ΣΟΥΠΠΙΜ
(Σουππίμ).
1. Απόγονος του Βενιαμίν, ίσως μέσω του Βελά και του Ιρ(ί). (1Χρ 7:6, 7, 12) Η παρεμβολή του Σουππίμ στους γενεαλογικούς καταλόγους του Μανασσή, στο εδάφιο 1 Χρονικών 7:15, μπορεί να υποδηλώνει κάποια ασυνήθιστη σχέση μεταξύ των δύο φυλών. Στο εδάφιο Γένεση 46:21 ο Σουππίμ ονομάζεται Μουππίμ, πιθανώς εξαιτίας της ομοιότητας των γραμμάτων του αρχαίου εβραϊκού αλφαβήτου που αντιστοιχούν με το σ και το μ στην ελληνική. Το όνομα γράφεται επίσης Σεφουφά(μ, ν), και υπό αυτό το όνομα το εν λόγω άτομο προσδιορίζεται ως ο ιδρυτής της πατριάς των Σουφαμιτών στη φυλή του Βενιαμίν.—Αρ 26:39· 1Χρ 8:5.
2. Πυλωρός που διορίστηκε για τη δυτική πλευρά του αγιαστηρίου. (1Χρ 26:16) Εφόσον οι τρεις τελευταίοι χαρακτήρες του ονόματός του στην εβραϊκή (Σουππίμ) είναι ταυτόσημοι με τους τρεις τελευταίους χαρακτήρες της προηγούμενης φράσης (μπαιθ χα’ασουππίμ), οι λόγιοι υποπτεύονται ότι στο συγκεκριμένο εδάφιο υπάρχει διττογραφία (διπλή αντιγραφή λόγω σφάλματος) και όχι το όνομα κάποιου ατόμου.—Παράβαλε 1Χρ 26:10, 11.