ΒΕΛΟΝΑ
Λεπτό εργαλείο με αιχμηρή απόληξη στο ένα άκρο του και οπή, το λεγόμενο μάτι, στο άλλο. Χρησιμοποιούνταν για ράψιμο με κλωστή (ή με μικρές δερμάτινες λωρίδες σε κάποιες περιπτώσεις) και για κέντημα. (Εξ 28:6· 35:34, 35· Εκ 3:7· Λου 5:36) Παρότι σε κάποιες αρχαίες τοποθεσίες έχουν ανακαλυφτεί βελόνες από κόκαλο, και μερικές από ελεφαντόδοντο, οι βελόνες που χρησιμοποιούσαν γενικά ήταν μπρούντζινες. Αυτές έμοιαζαν πολύ με τις σύγχρονες βελόνες. Στην Παλαιστίνη έχουν βρεθεί μπρούντζινες βελόνες μήκους 4 ως 14 εκ. περίπου. Μερικές αιγυπτιακές μπρούντζινες βελόνες είχαν μήκος από 8 μέχρι 9 εκ.
Βλέπε επίσης ΤΡΥΠΑ ΤΗΣ ΒΕΛΟΝΑΣ.