Επιδιώκοντας τον Σκοπό μου στη Ζωή
Αφήγησις του Ιωάν. Α. Κάτφορθ
ΤΟ έτος 1911 ο πατέρας μου εγνώρισε την αλήθεια και την απεδέχθη, κι έτσι είχα τη μεγάλη ευλογία ν’ ανατραφώ «εν παιδεία και νουθεσία του Ιεχωβά.»
Σ’ όλα τα πολλά έτη που επέρασαν από τότε ενόσω επεδίωκα τον σκοπό μου στη ζωή, δύο πράγματα εντυπώθηκαν έντονα στη διάνοιά μου: Πρώτον, ότι με οποιοδήποτε τρόπο κι αν προσπαθούσα να βρω ικανοποίησι, ευχαρίστησι, ηδονές ή φίλους στον παλαιό κόσμο, επρόκειτο για μια απέλπιδα και μάταιη αναζήτησι. Δεύτερον, ότι ο Ιεχωβά έχει μια οργάνωσι επάνω στη γη, την οποίαν αυτός κατευθύνει, ότι εγώ ως άτομο μπορούσα να συνεργασθώ μ’ αυτή την οργάνωσι, και ότι αν ακολουθούσα πλήρως τις κατευθύνσεις και την καθοδηγία της, αυτό θα μου έφερνε ειρήνη, ευχαρίστησι, ικανοποίησι και πολλούς φίλους, καθώς και πολλές άλλες πλούσιες ευλογίες.
Σε πολλές περιπτώσεις μέσα στην άγνοιά μου προσεπάθησα να παραμερίσω την οργάνωσι του Ιεχωβά και να σκεφθώ να ενεργήσω με τον τρόπο που ήθελα. Σε κάθε περίπτωσι ο Ιεχωβά εύσπλαγχνα μου επέτρεπε να επανέρχωμαι με μετάνοια και θλίψι. Έχαιρα πάντοτε να επανέρχωμαι στον λαό Του και στην οργάνωσί Του.
Μετά από δεκαπέντε περίπου χρόνια επιτυχούς υπηρεσίας στο αστικά σχολεία, μου εχορηγήθη ετησία άδεια απουσίας από τα διδασκαλικά μου καθήκοντα, με εξήντα τοις εκατό των απολαυών μου στη διάρκεια της απουσίας μου, υπό τον όρον να δαπανήσω τουλάχιστον τέσσερες μήνες αυτού του χρονικού διαστήματος σ’ ένα πανεπιστήμιο. Κατόπιν τούτου ενεγράφηκα στο Πανεπιστήμιο της Νοτίου Καλιφορνίας, και στο έτος 1940 βρέθηκα ν’ απολαμβάνω το ευχάριστο κλίμα της Καλιφορνίας, τις ακτές της και πολλά άλλα ατελείωτα θέλγητρα. Μέσα στην άγνοιά μου επιζητούσα ευχαρίστησι με την εσφαλμένη κατεύθυνσι. Μια άχαρις μελαγχολία με κατέλαβε παρ’ όλα τα όσα θα μπορούσε ν’ αγοράση το χρήμα. Αλλ’ όταν άρχισα να συνταυτίζωμαι με την εκκλησία Γκλένταλ κάθε Κυριακή, η χαρά άρχισε να επανέρχεται. Αν αυτό είναι εκείνο που φέρνει χαρά, συλλογίσθηκα, τότε πρέπει να κάμω περισσότερη υπηρεσία. Οι ώρες μου στην υπηρεσία του αγρού γρήγορα μετεπήδησαν από δέκα τον μήνα σε πενήντα, σε εβδομήντα και σε ογδόντα! Το να εργάζωμαι τόσο πολλές ώρες στην υπηρεσία του Ιεχωβά μου έφερε ικανοποίησι.
Κατόπιν, ύστερ’ από λίγων ημερών σοβαρή σκέψι, και ειδικά αφού εμελέτησα το Ματθαίος 6:33, 34, εζήτησα από την Εταιρία ένα έντυπο αιτήσεως για έργον σκαπανέως. Την 1η Μαρτίου 1941, άρχισα την πρώτη μου μέρα στην υπηρεσία σκαπανέως. Ποτέ δεν κατάλαβα πως ήμουν τόσο κοντά στην οργάνωσι του Ιεχωβά και αποτελούσα ένα μέρος αυτής. Η όψις του Πανεπιστημίου ξεθωριασμένη απωθήθη στο φόντο. Όταν είδαν οι αδελφοί ότι ήμουν ειλικρινής και είχα πραγματική αγάπη για τον Ιεχωβά, δεν ήξεραν τι να κάμουν για μένα. Ποτέ δεν είχα τόσο πολλούς φίλους, προνόμια κι ευλογίες! Τόσο ικανοποιητική ήταν η υπηρεσία σκαπανέως, ώστε εματαιώθησαν οι πανεπιστημιακές τάξεις, το διδασκαλικό μου στάδιο αφέθη κατά μέρος χάριν της χαράς της ολοχρονίου υπηρεσίας στον Ιεχωβά. Το έργον σκαπανέως έγινε σκοπός μου στη ζωή.
Επέρασαν πολλοί χαρωποί μήνες. Ανέγνωσα στον Πληροφορητή για τη νέα διευθέτησι του να γίνουν πολλοί σκαπανείς ειδικοί σκαπανείς, αρκεί να ήσαν πρόθυμοι να πάνε οπουδήποτε θα τους ώριζε η Εταιρία. Έχοντας την πεποίθησι ότι ένα τέτοιο προνόμιο ποτέ δεν θα μου παρείχετο, με ευχαρίστησι επανήλθα ν’ απολαύσω τη ζωή σκαπανέως με την εκκλησία, όπου όλα ήσαν άνετα κι ευχάριστα.
Μετά από λίγον καιρό έφθασε ένας μακρός φάκελλος από την Εταιρία. Θα ανελάμβανα έργον ειδικού σκαπανέως; Λοιπόν, ο Δεκέμβριος του 1941, με είδε στο Κόλτον της Καλιφορνίας, να υπηρετώ ως ειδικός σκαπανεύς. Εφαίνετο πολύ μονήρης ο τόπος εκεί. Υπήρχαν περιπτώσεις που σκεπτόμουν να ξαναπάω στο Γκλένταλ, φρονώντας ότι θα έκανα περισσότερο καλό ως ένας γενικός σκαπανεύς. Αλλά καταπολέμησα αυτές τις ιδέες, γνωρίζοντας ότι έπρεπε ν’ ακολουθήσω την καθοδηγία της οργανώσεως του Ιεχωβά. Με αποφασιστικότητα προσήλωσα τον νου μου στο έργον μου. Βρέθηκαν ενδιαφερόμενοι. Άρχισαν συμμελέτες. Φιλίες συνήφθησαν με αδελφούς. Εργασθήκαμε σκληρά μαζί και σε λίγο εσχηματίσθη μια νέα εκκλησία, εγώ δε μετεκόμισα σε άλλο τόπο. Αλλ’ οι ευλογίες του Ιεχωβά ποτέ δεν ετελείωσαν.
Τον Οκτώβριο του 1942, είχα το προνόμιο να υπηρετήσω ως «υπηρέτης δια τους αδελφούς,» αρχίζοντας από τον Σαν Φρανσίσκο. Επακολούθησαν κι άλλοι μήνες χαρωπού έργου υπηρετήσεως των εκκλησιών. Το μέλλον εφαίνετο πραγματικά πολύ ευχάριστο, αλλ’ έξαφνα εφάνη σαν να διελύετο αυτή η προοπτική. Επειδή ήμουν Καναδός πολίτης, οι μεταναστευτικές αρχές εζήτησαν να επιστρέψω στον Καναδά. Η Εταιρία υπέδειξε ότι θα ήταν πράξις συνέσεως να επιστρέψω αμέσως.
Με μια βαριά καρδιά αποβιβάσθηκα στη Βικτωρία του Καναδά τον Φεβρουάριο 1943. Τι θα έκανα τώρα; Πόσο εύκολο θα ήταν να ξεφύγω χωρίς κανένας να είναι ο συνετώτερος! Εκτιμώντας τον κίνδυνο αυτού του συλλογισμού και την ανάγκη του να παραμένω κοντά στην οργάνωσι, απεφάσισα σταθερώτερα από κάθε άλλη φορά να επιδιώξω τον σκοπό μου στη ζωή ως σκαπανέως.
Η τρίτη μέρα της επιστροφής μου στον Καναδά με είδε στην υπηρεσία σκαπανέως, που επήγαινα από σπίτι σε σπίτι με τη Γραφή μόνο. Η απαγόρευσις εναντίον των μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν σε εφαρμογή, ο δε καιρός ήταν ψυχρός. Δεν υπήρχε τρόπος επαφής μου με την Εταιρία στον Καναδά. Είχα πεποίθησι, όμως, ότι δεν ήταν δυνατόν να βαδίζω επισφαλώς συνεχίζοντας την υπηρεσία σκαπανέως.
Πέρασε ένας μήνας. Διεξήγοντο επανεπισκέψεις και Γραφικές μελέτες. Υπήρξαν ευχάριστες στιγμές με τους εντοπίους αδελφούς, μολονότι ήμεθα υπό την απαγόρευσι. Κατόπιν μου ήλθε μήνυμα από την Εταιρία ότι έπρεπε να μεταβώ στο Έντμοντον. Σε λίγες εβδομάδες βρέθηκα πάλι υπηρέτης δια τους αδελφούς στον Βόρειο Καναδά. Ω, τι φοβερό κρύο έκανε! Πόσο βαθύ ήταν το χιόνι και πόσο αδιάβατοι ήσαν οι δρόμοι, ειδικά την άνοιξι! Αλλ’ οι αδελφοί ήσαν το ίδιο στοργικοί όπως και στο Γκλένταλ, το δε έργον και η συναναστροφή μας πολύ εξουδετέρωνε οποιαδήποτε δυσχέρεια. Η ζωή ήταν χαρωπή, αλλ’ αυτός ο τόπος διορισμού δεν επρόκειτο να διαρκέση.
Μετά από λίγους μήνες ήλθε τηλεγραφικό μήνυμα, «Έλα στο Μπέθελ του Τορόντο». «Δεν είμαι φτιαγμένος για γραφική εργασία,» σκέφθηκα. «Πάντοτε δε με δυσαρεστούσε η ομαδική ζωή.» Δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να εμμείνω πολύ στο ζήτημα. «Πρέπει ν’ ακολουθήσω την κατεύθυνσι του Κυρίου μέσω της οργανώσεώς του,» συνεβούλευσα αυστηρά τον εαυτό μου. Επακολούθησαν τρία έτη υπηρεσίας μέσα στο Καναδικό Μπέθελ. Μερικές φορές εφαίνετο μακρό το διάστημα και μερικές βραχύ. Με το πέρασμα των ετών επήλθε ωριμότης και μεγαλύτερη επάφεσις στο πνεύμα του Ιεχωβά. Όλ’ αυτά με προετοίμασαν για το επόμενο μέγα βήμα μου στην επιδίωξι του σκοπού μου στη ζωή, δηλαδή, στο έργον του υπηρέτου δια τους αδελφούς στην Κουεμπέκ του Καναδά.
Το να υπηρετώ τις εκκλησίες στο Μοντρεάλ, στην Πόλι Κουεμπέκ και στο πέριξ ήταν ένας καιρός δοκιμασίας. Αστυνομικά αυτοκίνητα παρακολουθούσαν τα ίχνη μας καθώς πηγαίναμε από πόρτα σε πόρτα. Θα επακολουθούσαν συλλήψεις, πρόστιμα και φυλακίσεις, όλα ένεκα του κηρύγματος του Θείου λόγου. Δεν ήταν ευχάριστο αυτό, αλλά δεν μπορούσαμε να παύσωμε από το να εκτελούμε ό,τι ο Θεός προσέταξε να γίνη. Καθόσον επισκεπτόμουν τις εκκλησίες, γινόμουν ισχυρότερος· όλοι μας το ίδιο, πραγματικά. Η χαρά μας εξουδετέρωνε κάθε ενόχλησι της αστυνομίας ή φυλάκισι.
Κατόπιν ήλθε η ευχάριστη έκπληξις του 1946, μια πρόσκλησις για φοίτησι στη Βιβλική Σχολή της Σκοπιάς Γαλαάδ. Οποία ανταμοιβή που έκαμα το έργον σκαπανέως σκοπό μου στη ζωή! Επακολούθησαν μήνες σκληρής μελέτης, υπέμεινα δοκιμασίες, επακολούθησε αύξησις γνώσεως και συναναστροφή με τους αδελφούς—όλα αυτά μου έδωσαν ανάπτυξι και με κατήρτισαν για μεγαλύτερη υπηρεσία εμπρός μου.
Όταν απεφοίτησα απ’ τη Σχολή Γαλαάδ απεστάλην πίσω στην Κουεμπέκ και στις παράλιες επαρχίες. Αυτός ο γύρος των επισκέψεων μου παρέσχε την ευκαιρία να μεταδώσω στους αδελφούς πολλά από τα καλά πράγματα που είχα μάθει στη Σχολή Γαλαάδ.
Τον Οκτώβριο του 1947 θυμούμαι που διερωτήθηκα, «Είμαι προετοιμασμένος για οτιδήποτε ζητήση από μένα η Εταιρία; Είναι η πίστις μου αρκετά ισχυρή;» Αφού συλλογίσθηκα για λίγο σ’ αυτά τα ερωτήματα, ενόμισα πως είχα την απάντησι. Ήμουν έτοιμος.
Το ν’ ακολουθή κανείς τη ζωή του σκαπανέως απαιτεί μεγάλη πίστι, και τον ίδιον εκείνο μήνα η πίστις μου ετέθη σε δοκιμασία. Έλαβα διορισμό να πάω κατ’ ευθείαν στην Αυστραλία. Τι μεγάλη απόστασις αυτή από τον τόπο μου! Θα επέστρεφα ποτέ στον Καναδά για να ξαναϊδώ τους γονείς και τους φίλους μου πριν από τον Αρμαγεδδώνα; Ο μόνος τρόπος να το διαπιστώσω ήταν να πάω. Μπορούσα όμως να είμαι έτοιμος σε μια εβδομάδα; Αυτό εσήμαινε να μην πάω στο σπίτι μου για ν’ αποχαιρετήσω τον πατέρα μου, τη μητέρα μου και τους φίλους μου και να φύγω με εισιτήριο άνευ επιστροφής στην Αυστραλία! Ήταν μια μεγάλη δοκιμασία για μένα, αλλ’ ένα μόνο έπρεπε να κάμω: ν’ ακολουθήσω την κατεύθυνσι του Ιεχωβά. Και το έπραξα.
Μαζί με δύο άλλους Καναδούς αδελφούς, εγκατελείψαμε μακριά τη Νέα Υόρκη καθώς το πλοίο μας κατηυθύνετο προς τον Παναμά κι απ’ εκεί προς τον ανοιχτό Ειρηνικό. Μετά από τριών εβδομάδων συνεχές ταξίδι, αρχίσαμε να αισθανώμεθα σαν να είχαμε αφήσει έναν κόσμο πίσω μας και ότι δεν υπήρχε τίποτα άλλο από νερό μπροστά μας. Ένα απόγευμα κατά τις πέντε η ώρα, κατέβηκε ο ασυρματιστής του πλοίου μ’ ένα τηλεγράφημα. Περιείχε χαιρετισμούς κι ευχές από μια συνέλευσι περιοχής του Δυτικού Καναδά. Ο Ιεχωβά δεν μας ελησμόνησε ακόμη κι εδώ μακριά στο μέσον του ανοιχτού Ειρηνικού.
Μετά από ενός μηνός ταξίδι αποβιβασθήκαμε τελικά στο Μπρισμπαίν της Αυστραλίας. Δεν εγνωρίζαμε κανένα εκεί. Σε μια παράξενη πόλι μιας παράξενης ηπείρου περιεπλανώμεθα στους δρόμους για μερικές μέρες. Αυτό μας επέτρεψε να γνωρισθούμε με το νέο περιβάλλον. Σε λίγον καιρό, όμως, εφθάσαμε στο Αυστραλιανό Μπέθελ. Απεκτήσαμε νέους φίλους, καθωρίσαμε την περιοχή του έργου μας και σε διάστημα λιγώτερο από μια εβδομάδα, ήμουν σ’ ενέργεια υπηρετώντας τις εκκλησίες Μέλμπουρν και περιχώρων.
Η ζωή ήταν διαφορετική εδώ κάτω. Δεν ήταν τόσο γοργή, τουλάχιστον. Οι ευκολίες της ζωής δεν εφαίνοντο συγχρονισμένες. Εν τούτοις, πολλοί άνθρωποι είχαν την πεποίθησι ότι ζούσαν μέσα σ’ έναν παράδεισο. Μολονότι οι αδελφοί μέσα σ’ αυτή τη χώρα των καγκουρώ υπέστησαν σοβαρές αποτυχίες στα προηγούμενα χρόνια, εν τούτοις, με την επάνοδο του πνεύματος του Ιεχωβά και την αύξησι της δράσεως, οι αριθμοί των άρχισαν ν’ αυξάνουν. Η χαρά επανήλθε.
Μετά από λίγους μήνες έργου περιοχής μου παρεσχέθη από την Εταιρία το προνόμιο να είμαι υπηρέτης περιφερείας. Αυτό εφαίνετο υπέρογκο. Θα μπορούσα άρα γε να το εκτελέσω; Οι ευθύνες έγιναν πολλές, αλλ’ επαφέθηκα στη δύναμι του Ιεχωβά. Ήταν συγκινητικό να βλέπη κανείς το πώς βήμα προς βήμα, καθώς επεδίωκα τον σκοπό μου στη ζωή ως σκαπανέως, ο Ιεχωβά διήνοιξε νέες λεωφόρους υπηρεσίας με μεγαλωμένα προνόμια κι ευλογίες. Οπωσδήποτε ανεμένοντο πάντοτε να έλθουν περισσότερα, όπως θα δήτε.
Πέρασαν λίγα χρόνια έργου υπηρέτου περιφερείας. Άρχισα να αισθάνωμαι πως ανήκα στην Αυστραλία και σε λίγο την αποκαλούσα πατρίδα μου. Κατόπιν ήλθε το έτος 1950 και μαζί μ’ αυτό η διεθνής συνέλευσις των μαρτύρων του Ιεχωβά στο Στάδιο Γιάγκη της Νέας Υόρκης. Ήμουν παρασκευασμένος να παραμείνω στην Αυστραλία ως τον Αρμαγεδδώνα, κι όμως παρέμεινα μόνο λίγο περισσότερο από δύο χρόνια σ’ αυτή τη χώρα και μου παρεσχέθη ευκαιρία να επιστρέψω στη Νέα Υόρκη, για να κάμω ένα ταξίδι εντελώς ολόγυρα στον κόσμο. Όλα έγιναν μέσα σε δέκα εβδομάδες! Πόσο μικρή εφαίνετο να είναι τώρα η γη!
Η συνέλευσις του Σταδίου Γιάγκη παρέσχε αναψυχή κι ενθάρρυνσι σε όλους όσοι την παρακολούθησαν. Έδωσε και σ’ εμένα μια ευκαιρία να ιδώ όλους τους παλιούς μου φίλους. Κατόπιν ήλθε το ιδιάζον εκείνο αίσθημα του να επιστρέψω πάλι στην Αυστραλία.
Πέρασαν άλλα τρία χρόνια. Υπήρχαν πολλές αυξήσεις σε ευαγγελιζομένους, κατεφαίνετο δε μεγαλύτερη ωριμότης μεταξύ του λαού του Ιεχωβά, η δε χαρά της ολοχρονίου υπηρεσίας ήταν μια παντοτινή συγκίνησις. Κατόπιν ανεφάνη το έτος 1953 με άλλη μια συνέλευσι στο Στάδιο Γιάγκη. Τι χαρά! διότι μ’ αυτή την αναγγελία μού ήλθε και μια δεύτερη ευκαιρία για μένα να ξαναπάω στην Αμερική!
Άλλες δέκα εβδομάδες ευωχίας και απολαύσεως της κοινωνίας του Νέου Κόσμου. Ακόμη περισσότερο αυτή τη φορά μου παρουσιάσθη η σκέψις να επιστρέψω στον τόπο μου. Καλό ήταν να επιστρέψω και να ενασχοληθώ στο έργον του Ιεχωβά σ’ αυτή την αντίπερα χώρα.
Τώρα είχαν περάσει δεκαεπτά χρόνια ολοχρονίου υπηρεσίας. Αυτά υπήρξαν τα καλύτερα χρόνια, τα πιο ευτυχή χρόνια, τα χρόνια με τις περισσότερες κατοικίες, ενδύματα και φίλους, από κάθε προηγούμενη φορά. Τι συνετό ήταν το να προσέξω την υπόσχεσι του Κυρίου στο κατά Ματθαίον 6:33! Πόσο λογικό ήταν το ν’ ακολουθήσω την καθοδηγία του Κυρίου, όπως αυτή εκδηλώνεται μέσω της οργανώσεώς του! Πόσο ευχαριστώ τον Ιεχωβά που έκαμα το έργον του σκαπανέως σκοπό μου στη ζωή.
Τώρα μετά από δέκα ετών σχεδόν παραμονή στην Αυστραλία, η χώρα αυτή πραγματικά έγινε πατρίδα μου. Αδιάφορο, λοιπόν, είναι το πού υπηρετεί κανείς. Οι αδελφοί είναι οι ίδιοι, διότι το ίδιο πνεύμα ενεργεί σ’ αυτούς. Τα ήθη κι έθιμα μπορεί να διαφέρουν, αλλ’ η αλλαγή τρόπου σκέψεως του ανθρώπου και το να επιζητή κανείς πάντοτε ν’ ακολουθήση την κατεύθυνσι του Ιεχωβά, δεχόμενος οποιονδήποτε διορισμό αυτός θεωρεί κατάλληλο να δώση, φέρνει χαρά, ευτυχία, ικανοποίησι και αναρίθμητους φίλους—πράγματα που προέρχονται μόνο απ’ το να επιδιώκη κανείς ένα μεγάλο στόχο στη ζωή—όπως λόγου χάριν το έργον σκαπανέως.