Κατοικώντας στον Οίκον του Ιεχωβά Πάσας τας Ημέρας της Ζωής Μου
Αφήγησις ΥΠΟ Β. ΕΛΝΤΟΝ ΓΟΥΝΤΓΟΡΘ
ΚΑΘΩΣ διάβαζα την πρόσκλησι για τη Γραφική ομιλία που θα εδίδετο στη μικρή γενέτειρα πόλι μου στην πολιτεία Ιλλινόις τον Μάιο του 1911, δεν είχα καμμιά ιδέα του τι θα μπορούσε τελικά να σημαίνη για μένα. Πώς μπορούσα να γνωρίζω ότι θα με ωδηγούσε σε σαράντα πέντε χρόνια ευλογητής και γεμάτης χαρά υπηρεσίας στα σταυροδρόμια της ορατής οργανώσεως του Θεού;
Εν τούτοις, καθώς άκουα εκείνη την ομιλία, εσχημάτιζα την αντίληψι ότι άκουα κάτι καλό—χωρίς αντίρρησι ήταν η αλήθεια! Έτσι, την επομένη Κυριακή πήρα μαζί μου τη μητέρα μου και τον οκταετή αδελφό μου και πήγαμε στο θέατρο, όπου επρόκειτο να δοθή η επομένη ομιλία. Εκεί βρήκαμε τις απαντήσεις στα ερωτήματα που φέρουν σε αμηχανία πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι πραγματικά αγαπούν τον Δημιουργό τους. Ακούοντας να γίνεται λόγος για την υπόσχεσι του Θεού στον Αβραάμ ότι «εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης», είμεθα βέβαιοι ότι επιθυμούσαμε να έχωμε μέρος στην εκπλήρωσί τους.—Γέν. 22:18.
Ποτέ εμείς οι τρεις δεν ταξιδεύαμε με το τρόλλεϋ σε γειτονικές πόλεις, για να μη χάσωμε καμμιά από τις Κυριακάτικες ομιλίες. Θα κρατούσα για τον εαυτό μου τις Γραφικές αλήθειες που άκουσα; Καθόλου! Θυμάμαι ότι σε κάποια ευκαιρία πήγα στον Βαπτιστή διδάσκαλο του Κυριακού σχολείου, και τού ζήτησα να μου εξηγήση το εδάφιο Ματθαίος 11:11: «Αληθώς σας λέγω, μεταξύ των γεννηθέντων υπό γυναικών δεν ηγέρθη μεγαλήτερος Ιωάννου του Βαπτιστού· πλην ο μικρότερος εν τη βασίλεια των ουρανών, είναι μεγαλήτερος αυτού.» Εφόσον η εκκλησία του έθετε μεγάλη έμφασι στον Ιωάννη ως Βαπτιστή, και εδώ ο Ιησούς είπε ότι ο Ιωάννης δεν θα πήγαινε στον ουρανό, αυτό ήταν μια δυσάρεστη ερώτησι για να την κάμη ένας εικοσαετής νέος. Φυσικά, ο διδάσκαλος δεν είχε απάντησι.
Επειδή είχα βαπτισθή ως παιδί, ποτέ δεν σκέφθηκα ότι μπορούσα να είμαι ελλιπής σ’ αυτό το σημείο. Αλλά το 1913 πήγα στο Μάντισον, της Πολιτείας Ουισκόνσιν, για την πρώτη μου συνέλευσι των Σπουδαστών της Γραφής, όπως ήσαν γνωστοί τότε οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Ήταν, επίσης, μια ευκαιρία ν’ ακούσω να ομιλή ο Αδελφός Ρώσσελ, πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά. Πολλές φορές είχα διαβάσει για τους περιοδεύοντας ομιλητάς του Μπέθελ, των κεντρικών γραφείων της Εταιρίας στο Μπρούκλυν, και γι’ αυτό απέβλεπα σε μια ευκαιρία ν’ ακούσω ένα. Όταν ο Αδελφός Ρώσσελ είπε την ομιλία για το βάπτισμα, αντελήφθηκα ότι το βάπτισμα της εκκλησίας μου δεν εξεικόνιζε την πλήρη αφιέρωσί μου στον Ιεχωβά, γι’ αυτό πήγα στη λίμνη μαζί με τους άλλους, οι οποίοι εβαπτίζοντο κι εσυμβόλισα αυτό που πραγματικά είχε λάβει χώραν στη ζωή μου. Και μπορώ να πω εντίμως ότι ούτε για μια στιγμή στα πενήντα τρία χρόνια που πέρασαν δεν λυπήθηκα για την αφιέρωσί μου στον Θεό.
Για να μπορούμε να έχωμε τακτικές συναθροίσεις στην πόλι μας, εμισθώσαμε ένα μικρό δωμάτιο επάνω από ένα ζαχαροπλαστείο κι εθέσαμε στο παράθυρο μια επιγραφή, που έλεγε ότι εκεί ήταν ο τόπος που εγίνοντο οι συναθροίσεις των Διεθνών Σπουδαστών της Γραφής. Η εκκλησία εμεγάλωσε κι έφθασε να έχη ακροατήριο από δέκα τρία άτομα. Ωστόσο, οι σκέψεις μου εστρέφοντο στο Μπέθελ. Εγνώριζα ότι εκεί ήταν το επίγειο σταυροδρόμι της θεοκρατικής δράσεως. Ήταν δυνατόν κάποια μέρα να ‘κατοικώ στον οίκον του Ιεχωβά’; (Ψαλμ. 27:4, ΜΝΚ) Δεν μπορούσα παρά να ελπίζω.
Για μερικά χρόνια ήμουν αναπληρωτής ταχυδρομικός διανομεύς για το Ταχυδρομείο της πόλεως, αλλά το 1918 επεστρατεύθηκα. Την εποχή εκείνη η κατανόησις που είχαμε για την ευθύνη ενός Χριστιανού «εις τας ανωτέρας εξουσίας» δεν ήταν σαφής, έτσι δέχθηκα περιωρισμένη υπηρεσία ως ένας «αντιρρησίας λόγω συνειδήσεως». Η υπηρεσία μου ήταν να διεκπεραιώνω την αλληλογραφία στο κτίριο του στρατιωτικού ταχυδρομείου που δεν ήταν μακριά από την πόλι μας. Πόσο καλά ενθυμούμαι όταν υπεγράφη η ανακωχή στις 11 Νοεμβρίου 1918. Είχε περάσει η 10η νυκτερινή ώρα κι επικρατούσε σκοτάδι στο στρατόπεδο. Κατόπιν άναψαν τα φώτα, οι άνδρες άρχιζαν να φωνάζουν χαρούμενα και τα πάντα ήσαν σε μια ταραχή. Ναι, οι άνθρωποι εφλέγοντο από επιθυμία για παγκόσμιο ειρήνη. Την ποθούσα κι εγώ, επίσης, αλλά ήμουν πεπεισμένος ότι ο Ιεχωβά θα την έφερνε, όχι οι άνθρωποι.
ΖΩΗ ΣΤΟΝ «ΟΙΚΟΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
Σε μια συνέλευσι στο Σικάγο το 1920 είπα σ’ ένα αδελφό ότι ήθελα να πάγω στο Μπέθελ. Ακολουθώντας την υπόδειξί του, έγραψα στον πρόεδρο της Εταιρίας. Δοκίμασα έκπληξι, όταν σε τέσσερες ημέρες έλαβα μια επιστολή που με καλούσε να πάγω. Κρατώ ακόμη αυτή την επιστολή και την αγαπώ πολύ. Φαντασθήτε, ακριβώς δέκα πέντε ημέρες μετά την αίτησί μου, μπήκα στο Μπέθελ. Και με την παρ’ αξίαν αγαθότητα του Ιεχωβά είμαι ακόμη ένα μέλος της οικογενείας Μπέθελ. Τι προνόμιο! Πόσο φιλάγαθο από μέρους του Ιεχωβά να μ’ αφήση να ζω στο Μπέθελ! Ναι, επειδή αυτό ακριβώς το όνομα σημαίνει «οίκος Θεού». Κανείς δεν μπορεί ν’ αρχίση να εκτιμά αυτό τον ιερό τόπο ωσότου ζήση εδώ για ένα διάστημα. Άτομα πιθανόν πότε-πότε να σας απογοητεύουν, αλλά το Μπέθελ είναι πάντοτε πολύ καλύτερο από ό,τι μπορεί να συλλάβη η φαντασία σας. Και γίνεται διαρκώς καλύτερο.
‘Εδώ κατορθώνουν το αδύνατον’. Αυτή η σκέψις συχνά πέρασε από το μυαλό μου καθώς έβλεπα αφιερωμένους διακόνους εδώ να χειρίζωνται πράγματα που λίγοι θα εσκέπτοντο ποτέ να κάμουν. Ένα παράδειγμα είναι αυτό που συνέβη λίγο ύστερ’ αφότου άρχισα να εργάζομαι στο εργοστάσιο της Εταιρίας. Το εργοστάσιο μας ήταν πρώτα σ’ ένα κτίριο αποθηκών στην Μυρτλ Άβενιου. Κατόπιν το 1922 μετακομίσαμε στο επόμενο εργοστάσιό μας, στην Κόνκορντ Στρητ. Έως τότε μας ετοίμαζαν ξένες επιχειρήσεις τις κυρτές τυπογραφικές πλάκες για το κυλινδρικό πιεστήριό μας. Διερωτώμεθα: ‘Η τεχνική της κατασκευής πλακών με την ηλεκτροτυπία είναι πολύ περίπλοκη. Θα μπορέσωμε να μάθωμε πώς γίνεται; Θα μπορούσαμε να κάνωμε μόνοι μας τις πλάκες μας;’ ‘Αδύνατον’, εσκέφθησαν πολλοί επιχειρηματίαι. Η ηλεκτροτυπία ήταν μια κλειστή τέχνη, και κανείς δεν ήθελε να μας διδάξη αυτή την περίπλοκη λειτουργία.
Αλλά ο Ιεχωβά επρομήθευσε. Ένας αδελφός από τον Καναδά, ο οποίος ήταν εξ επαγγέλματος γνώστης της ηλεκτροτυπίας, ήλθε στο Μπρούκλυν και μας δίδαξε τα βασικά. Κατόπιν λίγοι αδελφοί της οικογενείας Μπέθελ πήγαν σε περιοδείες σε μερικά εργοστάσια ηλεκτροτυπίας, έχοντας τα μάτια ανοιχτά και το στόμα τους κλειστό. Πριν περάση πολύς καιρός, είμεθα σε θέσι να κάνωμε μόνοι μας τις πλάκες μας. Ο άνθρωπος, που μας επώλησε την πρώτη ποσότητα χημικών ουσιών για την ηλεκτροτυπία, είπε αργότερα ότι ενόμισε ότι αυτή θα ήταν η πρώτη και τελευταία παραγγελία μας. Εφαντάσθη ότι θα ήταν αδύνατο για ερασιτέχνας, όπως ασφαλώς είμεθα εμείς, να μάθουν την τεχνική αυτής της εργασίας δίχως πολυετή εκπαίδευσι. Αλλά υποτιμούσε το πνεύμα του Ιεχωβά. Κατεσκευάζαμε μόνοι μας τις πλάκες μας κι εξακολουθούμε να τις κατασκευάζωμε.
ΕΝΑΣ ΤΟΠΟΣ ΓΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ
Μολονότι εργάσθηκα στο τμήμα των πλακών για ένα διάστημα, κι εβοήθησα ακόμη στην εκτύπωσι μερικών αντιτύπων του βιβλίου Η Κιθάρα του Θεού, του πρώτου βιβλίου που η Εταιρία έκαμε την εκτύπωσι και βιβλιοδέτησι στο δικό της εργοστάσιο, η κυρία εργασία μου στο Μπέθελ ήταν στο τμήμα «συνθέσεως». Όταν τελειώση η στοιχειοθέτησις στη Λινοτυπική μηχανή, πρέπει αυτές οι στοιχειοθετημένες «αράδες» να «σελιδοποιηθούν» σε περιοδικό ή βιβλίο. Επί δέκα επτά χρόνια, από το 1938 ως το 1955, έκανα τη σελιδοποίησι όλων των ξένων περιοδικών που ετυπώνοντο στο εργοστάσιο του Μπρούκλυν. Αυτό εσήμαινε τότε δώδεκα περίπου διάφορα περιοδικά τον μήνα. Ποτέ δεν ήμουν ένας ταχύς εργάτης, αλλά ήμουν πάντα ένας σταθερός εργάτης. Οπωσδήποτε, στο τέλος της ημέρας, δεν αισθανόμουν ποτέ εντροπή ότι δεν είχα κάμει το μέρος μου στο έργο. Προσπαθούμε πάντα να κάνωμε το καλύτερο που μπορούμε στην οργάνωσι του Κυρίου.
Τώρα έχω μια εργασία, που δεν απαιτεί ορθοστασία όλη την ημέρα. Αυτό θα ήταν κάπως πάρα πολύ για ένα άνθρωπο εβδομήντα πέντε ετών. Υπάρχει, όμως, πολλή εργασία ακόμη να γίνη. Χρησιμοποιώντας την πείρα που είχα από το Ταχυδρομείο, εργάζομαι τώρα στην ταξινόμησι και αποσαφήνισι ονομάτων και διευθύνσεων δελτίων συνδρομών που είναι γραμμένα με το χέρι.
Πέρυσι τον Σεπτέμβριο η Εταιρία έκαμε διευθετήσεις για όλους εμάς, που εργαζόμεθα στο Μπέθελ και τα γραφεία, να δαπανήσωμε λίγες ώρες κάποιο απόγευμα για μια περιοδεία στο εργοστάσιο. Αντί τριών μισθωμένων ορόφων σ’ ένα κτίριο, όπως ήταν όταν ήλθα το 1920, τώρα το εργοστάσιο της Εταιρίας περιλαμβάνει τρία υψηλά κτίρια, και τα έργα προχωρούν για ένα τέταρτο. Καθώς εβάδιζα μέσα στην αίθουσα σελιδοποιήσεως, ένας από τους νεαρούς εργάτας είπε: «Εδώ, Αδελφέ Γούντγορθ. Τι θα έλεγες για το καθάρισμα αυτής της τυπογραφικής πλάκας;» Μολονότι έκαμα άλλο έργο τα τελευταία ένδεκα χρόνια, το ν’ αποξύνω τα ρινίσματα από τις τυπογραφικές πλάκες μου φάνηκε τόσο φυσικό όσο και το ν’ αναπνέω.
Το Μπέθελ είναι ένας τόπος ποικιλίας. Μολονότι υπάρχει πάντοτε αφθονία εργασίας, περιλαμβάνει πολλά διάφορα είδη. Εφόσον ένα άτομο είναι πρόθυμο να εργασθή, και εννοώ να εργασθή σκληρά, η ζωή στο Μπέθελ είναι μια θαυμάσια ενδιαφέρουσα πείρα. Καθήκοντα στον οίκο ή στο εργοστάσιο, δράσις σε μια εκκλησία της πόλεως Νέας Υόρκης, ταξίδια τα Σαββατοκύριακα για να δοθούν ομιλίες, ναι, υπάρχουν πολλά να γίνουν. Αλλά έχω βάλει την καρδιά μου στο Μπέθελ και δεν με απεγοήτευσε ποτέ.
Τότε, το 1923, είχα συμμετάσχει σε κάποια έκτακτη εργασία, που έφερε μεγάλη ευλογία στη ζωή μου. Η Εταιρία είχε αποκτήσει ένα κομμάτι γης στη Στάτεν Άιλαντ για να ανεγείρη εκεί το ραδιοφωνικό σταθμό WBBR. Πολλά μέλη της οικογενείας Μπέθελ επήγαιναν τ’ απογεύματα του Σαββάτου και τις Κυριακές να εργασθούν για να καθαρίσουν το έδαφος και να κτίσουν το σταθμό. Ενώ εργαζόμουν εκεί τα Σαββατοκύριακα συνήντησα την Φλόρενς Πάρκερ. Συναντηθήκαμε πάλι σε μια συνέλευσι στη Φιλαδέλφεια, όπου ήλπιζε να βαπτισθή. Αλλά δεν έγινε το βάπτισμά της εκεί. Την εποχή εκείνη είχαμε μια μικρή δεξαμενή για βάπτισμα στο Μπέθελ, κι έτσι ανέφερα ότι θα μπορούσε να γίνη το βάπτισμα στο Μπέθελ την επομένη Κυριακή. Είπε ότι θα έλθη.
Συνέβη δε ώστε ο αδελφός που επρόκειτο να κάμη την ομιλία του βαπτίσματος να μ’ ερωτήση αν θα έκανα εγώ την κατάδυσι. Έτσι, εβάπτισα τη νέα, που επρόκειτο να σημαίνη τόσο πολλά για μένα από τότε. Ενυμφευθήκαμε το 1928· κατόπιν η Φλόρενς υπηρέτησε στην ολοχρόνια διακονία στην πόλι Νέας Υόρκης. Εκήρυξε σε επιχειρηματίας στο Εμπάιρ Στέιτ Μπήλντινγκ και σε άλλους ουρανοξύστας του κάτω Μπροντγουαίη. Σε μένα αυτό εφαίνετο κάτι σχεδόν αδύνατο, αλλά εκείνη επέτυχε. Επί τριάντα τέσσερα χρόνια υπήρξε ό,τι μπορούσε να είναι μια καλή σύζυγος. Τελικά, ασθένησε και, τον Αύγουστο του 1962, πέθανε πιστή στην ουρανία κλήσι για την οποία είχε εργασθή.
ΕΚΤΙΜΗΣΙΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ
Στα έτη που επέρασαν μετά τον θάνατό της, έφθασα να εκτιμώ το Μπέθελ ακόμη περισσότερο. Όπως ανέφερα, το Μπέθελ μπορεί να θεωρήται ως ένα σταυροδρόμι, το κέντρον της οργανώσεως του λαού του Ιεχωβά. Συνεχώς συναντούμε ανθρώπους από παντού, που πηγαίνουν παντού. Δυο φορές το χρόνο εκατό σπουδασταί έρχονται εδώ για να παρακολουθήσουν τη Σχολή Γαλαάδ. Υπάρχουν επισκέπται ιεραπόστολοι και περιοδεύοντες αντιπρόσωποι της Εταιρίας. Επίσης, φυσικά, υπάρχουν τα μέλη της οικογενείας που συναντούμε. Δεν είναι μια μικρή απασχόλησις αυτή, εφόσον η οικογένεια έχει αυξηθή από τα 107 μέλη που υπήρχαν, όταν εγώ ήλθα το 1920, σε 700 σχεδόν μέλη τώρα. Ώστε, καθώς βλέπετε, τα χέρια μου είναι γεμάτα. Ωστόσο, μπορώ να χαιρετήσω ονομαστικώς πέντε σε κάθε έξη μέλη της οικογενείας.
Αισθανόμουν πάντοτε ευχαρίστησι να κάνω τη γνωριμία ανθρώπων. Με το πολυάσχολο πρόγραμμα που έχομε εδώ, λίγος χρόνος υπάρχει για επισκέψεις, αλλά σκεφθήτε τη χαρά του να μπορήτε να μιλάτε σε ανθρώπους από όλα τα μέρη του κόσμου την ώρα του δείπνου. Προσφάτως ακόμη έλαβα μια κάρτα από κάποιους ιεραποστόλους, που είχαν σταλή στο Ταϊβάν, τη Δημοκρατία της Κίνας. Ύστερ’ από σαράντα πέντε χρόνια, που έχω εδώ, συναντώ πάντα ανθρώπους που γνωρίζω ή με τους οποίους έχομε κοινούς φίλους. Η οικογένεια των φίλων μου απλώνεται σ’ όλη την υδρόγειο σφαίρα.
Εδώ είμεθα συνηθισμένοι στα μεγάλα πράγματα. Σκεφθήτε τις συνελεύσεις, που είχαμε και οι οποίες ήσαν τόσο μεγάλες ώστε να καταπλήσσουν τη φαντασία. Συχνά έλαβα μέρος στις καταδύσεις σε συνελεύσεις. Δύο έως τρεις χιλιάδες άτομα να συμβολίζουν την αφιέρωσί τους στον Θεό είναι ένα θέαμα που δεν μπορεί να λησμονηθή.
Το ότι είμαι στο Μπέθελ δεν περιώρισε την ικανότητά μου να ταξιδεύω στις συνελεύσεις. Πραγματικά, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Το 1947 μπόρεσα να διασχίσω όλη τη χώρα για να παρευρεθώ σε μια συνέλευσι στην Καλιφόρνια. Κατόπιν, το 1955 είχα το προνόμιο να πάγω στην Ευρώπη για μια σειρά συνελεύσεων. Πήγαμε στον Καναδά κι εκεί άρχισε το ταξίδι μας με το ατμόπλοιο «Αρόζα Σταρ». Ύστερ’ από εννέα ημέρες φθάσαμε στην Αγγλία για την πρώτη συνέλευσι. Απ’ εκεί στο Παρίσι, στη Ρώμη, στη Βέρνη και στη Νυρεμβέργη, Γερμανίας, όπου χρησιμοποιήσαμε για τη συνέλευσι το γήπεδο παρελάσεων του Χίτλερ. Πόσο θαυμάσιο ήταν να βλέπωμε τους Χριστιανούς αδελφούς μας από τόσο πολλές χώρες με τις εθνικές των ενδυμασίες και να γνωρίζωμε ότι και αυτοί, επίσης, είχαν στραφή στον οίκο του Ιεχωβά κι ερευνούσαν γι’ αυτόν στον πνευματικό του ναό! Θα μπορούσε εκείνος ο ταχυδρομικός υπάλληλος στο Ιλλινόις να κάμη ποτέ τέτοια ταξίδια ως ένας ταχυδρομικός υπάλληλος; Εντελώς απίθανο. Όχι, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι κανείς δεν χάνει ποτέ κάτι με το να είναι μέλος της οικογενείας Μπέθελ.
Υπάρχουν τόσο πολλές μορφές ζωής σ’ αυτό το θαυμαστό μέρος, ώστε τα χρόνια που πέρασαν με έφεραν ακόμη πλησιέστερα στο Μπέθελ, «τον οίκον του Θεού». Φαντασθήτε να μπορήτε ν’ αρχίζετε κάθε μέρα της εβδομάδος με μια ώριμη συζήτησι ενός Γραφικού εδαφίου στο τραπέζι του προγεύματος. Πραγματικά, αυτό είναι ένα από τα «πρέπει», αν πρόκειται να είμεθα αρκετά ισχυροί για να ζήσωμε κάτω από την πίεσι της πολλής εργασίας και του δραστηρίου κηρύγματος. Ο επί κεφαλής της οικογενείας Μπέθελ ετόνιζε πάντοτε ότι ο ορθός τρόπος ν’ αρχίσωμε την ημέρα είναι ν’ ακούσωμε και να συμμετάσχωμε σε μια συζήτησι των Γραφών.
Μερικοί από την οικογένεια εδώ εδαπάνησαν σχεδόν όλη τη ζωή τους, υπηρετώντας τον αληθινό Θεό. Όπως συμβαίνει και μ’ εμένα τον ίδιο, η σωματική των δύναμις ελαττώνεται λόγω της γηραιάς ηλικίας, αλλ’ ωστόσο εξακολουθούν να μιλούν για τη βασιλεία του Ιεχωβά, «δια να γνωστοποιήσωσιν εις τους υιούς των ανθρώπων τα μεγαλεία αυτού, και την δόξαν της μεγαλοπρεπείας της βασιλείας αυτού.» (Ψαλμ. 145:12) Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Εάν και ο εξωτερικός ημών άνθρωπος φθείρηται, ο εσωτερικός όμως ανανεούται καθ’ εκάστην ημέραν.» (2 Κορ. 4:16) Αυτό μας φέρνει μεγάλη χαρά. Παραδείγματος χάριν, προσφάτως εστεκόμουν σε μια πολυσύχναστη γωνία δρόμου προσφέροντας σε ανθρώπους αντίτυπα των περιοδικών μας. Κάποιος εσταμάτησε κι εδέχθη τα περιοδικά. Κατόπιν είπε: «Μου αρέσετε. Είσθε ένας ευτυχισμένος λαός.»
Και είμαι ειδικά ευτυχής διότι είχα το προνόμιο να κατοικώ στον οίκον του Ιεχωβά αυτά τα σαράντα πέντε χρόνια. Είμαι ευγνώμων διότι παρευρέθηκα σ’ εκείνη την πρώτη συνάθροισι, η οποία άνοιξε για μένα αυτή τη γεμάτη ζωή. Πραγματικά, πόσο ευχάριστο υπήρξε το «να κατοικώ εν τω οίκω του Ιεχωβά πάσας τας ημέρας της ζωής μου»!—Ψαλμ. 27:4, ΜΝΚ.