ΣΑΠΦΕΙΡΑ
(Σαπφείρα) [αραμαϊκής προέλευσης· σημαίνει «Όμορφη»].
Σύζυγος του Ανανία. Συνέργησε με το σύζυγό της σε ένα δόλιο σχέδιο που κατέληξε στο θάνατό τους. Πούλησαν ένα κτήμα τους και υποκρίθηκαν ότι έφεραν στους αποστόλους ολόκληρο το ποσό που πήραν, όπως έκαναν άλλοι Χριστιανοί στην Ιερουσαλήμ προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που ανέκυψε μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.
Η αμαρτία του Ανανία και της Σαπφείρας ήταν, όχι ότι δεν έδωσαν όλο το αντίτιμο του κτήματος που πούλησαν, αλλά ότι ισχυρίστηκαν ψευδώς πως το έδωσαν, προφανώς για να λάβουν έπαινο από τους ανθρώπους παρά για να τιμήσουν τον Θεό και να κάνουν καλό στην εκκλησία του. Ο Πέτρος, υπό την επενέργεια του αγίου πνεύματος, εξέθεσε την απάτη τους λέγοντας: «Ανανία, γιατί σου έδωσε ο Σατανάς την τόλμη να φερθείς απατηλά στο άγιο πνεύμα και να κατακρατήσεις μυστικά κάποιο ποσό από το αντίτιμο του αγρού; Δεν παρέμενε δικό σου όσο παρέμενε σε εσένα, και δεν συνέχιζε να είναι κάτω από τον έλεγχό σου αφού πουλήθηκε; Γιατί έβαλες σκοπό μέσα στην καρδιά σου να κάνεις μια πράξη όπως αυτή; Φέρθηκες απατηλά, όχι σε ανθρώπους, αλλά στον Θεό». Όταν άκουσε τα λόγια του Πέτρου, ο Ανανίας έπεσε κάτω και εξέπνευσε.
Περίπου τρεις ώρες μετά μπήκε μέσα η Σαπφείρα και επανέλαβε το ίδιο ψέμα. Τότε ο Πέτρος τη ρώτησε: «Γιατί συμφωνήσατε να θέσετε σε δοκιμή το πνεύμα του Ιεχωβά;» Έτσι λοιπόν, και η Σαπφείρα έπεσε κάτω και εξέπνευσε. Αυτό το περιστατικό χρησίμευσε για τη διαπαιδαγώγηση της εκκλησίας, εμπνέοντας μεγάλο φόβο σε αυτήν και, αναμφίβολα, μεγάλο σεβασμό και εκτίμηση για το γεγονός ότι ο Ιεχωβά κατοικούσε πράγματι στην εκκλησία μέσω του πνεύματός του.—Πρ 4:34, 35· 5:1-11· 1Κο 3:16, 17· Εφ 2:22· παράβαλε 1Τι 1:20.