ΘΑΥΜΑΤΑ
Συμβάντα που προκαλούν το θαυμασμό ή την έκπληξη· φαινόμενα στον υλικό κόσμο που υπερβαίνουν όλες τις γνωστές ανθρώπινες ή φυσικές δυνάμεις και γι’ αυτό αποδίδονται σε υπερφυσικό παράγοντα. Στις Εβραϊκές Γραφές η λέξη μωφέθ, που μερικές φορές μεταφράζεται «θαύμα», σημαίνει επίσης «θαυμαστό προμήνυμα», «θαυμαστό πράγμα» και «σημάδι». (Δευ 28:46· 1Χρ 16:12, υποσ.) Συνήθως χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με την εβραϊκή λέξη ’ωθ, που σημαίνει «σημείο». (Δευ 4:34) Η λέξη δύναμις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποδίδεται «δύναμη», «δυναμικά έργα», «ικανότητα», «θαύμα».—Ματ 25:15· Λου 6:19· 1Κο 12:10, AT, KJ, RS, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΕΜΖ, ΜΠΚ.
Το θαύμα είναι για τον κατάπληκτο παρατηρητή κάτι το οποίο ο ίδιος δεν μπορεί να εκτελέσει ή έστω να καταλάβει πλήρως. Είναι επίσης δυναμικό έργο που απαιτεί μεγαλύτερη δύναμη ή γνώση από τη δική του. Αλλά από τη σκοπιά εκείνου που είναι η πηγή αυτής της δύναμης, δεν είναι θαύμα. Εκείνος το καταλαβαίνει και έχει την ικανότητα να το πραγματοποιήσει. Επομένως, πολλές πράξεις που εκτελεί ο Θεός, παρότι καταπλήσσουν τους ανθρώπινους παρατηρητές, αποτελούν απλώς άσκηση της δύναμής του. Αν κάποιος πιστεύει σε μια θεότητα, ιδιαίτερα στον Θεό της δημιουργίας, δεν μπορεί με συνέπεια να αρνηθεί ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να επιτελεί πράγματα που προκαλούν δέος στα ανθρώπινα μάτια.—Ρω 1:20· βλέπε ΔΥΝΑΜΗ, ΔΥΝΑΜΙΚΑ ΕΡΓΑ.
Είναι τα θαύματα συμβατά με τους φυσικούς νόμους;
Μέσω μελέτης και παρατήρησης, οι ερευνητές έχουν προσδιορίσει διάφορες ομοιόμορφες λειτουργίες στο σύμπαν και έχουν αναγνωρίσει νόμους που ευθύνονται για αυτή την ομοιομορφία στα φυσικά φαινόμενα. Ένας από αυτούς είναι “ο νόμος της βαρύτητας”. Οι επιστήμονες παραδέχονται την πολυπλοκότητα αλλά και την αξιοπιστία αυτών των νόμων, και το γεγονός ότι τους αποκαλούν “νόμους” υποδηλώνει την ύπαρξη Κάποιου που τους έχει θέσει σε ισχύ. Οι σκεπτικιστές θεωρούν το θαύμα παραβίαση των νόμων τους οποίους αποδέχονται ως φυσικούς, αμετάκλητους και απαρέγκλιτους. Ως εκ τούτου, λένε ότι δεν συμβαίνουν θαύματα. Ας μη μας διαφεύγει ότι, κατά την άποψη των σκεπτικιστών, αν κάτι δεν είναι κατανοητό και εξηγήσιμο σε εμάς στο βαθμό στον οποίο αντιλαμβανόμαστε αυτούς τους νόμους, δεν μπορεί να συμβεί.
Εντούτοις, ικανοί επιστήμονες εμφανίζονται όλο και πιο διστακτικοί να χαρακτηρίσουν κάτι ως αδύνατον. Ο καθηγητής Τζον Ρ. Μπρόμπεκ του Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας δήλωσε: «Ο επιστήμονας δεν μπορεί πια να πει έντιμα ότι κάτι είναι αδύνατον. Μπορεί να πει μόνο ότι είναι απίθανο. Ίσως, όμως, θα μπορούσε να πει ότι κάτι είναι ανεξήγητο με βάση την τωρινή μας γνώση. Η επιστήμη δεν μπορεί να πει ότι τώρα γνωρίζει όλες τις ιδιότητες της ύλης και όλες τις μορφές της ενέργειας. . . . [Για να συμβεί ένα θαύμα] χρειάζεται να προστεθεί κάποια πηγή ενέργειας άγνωστη σε εμάς, όσον αφορά τις επιστήμες της βιολογίας και της φυσιολογίας. Στις Γραφές μας, αυτή η πηγή ενέργειας προσδιορίζεται ως η δύναμη του Θεού». (Τάιμ [Time], 4 Ιουλίου 1955) Αφότου έγινε αυτή η δήλωση, έχει επιβεβαιωθεί ακόμη περισσότερο από περαιτέρω επιστημονικές εξελίξεις.
Οι επιστήμονες δεν καταλαβαίνουν πλήρως τις ιδιότητες της θερμότητας, του φωτός, της ατομικής και της πυρηνικής ενέργειας, του ηλεκτρισμού ή οποιασδήποτε μορφής ύλης ακόμη και σε κανονικές συνθήκες. Ακόμη πιο ελλιπής είναι η κατανόησή τους γύρω από αυτές τις ιδιότητες σε ασυνήθιστες ή μη κανονικές συνθήκες. Παραδείγματος χάρη, αν και έχουν αρχίσει σχετικά πρόσφατα κάποιες εκτεταμένες έρευνες σε συνθήκες ακραίου ψύχους, παρατηρήθηκαν σε αυτό το σύντομο διάστημα πολλές παράδοξες αντιδράσεις των στοιχείων. Ο μόλυβδος, που δεν είναι ιδανικός αγωγός του ηλεκτρισμού, αν βυθιστεί σε υγρό ήλιο το οποίο έχει ψυχθεί σε θερμοκρασία -271°C, μετατρέπεται παραδόξως σε υπεραγωγό και ισχυρό ηλεκτρομαγνήτη, όταν τοποθετηθεί κοντά του μια μαγνητική ράβδος. Σε τέτοια υπερβολικά χαμηλή θερμοκρασία το ίδιο το ήλιο φαίνεται να αψηφά το νόμο της βαρύτητας, καθώς αναρριχάται στο τοίχωμα του γυάλινου σωλήνα, ξεπερνάει το χείλος και αποστραγγίζεται μόνο του από το δοχείο.—Ύλη (Matter), από τη σειρά Λάιφ Σάιενς Λάιμπραρι (Life Science Library), 1963, σ. 68, 69.
Αυτή η ανακάλυψη είναι μία από τις πολλές που έχουν αφήσει άναυδους τους επιστήμονες και φαίνεται να ανατρέπουν τις προηγούμενες αντιλήψεις τους. Πώς, λοιπόν, μπορεί οποιοσδήποτε να πει ότι ο Θεός παραβίασε τους δικούς του νόμους εκτελώντας δυναμικά έργα που φαίνονταν εκπληκτικά και θαυματουργικά στους ανθρώπους; Ασφαλώς ο Δημιουργός του υλικού σύμπαντος έχει υπό τέλειο έλεγχο τα δημιουργήματά του και μπορεί να τα χειριστεί μέσα στα πλαίσια των νόμων που έχει θέσει σε αυτά. (Ιωβ 38) Είναι ικανός να προκαλέσει τις απαραίτητες συνθήκες για την εκτέλεση αυτών των έργων. Είναι ικανός να επιταχύνει, να επιβραδύνει, να τροποποιήσει ή να εξουδετερώσει διάφορες αντιδράσεις. Ή οι άγγελοι, που έχουν μεγαλύτερη δύναμη από τους ανθρώπους, είναι ικανοί να το κάνουν αυτό καθώς εκτελούν το θέλημα του Ιεχωβά.—Εξ 3:2· Ψλ 78:44-49.
Ασφαλώς ο επιστήμονας δεν παραγκωνίζει ούτε υπερβαίνει τους φυσικούς νόμους όταν παρέχει περισσότερη θερμότητα ή ψύξη, ή περισσότερο οξυγόνο, και ούτω καθεξής, για να επιταχύνει ή για να επιβραδύνει μια χημική διεργασία. Εντούτοις, οι σκεπτικιστές αμφισβητούν τα θαύματα της Αγίας Γραφής, μεταξύ των οποίων και το «θαύμα» της δημιουργίας. Στην ουσία, αυτοί οι αμφισβητίες ισχυρίζονται ότι είναι εξοικειωμένοι με όλες τις συνθήκες και τις διεργασίες που έλαβαν ποτέ χώρα. Επιμένουν ότι οι ενέργειες του Δημιουργού πρέπει να περιορίζονται στα στενά όρια της δικής τους κατανόησης όσον αφορά τους νόμους που διέπουν τα υλικά πράγματα.
Αυτή η αδυναμία των επιστημόνων αναγνωρίζεται από έναν Σουηδό καθηγητή της φυσικής πλάσματος, ο οποίος τόνισε: «Κανείς δεν αμφισβητεί την υπακοή της γήινης ατμόσφαιρας στους νόμους της μηχανικής και της ατομικής φυσικής. Παρ’ όλα αυτά, ίσως μας είναι εξαιρετικά δύσκολο να καθορίσουμε πώς λειτουργούν αυτοί οι νόμοι σε συνάρτηση με οποιαδήποτε δεδομένη κατάσταση που περιλαμβάνει ατμοσφαιρικά φαινόμενα». (Κόσμοι-Αντικόσμοι [Worlds-Antiworlds], του Χ. Αλβέεν, 1966, σ. 5) Ο καθηγητής εφάρμοσε αυτή τη σκέψη στην προέλευση του σύμπαντος. Ο Θεός εδραίωσε τους φυσικούς νόμους οι οποίοι διέπουν τη γη, τον ήλιο και τη σελήνη, και μέσα στα πλαίσιά τους οι άνθρωποι έχουν καταφέρει να επιτελέσουν θαυμαστά πράγματα. Ασφαλώς, ο Θεός θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτούς τους νόμους προκειμένου να παραγάγουν κάποιο αποτέλεσμα απροσδόκητο για τους ανθρώπους. Δεν θα είχε πρόβλημα να χωρίσει την Ερυθρά Θάλασσα στα δύο έτσι ώστε να είναι “τα νερά τείχος” εκατέρωθεν. (Εξ 14:22) Μολονότι για τον άνθρωπο το περπάτημα πάνω στο νερό είναι εκπληκτικό κατόρθωμα, αυτό θα μπορούσε να επιτελεστεί πανεύκολα με τη δύναμη “Αυτού που εκτείνει τους ουρανούς σαν αραχνοΰφαντο ύφασμα, που τους απλώνει σαν σκηνή για κατοίκηση”. Επιπλέον, ο Θεός περιγράφεται ως αυτός που δημιούργησε και ελέγχει όλα τα πράγματα στους ουρανούς, και λέγεται επίσης ότι «λόγω της αφθονίας της δυναμικής ενέργειας, και επειδή είναι σθεναρός σε δύναμη, ούτε ένα από αυτά δεν λείπει».—Ησ 40:21, 22, 25, 26.
Εφόσον η αναγνώριση της ύπαρξης κάποιου νόμου, όπως του νόμου της βαρύτητας, προϋποθέτει έναν νομοθέτη ασύγκριτης, υπερανθρώπινης νοημοσύνης και δύναμης, γιατί να αμφισβητεί κανείς ότι αυτός έχει την ικανότητα να εκτελεί θαυμαστά πράγματα; Γιατί να προσπαθεί να περιορίσει τη δράση του μέσα στο ανυπολόγιστα στενό φάσμα της ανθρώπινης γνώσης και εμπειρίας; Ο πατριάρχης Ιώβ περιγράφει το σκοτάδι και την ανοησία στην οποία επιτρέπει ο Θεός να περιπέσουν όσοι αντιπαραβάλλουν με αυτόν τον τρόπο τη δική τους σοφία με τη δική του.—Ιωβ 12:16-25· παράβαλε Ρω 1:18-23.
Η Προσκόλληση του Θεού στον Ηθικό Νόμο Του. Ο Θεός της δημιουργίας δεν είναι απρόβλεπτος, αναξιόπιστος Θεός, ο οποίος παραβιάζει τους ίδιους τους νόμους του. (Μαλ 3:6) Αυτό φαίνεται από την προσκόλλησή του στους ηθικούς νόμους του, που εναρμονίζονται με τους φυσικούς νόμους του αλλά είναι υψηλότεροι και ανώτεροι από αυτούς. Στην κρίση ο Θεός δεν μπορεί να παραβλέψει την αδικία. «Εσύ είσαι πολύ αγνός στα μάτια για να βλέπεις το κακό· και να παρατηρείς τα προβλήματα δεν μπορείς», λέει ο προφήτης του. (Αββ 1:13· Εξ 34:7) Ο ίδιος διατύπωσε το νόμο του στον Ισραήλ ως εξής: «Ψυχή θα είναι αντί ψυχής, μάτι αντί ματιού, δόντι αντί δοντιού, χέρι αντί χεριού, πόδι αντί ποδιού». (Δευ 19:21) Όταν ο Θεός θέλησε να συγχωρήσει στους αβοήθητους, μετανοημένους ανθρώπους την αμαρτία εξαιτίας της οποίας πεθαίνουν, έπρεπε να έχει κάποια νομική βάση προκειμένου να παραμείνει προσκολλημένος στο νόμο του. (Ρω 5:12· Ψλ 49:6-8) Απέδειξε ότι προσκολλάται αυστηρά στο νόμο φτάνοντας στο σημείο να θυσιάσει τον μονογενή του Γιο ως λύτρο για τις αμαρτίες της ανθρωπότητας. (Ματ 20:28) Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι, «μέσω της απελευθέρωσης με το λύτρο που πλήρωσε ο Χριστός Ιησούς», ο Ιεχωβά μπόρεσε «να δείξει τη δικαιοσύνη του . . . για να είναι αυτός δίκαιος ακόμη και όταν ανακηρύσσει δίκαιο τον άνθρωπο που έχει πίστη στον Ιησού». (Ρω 3:24, 26) Αν συνειδητοποιήσουμε ότι ο Θεός, από σεβασμό για τους ηθικούς νόμους του, δεν δίστασε να θυσιάσει τον αγαπημένο του Γιο, μπορούμε ασφαλώς να συμπεράνουμε ότι δεν θα βρισκόταν ποτέ στην ανάγκη να «παραβιάσει» τους φυσικούς του νόμους για να εκπληρώσει οτιδήποτε επιθυμούσε μέσα στα πλαίσια της υλικής δημιουργίας.
Αντιτίθενται στην Ανθρώπινη Εμπειρία; Ο απλός ισχυρισμός ότι δεν έλαβαν χώρα θαύματα δεν αποδεικνύει ότι τα πράγματα έχουν όντως έτσι. Κάποιος σήμερα ίσως να αμφισβητήσει το κατά πόσον είναι αληθινό οποιοδήποτε καταγραμμένο ιστορικό γεγονός, επειδή ο ίδιος δεν το έζησε και δεν υπάρχουν πια αυτόπτες μάρτυρες για να το επιβεβαιώσουν. Αυτό όμως δεν αλλάζει τα ιστορικά γεγονότα. Μερικοί απορρίπτουν τις αφηγήσεις περί θαυμάτων επειδή, όπως λένε, αυτά αντιτίθενται στην ανθρώπινη εμπειρία—εννοείται την ανθρώπινη εμπειρία που αποδέχονται οι ίδιοι ως αληθινή από τις παρατηρήσεις, τα βιβλία, και ούτω καθεξής. Αν οι επιστήμονες εφάρμοζαν στην πράξη αυτή την άποψη, θα πραγματοποιούσαν πολύ λιγότερες έρευνες και θα εφεύρισκαν πολύ λιγότερα νέα πράγματα και μεθόδους. Παραδείγματος χάρη, δεν θα συνέχιζαν τις έρευνες για τη θεραπεία «αθεράπευτων» ασθενειών ή για διαστημικά ταξίδια προς άλλους πλανήτες ή ακόμη πιο μακριά στο σύμπαν. Τουναντίον, οι επιστήμονες ερευνούν και μερικές φορές προσφέρουν στην ανθρωπότητα εντελώς καινούρια πράγματα. Τα σημερινά επιτεύγματα θα κατέπλησσαν τους αρχαίους, οι οποίοι θα θεωρούσαν θαύματα πολλά στοιχεία από τη σύγχρονη καθημερινότητα της ανθρωπότητας.
Δεν Εξηγούνται Απλώς με τη Λογική. Ορισμένοι πολέμιοι της Βιβλικής αφήγησης υποστηρίζουν ότι τα Βιβλικά θαύματα μπορούν να εξηγηθούν επιστημονικά και λογικά ως απλώς και μόνο φυσικά συμβάντα και ότι οι Βιβλικοί συγγραφείς απλώς απέδωσαν αυτά τα συμβάντα στην παρέμβαση του Θεού. Είναι αλήθεια ότι χρησιμοποιήθηκαν μέσα όπως οι σεισμοί. (1Σα 14:15, 16· Ματ 27:51) Αλλά αυτό από μόνο του δεν αποδεικνύει ότι ο Θεός δεν έπαιξε κάποιον ρόλο στα τεκταινόμενα. Όχι μόνο τα όσα συνέβησαν ήταν αυτά καθαυτά δυναμικά έργα (παραδείγματος χάρη, οι προαναφερόμενοι σεισμοί), αλλά επίσης ο χρόνος κατά τον οποίο συνέβησαν αποκλείει την πιθανότητα να ήταν τυχαία περιστατικά. Για παράδειγμα, μερικοί έχουν ισχυριστεί ότι το μάννα που χορηγήθηκε στους Ισραηλίτες μπορεί να βρεθεί στην έρημο ως γλυκιά, κολλώδης έκκριση πάνω σε αλμυρίκια και θάμνους. Ακόμη και αν ευσταθούσε αυτός ο αμφίβολος ισχυρισμός, η χορήγηση του μάννα στον Ισραήλ δεν παύει να είναι θαύμα λόγω του παράγοντα χρόνου, δεδομένου ότι το μάννα δεν εμφανιζόταν στο έδαφος την έβδομη ημέρα κάθε εβδομάδας. (Εξ 16:4, 5, 25-27) Επιπλέον, ενώ έβγαζε σκουλήκια και βρωμούσε αν το φύλαγαν ως την επομένη, αυτό δεν συνέβαινε όταν το φύλαγαν για να το φάνε το Σάββατο. (Εξ 16:20, 24) Μπορεί επίσης να λεχθεί ότι η περιγραφή αυτού του μάννα ως έκκρισης δέντρων δεν φαίνεται να συμφωνεί εντελώς με τη Βιβλική περιγραφή του μάννα. Το Βιβλικό μάννα βρισκόταν στο έδαφος και έλιωνε στον καυτό ήλιο. Μπορούσαν να το κοπανίσουν σε γουδί, να το αλέσουν σε μύλο, να το βράσουν ή να το ψήσουν.—Εξ 16:19-23· Αρ 11:8· βλέπε ΜΑΝΝΑ.
Η Αξιοπιστία των Μαρτυριών. Η Χριστιανική θρησκεία είναι συνυφασμένη με το θαύμα της ανάστασης του Ιησού Χριστού. (1Κο 15:16-19) Οι αποδείξεις ότι αυτό το γεγονός έλαβε χώρα δεν είναι ασθενείς αλλά ισχυρές—περισσότεροι από 500 αυτόπτες μάρτυρες πιστοποίησαν ότι όντως συνέβη.—1Κο 15:3-8· Πρ 2:32.
Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη το κίνητρο όσων αποδέχτηκαν ως αληθινό το θαύμα της ανάστασης του Ιησού. Πολλοί είναι αυτοί που έχουν υποστεί διωγμό και θάνατο για τα πιστεύω τους—θρησκευτικά, πολιτικά και άλλα. Αλλά οι Χριστιανοί που υπέφεραν κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν είχαν υλικό ή πολιτικό όφελος. Αντί να αποκτήσουν δύναμη, πλούτο και εξοχότητα, πολλές φορές υφίσταντο την απώλεια όλων αυτών των πραγμάτων. Κήρυτταν την ανάσταση του Ιησού αλλά δεν χρησιμοποιούσαν καμιά μορφή βίας για να προάγουν τα πιστεύω τους ή για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Επίσης, όποιος διαβάζει τα επιχειρήματά τους μπορεί να διακρίνει ότι ήταν λογικοί, δεν ήταν φανατικοί. Υποκινούμενοι από αγάπη προσπαθούσαν να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους.
Ιδιαίτερα Γνωρίσματα των Βιβλικών Θαυμάτων. Αξιοσημείωτα γνωρίσματα των Βιβλικών θαυμάτων είναι ο φανερός και δημόσιος χαρακτήρας τους, η απλότητά τους, ο σκοπός και το κίνητρό τους. Παρότι μερικά έγιναν κατ’ ιδίαν ή ενώπιον μικρών ομάδων (1Βα 17:19-24· Μαρ 1:29-31· Πρ 9:39-41), συνήθως ήταν δημόσια και εκτελούνταν ενώπιον χιλιάδων ή ακόμη και εκατομμυρίων παρατηρητών. (Εξ 14:21-31· 19:16-19) Τα έργα του Ιησού ήταν φανερά και δημόσια—δεν τα περιέβαλλε ατμόσφαιρα μυστηρίου. Επίσης, ο Ιησούς γιάτρευε όλους όσους έρχονταν σε αυτόν και δεν αποτύχαινε με την πρόφαση ότι κάποιοι δεν είχαν αρκετή πίστη.—Ματ 8:16· 9:35· 12:15.
Η απλότητα χαρακτήριζε τόσο τις θαυματουργικές θεραπείες όσο και τον έλεγχο των στοιχείων της φύσης. (Μαρ 4:39· 5:25-29· 10:46-52) Σε αντίθεση με τα μαγικά τεχνάσματα, για τα οποία απαιτούνται ειδικά αντικείμενα, σκηνικά, φωτισμός και τελετουργίες, τα Βιβλικά θαύματα εκτελούνταν γενικά χωρίς επιδεικτικότητα, πολλές φορές με αφορμή μια τυχαία συνάντηση ή μια παράκληση από κάποιο άτομο στο δρόμο ή σε τόπο που δεν είχε ετοιμαστεί εκ των προτέρων.—1Βα 13:3-6· Λου 7:11-15· Πρ 28:3-6.
Το κίνητρο εκείνου που εκτελούσε το θαύμα δεν ήταν η ιδιοτελής προβολή του ή ο πλουτισμός κάποιου, αλλά πρωτίστως η ενδόξαση του Θεού. (Ιωα 11:1-4, 15, 40) Τα θαύματα δεν ήταν μυστηριώδεις πράξεις που εκτελούνταν για να ικανοποιήσουν απλώς την περιέργεια κάποιων και να τους αφήσουν άναυδους. Πάντοτε βοηθούσαν τους άλλους, μερικές φορές άμεσα με υλικό τρόπο και πάντοτε με πνευματικό τρόπο, καθώς έστρεφαν τους ανθρώπους στην αληθινή λατρεία. Όπως ακριβώς «εκείνο που εμπνέει την προφητεία [τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας, Κείμενο] είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού», έτσι και πολλά από τα θαύματα υποδείκνυαν τον Ιησού ως τον απεσταλμένο του Θεού.—Απ 19:10.
Τα Βιβλικά θαύματα περιλάμβαναν όχι μόνο έμψυχα αλλά και άψυχα πράγματα, όπως συνέβη όταν ησύχασε ο άνεμος και η θάλασσα (Ματ 8:24-27), σταμάτησε ή άρχισε η βροχή (1Βα 17:1-7· 18:41-45) και μετατράπηκε το νερό σε αίμα ή σε κρασί (Εξ 7:19-21· Ιωα 2:1-11). Περιλάμβαναν επίσης σωματικές ιάσεις κάθε είδους, όπως την ίαση της «αθεράπευτης» λέπρας (2Βα 5:1-14· Λου 17:11-19) και της εκ γενετής τυφλότητας (Ιωα 9:1-7). Αυτή η μεγάλη ποικιλία θαυμάτων επιβεβαιώνει ότι όντως είχαν την υποστήριξη του Δημιουργού, διότι λογικά μόνο ο Δημιουργός θα μπορούσε να ασκήσει επίδραση σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης εμπειρίας και σε όλες τις μορφές της ύλης.
Σκοπός στην Πρώτη Χριστιανική Εκκλησία. Τα θαύματα εξυπηρετούσαν πολλούς και σπουδαίους σκοπούς. Το πιο βασικό ήταν ότι συντελούσαν στο να αναγνωριστεί ή να επιβεβαιωθεί το γεγονός ότι κάποιος άνθρωπος λάβαινε δύναμη και υποστήριξη από τον Θεό. (Εξ 4:1-9) Τόσο στην περίπτωση του Μωυσή όσο και στην περίπτωση του Ιησού, υπήρξαν άνθρωποι που κατέληξαν σε αυτό το ορθό συμπέρασμα. (Εξ 4:30, 31· Ιωα 9:17, 31-33) Μέσω του Μωυσή, ο Θεός είχε υποσχεθεί την έλευση ενός προφήτη. Τα θαύματα του Ιησού βοήθησαν τους παρατηρητές να τον προσδιορίσουν ως εκείνον τον προφήτη. (Δευ 18:18· Ιωα 6:14) Ενόσω η Χριστιανοσύνη έκανε τα πρώτα της βήματα, τα θαύματα σε συνδυασμό με το άγγελμα βοηθούσαν τους ανθρώπους να διακρίνουν ότι πίσω από αυτήν βρισκόταν ο Θεός, ο οποίος είχε εγκαταλείψει το προηγούμενο Ιουδαϊκό σύστημα πραγμάτων. (Εβρ 2:3, 4) Με τον καιρό τα θαυματουργικά χαρίσματα που υπήρχαν τον πρώτο αιώνα επρόκειτο να παρέλθουν. Ήταν απαραίτητα μόνο ενόσω η Χριστιανική εκκλησία βρισκόταν στα σπάργανα.—1Κο 13:8-11.
Διαβάζοντας την ιστορία των Πράξεων των Αποστόλων, βλέπουμε ότι το πνεύμα του Ιεχωβά εργαζόταν με κραταιότητα και ταχύτητα για το σχηματισμό εκκλησιών και την εδραίωση της Χριστιανοσύνης. (Πρ 4:4· κεφ. 13, 14, 16-19) Στα λίγα χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στο 33 και στο 70 Κ.Χ., χιλιάδες πιστοί συγκεντρώθηκαν σε πολλές εκκλησίες από τη Βαβυλώνα ως τη Ρώμη, ίσως δε και ακόμη δυτικότερα. (1Πε 5:13· Ρω 1:1, 7· 15:24) Αξίζει να σημειωθεί ότι τότε υπήρχαν ελάχιστα αντίγραφα των Γραφών. Συνήθως μόνο οι ευκατάστατοι είχαν ρόλους ή οποιουδήποτε είδους βιβλία. Στις ειδωλολατρικές χώρες επικρατούσε άγνοια για την Αγία Γραφή ή τον Θεό της, τον Ιεχωβά. Σχεδόν τα πάντα έπρεπε να μεταδίδονται προφορικά. Οι άνθρωποι δεν είχαν στη διάθεσή τους Βιβλικά σχολιολόγια, ταμεία και εγκυκλοπαίδειες. Επομένως, τα θαυματουργικά χαρίσματα της ειδικής γνώσης, της σοφίας, της γλωσσολαλιάς και της διάκρισης των εμπνευσμένων λόγων ήταν ζωτικά για την εκκλησία τότε. (1Κο 12:4-11, 27-31) Αλλά, όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος, όταν αυτά τα πράγματα δεν θα ήταν πλέον αναγκαία, θα παρέρχονταν.
Διαφορετική η Κατάσταση Σήμερα. Σήμερα δεν βλέπουμε τον Θεό να εκτελεί τέτοια θαύματα μέσω των Χριστιανών υπηρετών του, διότι ο εγγράμματος πληθυσμός του κόσμου έχει στη διάθεσή του οτιδήποτε χρειάζεται, ενώ για την υποβοήθηση όσων αναλφάβητων θέλουν να ακούσουν υπάρχουν ώριμοι Χριστιανοί που έχουν αποκτήσει γνώση και σοφία μέσω μελέτης και πείρας. Δεν είναι αναγκαίο να εκτελεί τώρα ο Θεός τέτοια θαύματα για να πιστοποιήσει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο απελευθερωτής τον οποίο έχει διορίσει ή για να αποδείξει ότι Αυτός υποστηρίζει τους υπηρέτες Του. Ακόμη και αν εξακολουθούσε να δίνει στους υπηρέτες του την ικανότητα να εκτελούν θαύματα, αυτό δεν θα έπειθε τους πάντες, διότι ούτε και όλοι οι αυτόπτες μάρτυρες των θαυμάτων του Ιησού υποκινήθηκαν να δεχτούν τις διδασκαλίες του. (Ιωα 12:9-11) Από την άλλη πλευρά, οι σαρκαστές προειδοποιούνται από τη Γραφή ότι ο Θεός πρόκειται να εκτελέσει και άλλες καταπληκτικές πράξεις κατά την καταστροφή του παρόντος συστήματος πραγμάτων.—2Πε 3:1-10· Απ κεφ. 18, 19.
Ως κατακλείδα, μπορεί να λεχθεί ότι όσοι αρνούνται την ύπαρξη θαυμάτων είτε δεν πιστεύουν ότι υπάρχει ένας αόρατος Θεός και Δημιουργός είτε πιστεύουν ότι αυτός δεν έχει ασκήσει τη δύναμή του με υπερανθρώπινο τρόπο από τη δημιουργία και έπειτα. Ωστόσο, η απιστία τους δεν καθιστά το Λόγο του Θεού μάταιο. (Ρω 3:3, 4) Οι Βιβλικές αφηγήσεις των θαυμάτων του Θεού και ο καλός σκοπός που εξυπηρέτησαν αυτά—πάντοτε σε αρμονία με τις αλήθειες και τις αρχές του Λόγου του—εμπνέουν εμπιστοσύνη στον Θεό. Αποτελούν ισχυρή βεβαίωση ότι αυτός ενδιαφέρεται για την ανθρωπότητα και ότι είναι ικανός αλλά και αποφασισμένος να προστατέψει όσους τον υπηρετούν. Τα θαύματα αποτελούν εξεικονιστικά πρότυπα, το δε υπόμνημά τους οικοδομεί πίστη στο γεγονός ότι ο Θεός θα επέμβει θαυματουργικά στο μέλλον για να θεραπεύσει και να ευλογήσει την πιστή ανθρωπότητα.—Απ 21:4.