Η Αληθινή Χριστιανοσύνη Εμπνέει Ανιδιοτέλεια
Πώς αυτό έγινε στο παρελθόν; Ποια απόδειξις υπάρχει ότι αυτό γίνεται σήμερα;
ΗΤΑΝ μια νεαρή Πόρτο Ρικανή μητέρα δύο μικρών παιδιών, και ο σύζυγός της ήταν ο κουρέας του χωριού. Ήταν, επίσης, ένα ευσεβές θρησκευόμενο άτομο, τόσο, ώστε, πράγματι, ανησυχούσε σε βαθμό που ν’ ασθενήση με τη σκέψι των βασάνων του καθαρτηρίου και του άδου. Κυκλοφορούσε σφίγγοντας στα χέρια ένα εσταυρωμένο. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να κάμουν τίποτε γι’ αυτήν· οι ιερείς της τής έδωσαν κάτι χάπια αλλ’ αυτά δεν εβοήθησαν. Τελικά, τι έφερε ανακούφισι σ’ αυτή την νεαρή μητέρα; Ήταν το ότι έμαθε ότι «ο Θεός είναι αγάπη,» ότι «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος,» και ότι η αληθινή Χριστιανοσύνη κάνει τον άνθρωπο να ενδιαφέρεται για τους άλλους και όχι απλώς για τον εαυτό του.—1 Ιωάν. 4:8· Ρωμ. 6:23.
Το ότι ένα ευσεβώς θρησκευόμενο άτομο μπορεί να βρεθή σε μια τέτοια κατάστασι διανοίας δεν είναι καθόλου εκπληκτικό. Προφανώς ολόκληρο το περιεχόμενο της θρησκευτικής της διδασκαλίας ήταν να ενδιαφέρεται για τον εαυτό της, κι ένα τέτοιο ενδιαφέρον μπορεί εύκολα να φθάση στα άκρα, όπως μπορεί να παρατηρηθή στην περίπτωσι των ασκητών και των μυστικιστών. Σε παλαιότερες εποχές, άτομα πολύ ευσεβή βασάνιζαν κατά γράμμα τον εαυτό τους, όπως ο Μαρτίνος Λούθηρος ως μοναχός και ιερεύς, στην υπερβολική προσπάθειά των να σώσουν την ψυχή τους.
Εν τούτοις, αυτός ο εγωκεντρικός τρόπος του να βλέπη ένας τη θρησκεία παράγει συχνά ένα πολύ διαφορετικό είδος καρπού. Μια σχετική περίπτωσις είναι των ιερέων που δυσαρέστησαν τους Εθνικοσοσιαλιστάς, οι οποίοι τους έκλεισαν στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Νταχάου στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Γι’ αυτούς ομιλεί ο Νέριν Ε. Γκαν, στο βιβλίο του Η Ημέρα των Αμερικανών (1966). Αυτός ο ίδιος ήταν και είναι ένας ευσεβής Καθολικός ο οποίος ως ανταποκριτής μιας ουδετέρας χώρας, εφυλακίσθη ωστόσο από τους Εθνικοσοσιαλιστάς και κατέληξε στο Νταχάου εξαιτίας των ειλικρινών τηλεγραφημάτων του από το Βερολίνο στη διάρκεια του τελευταίου παγκοσμίου πολέμου.
Στο βιβλίο του έχει να πη τα επόμενα γι’ αυτούς τους ιερείς, οι οποίοι πρέπει να είχαν ασφαλώς μερικές ισχυρές πεποιθήσεις, γιατί άλλως οι Εθνικοσοσιαλισταί δεν θα τους ενέκλειαν σ’ αυτό το στρατόπεδο: «Η λειτουργία εγίνετο στο παρεκκλήσιο του Παραπήγματος 26, του παραπήγματος των ιερέων. Η είσοδος σ’ αυτό το παρεκκλήσιο επετρέπετο μόνο σε λίγους προνομιούχους . . . Αυτό το Παράπηγμα 26 είχε πρώτα ανοιχθή σε όλους τους Καθολικούς ιερείς ως ένα είδος παραχωρήσεως στο Βατικανό. Οι συνθήκες εκεί ήσαν καλύτερες από άλλα μέρη του στρατοπέδου και ελαμβάνοντο πολλά δέματα απ’ έξω.» Εν τούτοις, αυτό το παρεκκλήσιο παρεχωρήθη αργότερα απεριορίστως σε όλους τους μη Γερμανούς ιερείς, επίσης, όπως είχε παραχωρηθή σε όλους τους υπολοίπους εγκαθείρκτους του στρατοπέδου, εφόσον ήσαν Ρωμαιο-Καθολικοί. «Ένας Βαυαρός ιερεύς έστεκε φρουρός έξω από την είσοδο, μ’ ένα κνούτο στο χέρι, και αλλοίμονο σε όποιον θα προσπαθούσε να τον προσπεράση» για να εισέλθη και να ωφεληθή από τις θρησκευτικές υπηρεσίες που προσεφέροντο μέσα.
Ο κ. Γκαν αναφέρει κατόπιν ένα ευλαβή κύριο μέλος του Γαλλικού Καθολικού Κόμματος, ο οποίος ήταν επίσης σ’ αυτό το στρατόπεδο του Νταχάου: «Μας πετούσαν έξω από το παρεκκλήσι, και μερικές φορές με λακτισμούς στα πόδια . . . Φυσικά, το Παράπηγμα ήταν γεμάτο από δέματα . . . Πού δεν θα μπορούσε να οδηγήση αν όλοι οι λιμοκτονούντες του στρατοπέδου κατελαμβάνοντο αίφνης από ευσέβεια κι έτσι ήρχοντο σ’ επαφή με τις αποθήκες τροφίμων τα οποία εφυλάγοντο στα ερμάρια των ιερέων;»a Αν αυτοί οι ιερείς είχαν πάρει στα σοβαρά τις πεποιθήσεις των όσον αφορά την πραγματικότητα των βασάνων του καθαρτηρίου και του άδου, θ’ αποστερούσαν τα «λαϊκά» μέλη της πίστεώς των από τα οφέλη της θρησκείας των; Είναι προφανές ότι ενδιαφέροντο περισσότερο για τις δικές των σωματικές ανάγκες παρά για τις πνευματικές ανάγκες των ομοίων με αυτούς Καθολικών.
Ναι, όσο αντιφατικό και αν φαίνεται, εκείνο που ήταν εσφαλμένο με τη νεαρή Πόρτο Ρικανή μητέρα ήταν αυτό που ήταν εσφαλμένο με αυτούς τους Γερμανούς ιερείς στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Νταχάου. Και τι ήταν αυτό; Και οι δύο μοχθούσαν κάτω από την παρανόησι ότι η Χριστιανοσύνη είναι μία ιδιοτελής επιχείρησις, ότι μπορεί ένας να είναι καλός Χριστιανός κι εν τούτοις να ενδιαφέρεται κυρίως για τον εαυτό του. Αλλά δεν είναι ορθό αυτό. Στην πραγματικότητα ένα σημείον αναγνωρίσεως της αληθινής Χριστιανοσύνης, που την διακρίνει από τις απομιμήσεις, είναι η ικανότης της να εμπνέη ανιδιοτέλεια στους πιστούς της.
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Δεν σημαίνει ότι ένας Χριστιανός δεν πρέπει να ενδιαφέρεται για τις δικές του πνευματικές ανάγκες, για τη δική του σωτηρία. Βεβαίως πρέπει. Βρίσκεται κάτω από υποχρέωσι να το πράττη· ενθαρρύνεται να το πράττη. (Ματθ. 5:3) Γι’ αυτό διαβάζομε ότι για να ευαρεστήσωμε τον Θεό, οφείλομε όχι μόνο ‘να πιστεύωμε ότι είναι,’ ότι υπάρχει, αλλά επίσης ότι «γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.» (Εβρ. 11:6) Αλλά η Χριστιανοσύνη δεν σταματά ως εδώ. Αυτό είναι μόνον η αρχή. Απόδειξις αυτού υπάρχει σ’ αυτή την αρχή της Χριστιανοσύνης. Γιατί ο Ιησούς Χριστός εκάλεσε τον Πέτρο και τον Ανδρέα, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη να εγκαταλείψουν την αλιευτική των επιχείρησι, και να τον ακολουθήσουν; Απλώς για να μπορέσουν να σωθούν; Όχι, αλλά για να μπορέσουν να γίνουν αλιείς ανθρώπων, για να μπορέσουν να φέρουν σωτηρία σε άλλους.—Ματθ. 4:19-22.
Ιδιαιτέρως ας εξετάσωμε τον απόστολο Παύλο, για τον οποίο οι Γραφές έχουν να πουν περισσότερα παρά για οποιονδήποτε άλλον από τους ακολούθους του Ιησού. Ως ένας μορφωμένος Φαρισαίος απελάμβανε μεγάλης εκτιμήσεως και είχε μπροστά του ένα πολύ σπουδαίο μέλλον. Αλλά όταν έγινε Χριστιανός, έστρεψε τα νώτα του σε όλα τα πλεονεκτήματα και τις προσδοκίες που απελάμβανε ως Φαρισαίος και αφιέρωσε τη ζωή του στο να φέρη τη Χριστιανοσύνη σε άλλους, θέτοντας ανιδιοτελώς τα συμφέροντά των επάνω από τα δικά του, όπως ακριβώς μας λέγει: «Διότι ελεύθερος ων πάντων, εις πάντας εδούλωσα εμαυτόν, δια να κερδήσω τους πλειοτέρους. Και έγεινα εις τους Ιουδαίους ως Ιουδαίος, δια να κερδήσω τους Ιουδαίους . . . Εις τους ανόμους ως άνομος . . . δια να κερδήσω ανόμους· έγεινα εις τους ασθενείς ως ασθενής, δια να κερδήσω τους ασθενείς· εις πάντας έγεινα τα πάντα, δια να κερδήσω παντί τρόπω τινάς. Κάμνω δε τούτο δια το ευαγγέλιον, δια να γίνω συγκοινωνός αυτού [με άλλους, ΜΝΚ].»—1 Κορ. 9:19-23.
Και τι περιελάμβανε αυτό το να θέση τα συμφέροντα των άλλων επάνω από τα δικά του; Καθώς ο ίδιος μας λέγει: «Υπό των Ιουδαίων πεντάκις έλαβον πληγάς τεσσαράκοντα παρά μίαν· τρις ερραβδίσθην, άπαξ ελιθοβολήθην, τρις εναυάγησα, έν ημερονύκτιον εν τω βυθώ έκαμον· εις . . . κινδύνους ληστών, . . . κινδύνους εν ερημία, . . . εν πείνη και δίψη, . . . εν ψύχει και γυμνότητι,» και ούτω καθεξής. Μήπως ο Παύλος υπέμενε όλα αυτά μόνο για τη δική του σωτηρία; Όχι, αυτό δεν απαιτούσε τέτοια ηρωικά κατορθώματα. Το έπραττε πρωτίστως προς τιμήν του Πλάστου του και για να φέρη σωτηρία σε άλλους. Γι’ αυτό, επίσης, έγραψε και δεκατέσσερα από τα είκοσι επτά βιβλία της λεγομένης Καινής Διαθήκης. Δεν υπάρχει αμφιβολία για το ότι ο απόστολος Παύλος ήταν πλήρως διαποτισμένος από το πνεύμα ανιδιοτελείας της Χριστιανοσύνης!—2 Κορ. 11:22-33.
Το ότι η ανιδιοτέλεια ήταν πράγματι ένα χαρακτηριστικό της πρώτης Χριστιανοσύνης πιστοποιείται από κοσμικούς ιστορικούς. Έτσι οι Κ. Μπρίντον, Ι. Κρίστοφερ και Ρ. Γουλφ γράφουν στο βιβλίο των Μία Ιστορία του Πολιτισμού: «Ο Χριστιανός δεν ηρκείτο καθόλου στην προοπτική της δικής του μόνο σωτηρίας. Η αποδοχή από αυτόν του θελήματος του Θεού δεν ήταν παθητική. Ήταν από την αρχή ένας φλογερός ιεραπόστολος, ανήσυχος να μεταστρέψη άλλους.» Αυτοί οι συγγραφείς ομιλούν, επίσης, για την «ανιδιοτέλεια, την ευσυνειδησία» της Χριστιανοσύνης, προσθέτοντας: «Στην αληθινή Χριστιανική ζωή όλοι οι άνθρωποι είναι ένα, και οι επικουρικές ομάδες είναι μια περίσπασις—ή ακόμη χειρότερα, ένα παραγέμισμα, του ιδιοτελούς εγώ. Το σπουδαίο είναι ν’ αποφεύγη το άτομο κάθε είδος προσωπικού θριάμβου επάνω σε άλλους, κάθε ανταγωνιστική επιτυχία. Όλα εκείνα τα οποία δίδουν αφορμήν και οξύνουν το εγώ του . . . Το ιδεώδες της ανιδιοτελείας είναι αυτό. Η Χριστιανοσύνη προσπαθεί να δαμάση τις πιο παράλογες εξάρσεις του ανταγωνιστικού ανθρωπίνου πνεύματος, προσπαθεί να υποτάξη την αυταρχικότητα, την αγριότητα, την καυχησιολογία, την υπερηφάνεια και άλλες εκδηλώσεις του ‘φυσικού’ ανθρώπου.» Ο Χριστιανός «δεν ώφειλε μόνο να υποτάξη το δικό του εγώ· ώφειλε ν’ ανοίξη την καρδιά του με αγαθότητα προς όλους τους συνανθρώπους του.»b Θα μπορούσε να τεθή το ερώτημα, Ως ποιο σημείο εξεδήλωσαν τέτοιο ιεραποστολικό ζήλο οι αγνωστικισταί και οι αθεϊσταί; Ποιος άκουσε ποτέ ότι πήγαν στην καρδιά της Αφρικής ή οποιασδήποτε άλλης ξένης χώρας, γι’ αυτό τον σκοπό, για να διαφωτίσουν τους δεισιδαίμονας ιθαγενείς όπως έκαμαν χιλιάδες Χριστιανοί ιεραπόστολοι;
Ο ΙΕΧΩΒΑ ΚΑΙ Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΣ
Δεν θα μπορούσε να συμβαίνη διαφορετικά. Γιατί όχι; Διότι η Γραφή μάς δείχνει ότι ο Ιεχωβά Θεός και ο Ιησούς Χριστός αποτελούν την προσωποποίησι της ανιδιοτελείας. Ο Ιεχωβά Θεός, ο Μόνος αυθύπαρκτος, ο οποίος δεν είχε ποτέ αρχή, ήταν πάντοτε αυτάρκης. Δεν είχε ανάγκη να δημιουργήση. Το έπραξε αυτό διότι εκινήθη τελείως από αγάπη, από ανιδιοτέλεια. Επί πλέον, έδειξε μεγάλη ανιδιοτέλεια επιτρέποντας στο πρώτο ανθρώπινο ζεύγος να εξακολουθή να ζη αφού έγιναν άξιοι θανάτου λόγω της ανταρσίας των· και ιδιαιτέρως εξεδήλωσε ο Ιεχωβά Θεός αγάπη με το ν’ αποστείλη τον αγαπητό και μονογενή του Υιό στη γη για να πεθάνη για τις αμαρτίες μας. Όπως ο στοργικός απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Ο Θεός είναι αγάπη. Εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού προς ημάς, ότι τον Υιόν αυτού τον μονογενή απέστειλεν ο Θεός εις τον κόσμον, δια να ζήσωμεν δι’ αυτού. Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι αυτός ηγάπησεν ημάς, και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών.»—1 Ιωάν. 4:8-10.
‘Κατά τον πατέρα και ο υιός,’ μπορεί να λεχθή πολύ καλά για το ότι ο Ιησούς Χριστός μιμείται τον ουράνιο Πατέρα του στο να είναι ανιδιοτελής. Ορθώς, λοιπόν, μπορούσε να πη: «Όστις είδεν εμέ, είδε τον Πατέρα,» διότι ο Ιησούς ενήργησε ακριβώς με τον τρόπο που θα είχε ενεργήσει ο Πατήρ κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Ο Ιησούς είχε μια ένδοξη προανθρωπίνη ύπαρξι στον ουρανό προτού έλθη στη γη, και υπήρχε σε μορφή Θεού. Εγκατέλειψε όλ’ αυτά και ήλθε στη γη, όχι για τη δική του σωτηρία, όχι για να υπηρετηθή, αλλά για να υπηρετήση «και να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών.»—Ιωάν. 14:9· Ματθ. 20:28· Φιλιππησ. 2:5-8.
Ναι, όπως ο απόστολος Παύλος, επίσης, ανέφερε: «Εξεύρετε την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι πλούσιος ων, επτώχευσε δια σας, δια να πλουτήσητε σεις με την πτωχείαν εκείνου.» Ο Ιησούς είπε ότι δεν είχε πού να κλίνη την κεφαλήν του, κανένα τόπο που θα μπορούσε να ονομασθή ιδικός του, κι εν τούτοις πόσο πλούσιος θα μπορούσε να είναι αν ήθελε να επωφεληθή οικονομικώς όπως τόσο πολλοί λεγόμενοι θεραπευταί κάνουν σήμερα!—2 Κορ. 8:9· Λουκ. 9:58.
ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΛΕΧΘΗ ΓΙΑ ΣΗΜΕΡΑ;
Ναι, τι μπορεί να λεχθή για σήμερα; Εμπνέει ανιδιοτέλεια η αληθινή Χριστιανοσύνη στην εποχή μας, σ’ αυτό το τελευταίο τρίτον του εικοστού αιώνος, όπως ενέπνεε πριν από δέκα εννέα αιώνες; Ναι, εμπνέει. Μεταξύ ποιων; Μεταξύ των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά. Έχουν μια οργάνωσι σύμφωνα με το υπόδειγμα των πρώτων Χριστιανών, στην οποία δεν υπάρχει διάκρισις κληρικών-λαϊκών αλλά στην οποία κάθε Χριστιανός είναι ένας διάκονος του ευαγγελίου. Στην εκπαίδευσί των η έμφασις είναι στο να δίνουν, όχι στο να λαμβάνουν, να δίνουν από τον χρόνο τους για να υπηρετούν τον Ιεχωβά και άλλους, να δίνουν από τις δυνάμεις και τα μέσα των. Πολλοί από αυτούς εισέρχονται στην «ολοχρόνια» διακονία του αγρού μολονότι γνωρίζουν ότι αυτό καθ’ εαυτό δεν απαιτείται από τον καθένα για να κερδίση σωτηρία, αιώνια ζωή.
Στις τοπικές των εκκλησίες υπάρχουν «υπηρέται» οι οποίοι λαμβάνουν την ηγεσία. Αυτοί έχουν συγκεκριμένα καθήκοντα να εκτελέσουν με το να διακονούν τις πνευματικές ανάγκες της εκκλησίας καταναλίσκοντας πολύ χρόνο και ενέργεια που αντιπροσωπεύουν βαριά φορτία ευθύνης. Μήπως λαμβάνουν κάποια οικονομική ή τιμητική αμοιβή; Όχι, δεν λαμβάνουν, όπως δεν ελάμβαναν οι πρώτοι Χριστιανοί. Όλοι υπηρετούν τον Θεόν των και τους αδελφούς των από αγάπη, ανιδιοτελώς, γνωρίζοντας ότι «μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.»—Πράξ 20:35.
Κάτι που περιγράφει αυτή την αρχή είναι το ακόλουθο επεισόδιο από την πραγματική ζωή. Ένας Ιουδαίος νέος από το Μπρούκλυν εδέχθη κάποτε μια πρόσκλησι να παρευρεθή σε μια συνάθροισι στην τοπική Αίθουσα Βασιλείας, όπου οι Μάρτυρες ελάμβαναν οδηγίες για την διακονία του αγρού. Ανάμεσα σε άλλα πράγματα που εξητάσθησαν ήταν και η έκθεσις της διακονικής δράσεως του προηγουμένου μηνός και οι επιδιώξεις υπηρεσίας για τις οποίες κατεβάλλοντο προσπάθειες.
Κατόπιν ερώτησε τον Μάρτυρα φίλο του: «Είχατε επιτύχει εσείς τους αντικειμενικούς σας σκοπούς τον παρελθόντα μήνα;» Ο Μάρτυς φίλος του τον εβεβαίωσε ότι είχε επιτύχει. Ο νέος τότε ερώτησε: «Τι παίρνετε όταν επιτυγχάνετε τους αντικειμενικούς σας σκοπούς;» Του ελέχθη ότι δεν υπήρχε αμοιβή άλλη από την ικανοποίησι ότι έπραξε καλώς στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Κατόπιν ερώτησε: «Τι γίνεται αν αποτύχετε ν’ ανταποκριθήτε στους αντικειμενικούς σκοπούς; Ποιες είναι οι ποινές;» Του ελέχθη: «Κανένας δεν τιμωρείται επειδή δεν μπόρεσε ν’ ανταποκριθή στους αντικειμενικούς σκοπούς.» Όλ’ αυτά εφάνηκαν πολύ απίστευτα σ’ αυτόν τον Ιουδαίο νέο, ο οποίος μετρούσε το κίνητρο με υλικές αμοιβές.
Το Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά δίνει εύγλωττη μαρτυρία για τη δύναμι της αληθινής Χριστιανοσύνης να εμπνεύση ανιδιοτέλεια, διότι, εκτός του ότι παραθέτει τη δράσι των Μαρτύρων σε κάθε χώρα, 200 περίπου τώρα, στις οποίες είναι δραστήριοι, δίνει, επίσης, εκατοντάδες σελίδες από ενδιαφέρουσες πείρες του αγρού. Η τελευταία έκδοσις δείχνει ότι στη διάρκεια του προηγουμένου έτους, 1.058.675 Χριστιανοί διαγγελείς των «αγαθών νέων» εκήρυτταν κάθε μήνα, αφιερώνοντας ένα σύνολο από 170 εκατομμύρια και πλέον ώρες στη διάρκεια του έτους, κάνοντας 60 εκατομμύρια και πλέον επανεπισκέψεις σ’ ενδιαφερόμενα άτομα και διεξάγοντας κάθε μήνα 800.000 και πλέον Γραφικές μελέτες στα σπίτια των ανθρώπων.
Και όλ’ αυτά γίνονται όπως ακριβώς θα έπρεπε. Εφόσον ο Θεός είναι αγάπη, αυτή η ιδία η προσωποποίησις της ανιδιοτελείας, η αληθινή λατρεία του πρέπει να εμπνέη ανιδιοτέλεια. Ο Υιός του ήλθε στη γη για να θέση για μας ένα τέλειο παράδειγμα, και στον Λόγο του Θεού βρίσκομε πολλά άλλα καλά παραδείγματα. Με την παραγωγή τέτοιων καρπών οι Χριστιανοί δοξάζουν τον Θεόν των Ιεχωβά και αποδεικνύουν ότι πράγματι είναι μαθηταί του Ιησού Χριστού.—Ιωάν. 15:8.
[Υποσημειώσεις]
a Εν τούτοις, το ότι είναι δυνατόν να είναι ένας προσκολλημένος στις υψηλές Χριστιανικές αρχές παρά τις συνθήκες του στρατοπέδου συγκεντρώσεως το αποδεικνύει ο συγγραφεύς Γκαν με τα καλά επαινετικά του λόγια για τους μάρτυρας του Ιεχωβά οι οποίοι ήσαν φυλακισμένοι σ’ αυτό το στρατόπεδο.
b Για απόδειξι βλέπε τα ακόλουθα εδάφια: 1 Κορινθίους 10:33· 13:4-8· Γαλάτας 5:26· Φιλιππησίους 2:3, 4.