ΜΕΚΟΝΑ
(Μεκονά) [από μια ρίζα που σημαίνει «εδραιώνω»].
Πόλη στο νότιο Ιούδα, προφανώς κοντά στη Σικλάγ, η οποία ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να έχει εξαρτώμενες, ή αλλιώς «θυγατρικές», κωμοπόλεις. (Νε 11:25, 28) Η ακριβής θέση της δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί. Οι περισσότερες προτεινόμενες εκδοχές βασίζονται σε τροποποιήσεις του κειμένου.