ΟΥΡΙ
(Ουρί) [από μια ρίζα που σημαίνει «φως»].
1. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές, του Εσρών, του Χάλεβ και του Χουρ. Ο Βεσελεήλ, ο γιος του Ουρί, ήταν φημισμένος τεχνίτης ο οποίος εργάστηκε στη σκηνή της μαρτυρίας.—Εξ 31:2· 35:30· 38:22· 1Χρ 2:4, 5, 9, 18-20· 2Χρ 1:5.
2. Πατέρας του Γεβέρ, ενός από τους διαχειριστές τροφής του Σολομώντα.—1Βα 4:7, 19.
3. Ένας από τους τρεις Λευίτες πυλωρούς που εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους λόγω της συμβουλής του Έσδρα.—Εσδ 10:10, 11, 24, 44.