ΜΙΘΡΕΔΑΘ
(Μιθρεδάθ) [περσικής προέλευσης· σημαίνει «Δώρο του Μίθρα»].
1. Ο θησαυροφύλακας του Κύρου ο οποίος, με βασιλική διαταγή, παρέδωσε στους Ισραηλίτες περίπου 5.400 χρυσά και ασημένια σκεύη του ναού για να τα επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ.—Εσδ 1:7, 8, 11.
2. Ένας από τους εναντιουμένους στην ανοικοδόμηση του ναού κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, ο οποίος έγραψε μαζί με άλλους μια επιστολή στον Πέρση Βασιλιά Αρταξέρξη με την οποία κατηγορούσε ψευδώς τους Ιουδαίους.—Εσδ 4:7.