβίδ και μερίμνησε για τις ανάγκες του. (2Σα 9:4-7, 13) Αργότερα, στη διάρκεια της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ, ο Μαχίρ ήταν μεταξύ των ατόμων που εφοδίασαν τον Βασιλιά Δαβίδ και τους συντρόφους του με τροφή και άλλες προμήθειες.—2Σα 17:27-29.