Μέρος 26—«Γενηθήτω το Θέλημά σου επί της Γης»
Όπως προελέχθη στο ενδέκατο κεφάλαιο της προφητείας του Δανιήλ, ο Μέγας Αλέξανδρος, αφού εγκαθίδρυσε την Ελληνική ή Μακεδονική Αυτοκρατορία (την πέμπτη παγκόσμια δύναμι της Βιβλικής ιστορίας), πέθανε στη Βαβυλώνα το έτος 323 π.Χ. Επί ένα χρονικό διάστημα η αυτοκρατορία του διεσπάσθη σε τέσσερες Ελληνικές αυτοκρατορίες που εκυβερνώντο από στρατηγούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Στρατηγός Σέλευκος Νικάτωρ εξησφάλισε τη Βαβυλώνα, τη Μηδία, τη Συρία, την Περσία και τις επαρχίες ανατολικά του Ποταμού Ινδού· η δε γραμμή των βασιλικών αρχόντων απ’ αυτόν μέσω του γυιού του Αντιόχου Α΄ κατέστη γνωστή ως «βασιλεύς του βορρά», διότι κυβερνούσε από τη Συρία προς βορράν της Ιερουσαλήμ. Ο Στρατηγός Πτολεμαίος Λάγος εξησφάλισε την Αίγυπτο, τη Λιβύη, την Αραβία, την Παλαιστίνη και την Κοίλη Συρία, η δε γραμμή των βασιλικών αρχόντων που προήλθε απ’ αυτόν κατέστη γνωστή ως ο «βασιλεύς του νότου», διότι κυβερνούσε από την Αίγυπτο ως τα νότια της Ιερουσαλήμ. Λόγω ανταγωνισμού κι επιθυμίας κατακτήσεως εδαφών εμαίνετο ο πόλεμος μεταξύ του «βασιλέως του βορρά» και του βασιλέως του νότου. Το έτος 217 π.Χ. ο Αντίοχος Γ΄ ως βασιλεύς του βορρά βρέθηκε αντιμέτωπος σε μάχη εναντίον του Πτολεμαίου Δ΄ της Αιγύπτου ως βασιλέως του νότου, σ’ εκπλήρωσι του Δανιήλ 11:10.
30. Πού τον συνήντησε ο βασιλεύς του νότου για μάχη, και τι εδόθη στο χέρι του;
30 Ο άγγελος του Ιεχωβά έδειξε ότι η παλίρροια της μάχης θα εστρέφετο λέγοντας: «Και ο βασιλεύς του νότου θέλει εξαγριωθή, και θέλει εξέλθει και πολεμήσει μετ’ αυτού, μετά του βασιλέως του βορρά· όστις θέλει παρατάξει πλήθος πολύ· το πλήθος όμως θέλει παραδοθή εις την χείρα αυτού» (Δαν. 11:11) Εξωργισμένος ο βασιλεύς του νότου, Πτολεμαίος Δ΄ Φιλοπάτωρ (ή Τρύφων), εκινήθη προς βορράν με 70.000 στρατιώτας εναντίον του προελαύνοντος εχθρού. Στην παράλια πόλι Ράφεια, περίπου είκοσι μίλια νοτιοδυτικά της Γάζης κι όχι πολύ βορείως των συνόρων της Αιγύπτου, συναντήθηκαν. Ο Σύριος Βασιλεύς Αντίοχος Γ΄ ήγειρε ένα «πλήθος πολύ», δυνάμεως 60.000 ανδρών, αλλ’ αυτό παρεδόθη στα χέρια του βασιλέως του νότου.
31. Πώς τότε επατάχθη ένα πλήθος στη μάχη, ποιοι ήσαν οι όροι της συνθήκης ειρήνης που υπεγράφη, και γιατί ο βασιλεύς του νότου δεν εκραταιώθη αλλ’ η καρδία του υψώθη;
31 «Και αφού πατάξη το πλήθος, η καρδία αυτού θέλει υψωθή· και θέλει καταβάλει μυριάδας· πλην δεν θέλει κραταιωθή.» (Δαν. 11:12) Ο βασιλεύς του νότου, Πτολεμαίος Δ΄, εφόνευσε εχθρικά Συριακά στρατεύματα δυνάμεως 10.000 πεζών και 300 ιππέων και συνέλαβε άλλους 5.000 άνδρες ως αιχμαλώτους, πράγμα που ήταν μια μεγάλη απώλεια για τον βασιλέα του βορρά. Οι δύο βασιλείς τώρα υπέγραψαν μια συνθήκη ειρήνη, και ο Αντίοχος Γ΄ υπεχρεώθη να παραδώση τη Φοινίκη, περιλαμβανομένης της Τύρου και της Πτολεμαΐδος, και της Κοίλης Συρίας, που είχε κατακτήσει. Παρέμενε, όμως, ακόμη στο Συριακό του λιμάνι της Σελευκείας. Αυτή η ειρήνη ήταν προς όφελός του, διότι ο βασιλεύς του νότου δεν επωφελήθη από τη νίκη του για να «κραταιωθή». Μετεστράφη σε μια ζωή παραλυσίας στην Αίγυπτο και δεν άφησε διάδοχο για ν’ αναλάβη μια επιθετική ηγεσία εναντίον της Συρίας, εκτός από τον πενταετή γυιό του, Πτολεμαίο Ε΄, ως διάδοχο του Αιγυπτιακού θρόνου. Αυτό έγινε πολλά χρόνια πριν από τον θάνατο του Συρίου αντιπάλου του, του ιδίου του Αντιόχου Γ΄. Ο άγγελος του Ιεχωβά είχε προείπει: «Δεν θέλει κραταιωθή.» Απ’ αυτή τη νίκη η καρδία του ‘υψώθη,’ ειδικά όμως εναντίον του Ιεχωβά Θεού. Η γη Ιούδα και η Ιερουσαλήμ εξακολουθούσαν ακόμη να είναι κάτω από την κυριαρχία του, αλλ’ αυτός ανυψώθη σε στάσι εναντίον του λαού του Ιεχωβά.
32. Πώς ο ηττημένος αυτός βασιλεύς του βορρά έφθασε σε μεγαλείον, και πώς ήλθε σε καταστρεπτική ρήξι με τη Ρώμη;
32 Ο βασιλεύς του βορρά, Αντίοχος Γ΄, αφού ηττήθη στη Ράφεια, απεσύρθη στη Συριακή του πρωτεύουσα Αντιόχεια. Αντίθετα με τον νικηφόρο αντίπαλό του, επροχώρησε σ’ ένα επίγειο μεγαλείον, κι εκέρδισε τον τίτλο Μέγας. Κατηύθυνε τη στρατιωτική του μεγαλοφυΐα προς ανατολάς κι ενίκησε τους Πάρθους το 209 π.Χ. Το επόμενο έτος προήγαγε περαιτέρω την εκστρατεία του προς ανατολάς, εναντίον των Βακτριανών, βαθιά μέσα στην Ασία. Οι επιτυχείς αυτές εκστρατείες του εξασφάλισαν τον τίτλο «ο Μέγας». Στρεφόμενος τώρα προς δυσμάς εκυρίευσε την Έφεσο στη Μικρά Ασία και την έκαμε πρωτεύουσά του. Διέβη τον Ελλήσποντο (τον στενό πορθμό των Δαρδανελλίων) και διεπεραιώθη στην Ευρώπη. Εκεί εποικοδόμησε την πόλι της Λυσιμαχίας που είχε ιδρυθή από τον στρατηγό τού Αλεξάνδρου Λυσίμαχο. Σ’ αυτό το σημείο η Ρώμη εζήτησε απ’ αυτόν να παύση να παρενοχλή την Ευρώπη. Στο έτος 191 π.Χ. οι Ρωμαίοι τού εκήρυξαν τυπικώς τον πόλεμο. Τελικά ηττήθη στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, σε μικρή απόστασι απ’ την πρωτεύουσά του, την Έφεσο. Όταν συνήψε ειρήνη με τη Ρώμη, παρέδωσε παν ό,τι υπήρχε στη Ρωμαϊκή πλευρά των Ορέων Ταύρου της Μικράς Ασίας, επλήρωσε δε και πρόστιμο. Έγινε πατήρ της Κλεοπάτρας, την οποίαν έδωσε σε γάμο στον βασιλέα του νότου, Πτολεμαίον Ε΄. Από τότε το όνομα Κλεοπάτρα κατέστη το τακτικό όνομα βασιλισσών της Αιγύπτου στην Πτολεμαϊκή γραμμή.
33. Πώς αυτός ο βασιλεύς του βορρά έφθασε στο τέλος των ετών μ’ ένα καλά εφωδιασμένο στρατό κι αφήρεσε έδαφος απ’ την Αίγυπτο;
33 Όσο για τον βόρειο Βασιλέα Αντίοχο Γ΄ τον Μέγαν, ο άγγελος του Ιεχωβά προεφήτευσε περαιτέρω: «Και ο βασιλεύς του βορρά θέλει επιστρέψει, και θέλει παρατάξει πλήθος περισσότερον παρά το πρώτον, και θέλει ελθεί εν ορμή εν τω τέλει των ωρισμένων ετών, μετά δυνάμεως μεγάλης και μετά πλούτου πολλού.» (Δαν. 11:13) Τα «έτη» που προλέγονται ενταύθα απεδείχθησαν δώδεκα ή περισσότερα έτη μετά τη μάχη της Ραφείας, όπου είχε υποστή ήτταν από τον Πτολεμαίο Δ΄. Μετά την πάροδο των ετών εκείνων, ο νικητής της μάχης της Ραφείας πέθανε, ο δε πενταετής του γυιός έγινε ο βασιλεύς του νότου, φέροντας το όνομα Πτολεμαίος Ε΄. Ο Αντίοχος Γ΄, επωφελούμενος από την τρυφερή αυτή ηλικία του βασιλέως του νότου, εξεστράτευσε για να επανακτήση όλα τα εδάφη που είχε χάσει. Γι’ αυτόν τον σκοπό συνεμάχησε με τον Φίλιππο Ε΄, βασιλέα της Μακεδονίας, εναντίον του νεαρού Πτολεμαίου Ε΄. Εισέβαλε κατόπιν στη Φοινίκη και στη Συρία κι εκυρίευσε την παράλιο πόλι της Γάζης κοντά στην Αίγυπτο. Είχε ένα μεγάλο στράτευμα με σημαντικά εφόδια.
34. Τι ανωμαλίες είχε ο νεαρός βασιλεύς του νότου;
34 Οι καιροί επρόκειτο να γίνουν δύσκολοι για τον βασιλέα του νότου σύμφωνα με την περαιτέρω προφητεία του αγγέλου του Ιεχωβά στον Δανιήλ: «Και εν τοις καιροίς εκείνοις πολλοί θέλουσι σηκωθή εναντίον του βασιλέως του νότου· και οι λυμεώνες εκ του λαού σου θέλουσιν επαρθή δια να εκπληρώσωσιν όρασιν· πλην θέλουσι πέσει.» (Δαν. 11:14) Εκτός από τον Σύριον Βασιλέα Αντίοχον Γ΄ και τον Μακεδονικό του σύμμαχο, τον Βασιλέα Φίλιππο Ε΄, ο νεαρός βασιλεύς του νότου είχε κι άλλους ταραχοποιούς να καταπολεμήση μέσα στην ίδια την Αίγυπτο. Ο Αγαθοκλής, ως σωματοφύλαξ του, εβασίλευσε εν ονόματι του βασιλέως, αλλ’ εφέρθη αλαζονικά στους Αιγυπτίους. Γι’ αυτό πολλοί Αιγύπτιοι εστασίασαν.
35. Πώς μερικοί από τον λαό του Δανιήλ έγιναν ταραξίαι αλλά προσέκοψαν αποτυχόντες ν’ αποκαταστήσουν την όρασι;
35 Σύμφωνα με την προφητεία, ακόμη και μερικοί από τους ανθρώπους του Δανιήλ έγιναν ταραξίαι. Ήσαν «λυμεώνες» [«τέκνα της ορμής» (ΙΕ)], δηλαδή ήσαν άνδρες βίας, επαναστάται κατά ένα τρόπον. Την «όρασιν», την οποίαν μπορεί να είχαν από τον λόγον του Ιεχωβά προσεπάθησαν να φέρουν σε πραγματοποίησι προ του καιρού σύμφωνα με την ιδιοτελή των αντίληψι του πράγματος. Η προσπάθεια ή κίνησίς των δεν έπρεπε να έχη καμμιά σχέσι με την οικοδόμησι ναού στην Αίγυπτο, του ναού που ελέγετο ναός του Ονία, από τον Ιουδαίον ιερέα Ονία, κι εκτίσθη απ’ αυτόν τον γυιό του αρχιερέως, Ονία Γ΄, για να εκβιασθτή μια υλική εκπλήρωσις του εδαφίου Ησαΐας 19:19. Αυτοί οι Ιουδαίοι άνδρες ορμής έσφαλλαν αν διενοήθησαν να θέσουν τέρμα στους «καιρούς των εθνών» που είχαν αρχίσει στο έτος 607 π.Χ., οπότε η Ιερουσαλήμ ερημώθηκε και οι Ιουδαίοι τελούσαν κάτω από τους «επτά καιρούς» της κυριαρχίας των Εθνών. Προσπαθώντας να προτρέξουν από τον Ύψιστο Θεό σ’ αυτό ή σε οποιοδήποτε άλλο ζήτημα που δεν αποκαλύπτεται στο Δανιήλ 11:14, ήσαν καταδικασμένοι να ‘πέσουν’, ν’ αποτύχουν.
36. Πώς ήλθε τώρα ο βασιλεύς του βορρά και οι βραχίονες του νότου δεν αντεστάθησαν σ’ αυτόν;
36 Ο άγγελος του Ιεχωβά τώρα έβλεπε προς βορράν αυτών των ανδρών ορμής μεταξύ του λαού του Δανιήλ και είπε: «Και ο βασιλεύς του βορρά θέλει ελθεί, και υψώσει πρόχωμα, και κυριεύσει τας οχυράς πόλεις και οι βραχίονες του νότου δεν θέλουσιν αντισταθή, ουδέ το πλήθος των εκλεκτών αυτού, και δεν θέλει είσθαι δύναμις προς αντίστασιν. Και ο ερχόμενος εναντίον αυτού θέλει κάμει κατά την θέλησιν αυτού, και δεν θέλει είσθαι ο ανθιστάμενος εις αυτόν και θέλει σταθή εν τη γη της δόξης, ήτις θέλει αναλωθή υπό των χειρών αυτού.» (Δαν. 11:15, 16) Οι στρατιωτικές δυνάμεις ή «βραχίονες του νότου» που απέστειλε ο Βασιλεύς Πτολεμαίος Ε΄ ο Επιφανής υπό τον Στρατηγόν Σκόπαν απεδείχθησαν ανίσχυρες ν’ αντισταθούν στην πίεσι από τον βορρά. Ο στρατηγός της Αιγύπτου συνήντησε τον Αντίοχο Γ΄ τον Μέγαν μακριά στα βόρεια της Ιερουσαλήμ, στην Πανειάδα (που ωνομάσθη αργότερα Καισάρεια η Φιλίππου). Αυτή ήταν στο κεφαλάρι του Ιορδάνου Ποταμού, κοντά στο Όρος Αερμών, κι έτσι κοντά στον τόπο όπου ο Ιησούς Χριστός αργότερα μετεμορφώθη. (Ματθ. 16:13· 17:1-9) Εδώ συνήφθη η μάχη.
37, 38. (α) Πού ύψωσε πρόχωμα και ποια καλά ωχυρωμένη πόλι κατέλαβε; (β) Πώς έφθασε να «σταθή εν τη γη της δόξης»;
37 Ο Αντίοχος Γ΄ εξήλθε νικητής. Έστρεψε τον Στρατηγό της Αιγύπτου Σκόπαν και τα εκλεκτά του στρατεύματα ή «πλήθος των εκλεκτών αυτού» από 100.000 άνδρες, πίσω στον Φοινικικόν λιμένα της Σιδώνος, μια ‘οχυράν πόλιν.’ Εδώ ‘ύψωσε πρόχωμα’, δηλαδή πολιορκητικά έργα. Κατέλαβε τη Σιδώνα, στο έτος 198 π.Χ., διότι ο πολιορκημένος Στρατηγός Σκόπας εξηναγκάσθη να παραδοθή λόγω μεγάλης ελλείψεως τροφών. Ο Αντίοχος Γ΄ προήλασε «κατά την θέλησιν αυτού,» καθόσον οι δυνάμεις του βασιλέως του νότου αδυνατούσαν να σταθούν ενώπιόν του. Εκυρίευσε κι άλλες πόλεις και επήλθε εναντίον της πρωτευούσης της ‘γης της δόξης,’ της Ιερουσαλήμ, με το ανοικοδομημένο αγιαστήριό της.
38 Η στρατιωτική φρουρά, την οποίαν ο βασιλεύς του νότου είχε τοποθετήσει στην Ιερουσαλήμ, δεν μπόρεσε να κρατήση την αγία πόλι. Τελικά ο Αντίοχος Γ΄ εισήλθε στην Ιερουσαλήμ κι έτυχε καλής υποδοχής από τους κατοίκους της που εφαίνοντο αποξενωμένοι από τον βασιλέα του νότου. Έτσι, στο έτος 198 π.Χ., η Ιερουσαλήμ και η Ιουδαία περιήλθαν από την κυριαρχία της Αιγύπτου στην κυριαρχία του Συρίου βασιλέως του βορρά. Με τον Αντίοχο Γ΄ τον Μέγαν, ο βασιλεύς του βορρά άρχισε να ‘ίσταται εν τη γη της δόξης,’ αλλά επί πόσον καιρό θα μπορούσε να σταθή εκεί;
39. Πώς έγινε ‘ανάλωσις’ από τη χείρα του, και ποια ερωτήματα εγείρονται ενταύθα;
39 «Θέλει αναλωθή υπό των χειρών αυτού.» Πραγματικά, η εξολόθρευσις για τους εναντιουμένους Ιουδαίους ή Αιγυπτίους ήταν στην εξουσία του. Αλλ’ η Εβραϊκή λέξις του Δανιήλ 11:16, που μεταφράζεται «ανάλωσις», μπορεί, επίσης, ν’ αναγνωσθή «όλον αυτό» ή «εξ ολοκλήρου». Αυτός κυρίευσε την «γην της δόξης,» ολόκληρη, με αποκλεισμό του βασιλέως του νότου. Επί πόσον καιρό, όμως, θα ήσαν οι Ιουδαίοι υποτελείς στον Σύριο βασιλέα του βορρά; Επί πλέον, θα ενέδιδε ο βασιλεύς αυτός στην απαίτησι της Ρώμης να παραδώση τα κατακτημένα εδάφη του; Τι προλέγει η προφητεία;
Η ΡΩΜΗ ΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ ΑΙΣΘΗΤΗ
40. (α) Μολονότι ο βασιλεύς του βορρά εισήλθε με τη δύναμι του βασιλείου του, γιατί αυτό έγινε με «ευθύτητα»; (β) Πώς αυτός εδώ ήλθε σε αντίθεσι με τη Ρώμη;
40 «Και θέλει στηρίξει το πρόσωπον αυτού εις το να εισέλθη μετά της δυνάμεως παντός του βασιλείου αυτού, και ευθύτης θέλει είσθαι μετ’ αυτού· και θέλει ενεργήσει· και θέλει δώσει εις αυτόν θυγατέρα γυναικών, διαφθείρων αυτήν· πλην αυτή δεν θέλει σταθή, ουδέ θέλει είσθαι υπέρ αυτού.» (Δαν. 11:17) Ο Αντίοχος Γ΄ εσκόπευε να κάμη τη Συρία κυρίαρχο της Αιγύπτου. Κατηύθυνε το πρόσωπόν του στο να κυριαρχήση της Αιγύπτου με τη δύναμι του όλου βασιλείου του, τώρα που αφήρεσε την Ιουδαία. Και γιατί είχε ευθύτητα και προήλθε σε συμφωνία με τον βασιλέα του νότου, Πτολεμαίον Ε΄ τον Επιφανή; Το έκαμε για να μην υποκύψη στις αξιώσεις της ζηλοτύπου Ρώμης. Ο Πτολεμαίος Ε΄ ήταν μόλις πέντε ετών όταν έγινε βασιλεύς. Όταν δε ο Αντίοχος Γ΄ κι ο Βασιλεύς Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας συνεμάχησαν εναντίον του παιδός βασιλέως για να κυριεύσουν τα εδάφη του και να τα μοιρασθούν μεταξύ των, οι φύλακες του Πτολεμαίου Ε΄ έκαμαν ένα τραγικό λάθος. Εστράφησαν στη Ρώμη και τον έθεσαν κάτω από την προστασία της επιθετικής αυτής δυνάμεως. Η Ρώμη ευχαρίστως επωφελήθη απ’ αυτό για να επεκτείνη τη σφαίρα της επιρροής της· για να προστατεύση τον Πτολεμαίο Ε΄ ώρησε ότι είχε το δικαίωμα να φράξη τον δρόμο στον Σύριον Αντίοχον Γ΄, για να τον εμποδίση από το να γίνη πολύ μεγάλος.
41. Ποιοι ήσαν οι όροι της ειρήνης που έκαμε με τον βασιλέα του νότου, περιλαμβάνοντας και τη «θυγατέρα γυναικών»;
41 Κάτω από τον εξαναγκασμό της Ρώμης, ο Αντίοχος Γ΄ επρότεινε όρους ειρήνης στον βασιλέα του νότου. Για ένα ιδιοτελή σκοπό απεφάσισε να κάμη τον νεαρό βασιλέα γαμβρό του. Αντί να κάμη μια άμεση παράδοσι των κατακτημένων εδαφών του υπακούοντας στη Ρώμη, ήθελε να κάμη μια ονομαστική μεταβίβασι του εδάφους στον Βασιλέα Πτολεμαίον Ε΄ μέσω της ‘θυγατρός των γυναικών,’ Κλεοπάτρας, της «θυγατρός της συζύγου του» (ΜΙΛ). Εξαιτίας του πολιτικού αυτού γάμου θα ελάμβανε αυτή ως προίκα απ’ τον πατέρα της τις κατακτημένες επαρχίες της Κοίλης Συρίας, Παλαιστίνης (περιλαμβανομένης και της «γης της δόξης) και της Φοινίκης.a
42. Ποιος ήταν ο σκοπός του πολιτικού αυτού γάμου, αλλά γιατί δεν εστάθη υπέρ αυτού και το πλεονέκτημα αυτό δεν παρέμεινε προς όφελός του;
42 Εν τούτοις, ο Αντίοχος Γ΄ δεν άφησε πραγματικά τις επαρχίες αυτές να περιέλθουν στον νότιο γαμβρό του μέσω της θυγατρός του Κλεοπάτρας. Το έτος 196 π.Χ. ο Πτολεμαίος Ε΄ εκηρύχθη ενήλικος κι εστέφθη βασιλεύς του νότου. Το έτος 193 π.Χ. ετελέσθη ο γάμος του με την Κλεοπάτρα. Σκοπός του πολιτικού αυτού γάμου ήταν να την ‘διαφθείρη’, δηλαδή να ερημώση την Αίγυπτο, κάνοντάς την υποτελή στη Συρία. Αλλ’ αυτό το σχέδιο δεν εστάθη, και το πλεονέκτημα δεν παρέμεινε στον Σύριον Βασιλέα Αντίοχον Γ΄. Στις δυσχέρειες που επακολούθησαν, η Κλεοπάτρα έλαβε το μέρος του νεαρού συζύγου της παρά το μέρος του Συρίου πατρός της. Μ’ αυτόν τον τρόπο εματαίωσε τα ιδιοτελή σχέδια του πατρός της Αντιόχου Γ΄. Όταν στο τέλος εξερράγη πόλεμος μεταξύ του πατρός της και της Ρώμης, η Αίγυπτος έλαβε το μέρος της προστάτιδός της Ρώμης.
43. Σε ποιες νήσους έστρεψε το πρόσωπόν του, και γιατί;
43 Ο Αντίοχος Γ΄, αφού έδωσε σε γάμο τη θυγατέρα του Κλεοπάτρα για πολιτικό όφελος, συνήντησε αντιξοότητες. Ο άγγελος του Ιεχωβά είχε πει από πριν: «Έπειτα θέλει στρέψει το πρόσωπο αυτού προς τας νήσους, και θέλει κυριεύσει πολλάς· αλλ’ ηγεμών τις θέλει παύσει το εξ αυτού όνειδος· εκτός τούτου θέλει επιστρέψει το όνειδος αυτού επ’ αυτόν. Τότε θέλει στρέψει το πρόσωπον αυτού προς τα οχυρώματα της γης αυτού· πλην θέλει προσκόψει και πέσει, και δεν θέλει ευρεθή.» (Δαν. 11:18, 19) Αι νήσοι ήσαν της Μικράς Ασίας, της Μακεδονίας και της υπόλοιπης Ελλάδος. Συνέβη να εκραγή πόλεμος στην Ελλάδα το έτος 192 π.Χ., ο δε Βασιλεύς Αντίοχος Γ΄ παρεκινήθη να έλθη στην Ελλάδα. Απεβιβάσθη εκεί το έτος εκείνο. Κατέλαβε τη Χαλκίδα, έθεσε πόδα στη Βοιωτία και προσεπάθησε να κυριεύση τη Θεσσαλία, αλλ’ υπεχώρησε προ του Μακεδονικού στρατού.
44, 45. Πώς ένας «ύπατος» έθεσε τέρμα στη μομφή του από τον βασιλέα του βορρά, και πώς εγκατεστάθη κυριαρχία πάνω στον βασιλέα του βορρά;
44 Το επόμενο έτος η Ρώμη κανονικά εκήρυξε τον πόλεμο ενατίον του Αντιόχου Γ΄, ο οποίος ήταν τότε στην Ακαρνανία. Επέστρεψε στη Χαλκίδα. Στις Θερμοπύλες συνήντησε τους Ρωμαίους και υπέστη ήτταν. Επανέπλευσε, λοιπόν, στη Μικρά Ασία, στην πρωτεύουσά του την Έφεσο. Τώρα, όμως, οι Ρωμαίοι εσκόπευαν να εκβάλουν αυτόν τον βασιλέα του βορρά από την Ασία. Διεξήχθησαν ναυμαχίες. Πρώτον ο ναύαρχος του Αντιόχου Γ΄ ενίκησε τον Ρωμαϊκό στόλο, αλλά σε λίγο ο ίδιος του ναύαρχος υπέστη μια δεινή ήττα από τον Ρωμαϊκό στόλο. Κατόπιν αυτού, ο Αντίοχος Γ΄ εγκατέλειψε τη Λυσιμάχεια στη χερσόνησο Χερρόνησο. Παραδίδοντας τη Λυσιμάχεια άφησε ανοιχτό τον δρόμο στους Ρωμαίους να διαβούν τον Ελλήσποντο και να εισέλθουν στη Μικρά Ασία.
45 Στο έτος 190 π.Χ. έλαβε χώραν μια αποφασιστική μάχη στη Μαγνησία, κοντά στην Έφεσο, ο δε Αντίοχος Γ΄ με 80.000 άνδρες ηττήθη από τον Ρωμαίο «ύπατο» Λεύκιον Σκιπίωνα τον Ασιατικό. Ο βασιλεύς του νότου ήταν τώρα πρόθυμος να κάμη ειρήνη με τη Ρώμη. Ο ύπατος Σκιπίων τού έδωσε εντολή να στείλη πρέσβεις στη Ρώμη. Το έτος 189 π.Χ. έγινε η τελική διευθέτησις ειρήνης. Εζητήθη από τον Αντίοχον Γ΄ να εγκαταλείψη όσα είχε στη Μικρά Ασία, κάθε τι που ήταν προς δυσμάς των Ορέων Ταύρου, καθώς και όσα είχε στην Ελλάδα. Έπρεπε να πληρώση 15.000 τάλαντα στη Ρώμη και 500 τάλαντα στον σύμμαχό της Ευμένην, βασιλέα της Περγάμου, ο οποίος είχε βοηθήσει στη μαστίγωσι του Αντιόχου Γ΄ στη Μαγνησία. Ως περαιτέρω αμοιβήν ο Βασιλεύς Ευμένης έλαβε Ευρωπαϊκά εδάφη και όλες τις κτήσεις του Αντιόχου Γ΄ στη Μικρά Ασία ως τα Όρη Ταύρος. Η Ρώμη έτσι αποκατέστησε μια κυριαρχία πάνω στον Σύριον βασιλέα του βορρά. Ένας από τους γυιούς του Αντιόχου, ο οποίος έγινε Βασιλεύς Αντίοχος Δ΄, έζησε μικρός στη Ρώμη ως όμηρος.
46. Σε τι έστρεψε τώρα το πρόσωπό του και πώς εκλονίσθη κι έπεσε ώστε να μη βρεθή;
46 Ο Αντίοχος Γ΄, αφού εξεδιώχθη από την Ελλάδα κι έχασε τη Μικρά Ασία και όλον του σχεδόν το στόλο, εστράφη πίσω στα φρούρια της ιδίας του χώρας. Οι Ρωμαίοι επανέστρεψαν την εναντίον των μομφή του επάνω στον ίδιο τον εαυτό του. Επιέσθη να καταβάλη το μεγάλο πρόστιμο στη Ρώμη. Στο έτος 187 π.Χ., ενώ προσπαθούσε να συλήση τον ναό του Βήλου στην Ελυμαΐδα της Περσίας, εφονεύθη. Εκλονίσθη κι έπεσε νεκρός. Άφησε δύο γυιούς, τον Σέλευκο και τον Αντίοχο, να τον διαδεχθούν.
47. Ποιος έγινε ο νέος βασιλεύς του βορρά και τι εξακολουθούσε να λέγεται;
47 Ενταύθα βασιλεύς του βορρά έγινε ο Σέλευκος Δ΄, που επωνομάσθη Φιλοπάτωρ («Αγαπών τον Πατέρα Του»). Παρά τις μεγάλες απώλειες, που προέκυψαν από την ήττα του πατρός του στη μάχη της Μαγνησίας, στην οποία κι ο ίδιος ήταν παρών, ο Σέλευκος Δ΄ εξακολουθούσε να λέγεται «Βασιλεύς της Ασίας.» Ο γυιος του Δημήτριος ησθάνθη την κυριαρχία της Ρώμης υπηρετώντας ως όμηρος στη Ρώμη. Ο Πτολεμαίος Ε΄, ο Αιγύπτιος γαμβρός του Σελεύκου Δ΄ από τον γάμο με την Κλεοπάτρα, προσεπάθησε ν’ ανακτήση τις χαμένες επαρχίες που έπρεπε να είχαν περιέλθει σ’ αυτόν ως προίκα της Κλεοπάτρας. Το δηλητήριο εσταμάτησε τις προπαρασκευές του. Τον διεδέχθη ο Πτολεμαίος ΣΤ΄ Φιλομήτωρ («Αγαπών τη Μητέρα Του»).
(Ακολουθεί)
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Ιωσήπου Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίον ΙΒ΄, Κεφάλαιον 4, παράγραφος 1· και Πολυβίου Βιβλίον ΚΗ΄, Κεφάλαιον 17.