ΡΙΣΙΑ
(Ρισιά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ευαρεστούμαι· επιδοκιμάζω»].
Πολεμιστής και κεφαλή οικογένειας στη φυλή του Ασήρ. Γιος του Ουλλά.—1Χρ 7:39, 40.
Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.
Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.
(Ρισιά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ευαρεστούμαι· επιδοκιμάζω»].
Πολεμιστής και κεφαλή οικογένειας στη φυλή του Ασήρ. Γιος του Ουλλά.—1Χρ 7:39, 40.