Το Θείον Όνομα Πρωτεύει σε Σπουδαιότητα
ΤΟ ΚΥΡΙΟΝ μέλημα πολλών καθ’ ομολογίαν Χριστιανών όσον αφορά τη θρησκεία των είναι η «σωτηρία των ψυχών των». Καθόλου σχεδόν δεν σκέπτονται την ενδόξασι και διεκδίκησι του ονόματος του Δημιουργού των, Ιεχωβά. Λίγο μόνο τους μέλει αν πρέπει οι άνθρωποι να γνωρίσουν ότι «συ, του οποίου μόνου το όνομα είναι Ιεχωβά, είσαι ο Ύψιστος επί πάσαν την γην.» (Ψαλμ. 83:18, ΑΣ) Όλοι αυτοί δείχνουν οικτρή έλλειψι κατανοήσεως της σχέσεώς των προς τον Πλάστην των αποτυχία εκτιμήσεως του πόσο ανώτερος είναι Αυτός από οποιοδήποτε από τα πλάσματα του, και ότι αυτός είναι ο μόνος αληθινός Θεός.
Μα δεν τονίζει η Γραφή τη σωτηρία των πλασμάτων; Δεν διαβάζομε κατ’ επανάληψιν τι πρέπει να πιστεύωμε και να πράττωμε αν θέλωμε να σωθούμε; Ναι, αλλά ο λόγος του Θεού δείχνει επίσης ότι η απόδοσις τιμής στο όνομα του Ιεχωβά και η διεκδίκησίς του, που περιλαμβάνει και τον θρίαμβο της δικαιοσύνης, είναι πολύ μεγαλυτέρας σπουδαιότητος. Η σωτηρία των πλασμάτων είναι απλώς παρεμπίπτουσα στη διεκδίκησι του Ιεχωβά ή μάλλον εξαρτάται τελείως απ’ αυτήν.
ΓΙΑΤΙ ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΙΣ
Μια προσεκτική μελέτη του Θείου λόγου δείχνει ότι επειδή ακριβώς ήσαν αναμεμιγμένα το όνομα και η υπεροχή του Θεού, αυτός παρέσχε έλεος και απελευθέρωσι σε μέλη του ανθρωπίνου γένους. Όταν εστασίασαν ο Αδάμ και η Εύα, ο Ιεχωβά μπορούσε αμέσως να τους εξοντώση, μαζί με τον αντίδικον, και ν’ αρχίση πάλι τη δημιουργία. Γιατί δεν το έκαμε αυτό: Διότι ο αντίδικος, προξενώντας την παρέκκλισι του Αδάμ και της Εύας, είχε προκαλέσει την υπεροχή του Ιεχωβά, και την ικανότητά του να θέση ανθρώπους επάνω στη γη που θα κρατούσαν ακεραιότητα, είχε προκαλέσει την ικανότητα του Ιεχωβά να εκτελέση τους σκοπούς του. Γι’ αυτό το λόγο επέτρεψε φιλαγάθως ο Θεός στους πρώτους γονείς μας να ζήσουν τόσα χρόνια μετά την αμαρτία των.—Γέν. 2:17· Ιώβ, κεφάλαια 1 και 2· Παροιμ. 27:11· Ησ. 46:11.
Στην πολιτεία του με τον αλαζονικό Φαραώ ο Ιεχωβά έδειξε μεγάλη μακροθυμία. Γιατί δεν κατέστρεψε τον Φαραώ μονομιάς; Για τον ίδιο λόγο: «Επειδή τώρα, θέλω εκτείνει την χείρά μου, και θέλω πατάξει σε και τον λαόν σου με θανατικόν, και θέλεις απολεσθή από της γης· και δια τούτο βεβαίως σε διετήρησα, δια να δείξω εν σοι την δύναμίν μου, και να κηρυχθή το όνομά μου εν πάση τη γη.» (Έξοδ. 9:15, 16) Αυτοί δε οι λόγοι—ας λεχθή εν παρόδω—έχουν και περισσότερη δύναμι επειδή εφαρμόζονται στον μεγαλύτερο Φαραώ, τον Σατανά ή Διάβολο.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ο Ιεχωβά ελευθέρωσε το έθνος Ισραήλ από το καταδιωκτικό στράτευμα του Φαραώ· αν και οι Ισραηλίτες «εστασίασαν εναντίον του Υψίστου εν τη Ερυθρά θαλάσση. Όμως, ηλευθέρωσε τούτους χάριν του ονόματός του, δια να κάμη γνωστήν την δύναμίν του.» Βέβαια, όχι απλώς διότι ενεθυμήθη τη διαθήκη του με τους Αβραάμ Ισαάκ και Ιακώβ, κι έτσι ελέησε τους απογόνους των, αλλά για να τους λυτρώση «δια λαόν εαυτού», «δια να κάμη εις εαυτόν όνομα, ενεργών υπέρ αυτών πράγματα μεγάλα και τρομερά.».—Έξοδ. 2:21, 25· 2 Σαμ. 7:23· Ψαλμ. 106:7, 8, ΜΑΜ.
Το ίδιο νόημα έχουν οι λόγοι του Ιεχωβά προς τον αποστατούντα Ισραήλ: «Ένεκεν του ονόματός μου θέλω μακρύνει τον θυμόν μου, και δια τον έπαινόν μου θέλω βασταχθή προς σε, ώστε να μη σε εξολοθρεύσω.» (Ησ. 48:9) Δια του προφήτου Ιεζεκιήλ, ο Ιεχωβά κατ’ επανάληψιν τονίζει το γεγονός ότι επέδειξε έλεος στον λαό του ένεκεν του ονόματός του: «Πλην [έκαμον τούτο], ένεκεν του ονόματός μου, δια να μη βεβηλωθή ενώπιον των εθνών.» «Και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, όταν κάμω ούτως εις εσάς ένεκεν του ονόματός μου, ουχί κατά τας πονηράς οδούς σας, ουδέ κατά τα διεφθαρμένα έργα σας, οίκος Ισραήλ, λέγει Ιεχωβά ο Θεός.» «Εσπλαγχνίσθην όμως ένεκεν του αγίου ονόματος μου, το οποίον ο οίκος Ισραήλ εβεβήλωσε μεταξύ των εθνών εις τα οποία ήλθον. Δια τούτο ειπέ προς τον οίκον Ισραήλ, Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· Εγώ δεν κάμνω τούτο ένεκεν υμών, οίκος Ισραήλ, αλλ’ ένεκεν του αγίου ονόματος μου, το οποίον εβεβηλώσατε μεταξύ των εθνών εις τα οποία ήλθετε.» (Ιεζ. 20:9, 44· 36:21, 22. ΑΣ) Δεν υπάρχει αμφιβολία ποιο προηγήθηκε, η τιμή του ονόματός του ή η σωτηρία των πλασμάτων του, όσον αφορά τον Ιεχωβά· υπάρχει;
Ιδέτε την περίπτωσι των τριών Εβραίων που ρίχθηκαν μέσα στην κάμινο. Οι ανώτεροι κριτικοί εχρησιμοποίησαν το γεγονός αυτό μεταξύ άλλων, για να διαμφισβητήσουν την αυθεντία του βιβλίου του Δανιήλ, ισχυριζόμενοι ότι ένα τέτοιο θαύμα εστερείτο πραγματικού νοήματος κι επομένως πιθανότατα ήταν απλή επινόησις. Αλλά έτσι αποκαλύπτουν μόνο την έλλειψι κατανοήσεως εκ μέρους των, διότι μ’ αυτό το θαύμα πολύ εμεγαλύνθη το όνομα του Ιεχωβά. Σημειώστε το διάταγμα που εξέδωκε ο Νοβουχοδονόσορ, ο άρχων της παγκοσμίου δυνάμεως της Βαβυλώνος, ως αποτέλεσμα της αξιοσημείωτης εκείνης απελευθερώσεως των δούλων του Θεού: «Πας λαός, έθνος, και γλώσσα, ήτις λαλήση κακόν εναντίον του Θεού του Σεδράχ, Μισάχ, και Αβδέ-νεγώ, θέλει καταμελισθή και αι οικίαι αυτών θέλουσι γείνει κοπρώνες· διότι άλλος θεός δεν είναι, δυνάμενος να ελευθερώση ούτω.» (Δαν. 3:13-29) Οι τρεις Εβραίοι είχαν διαβεβαιώσει τον βασιλέα ότι ο Ιεχωβά μπορούσε να τους απελευθερώση αν ευηρεστείτο να το πράξη· καί ευηρεστήθη ο Ιεχωβά να ενεργήση έτσι όχι απλώς για να σώση τη ζωή των, αλλά πρωτίστως για να κάμη τον Ναβουχοδονόσορα να γνωρίση ότι ο Θεός των Ιουδαίων ήταν πράγματι ο υπέρτατος ζων Θεός.
ΕΞΕΤΙΜΗΘΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΑΝΔΡΑΣ
Όσο καινοφανές και αν είναι για πλείστους καθ’ ομολογίαν Χριστιανούς το ότι η διεκδίκησις του ονόματος του Ιεχωβά είναι σπουδαιότερη από τη σωτηρία των πλασμάτων, οι δούλοι του Θεού στους αρχαίους χρόνους εκτιμούσαν πλήρως το γεγονός αυτό. Κυττάξτε τον Μωυσή: Όταν ο Ιεχωβά, εξέφρασε την απόφασί του να καταστρέψη το έθνος Ισραήλ λόγω της αποστασίας των όταν οι δέκα κατάσκοποι έδωσαν κακή αναφορά, ο Μωυσής εξελιπάρησε το Θείον έλεος, βασίζοντας την ικεσία του στο ότι ήταν αναμεμιγμένο το όνομα του Θεού: «Εάν λοιπόν θανατώσης τον λαόν τούτον ως ένα άνθρωπον, τότε τα έθνη, τα οποία ήκουσαν το όνομά σου, θέλουσιν ειπεί, λέγοντες, Επειδή δεν ηδύνατο ο Ιεχωβά να φέρη τον λαόν τούτον εις την γην την οποίαν ώμοσε προς αυτούς, δια τούτο κατέστρεψεν αυτούς εν τη ερήμω.» Βάσει του επιχειρήματος αυτού ο Ιεχωβά επέδειξε έλεος, όπως έκαμε και σε μια προηγούμενη περίπτωσι όταν ηγέρθη το ίδιο ζήτημα—όταν, δηλαδή, οι Ισραηλίτες έκαμαν τον χρυσούν μόσχον και τον ελάτρευσαν.—Έξοδ. 32:7-29· Αριθμ. 14:11-35, ΑΣ.
Λόγω του ότι ο Ιησούς του Ναυή είχε εκπαιδευθή από τον Μωυσή, δεν πρέπει να μας εκπλήττη ότι κι αυτός επίσης εξετίμησε τη σπουδαιότητα του ονόματος του Ιεχωβά. Όταν ο μικρός στρατός που απέστειλε για να καταλάβη την Γαι ηττήθη, ο Ιησούς του Ναυή κατεθλίβη· δεν μπορούσε να το καταλάβη αυτό. Με βαθιά λύπη προσέφυγε στον Ιεχωβά: «Ω Κύριε, τι να είπω, αφού ο Ισραήλ έστρεψε τα νώτα έμπροσθεν των εχθρών αυτού; και ακούσαντες οι Χαναναίοι, και πάντες οι κάτοικοι της γης, θέλουσι περικυκλώσει ημάς, και εξαλείψει το όνομα ημών από της γης.» Και ως εδώ μόνο έφθανε το ενδιαφέρον του Ιησού του Ναυή; Όχι, καθόλου. Το κύριον μέλημά του ήταν, «και τι θέλεις κάμει περί του ονόματος σου του μεγάλου;» Ναι, αυτό ήταν το ουσιώδες ζήτημα, ‘Ιεχωβά, τι θα γίνη το όνομά σου αν εξαλειφθή ο λαός δια το όνομά σου;’—Ιησ. Ναυή 7:7-9.
Ο Ιεχωβά δεν λησμονούσε το γεγονός ότι το όνομά του ήταν αναμεμιγμένο, αλλά επειδή ένας Ισραηλίτης είχε λάβει ένα λάφυρο από την πόλι της Ιεριχούς, η οποία προωρίζετο ολοκλήρως για καταστροφή από τον Ιεχωβά, αυτός επέτρεψε να οπισθοχωρήση ο Ισραήλ. Αφού ο παραβάτης Αχάν ετιμωρήθη όπως έπρεπε, ο Ισραήλ και πάλι ανεδείχθη νικητής, προς τιμήν του ονόματος του Ιεχωβά.—Ιησ. Ναυή 7:10 έως 8:25.
Ο Σαμουήλ, ο τελευταίος από τους κριτάς, είχε την ίδια εκτίμησι που είχε και ο Ιησούς του Ναυή, ο πρώτος απ’ αυτούς. Όταν οι Ισραηλίτες φοβήθηκαν ότι θα κατεστρέφοντο επειδή είχαν απορρίψει τον Ιεχωβά ως Βασιλέα και είχαν ζητήσει ανθρώπινο βασιλέα, ο Σαμουήλ τους διεβεβαίωσε ότι «δεν θέλει εγκαταλείψει ο Ιεχωβά τον λαόν αυτού, δια το όνομα αυτού το μέγα, επειδή ηυδόκηαεν ο Ιεχωβά να σας κάμη λαόν αυτού.» (1 Σαμ. 12:22, ΑΣ) Και πάλι ο Ιεχωβά επέδειξε έλεος λόγω του ονόματός του.
ΕΞΕΤΙΜΗΘΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΑΒΙΔ, ΙΕΡΕΜΙΑΝ, ΕΖΕΚΙΑΝ
Ο Δαβίδ ήταν εξέχων για την εκτίμησί του στη σπουδαιότητα του ονόματος του Ιεχωβά. Βλέποντας και ακούοντας τον Γολιάθ να ονειδίζη τα στρατεύματα του Ισραήλ, ο Δαβίδ ωργίσθη: «Τις είναι ο Φιλισταίος ούτος ο απερίτμητος, ώστε να εξουθενή τα στρατεύματα του Θεού του ζώντος;» Αν και ήταν ένας απλός νεανίας, ωπλισμένος με μόνο μια ποιμενική ράβδο, μια σφενδόνη και μερικά ομαλά λιθάρια, ο Δαβίδ αντιμετώπισε τον Γολιάθ με πεποίθησι, λέγοντάς του: «Συ έρχεσαι εναντίον μου με ρομφαίαν, και δόρυ, και ασπίδα· εγώ δε έρχομαι εναντίον σου εν τω ονόματι του Ιεχωβά των δυνάμεων, του Θεού των στρατευμάτων του Ισραήλ, τα οποία συ εξουθένησας· την ημέραν ταύτην θέλει σε παραδώσει ο Ιεχωβά εις την χείρα μου.» Γιατί ο Δαβίδ είχε τόση πεποίθησι ότι ο Ιεχωβά θα του εχάριζε τη νίκη; Διότι ήταν σκοπός του Ιεχωβά να κάμη «να γνωρίση πάσα η γη ότι είναι Θεός εις τον Ισραήλ», η δε νίκη αυτή δεν εξαρτάται από σαρκικά όπλα αλλ’ από τον Ιεχωβά.—1 Σαμ. 17:26, 45-47, ΑΣ.
Οποιεσδήποτε κι αν ήσαν οι περιστάσεις, ο Δαβίδ απέβλεπε στον Θεό για βοήθεια βάσει του ονόματός Του. «Με ωδήγησε δια τρίβων δικαιοσύνης, ένεκεν του ονόματος αυτού.» «Ένεκεν του ονόματός σου, Ιεχωβά, συγχώρησον την ανομίαν μου, διότι είναι μεγάλη.» «Διότι πέτρα μου και φρούριόν μου είσαι· και ένεκεν του ονόματός σου οδήγησόν με, και διάθρεψόν με». «Ένεκεν του ονόματός σου, Κύριε [Ιεχωβά], ζωοποίησόν με· δια την δικαιοσύνην σου εξάγαγε την ψυχήν μου εκ της στενοχωρίας.»—Ψαλμ. 23:3· 25:11, ΑΣ· 31:3· 143:11.
Ένας άλλος γλυκύς ψαλτωδός του Ισραήλ, ο Ασάφ, εξετίμησε επίσης αυτή την απαίτησι του ελέους του Ιεχωβά ένεκα του ονόματός του: «Βοήθησον ημάς, Θεέ της σωτηρίας ημών, ένεκεν της δόξης του ονόματος σου· και ελευθέρωσον ημάς, και γενού ίλεως εις τας αμαρτίας ημών, ένεκεν του ονόματός σου. Δια τι να είπωσι τα έθνη, Πού είναι ο Θεός αυτών; ας γνωρισθή εις τα έθνη, έμπροσθεν ημών, η εκδίκησις του εκχυθέντος αίματος των δούλων σου.» (Ψαλμ. 79:9, 10) Ο προφήτης Ιερεμίας απηύθυνε παρόμοια προσευχή: «Ιεχωβά, αν και αι ανομίαι ημών καταμαρτυρώσιν εναντίον ημών, κάμε όμως δια το όνομά σου· διότι αι αποστασίαι ημών επληθύνθησαν· εις σε ημαρτήσαμεν.» «Μη αποστραφής ημάς, δια το όνομά σου.»—Ιερεμ. 14:7, 21, ΑΣ.
Ο Βασιλεύς Εζεκίας επίσης έδειξε ότι ανεγνώριζε ότι η απελευθέρωσις εγίνετο χάριν του ονόματος του Ιεχωβά. Όταν ο Σενναχειρείμ εκαυχήθη ότι ‘ουδείς των θεών των εθνών ηδυνήθη να λυτρώση αυτούς εκ της χειρός μου, ουδέ και ο Θεός υμών Ιεχωβά’, ο Εζεκίας προσηυχήθη στον Ιεχωβά: «Αληθώς, Ιεχωβά, οι βασιλείς της Ασσυρίας ηρήμωσαν πάντα τα έθνη, και τους τόπους αυτών, και έρριψαν εις το πυρ τους θεούς αυτών· διότι δεν ήσαν θεοί, αλλ’ έργον χειρών ανθρώπων, ξύλα και λίθοι· δια τούτο κατέστρεψεν αυτούς. Τώρα λοιπόν, Ιεχωβά Θεέ ημών, σώσον ημάς εκ της χειρός αυτού· δια να [διαφυλαχθώμεν ζώντες; Όχι, αλλά δια να] γνωρίσωσι πάντα τα βασίλεια της γης, ότι συ είσαι ο Ιεχωβά, ο μόνος.» Και εδόθη απάντησις στην προσευχή του Εζεκία, διότι ο Ιεχωβά απέστειλε τον άγγελόν του και εθανάτωσε 185.000 άνδρας από το άνθος του στρατού του Σενναχειρείμ επειδή ήταν αναμεμιγμένο το όνομα του Ιεχωβά. Αυτό το όνομα πραγματικά είναι πύργος οχυρός.—Παροιμ. 18:10· Ησ. 36:13-20· 37:10-38, ΑΣ.
ΕΞΕΤΙΜΗΘΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ ΤΟΥ
Και ο Χριστός Ιησούς επίσης ανεγνώρισε ότι η σωτηρία πλασμάτων δεν αποτελούσε το σπουδαιότερο πράγμα. Καθώς είπε ο ίδιος, αυτός ήλθε πρώτα απ’ όλα όχι «δια να υπηρετηθή, αλλά δια να υπηρετήση», και δεύτερον, δια «να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών». (Ματθ. 20:28) Να διακονήση και υπηρετήση με τι τρόπο; Με το να δώση μαρτυρία για την αλήθεια του Πατρός του και με το να δοξάση το όνομα του Πατρός του. Γι’ αυτό και είπε στον Πιλάτο: «Εγώ δια τούτο εγεννήθην, και δια τούτο ήλθον εις τον κόσμον, δια να μαρτυρήσω εις την αλήθειαν.» Και γι’ αυτό μπορούσε να προσευχηθή τη νύχτα της προδοσίας του, και πριν ακόμη δώση τη ζωή του ως λύτρον αντί πολλών: «Εγώ σε εδόξασα επί της γης· το έργον ετελείωσα το οποίον μοι έδωκας δια να κάμω.» Εδόξασε το όνομα του Πατρός του κατά δύο διακεκριμένους τρόπους: πρώτον, με το να μάθη υπακοήν από όσα υπέφερε, αποδεικνύοντας έτσι ότι ο Διάβολος ήταν ψεύτης όταν εκόμπασε ότι θα μπορούσε ν’ απομακρύνη όλους τους ανθρώπους από τον Θεό· επίσης με τα ‘να φανερώση το όνομα του Πατρός του στους ανθρώπους που του είχε δώσει ο Πατήρ του’.—Ιωάν. 17:4, 6· 18:37· Εβρ. 5:8.
Ετόνισε δε και στους αμέσους ακολούθους του την ίδια αυτή εκτίμησι της σπουδαιότητος του να αποδίδουν τιμή στον ουράνιο Πατέρα του. Στην επί του όρους ομιλία του παρήγγειλε σ’ αυτούς ν’ αφήνουν το φως των να λάμψη ενώπιον των ανθρώπων. Γιατί; Για να αποδοθή δόξα και αίνος στον Πατέρα του ο οποίος είναι στους ουρανούς. (Ματθ. 5:16) Εξέφρασε την ίδια σκέψι, αλλά με μια διαφορετική εξεικόνισι, στη συμβουλή που έδωσε στους αποστόλους του το τελευταίο βράδυ που ήταν μαζί τους: «Εν τούτω δοξάζεται ο Πατήρ μου, εις το να φέρητε καρπόν πολύν και ούτω θέλετε είσθαι μαθηταί μου.»—Ιωάν. 15:8.
Ο απόστολος Παύλος εκφράζεται όμοια στην επιστολή προς Εβραίους 13:15, λέγοντας: «Δι’ αυτού λοιπόν ας αναφέρωμεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού.» Ναι, να αφήνωμε το φως μας να λάμπη, να φέρωμε καρπούς, να προσφέρωμε θυσίες, όλα για τον ίδιο σκοπό, για να αποδώσουμε τιμή στο όνομα του Ιεχωβά. Δεν είναι παράδοξο ότι ο Πέτρος έγραψε: «Σεις όμως είσθε “γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον,” λαός τον οποίον απέκτησεν ο Θεός, δια να εξαγγείλητε τας αρετάς εκείνου, όστις σας εκάλεσεν εκ του σκότους εις το θαυμαστόν αυτού φως.»—1 Πέτρ. 2:9.
Ο Ιεχωβά Θεός και ο Χριστός Ιησούς παρέχουν και οι δύο μαρτυρία για την υπέρτατη σπουδαιότητα του ονόματος του Ιεχωβά εν συγκρίσει με τη σωτηρία πλασμάτων, όπως κάνουν και πολλοί δούλοι του Ιεχωβά από τον Μωυσή ως τον απόστολο Ιωάννη. Όσοι, λοιπόν, είναι αληθινά σοφοί, θα καταστήσουν το όνομα τού Ιεχωβά ανώτερο στη ζωή των, κάνοντας ό,τι μπορούν για να γνωστοποιήσουν αυτό το όνομα, αποδίδοντας τιμή και αίνο σ’ αυτό και προσπαθώντας πάντοτε να συμπεριφέρονται σύμφωνα με τις δίκαιες αρχές που εκπροσωπεί το όνομα του Ιεχωβά. Μόνο αυτή την πορεία ακολουθώντας μπορούμε να προσφύγομε στον Ιεχωβά για έλεος και απελευθέρωσι «χάριν του ονόματός του». Το όνομα του Ιεχωβά είναι ανώτερο. Η σωτηρία μας είναι παρεμπίπτουσα κι εξηρτημένη από τη διεκδίκησί του.