ΜΙΧΑΙΑΣ
(Μιχαίας).
Στην εβραϊκή, το όνομα αυτό αποτελεί συντετμημένη μορφή του Μιχαήλ ή του Μιχαΐας.—Βλέπε ΜΙΧΑ.
1. Εφραϊμίτης ο οποίος κατά παράβαση της όγδοης από τις Δέκα Εντολές (Εξ 20:15) πήρε από τη μητέρα του 1.100 κομμάτια ασήμι. Όταν το ομολόγησε και τα επέστρεψε, εκείνη είπε: «Εξάπαντος θα αγιάσω το ασήμι για τον Ιεχωβά από το χέρι μου για χάρη του γιου μου, ώστε να φτιάξω γλυπτή εικόνα και χυτό άγαλμα· και τώρα θα σου το δώσω πίσω». Κατόπιν έδωσε 200 κομμάτια ασήμι σε έναν αργυροχόο, ο οποίος έφτιαξε «μια γλυπτή εικόνα και ένα χυτό άγαλμα», τα οποία στη συνέχεια τοποθετήθηκαν στο σπίτι του Μιχαία. Ο Μιχαίας, που είχε «έναν οίκο θεών», έφτιαξε ένα εφόδ και θεραφίμ και εξουσιοδότησε έναν από τους γιους του να υπηρετεί ως ιερέας για αυτόν. Μολονότι αυτή η διευθέτηση υποτίθεται ότι έγινε προς τιμήν του Ιεχωβά, στην πραγματικότητα ήταν χονδροειδώς εσφαλμένη, διότι παραβίαζε την εντολή που απαγόρευε την ειδωλολατρία (Εξ 20:4-6) και παρέκαμπτε τη σκηνή του Ιεχωβά και το ιερατείο του. (Κρ 17:1-6· Δευ 12:1-14) Αργότερα, ο Μιχαίας πήρε στο σπίτι του τον Ιωνάθαν, έναν απόγονο του Γηρσώμ, γιου του Μωυσή, μισθώνοντας αυτόν το νεαρό Λευίτη για να υπηρετεί ως ιερέας του. (Κρ 18:4, 30) Νιώθοντας ανάρμοστη ικανοποίηση από αυτή την ενέργεια, ο Μιχαίας είπε: «Τώρα γνωρίζω ότι ο Ιεχωβά θα μου κάνει καλό». (Κρ 17:7-13) Αλλά ο Ιωνάθαν δεν ήταν από τη γενεαλογική γραμμή του Ααρών και επομένως δεν διέθετε τα προσόντα για ιερατική υπηρεσία, πράγμα που έκανε ακόμη χειρότερο το σφάλμα του Μιχαία.—Αρ 3:10.
Εκείνες τις ημέρες οι Δανίτες, αναζητώντας τόπο για να κατοικήσουν, έστειλαν πέντε κατασκόπους οι οποίοι τελικά έφτασαν στον Εφραΐμ «μέχρι το σπίτι του Μιχαία, και διανυκτέρευσαν εκεί». Ενώ βρίσκονταν κοντά στο σπίτι του Μιχαία, αναγνώρισαν τη φωνή του Ιωνάθαν, εξακρίβωσαν τι έκανε εκεί και του ζήτησαν να ρωτήσει τον Θεό αν θα είχαν επιτυχία στο εγχείρημά τους. Ο ιερέας τούς είπε: «Πηγαίνετε με ειρήνη. Ενώπιον του Ιεχωβά είναι ο δρόμος που πηγαίνετε». (Κρ 18:1-6) Στη συνέχεια αυτοί κατασκόπευσαν τη Λαΐς και επέστρεψαν δίνοντας στους αδελφούς τους πληροφορίες σχετικά με την περιοχή. Κατόπιν οι πέντε κατάσκοποι και 600 Δανίτες ζωσμένοι για πόλεμο κατευθύνθηκαν προς εκείνη την πόλη. Καθ’ οδόν, καθώς περνούσαν από το σπίτι του Μιχαία, οι κατάσκοποι μίλησαν στους αδελφούς τους για τα θρησκευτικά του αντικείμενα και τους πρότειναν να τα πάρουν. Οι Δανίτες τα πήραν και επιπλέον έπεισαν τον Λευίτη ότι θα ήταν καλύτερα να είναι ιερέας για μια φυλή και οικογένεια στον Ισραήλ παρά για έναν άνθρωπο μόνο. Έπειτα πήραν τον ίδιο, το εφόδ, τα θεραφίμ και τη γλυπτή εικόνα και έφυγαν.—Κρ 18:7-21.
Λίγο αργότερα, ο Μιχαίας και μια ομάδα αντρών καταδίωξαν τους Δανίτες. Όταν τους πρόλαβαν, και εκείνοι ρώτησαν τι συμβαίνει, ο Μιχαίας είπε: «Τους θεούς μου που έφτιαξα τους πήρατε, όπως και τον ιερέα, και φεύγετε· και τι μου έμεινε πια;» Τότε οι γιοι του Δαν προειδοποίησαν τον Μιχαία ότι μπορεί να του επιτίθεντο αν συνέχιζε να τους ακολουθεί και να διαμαρτύρεται. Βλέποντας ότι οι Δανίτες ήταν πολύ ισχυρότεροι από την ομάδα του, ο Μιχαίας γύρισε στο σπίτι του. (Κρ 18:22-26) Ύστερα οι Δανίτες πάταξαν και έκαψαν τη Λαΐς, χτίζοντας στη θέση της την πόλη Δαν. Ο Ιωνάθαν και οι γιοι του έγιναν ιερείς για τους Δανίτες, οι οποίοι «τη γλυπτή εικόνα του Μιχαία, την οποία είχε φτιάξει αυτός, τη διατήρησαν στη θέση της όλες τις ημέρες που ο οίκος του αληθινού Θεού [η σκηνή] παρέμενε στη Σηλώ».—Κρ 18:27-31.
2. Λευίτης από την κααθιτική οικογένεια του Οζιήλ. Ο Μιχαίας ήταν κεφαλή αυτής της οικογένειας και ο αδελφός του ο Ιεσίας δεύτερος, όταν ο Δαβίδ κατένειμε τους διορισμούς των Λευιτικών υπηρεσιών.—1Χρ 23:6, 12, 20· 24:24, 25.
3. Απόγονος του Βασιλιά Σαούλ, γιος του Μερίβ-βάαλ (Μεφιβοσθέ), γιου του Ιωνάθαν. Ονομάζεται επίσης Μιχά.—1Χρ 8:33-35· 9:39-41· 2Σα 9:12.
4. Ρουβηνίτης που ήταν γιος του Σιμεΐ και πατέρας του Ρεαΐα. Ο απόγονός του ο Βηράχ ήταν ένας από τους αρχηγούς της φυλής του Ρουβήν και οδηγήθηκε σε εξορία από τον Ασσύριο Βασιλιά Θελγάθ-φελνασάρ (Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄).—1Χρ 5:1, 3-6· 2Βα 15:29.
5. Πατέρας του Αβδών (Αχβώρ). Ονομάζεται επίσης Μιχαΐας, που στην εβραϊκή είναι ο αναπτυγμένος τύπος του ονόματός του.—2Χρ 34:20· 2Βα 22:12.
6. Λευίτης και απόγονος του Ασάφ. (Νε 11:15, 17) Ονομάζεται επίσης Μιχά και Μιχαΐας.—1Χρ 9:15· Νε 11:22· 12:35.
7. Συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου της Αγίας Γραφής και προφήτης του Ιεχωβά στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωθάμ, του Άχαζ και του Εζεκία, βασιλιάδων του Ιούδα (777-717 Π.Κ.Χ.). Ο Μιχαίας ήταν σύγχρονος των προφητών Ωσηέ και Ησαΐα. Το πόσο ακριβώς διήρκεσε η προφητική του δράση δεν είναι βέβαιο, αλλά προφανώς τερματίστηκε προς το τέλος της βασιλείας του Εζεκία, όταν ολοκληρώθηκε η συγγραφή του βιβλίου του εν λόγω προφήτη.—Μιχ 1:1· Ωσ 1:1· Ησ 1:1.
Ο Μιχαίας καταγόταν από το χωριό Μορέσεθ, ΝΔ της Ιερουσαλήμ. (Ιερ 26:18) Ως κάτοικος της εύφορης Σεφηλά, ο προφήτης ήταν εξοικειωμένος με την αγροτική ζωή, από την οποία εμπνεύστηκε να χρησιμοποιήσει μεστές μεταφορικές εικόνες. (Μιχ 2:12· 4:12, 13· 7:1, 4, 14) Ο Μιχαίας προφήτευσε σε πολύ ταραχώδεις καιρούς, κατά τους οποίους άκμαζε στον Ισραήλ και στον Ιούδα η ψεύτικη λατρεία και η ηθική διαφθορά, αλλά και κατά τους οποίους ο Βασιλιάς Εζεκίας προέβη σε θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις. (2Βα 15:32–20:21· 2Χρ 27-32) Εύλογα, λοιπόν, «ο λόγος του Ιεχωβά που ήρθε στον Μιχαία» προειδοποιούσε ότι ο Θεός επρόκειτο να κάνει τη Σαμάρεια «σωρό ερειπίων του αγρού», ενώ προφητεύτηκε ακόμη ότι «η Σιών θα οργωθεί σαν αγρός και η Ιερουσαλήμ θα μεταβληθεί σε σωρούς ερειπίων». (Μιχ 1:1, 6· 3:12) Μολονότι η ερήμωση του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ έλαβε χώρα το 607 Π.Κ.Χ., πολλά χρόνια μετά την εποχή του, ο Μιχαίας πιθανότατα είδε στη διάρκεια της ζωής του την προειπωμένη καταστροφή της Σαμάρειας το 740 Π.Κ.Χ.—2Βα 25:1-21· 17:5, 6.