ΜΑΡΗΣΑ(Χ)
(Μαρησά[χ]) [Τόπος στο Κεφάλι (στην Κορυφή)].
1. Απόγονος του Ιούδα που αποκαλείται “πατέρας” του Χεβρών. (1Χρ 2:3, 42) Μολονότι θα μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ο Μαρησάχ υπήρξε ο πρόγονος όσων κατοικούσαν στην πόλη της Χεβρών, κάτι τέτοιο είναι απίθανο εφόσον ο Χεβρών ο οποίος αναφέρεται εδώ είχε γιους, πράγμα που σημαίνει ότι προφανώς ήταν πρόσωπο.—1Χρ 2:43.
2. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Σηλά. Ως «πατέρας του Μαρησάχ» προσδιορίζεται ο Λααδά. (1Χρ 4:21) Αυτός ο Μαρησάχ (ή ο πατέρας του ο Λααδά) ενδεχομένως ίδρυσε την πόλη της Μαρησάχ ή είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Μαρησάχ από τη φυλή του Ιούδα που αναφέρεται πιο πάνω, εντούτοις τίποτα από αυτά δεν είναι βέβαιο.
3. Η Μαρησάχ, που αναφέρεται ως μέρος μιας ομάδας εννιά πόλεων της περιοχής Σεφηλά του Ιούδα (Ιη 15:44), κατείχε στρατηγική θέση δίπλα σε μια από τις κοιλάδες που σχημάτιζαν φυσική δίοδο από την παράκτια πεδιάδα προς τα βουνά και τη Χεβρών. Ταυτίζεται με το Τελλ Σανταχάνα (Τελ Μαρέσα), περίπου 1,5 χλμ. Ν του Μπέιτ Τζιμπρίν (Μπετ Γκουβρίν).
Ο Βασιλιάς Ροβοάμ, διάδοχος του Σολομώντα, οχύρωσε τη Μαρησάχ, ενισχύοντας έτσι την άμυνα του Ιούδα ενάντια σε επιθέσεις από αυτή τη δίοδο προσέγγισης. (2Χρ 11:5, 8) Ο Ζερά ο Αιθίοπας ανέβηκε ταχύτατα από το Ν με μια τεράστια δύναμη ενός εκατομμυρίου αντρών και ήρθε αντιμέτωπος στη Μαρησάχ με το στράτευμα του Βασιλιά Ασά, η δε μάχη, που κατέληξε μέσω θεϊκής βοήθειας σε νίκη του Ιούδα, διεξάχθηκε σε εκείνη την περιοχή. Ο Ασά καταδίωξε το ηττημένο στράτευμα των Αιθιόπων επί 35 περίπου χλμ., ως τα Γέραρα, ΝΔ της Μαρησάχ. (2Χρ 14:9-13) Η Μαρησάχ, ονομαζόμενη και Μαρησά, ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα του προφήτη Ελιέζερ ο οποίος προείπε σωστά ότι το ναυπηγικό εγχείρημα που είχε αναλάβει ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ σε συνεργασία με τον Οχοζία του Ισραήλ θα αποτύγχανε. (2Χρ 20:35-37) Η προφητεία του Μιχαία, η οποία προειδοποιούσε τον αποστατικό Ιούδα και τον Ισραήλ για την επικείμενη τιμωρία, κάνει ιδιαίτερη αναφορά στη Μαρησάχ.—Μιχ 1:15.
Κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, η Μαρησάχ έγινε γνωστή ως Μαρίσα και εξακολούθησε να είναι μια τοποθεσία ιδιαίτερης σπουδαιότητας, αν και έγινε σιδωνιακή αποικία και αργότερα εδωμιτικό οχυρό. Τελικά καταστράφηκε από τους Πάρθους το 40 Π.Κ.Χ.