Θεοκρατικός Γάμος σ’ έναν Ξένο Κόσμο
«Ουδέ θέλεις συμπενθερεύσει μετ’ αυτών· την θυγατέρα σου δεν θέλεις δώσει εις τον υιόν αυτού, ουδέ την θυγατέρα αυτού θέλεις λάβει εις τον υιόν σου· διότι θέλουσιν αποπλανήσει τους υιούς σου απ’ εμού, και θέλουσι λατρεύει άλλους θεούς.»—Δευτ. 7:3, 4.
1. Γιατί ο γάμος είναι πολύ αξιοπρεπής, και τι τον καθιστά ασφαλή και εξασφαλίζει την ευτυχία του;
Ο ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ γάμος προήλθε από τις υψηλές σκέψεις του Υψίστου Θεού. Έλαβε την αρχή του απ’ αυτόν σ’ έναν επίγειο παράδεισο μ’ ένα τελείως ταιριασμένο ζεύγος. Αφού προήλθε από μια καθαρή, θεία πηγή, είναι κάτι το πολύ αξιοπρεπές. Αντάξια με την Πηγή του, πρέπει να συναφθή και να εκπληρωθή σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, ο οποίος ευλόγησε αυτή τη γαμήλια ένωσι. Αυτό είναι εκείνο που την καθιστά θεοκρατική ή υποκείμενη στον κανόνα του Θεού. Αυτό, επομένως, προκαλεί την ευλογία του και καθιστά τον γάμο ασφαλή και του εξασφαλίζει ευτυχία.
2. (α) Για γαμήλια ευτυχία και σοφία στον χειρισμό των προβλημάτων του γάμου, τι πρέπει να πράξωμε, και γιατί; (β) Τι κατέστησε αυτό το ζήτημα τόσο περίπλοκο, και πώς μπορούμε να δίδωμε τα οφειλόμενα, και στον Θεό, και στον Καίσαρα;
2 Το θέλημα και ο κανών του Θεού είναι στοργικά αναγεγραμμένα στον εμπνευσμένο λόγο του, στην Αγία Γραφή, για όλα τα νυμφευμένα άτομα ή για όλους όσοι σκέπτονται να νυμφευθούν. Αν ζητούμε αληθινή ευτυχία στο γάμο ή θέλωμε σοφία για να χειρισθούμε ορθά τα προβλήματα του γάμου, θα ανατρέξωμε στον λόγον του Θεού και θα μάθωμε και θα οδηγηθούμε από τις αρχές που εκθέτει και που διέπουν τον γάμο. Στη διάρκεια των χιλιάδων ετών αφότου ο γάμος ήλθε σε μειονεκτική θέσι με την εισβολή της αμαρτίας και του θανάτου, το ζήτημα αυτό έγινε πολύ περίπλοκο εξαιτίας όλων των διαφόρων τελετουργιών, εθίμων, διατάξεων και νόμων που ανεπτύχθησαν μεταξύ των πολλών εθνών, λαών και φυλών. Θα ήμεθα σε σύγχυσι ή αβεβαιότητα αν δεν είχαμε τον λόγον του Θεού για να μας οδηγή και να μας κρατή προσκολλημένους στις θείες αρχές του γάμου. Οι αρχές αυτές εφαρμόζονται στον λαό του σε όλη τη γη, χωρίς εξαίρεσι. Αν εμμένωμε σ’ αυτές και τις θέτωμε επάνω από όλες τις διατάξεις των ανθρώπων, θα δίνωμε στον Θεό ό,τι ανήκει στον Θεό ενώ συγχρόνως μπορούμε να δίδωμε στον Καίσαρα (δηλαδή, στις ανθρώπινες κυβερνήσεις του ξένου αυτού κόσμου) ό,τι ανήκει στον Καίσαρα. Αυτός είναι ο Χριστιανικός κανών ενεργείας.—Ματθ. 22:21.
3, 4. (α) Τι είδους πατρότητα έθεσε ο Θεός ενώπιον του Ιησού, και πότε άρχισε να έχη εκπλήρωσι το Ησαΐας 9:6, 7; (β) Με ποιον τρόπο και επειδή ακολούθησε ποια πορεία, έγινε για μας ο Ιησούς πατέρας καλύτερος από τον Αδάμ;
3 Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη πριν από χίλια εννιακόσια χρόνια, δεν ενυμφεύθη. Ήταν ο τέλειος Υιός του Θεού από τον ουρανό και δεν είχε έλθει σ’ αυτή τη γη για να νυμφευθή και να εγκατασταθή και να γίνη ανθρώπινος πατέρας, συνδεδεμένος μ’ αυτή τη γη. Ο Ιεχωβά Θεός είχε θέσει ενώπιον του Υιού του Ιησού Χριστού μια πολύ μεγαλειωδέστερη πατρότητα, η οποία θα ήταν ευεργετική για ανείπωτους αριθμούς μελών της ανθρωπίνης οικογενείας, ζώντων και νεκρών. Όταν ο Ιησούς εγεννήθη από μια ευσεβή Ιουδαία παρθένο στη μικρή πόλι της Βηθλεέμ, τότε άρχισε να αληθεύη εκείνο που ο Θεός είχε προείπει γι’ αυτόν, ο δε λαός του Θεού επάνω στη γη μπορούσε ν’ αναλάβη τα προφητικά Του λόγια και να πη: «Παιδίον εγεννήθη εις ημάς, υιός εδόθη εις ημάς· και η εξουσία θέλει είσθαι επί τον ώμον αυτού· και το όνομα αυτού θέλει καλεσθή Θαυμαστός, Σύμβουλος, Θεός ισχυρός, Αιώνιος Πατήρ, Άρχων ειρήνης. Εις την αύξησιν της εξουσίας αυτού και της ειρήνης δεν θέλει είσθαι τέλος, . . . Ο ζήλος του Ιεχωβά των δυνάμεων θέλει εκτελέσει τούτο.» (Ησ. 9:6, 7, ΑΣ) Σημειώστε ότι αυτός επρόκειτο να ζη σύμφωνα με τα ονόματα του Συμβούλου και του Αιωνίου Πατρός εκτός από τους άλλους εκείνους τίτλους. Αν ενυμφεύετο μια ανθρώπινη νύμφη και ανέτρεφε δική του ανθρώπινη οικογένεια, δεν θα μπορούσε να γίνη ένας Αιώνιος Πατήρ σ’ εμάς που είμεθα τέκνα του πρώτου πατρός Αδάμ, ο οποίος αμάρτησε και μας εβύθισε στον θάνατο.
4 Όχι, αλλ’ ο Ιησούς Χριστός τώρα στέκει έτοιμος στον ουρανό να γίνη ο Αιώνιος Πατήρ όλων των ανθρώπων που θέλουν ένα ζωοδότην πατέρα, ένα πατέρα ικανόν να προμηθεύση αιώνια ζωή γι’ αυτούς και να είναι πατέρας τους αιώνια. Ο Ιησούς Χριστός ήλθε σ’ αυτή τη θαυμαστή θέσι επειδή δεν ενυμφεύθη επάνω στη γη, αλλ’ επειδή, αντιθέτως, έθεσε κατά μέρος την ευκαιρία να γίνη ο πατέρας δικής του ανθρωπίνης οικογενείας, καταθέτοντας την ανθρώπινη ζωή του για μας. Ο Παντοδύναμος Θεός τον ήγειρε από τους νεκρούς και τον εξύψωσε στον ουρανό και εδέχθη την ανθρώπινη θυσία του προς όφελός μας. Έτσι ο Ιησούς Χριστός με ουράνια δόξα μπορούσε να μας διαβιβάση αιώνια ζωή αν θα την εδεχόμεθα. Έτσι γίνεται για μας ένας πατέρας καλύτερος από τον Αδάμ.
5. Με τι είδους σύζυγον αντήμειψε ο Θεός τον Υιό του;
5 Ο Ιεχωβά Θεός, εκτός από το ότι έδωσε στον Ιησού Χριστό μεγαλύτερη δόξα στον ουρανό, ανταμείβει επίσης τον στοργικό, γεμάτον αυτοθυσία Υιό με μια νύμφη, μια «σύζυγον». Αυτή δεν είναι ένας άγγελος ούτε κάποιο άλλο μεμονωμένο πλάσμα. Όπως ακριβώς η «γυνή» ή «σύζυγος» του Ιεχωβά είναι μια οργάνωσις πλασμάτων, η παγκόσμια οργάνωσίς του, έτσι και η «νύμφη» που αυτός δίδει στον Υιό του είναι μια οργάνωσις πιστών, αγίων πλασμάτων, των 144.000 που ακολουθούν τα ίχνη του, οι οποίοι καλούνται μέσα από το ανθρώπινο γένος και δέχονται τη θυσία του γι’ αυτούς. Αυτοί παρομοιάζονται προς μια ένδοξη ουράνια πόλι γεμάτη από κατοίκους. (Αποκάλ. 21:2, 9-23) Αφού αυτοί αποδείξουν την παρθενική τους πιστότητα στον Ιησού Χριστό μέχρι θανάτου, ο Θεός τούς ανασταίνει σε ουράνια ζωή και τους νυμφεύει ως συντρόφους με τον Υιό του.—Αποκάλ. 2:10· 19:7· 20:4, 6.
ΟΡΟΙ ΜΝΗΣΤΕΙΑΣ (ΑΡΡΑΒΩΝΩΝ)
6. Ποιοι είχαν συμμετοχή στο να φέρουν μέλη της νύμφης του Χριστού σε κοινωνία με την Κεφαλή των, πράγμα που αντιστοιχεί με ποιο ανθρώπινο έθιμο;
6 Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής συνέστησε στον Ιησούν τον πρώτον από τους ακολούθους του. Είχε πολλή χαρά κάνοντας τις πρώτες αυτές ενέργειες για τον γάμο του Υιού του Θεού. Ο Ιωάννης είπε: «Όστις έχει την νύμφην, είναι νυμφίος· ο δε φίλος του νυμφίου, ο ιστάμενος και ακούων αυτόν [καθώς μιλεί στην τάξι της νύμφης], χαίρει καθ’ υπερβολήν δια την φωνήν του νυμφίου. Αύτη λοιπόν η χαρά η ιδική μου επληρώθη.» (Ιωάν. 3:29) Ο Ιωάννης, λοιπόν, παρέδωσε την τάξι της νύμφης στον Ιησού Χριστό. Και ο απόστολος Παύλος επίσης είχε τη χαρά να φέρη μέλη της τάξεως της νύμφης σε κοινωνία με τον Χριστό και να τα προετοιμάση για την ουράνια ένωσί τους μαζί του. Έχοντας μνηστεύσει ή αρραβωνίσει τα μέλη αυτά με τον Χριστό, αισθανόταν κατάλληλα ένα βαθύ ενδιαφέρον για να μείνουν αμόλυντα, πιστά και αρμόδια για να ενωθούν με τον Χριστό μετά την περίοδο της μνηστείας των. Είπε: «Είμαι ζηλότυπος προς εσάς κατά ζηλοτυπίαν Θεού· επειδή σας ηρραβώνισα με ένα άνδρα [όχι δύο ή περισσοτέρους], δια να σας παραστήσω παρθένον αγνήν εις τον Χριστόν. Φοβούμαι όμως μήπως, καθώς ο όφις εξηπάτησε την Εύαν δια της πανουργίας αυτού, διαφθαρή ούτως ο νους σας εκπεσών από της απλότητος της εις τον Χριστόν.» (2 Κορ. 11:2, 3) Αυτό αντιστοιχεί καλά με τον τρόπο ενεργείας του ανθρωπίνου γένους γενικά για τη διαμόρφωσι ενός γάμου. Δεν υπάρχει κλοπή συζύγου, αλλά μνηστεία, δέσμευσις, αρραβών ή υπόσχεσις της κόρης προς τον άνδρα. Μια περίοδος χρόνου ακολουθεί προτού η κόρη δοθή πραγματικά στον άνδρα και οι δύο ενωθούν στον ιδιαίτερο τόπο της κατοικίας των.
7, 8. (α) Ποια Γραφικά παραδείγματα διευκρινίζουν την προσοχή στην εκλογή συντρόφου; (β) Ποιες εύλογες και Γραφικές αιτίες υπάρχουν για να το πράξη κανείς αυτό;
7 Σύμφωνα με τον λόγον του Θεού, ο γάμος οποιουδήποτε από τον λαό του διηυθετείτο από τους γονείς και του νέου και της κόρης ή από ένα μεσολαβητήν, έναν που ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ονομάζει «φίλον του νυμφίου». Για τη νύμφη του Χριστού ο Ιωάννης ο Βαπτιστής επρόσεξε να εκλέξη άτομα αφιερωμένα στον Ιεχωβά Θεό και βαπτισμένα—Ιουδαίους που μετανοούσαν και απέβλεπαν στον υποσχεμένο Μεσσία ή Χριστό. Ο απόστολος Παύλος επρόσεχε επίσης να εκλέγη αφιερωμένα, βαπτισμένα άτομα. Εξέλεγε μη Ιουδαίους καθώς και Ιουδαίους τώρα που η γαμήλια πρόσκλησις είχε επιτραπή ν’ αποσταλή στους Εθνικούς όπως και στους Ιουδαίους. Αυτός ήταν θεοκρατικός τρόπος ενεργείας. Στην ειδωλολατρική γη της Χαναάν υπήρχαν πολλές νεάνιδες, αλλ’ ο Αβραάμ αρνήθηκε να πάρη οποιαδήποτε απ’ αυτές ως σύζυγο του γυιου και κληρονόμου του Ισαάκ. Ωδήγησε τον πιο ηλικιωμένον δούλον της οικογενείας του να μεταβή ως «φίλος του νυμφίου» έξω από τη γη Χαναάν προς βορράν στην κατοικία των συγγενών του, στην οικογένεια του αδελφού του, και να εκλέξη μια νεάνιδα για τον Ισαάκ, επειδή αυτοί επίστευαν στον Ιεχωβά Θεό.—Γέν. 24:1-9, 34-41.
8 Υπήρχε εύλογη, πιστή αιτία γι’ αυτό. Έγινε για να προστατευθή η πίστις του γυιου στον αληθινό Θεό με το να νυμφευθή μια ομόπιστη. «Φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί.» (1 Κορ. 15:33) Η στενού δεσμού έγγαμη ζωή ενός πιστού μ’ έναν άπιστο θα μπορούσε να οδηγήση στη φθορά της πίστεως του πιστού στον Θεό και έτσι να επιφέρη τον πνευματικό του θάνατο και την αιώνια καταστροφή του από τα χέρια του Θεού στον οποίον αυτός ήταν άπιστος. Θα μπορούσε αυτός να επηρεασθή σε τούτο από τον γαμήλιο σύντροφό του όπως ακριβώς ο Αδάμ από την Εύα. Εκείνοι που δίνουν έναρξι σ’ αυτό το λυπηρό αποτέλεσμα και θέτουν το θεμέλιο γι’ αυτό είναι εκείνοι που συνέβαλαν στον γάμο. Ο Θεός προείδε αυτή τη δυνατότητα, ή μάλλον αυτή την πιθανότητα. Προτού, λοιπόν, εγκαταστήση τον εκλεκτό του λαό, το αρχαίο έθνος Ισραήλ, στη γη Χαναάν, τους έδωσε ως έναν από τους νόμους του, και όχι ως μια νουθεσία, την εξής διάταξι: «Ουδέ θέλεις συμπενθερεύσει μετ’ αυτών [των ειδωλολατρών κατοίκων]· την θυγατέρα σου δεν θέλεις δώσει εις τον υιόν αυτού, ουδέ την θυγατέρα αυτού θέλεις λάβει εις τον υιόν σου· διότι θέλουσιν αποπλανήσει τους υιούς σου απ’ εμού, και θέλουσι λατρεύει άλλους θεούς.»—Δευτ. 7:3, 4.
9. Τι η νομιμοφροσύνη στον Ιεχωβά υποδεικνύει όσον αφορά την εκλογή γαμηλίου συντρόφου και την τέλεσι της ιερουργίας του γάμου;
9 Η καταστρεπτική μετέπειτα ιστορία των Ισραηλιτών δείχνει την ακρίβεια της προειδοποιήσεως αυτής και τη δικαιοσύνη αυτού του νόμου. «Μη ομοζυγείτε με τους απίστους.» (2 Κορ. 6:14) Να είσθε, λοιπόν, θεοκρατικοί, νομοταγείς στον Ιεχωβά Θεό, όταν εκλέγετε ένα γαμήλιο σύντροφο είτε για τον εαυτό σας είτε για το παιδί σας είτε για τον φίλο σας. Αποφύγετε την ευθύνη ενός πνευματικού ναυαγίου. Μη αναλαμβάνετε βιαστικά, αντιθεοκρατικά, μια ενέργεια για ένα σύντροφο γάμου για κάποιον: «μηδέ γίνου κοινωνός αλλοτρίων αμαρτιών· φύλαττε σεαυτόν καθαρόν.» (1 Τιμ. 5:22) Το αν ένας γαμήλιος λειτουργός της κοινωνίας του Νέου Κόσμου θα επισημοποιήση τον γάμο ενός τέτοιου ανίσως συζευγνυομένου ζεύγους, αφήνεται στη συνείδησί του. Αν αποφασίση να τελέση την ιερουργία στην Αίθουσα Βασιλείας ή αλλού, ενεργεί απλώς ως αντιπρόσωπος του κράτους και τουλάχιστον έχει μια ευκαιρία να υποδείξη στο κοσμικό ή μη αφιερωμένο άτομο τις ευθύνες του γάμου για ένα Χριστιανό και να ενθαρρύνη αυτό το άτομο να γίνη ένας μάρτυς του Ιεχωβά όπως και ο σύντροφός του.
10-12. (α) Ποια έθιμα προέκυψαν όσον αφορά την προίκα; (β) Ποια Γραφικά παραδείγματα δείχνουν ότι αυτά δεν είναι εσφαλμένα; (γ) Αλλά τι θα ήταν εσφαλμένο, και γιατί;
10 Ο απεσταλμένος του Αβραάμ για τον γάμο του Ισαάκ προσέφερε πολλά πολύτιμα δώρα στην κόρη Ρεβέκκα και στον αδελφό της και στη μητέρα της προτού πάρη τη Ρεβέκκα από την κατοικία της για να την φέρη στον Ισαάκ. (Γέν. 24:22, 30, 50-53) Σε μερικές χώρες ή μεταξύ μερικών λαών ανεπτύχθη το έθιμο, ακόμη δε και ο τοπικός νόμος αναγνωρίζει το έθιμο, να πληρώνωνται νυμφικά χρήματα για τη γυναίκα ή να δίδεται προίκα. Μεταξύ μερικών λαών η προίκα δίδεται στον άνδρα από τους γονείς της νύμφης. Αλλά γενικώτερα η προίκα είναι το δώρο ή η αμοιβή που ο άνδρας ή οι γονείς του δίνουν στη νύμφη ή για τη νύμφη ως αντάλλαγμα για τον γάμο. Στην Αφρική, μεταξύ πολλών φυλών, το τίμημα της νύμφης ονομάζεται «λομπόλα» και ζητείται από τον πατέρα της νύμφης ή τον πιο ηλικιωμένο του αδελφό, τον θείο της, και δίδεται σ’ αυτούς. Μπορεί ν’ αποτελήται ή από χρήματα ή από κτήνη ή και από τα δύο. Αυτή η «λομπόλα» μπορεί ν’ απαιτηθή και για να ικανοποιηθή ο τοπικός νόμος του εθίμου, ώστε να επιτευχθή η εγγραφή του γάμου στο ληξιαρχείο του χωριού.
11 Βασικά υπάρχει τίποτε το εσφαλμένο σ’ αυτό; Όχι. Ο γυιος του Ισαάκ, ο Ιακώβ, επλήρωσε για τις συζύγους του Λεία και Ραχήλ με δεκατεσσάρων ετών εργασία στον πατέρα τους Λάβαν. (Γέν. 29:18-28) Ο Δαβίδ, ο φονεύς του γίγαντος, επλήρωσε διακόσιες ακροβυστίες των εχθρών Φιλισταίων για τη σύζυγό του Μιχάλ, θυγατέρα του Βασιλέως Σαούλ. (1 Σαμ. 18:20-27) Ακόμη και ο Ιησούς Χριστός παρέδωσε τον εαυτό του για τη «νύμφη» του, τη Χριστιανική εκκλησία των 144.000. (Εφεσ. 5:25) Ο Ιεχωβά δεν έδωσε τίποτε για τη «γυναίκα» του, επειδή αυτός είναι ο Ποιητής της γυναικός του, της αγίας παγκοσμίου του οργανώσεως. (Ησ. 54:5) Δεν υπάρχει, λοιπόν, τίποτε το ακατάλληλο στο να δίδεται ένα νυμφικόν τίμημα στον πατέρα για την απώλεια της κόρης του την οποίαν ανέθρεψε και εξεπαίδευσε. Εκείνο που είναι εσφαλμένο σ’ ένα νυμφικό τίμημα ή «λομπόλα» είναι η κατάχρησις που γίνεται σχετικά μ’ αυτό. Είναι εσφαλμένο, αντιχριστιανικό, αντιθεοκρατικό να το μεταχειρίζεται κανείς, όχι ως αποζημίωσι, αλλ’ ως μέσον αποκτήσεως χρημάτων από το παιδί του ή από τα παιδιά του, και συνεπώς να τα επιβαρύνη υπερβολικά ή να παίρνη εκβιαστικά περισσότερα από ό,τι είναι δίκαιο ή να απαιτή εκείνο που δημιουργεί δυσχέρεια.
12 Ο Θεός μισεί όλους τους εκβιαστάς, περιλαμβανομένων και των εκβιαστών του νυμφικού τιμήματος, οι οποίοι εμπορικοποιούν τις θυγατέρες των. Οποιοδήποτε τέτοιο άπληστο άτομο που ισχυρίζεται ότι είναι Χριστιανός, θέτει τον εαυτό του στο δρόμο του αφορισμού ή αποκοπής από την επικοινωνία της Χριστιανικής εκκλησίας οποτεδήποτε και κάθε φορά που διαπράττει εκβιασμό στην περίπτωσι τής «λομπόλα» ή του νυμφικού τιμήματος. Ο Παύλος λέγει: «Τώρα σας έγραψα, να μη συναναστρέφησθε, εάν τις, αδελφός ονομαζόμενος, ήναι πόρνος, ή πλεονέκτης, ή ειδωλολάτρης, ή λοίδορος, ή μέθυσος, ή άρπαξ· με τον τοιούτον μηδέ να συντρώγητε· . . . εκβάλετε τον κακόν εκ μέσου υμών.» (1 Κορ. 5:11, 13) Το τίμημα του εκβιαστού είναι παράλογα υψηλό, δεν λαμβάνει υπ’ όψι τις περιστάσεις και ζητεί περισσότερα από μια δικαία αποζημίωσι για την απώλεια μιας θυγατρός. Η απληστία του ανθρώπου για χρήμα καταδεικνύεται ειδικώς όταν το υψηλό του τίμημα καθιστά αδύνατον για ένα Χριστιανό να αποκτήση τη θυγατέρα του και αυτός επιμένει στο υπερβολικό του τίμημα και την νυμφεύει μ’ έναν ειδωλολάτρη, ο οποίος μπορεί να το πληρώση. Αυτό φανερώνει έλλειψιν αγάπης για τους αδελφούς και μια βλαβερή αγάπη προς το χρήμα.—1 Τιμ. 6:10.
13. (α) Γιατί ένας πατέρας πρέπει να μη δέχεται χρήματα από ένα κοσμικόν για μια Χριστιανή θυγατέρα; (β) Όταν οι γονείς παραβαίνουν τον Γραφικόν κανόνα, ποια πορεία μπορούν ν’ ακολουθήσουν οι γυιοι και οι θυγατέρες, και γιατί;
13 Το να λάβη κανείς οποιοδήποτε ποσόν νυμφικού χρήματος από ένα κοσμικόν για να του δώση σε γάμο μια αφιερωμένη Χριστιανή κόρη, είναι αντιθεοκρατικό. Δεν μιμείται τον αυστηρόν νόμον του Ιεχωβά προς τον Ισραήλ. Θέτει σε κίνδυνο το αιώνιο καλό της κόρης, για να την υπαγάγη έτσι σ’ έναν μη αφιερωμένον κοσμικόν. Καθιστά ακατάλληλον έναν αδελφόν, τουλάχιστον για ωρισμένα ειδικά προνόμια υπηρεσίας στη Χριστιανική εκκλησία. Μπορεί να μην αποκοπή από την επικοινωνία γι’ αυτή την ενέργεια, όπως ακριβώς ένας γονεύς άλλου, ο οποίος επιτρέπει σ’ ένα γυιο ή σε μια θυγατέρα να νυμφευθή έξω από την κοινωνία του Νέου Κόσμου, μπορεί να μην αποκοπή από την επικοινωνία, ούτε ακόμη ο γυιος ή η θυγατέρα που νυμφεύεται έτσι ‘έξω του Κυρίου’, έξω της αληθείας. Αλλά τέτοια άτομα δεν αποτελούν καλό ανθρώπινο υλικό για επισκόπους της εκκλησίας ή διακονικούς υπηρέτας. Είναι πτωχά παραδείγματα πιστών. Όταν γυιοι ή θυγατέρες αρνούνται να νυμφευθούν με ειδωλολάτρας κοσμικούς, τούτο δεν αποτελεί παρακοή στην εντολή να τιμούν τον πατέρα των και τη μητέρα των, εφόσον αυτοί, κάνοντας γαμήλια συμμαχία με τον κόσμο, δείχνουν ότι δεν είναι εν Κυρίω. Οι γυιοι και οι θυγατέρες που ανθίστανται, προσπαθούν να παραμείνουν «εν Κυρίω», πράγμα που είναι ορθόν.—Εφεσ. 6:1-4.
14. (α) Πότε θα ήταν κατάλληλο να πληρώση ένας Χριστιανός για μια νύμφη; (β) Γιατί όμως είναι αξιοσύστατο να παραιτούνται οι γονείς από την απαίτησι νυμφικού χρήματος;
14 Πρέπει ένας Χριστιανός να πληρώνη νυμφικό χρήμα; Ναι, αν αυτό είναι το έθιμο που επικρατεί και αν αυτός ή οι γονείς του δεν μπορούν ν’ αποκτήσουν με κάποιον άλλον τρόπο την ποθούμενη κόρη. Αν η προσφορά μερικών δώρων ανάλογα με την ικανότητα εκείνου, που ζητεί τη νύμφη, γίνεται δεκτή ως τεκμήριο ή δείγμα εκτιμήσεως και αφοσιώσεως στη νύμφη, η προσφορά αυτή θα ήταν καλό να γίνη. Δεν πρέπει να γίνη κλοπή της νύμφης. Πληρώστε, λοιπόν, για ό,τι επιθυμείτε αν δεν μπορήτε να εξηγήσετε τη Χριστιανική σας θέσι και να επιτύχετε κάποια παραχώρησι ή να λάβετε δωρεάν το ποθούμενο. Ένα άτομο γενικά πληρώνει το τίμημα του κόσμου για αγαθά που αγοράζει. Το γεγονός ότι γίνεται κατάχρησις του νυμφικού τιμήματος, ή της «λομπόλα», δεν το καθιστά αυτό καθ’ εαυτό εσφαλμένο. Ο Παύλος ως ολοχρόνιος διάκονος είχε δικαίωμα συντηρήσεως από την εκκλησία που υπηρετούσε, αλλά δεν το εδέχθη αυτό ούτε το απήτησε, για να μην κάμη κατάχρησι του προνομίου του και χάση την επιδοκιμασία του Θεού. Εδέχθη ένα δώρον από την εκκλησία των Φιλίππων. (1 Κορ. 9:6-18· Φιλιππησ. 4:15-18) Ο Παύλος αρνήθηκε να κάμη ένα χρηματικό δώρο στον Ρωμαίον κυβερνήτην Φήλικα επειδή δεν ήθελε να καταφύγη σε δωροδοκία, αλλά ήθελε να ελευθερωθή για απλή δικαιοσύνη μόνο. (Πράξ. 24:26, 27) Είναι, λοιπόν, αξιοσύστατο οι Χριστιανοί γονείς να παραιτούνται από την απαίτησι νυμφικού τιμήματος ή προικός για να φυλάσσωνται από το να μιμηθούν αυτόν τον κόσμο και να κάμουν κατάχρησι του προνομίου και να προξενήσουν πνευματικές ταραχές. Αλλά πρέπει ν’ αφήσωμε να οδηγήται ο καθένας από τη συνείδησί του.
15. (α) Ποια άποψι περί του νυμφικού χρήματος πρέπει να λάβη μια Αφρικανή Χριστιανή σύζυγος; (β) Αν το ληξιαρχείο του χωριού αρνήται την καταχώρησι λόγω μη πληρωμής νυμφικού χρήματος, τι πρέπει να γίνη;
15 Μια Χριστιανή σύζυγος νυμφευμένη μ’ έναν άπιστο, ο οποίος ζητεί νυμφικό τίμημα για μια θυγατέρα, δεν μπορεί να θέση υπό τον έλεγχό της το ζήτημα, αλλά μπορεί να κάμη εισηγήσεις σ’ αυτόν. Όταν Χριστιανές νύμφες απεκτήθησαν με πληρωμή νυμφικού τιμήματος, δεν πρέπει να υπερηφανεύωνται ή να αισθάνωνται ταπεινωμένες εξαιτίας του μεγάλου ή μικρού ποσού του νυμφικού τιμήματος που επληρώθη. Καμμιά Χριστιανή σύζυγος δεν πρέπει να ταπεινώνη μια άλλη με το να της υπενθυμίζη ότι είναι μια νύμφη ευθηνού τιμήματος, ούτε πρέπει ένας Χριστιανός σύζυγος να το πράττη αυτό για να καταισχύνη τη σύζυγό του. Αυτός τελεί υπό θείαν εντολήν να αγαπά τη σύζυγό του και αυτή να αγαπά αυτόν. (Εφεσ. 5:25, 28-33· Τίτον 2:4) Αν υπάρχη αγάπη για τους αδελφούς μας, δεν θα γίνεται αυτή η ασύνετη σύγκρισις του εαυτού μας μ’ έναν άλλον ή αυτός ο χλευασμός ενός άλλου. Ο αριθμός των συζύγων, που λαμβάνονται χωρίς πληρωμή νυμφικού τιμήματος, υπερβαίνει ολοένα περισσότερο τον αριθμό εκείνων που αποκτώνται αντί τιμήματος, οι πολυαριθμότερες δε αυτές σύζυγοι δεν πρέπει να ονειδίζωνται για το γεγονός αυτό. Αν ένας Αφρικανικός γάμος έγινε χωρίς πληρωμή της «λομπόλα» ή νυμφικού τιμήματος και το ληξιαρχείο του χωριού δεν καταχωρή τον γάμο γι’ αυτόν τον λόγο, το νυμφευμένο ζεύγος δεν πρέπει να στενοχωρήται. Μπορούν και πρέπει να καταχωρήσουν τον γάμο στην τοπική τους εκκλησία. Εκεί ειδικώς είναι πιο ζωτικό, για να έχη το νυμφευμένο ζεύγος καλή θέσι στην κοινωνία του Νέου Κόσμου.
ΟΧΙ ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ, ΑΛΛΑ ΑΓΝΗ ΜΝΗΣΤΕΙΑ
16. (α) Πόσο διαρκεί ένας γάμος βασισμένος σε νυμφικό χρήμα; (β) Τι, επομένως, δεν μπορεί να κάμη ο πατέρας της νύμφης εκτός από ποιες περιπτώσεις;
16 Όταν ένας γονεύς δέχεται νυμφικό χρήμα και δίνη τη θυγατέρα του σε γάμο, ο γάμος που προκύπτει είναι μόνιμος. Αν η νύμφη δεν γίνη μοιχαλίς παραβαίνοντας τις συζυγικές της υποχρεώσεις, ο γάμος δεν μπορεί να ακυρωθή επειδή απλώς ο σύζυγός της δεν είναι ευχαριστημένος και αποφασίζει να απαλλαγή από την κόρη και την αποστέλλει πάλι στον πατέρα της και απαιτεί την επιστροφή του νυμφικού του χρήματος. Σύμφωνα με τον νόμον του λόγου του Θεού, ο γάμος δεν μπορεί να ακυρωθή με την απλή αποδοχή πάλι της κόρης και την επιστροφή του νυμφικού τιμήματος. Επομένως, ένας Χριστιανός πατέρας δεν μπορεί να δη τον εαυτό του ελεύθερον να ξανανυμφεύση τη θυγατέρα του μ’ έναν άλλον άνδρα είτε δεχόμενος «λομπόλα» είτε χωρίς να λάβη καθόλου νυμφικό τίμημα. Ενεργώντας έτσι, θα έκανε τη θυγατέρα του να διαπράξη μοιχεία, εκτός αν εν τω μεταξύ ο σύζυγός της, ο οποίος την απέλυσε, ενυμφεύθη ξανά, ή έχη σεξουαλικές σχέσεις με μια άλλη γυναίκα, ή απέθανε.
17, 18. (α) Όταν το νυμφικό χρήμα δεν πληρώνεται όλο μαζί, πότε και μόνο ο άνδρας μπορεί να έχη επικοινωνία με τη γυναίκα; (β) Πώς ο νόμος του Θεού έκανε διάκρισι μεταξύ παρθένων μνηστευμένων και παρθένων μη μνηστευμένων; (γ) Τι αξίζει η αποπλάνησις μιας παρθένου, και γιατί;
17 Ένας άνδρας μπορεί να μη συμφωνή για ένα ωρισμένο νυμφικό τίμημα ή προίκα και να κάνη τώρα μια μερική πληρωμή και να αισθάνεται πώς είναι εξουσιοδοτημένος να πάρη την μέλλουσα νύμφη του και να έχη σεξουαλικές σχέσεις μαζί της και να κάμη έναν δοκιμαστικό γάμο μαζί της. Αν δεν είναι ικανοποιημένος, δεν εξουσιοδοτείται από τον νόμον του Θεού να επιστρέψη την κόρη και να λάβη πάλι τη μερική πληρωμή του νυμφικού τιμήματος. Ώσπου ν’ αποτελειώση την πληρωμή της προικός του, δεν δικαιούται να έχη σεξουαλική σχέσι μαζί της. Είναι απλώς μνηστευμένος μαζί της και το να ενωθή μαζί της σεξουαλικώς στη διάρκεια αυτής της περιόδου της μνηστείας σημαίνει ότι την μολύνει και διαπράττει ανηθικότητα, πορνεία. Στον αρχαίον Ισραήλ, όταν μια κόρη ήταν μνηστευμένη για να νυμφευθή μ’ έναν Ισραηλίτη, εθεωρείτο ως αγιασμένη μαζί του και ετύγχανε της ίδιας μεταχειρίσεως ωσάν να ήταν νυμφευμένη μαζί του. Ετύγχανε διαφορετικής μεταχειρίσεως από μια παρθένο μη μνηστευμένη που είχε σχέσεις μ’ έναν άνδρα. «Και εάν τις απατήση παρθένον, μη ηρραβωνισμένην, και κοιμηθή μετ’ αυτής, θέλει εξάπαντος προικίσει αυτήν με προίκα, δια γυναίκα εις εαυτόν. Εάν όμως ο πατήρ αυτής δεν στέργη να δώση αυτήν εις αυτόν, αργύριον θέλει πληρώσει κατά την προίκα των παρθένων.»—Έξοδ. 22:16, 17· Δευτ. 22:28, 29.
18 Δεν συνέβαινε το ίδιο με μια μνηστευμένη κόρη: «Εάν νέα τις παρθένος ήναι ηρραβωνισμένη μετά ανδρός, και εύρη τις αυτήν εν τη πόλει, και κοιμηθή μετ’ αυτής, τότε θέλετε εκφέρει αυτούς αμφοτέρους εις την πύλην της πόλεως εκείνης, και θέλετε λιθοβολήσει αυτούς με λίθους, και θέλουσιν αποθάνει· την νέαν, διότι δεν εφώναξεν, ούσα εν τη πόλει· και τον άνθρωπον, διότι εταπείνωσεν [ποιον;] την γυναίκα του πλησίον αυτού.» (Δευτ. 22:23, 24) Έτσι, όταν η παρθένος Μαρία βρέθηκε έγκυος στη διάρκεια της μνηστείας της με τον Ιωσήφ, αυτός θέλησε να την απολύση ή διαζευχθή μυστικά για να εμποδίση το να λιθοβοληθή ως άπιστη μνηστευμένη παρθένος. (Ματθ. 1:18, 19) Στο Μεξικό και στη Σιγγαπούρη ένας γάμος μπορεί να ακυρωθή λόγω ανηθικότητος που ευρέθη ότι διεπράχθη από τη γυναίκα στη διάρκεια της μνηστείας της. Το να αποπλανήση ένας άνδρας μια παρθένο και να παραβιάση την παρθενία της και έπειτα να την κάμη να αισθάνεται πώς είναι υποχρεωμένη να τον νυμφευθή, δεν είναι αγνό, Χριστιανικό βήμα προς τον γάμο. Αποτελεί αιτία αποκοπής του βιαστού από την επικοινωνία της Χριστιανικής εκκλησίας, καθώς επίσης και της παρθένου αν συνήνεσε με πάθος στον βιασμό.
19, 20. (α) Γιατί μνηστευμένα άτομα δεν μπορούν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ των, και ποια ευθύνη βαρύνει τους γονείς από αυτή την άποψι; (β) Ποια εκκλησιαστική ενέργεια αξίζει για την πορνεία, και κατόπιν πότε μόνο μπορούν τέτοια άτομα να νυμφευθούν θρησκευτικώς;
19 Στη διάρκεια της περιόδου της μνηστείας ή αρραβώνος, αν ο μνηστευμένος νέος και η κόρη είχαν σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ των, αυτό θα ήταν παράνομη σχέσις, επειδή ο γάμος δεν έχει ακόμη νομιμοποιηθή και το ζεύγος δεν έχει ακόμη ανακηρυχθή ως ζεύγος συζύγων με πλήρη γαμήλια προνόμια. Δεν σημαίνει αν περιορίζουν τη σεξουαλική πράξι στους εαυτούς των μόνο· αυτό αποτελεί ακόμη ηθική ακαθαρσία, πορνεία. Αποτελεί λήψιν αποφάσεως να πράξη κανείς κάτι χωρίς να έχη μια νόμιμη άδεια. Αποτελεί ασωτία ή έλλειψι εγκρατείας στη σεξουαλική διάθεσι. Είναι χαλάρωσις της διαγωγής τού μνηστευμένου ζεύγους και επομένως έργον της σαρκός που αντιμάχεται το πνεύμα. Αν οι γονείς το επιτρέπουν αυτό ή ακόμη και το υποστηρίζουν αυτό και κάνουν διευθετήσεις γι’ αυτό, είναι πταίσται και παραμελούν το θεοκρατικό των καθήκον. Υπάρχει εδώ βάσιμη αιτία για να αποκοπή από την επικοινωνία το μνηστευμένο ζεύγος επειδή διέπραξε πορνεία με αποτέλεσμα εγκυμοσύνη ή όχι, καθώς επίσης και οι γονείς επειδή επέβλεψαν στην πορνεία με έγκρισι και επιδοκιμασία.—2 Πέτρ. 1:6· Γαλ. 5:19-21.
20 Ένας λειτουργός γάμων της εκκλησίας δεν μπορεί να τελέση τον γάμο ενός τέτοιου ακαθάρτου μνηστευμένου ζεύγους ενόσω αυτό βρίσκεται σε αποκοπή από την επικοινωνία. Αυτό είναι ένα πνευματικώς θεραπευτικό μέτρον για το ανήθικο μνηστευμένο ζεύγος, για να ομολογήσουν την αμαρτία τους στον Θεό και έπειτα στην επιτροπή της εκκλησίας και να εκδηλώσουν μετάνοια και ν’ αποδείξουν τη μετάνοιά τους απέχοντας από περαιτέρω ακάθαρτες σχέσεις μεταξύ των και να υπαχθούν στην περίοδο δοκιμασίας και στις απαιτήσεις που η επιτροπή της εκκλησίας επιβάλλει σ’ αυτούς προτού μπορέση να τους επιτρέψη ένα θρησκευτικό γάμο.
21. Για να φυλάξουν νεαρά άτομα από το να εκτεθούν στην πορνεία, τι δεν πρέπει να επιτρέπουν οι γονείς των;
21 Είναι, λοιπόν, αντίθετο προς την ορθή κρίσι να επιτρέπουν οι γονείς ή και να ενθαρρύνουν μια θυγατέρα δεκαπέντε ή δεκαέξη χρόνων να πηγαίνη πολύ μακριά από την κατοικία και να αναλαμβάνη εργασία και να ενοικιάζη ένα δωμάτιο μόνο και μόνο για να είναι κοντά στον φίλο της με τον οποίον είναι μνηστευμένη. Ομοίως, εκθέτουν νεαρά άτομα στην πορνεία οι γονείς εκείνοι που επιτρέπουν ένα χωριστό ζεύγος, αγόρι και κορίτσι, να κάνουν ένα ταξίδι διακοπών ή μια περιοδεία με ποδήλατο και κατασκήνωσι μαζί επί μία ή δύο εβδομάδες. Το να κατασκηνώσουν μαζί οι δύο νέοι που κάνουν τις διακοπές των, τους θέτει στο δρόμο του πειρασμού που μπορεί να οδηγήση και συχνά οδηγεί στην πορνεία. Ο απόστολος Παύλος λέγει: «Από παντός είδους κακού απέχεσθε.»—1 Θεσ. 5:22.
22. Πότε υπάρχει ιδιαίτερος πειρασμός να νυμφευθή κανείς ‘όχι εν Κυρίω’, αλλά με ποια ευθύνη και ενοχή;
22 Εμπίπτει στο καθήκον του καθενός να επαγρυπνή ζηλότυπα σ’ αυτή τη θεία συμβουλή να νυμφευώμεθα μόνο μέσα στις τάξεις του αφιερωμένου λαού του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος αποτελείται από πιστούς ακολούθους του Υιού του Ιησού Χριστού. Σε μέρη, όπου οι νεάνιδες υπερβαίνουν σε αριθμό τούς προς γάμον αδελφούς, υπάρχει ένας πειρασμός να τις νυμφεύουν οι γονείς με κοσμικά πρόσωπα, για να δουν απλώς ότι έχουν ένα σύζυγο ή ότι οι ίδιοι ανακουφίζονται από ένα βάρος. Εξ άλλου, εκεί, που υπάρχουν ολιγώτερες προς γάμον νεάνιδες παρά αδελφοί, υπάρχει μια γεμάτη πάθος πίεσις να αγνοήται ο νόμος και η προειδοποίησις του Θεού και να νυμφεύωνται ‘όχι εν Κυρίω’, έξω από την κοινωνία του Νέου Κόσμου. Οποιοσδήποτε το κάνει αυτό ή διευθετεί για έναν άλλον να το κάμη αυτό πρέπει να αναλάβη την ευθύνη ενώπιον του Θεού του αγνού, θεοκρατικού γάμου και πρέπει ν’ αντιληφθή την ενοχή του για οποιεσδήποτε κακές συνέπειες που προκύπτουν από αυτόν τον άνισο ζυγό.
23. (α) Για να εξασφαλισθή ευτυχής, θεοκρατικός γάμος, ποιες ενέργειες πρέπει να γίνουν; (β) Πώς πρέπει να τηρηθή ο γάμος αφού κανείς εισέλθη σ’ αυτόν;
23 Εξαιτίας των τόσο πολλών σοβαρών πραγμάτων που είναι συνδεδεμένα με την ιεροπρεπή διάταξι του γάμου, ο καθένας πρέπει να ερευνήση τελείως το φόντο του συντρόφου που προτίθεται να λάβη και έπειτα ν’ αποφασίση αν θα ήταν θεοκρατικό ή θα ωδηγούσε σε ευτυχείς δεσμούς το να προτείνη γάμον ή να δεχθή πρότασιν γάμου. Αν κανείς μνηστευθή, τότε πρέπει να κρατήση τη μνηστεία καθαρή, με αγνή, ηθική διαγωγή για να μπορέση να παρουσιάση στον εαυτό του έναν αμόλυντο σύντροφο όπως στην περίπτωσι του Ιησού και της νύμφης του: «δια να παραστήση αυτήν εις εαυτόν ένδοξον εκκλησίαν, μη έχουσαν κηλίδα, ή ρυτίδα, ή τι των τοιούτων, αλλά δια να ήναι αγία και άμωμος.»—Εφεσ. 5:27.