ΕΓΧΟΡΔΟ
Υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με το όργανο ή τα όργανα που προσδιορίζουν διάφορες λέξεις της πρωτότυπης γλώσσας, οι οποίες αποδίδονται «έγχορδο». Το νέβελ μνημονεύεται συνήθως μαζί με το κιννώρ (άρπα), πράγμα που υποδηλώνει ότι αυτά τα όργανα είναι σαφώς διαφορετικά. Το νέβελ, ένα φορητό ξύλινο όργανο (1Βα 10:12), χρησιμοποιούνταν για να παίζει τόσο ιερή όσο και κοσμική μουσική. (2Σα 6:5· 2Χρ 5:12· Νε 12:27· Ησ 5:12· 14:4, 11) Προφανώς χρησιμοποιούνταν διάφορα έγχορδα, διότι η Αγία Γραφή αναφέρει τα μιννίμ («χορδές»· Ψλ 150:4), το κελί νέβελ («έγχορδο όργανο»· 1Χρ 16:5· Ψλ 71:22), το νέβελ ‛ασώρ («δεκάχορδο όργανο»· η λέξη ‛ασώρ συνδέεται με μια λέξη που σημαίνει «δέκα»· Ψλ 33:2· 144:9), τα νεγινώθ (η λέξη συγγενεύει με ένα ρήμα που σημαίνει «παίζω έγχορδο»· επιγραφές Ψλ 4, 6, 54, 55, 61, 67, 76) και το πεσαντερίν (θεωρείται ότι σημαίνει τριγωνικό «έγχορδο»· Δα 3:5, 7, 10, 15).—Βλέπε ΑΡΠΑ.