Ιστορικά Αρχεία της Ασσυρίας και η Αγία Γραφή
ΣΤΗ διάρκεια των πολλών αιώνων τα ονόματα εξεχόντων Ασσυρίων αρχόντων όπως ο Σαργών, ο Θεγλάθ-φελασάρ, ο Σαλμανασάρ και ο Σενναχειρείμ πέρασαν από γενεά σε γενεά στους αναγνώστας της Αγίας Γραφής. Μ’ ένα αίσθημα πραγματικότητος, που δεν παραβάλλεται με κανένα κοσμικό υπόμνημα, η Αγία Γραφή αφηγείται τις σχέσεις των με τον λαό του Ιούδα και του Ισραήλ. Στην περίπτωσι του Σαργών, σύγχρονοι κοσμικοί ιστορικοί για πολύν καιρό δεν ήσαν ούτε καν βέβαιοι για την ταυτότητά του.
Κατόπιν, τον δέκατον όγδοο και τον δέκατον ένατο αιώνα ήλθε η εποχή των αρχαιολόγων. Ανασκάπτοντας σε αναχώματα στη Μεσοποταμία έφεραν σε φως καταπληκτικά ευρήματα. Συγκεκριμένως, ο συγγραφεύς Κ. Ο. Σήραμ, αναφερόμενος στο έργο που είχε αναλάβει ο αρχαιολόγος Πωλ-Εμίλ Μποττά, γράφει στο βιβλίο του Θεοί, Τάφοι και Ερευνηταί, σελίς 225: «Έως τώρα μόνο η Αγία Γραφή είχε να πη οτιδήποτε σχετικό με τη χώρα, η οποία βρίσκεται μεταξύ των δύο ποταμών, και για την επιστήμη του δεκάτου ενάτου αιώνος η Γραφή ήταν μια συλλογή μύθων.»
Αλλά τώρα αυτοί οι πολεμισταί-βασιλείς της Ασσυρίας αναζούν, καθώς έρχονται στο φως τα χρονικά των, τ’ ανάκτορά των, οι «πινακίδες» των καταγραφής και οι «κατάλογοι των βασιλέων των.» Η Ασσυριολογία έγινε μια παραδεδεγμένη επιστήμη, και οι σπουδασταί της ανασκάπτουν στον σωρό των στοιχείων που δεν έχουν εκταφή για να οικοδομήσουν την ιστορία μιας αυτοκρατορίας για την οποία λίγα είναι γνωστά. Τα γεγονότα που αναφέρονται στην Αγία Γραφή για την Ασσυρία και τους άρχοντάς της ανεγνωρίσθησαν τώρα ως αυθεντικά, αλλά οι σύγχρονοι σπουδασταί άρχισαν ν’ αμφισβητούν τις ημερομηνίες ή την χρονολόγησι γεγονότων της Ασσυριακής ιστορίας όπως ευρίσκονται στην Αγία Γραφή.
Έτσι το ερώτημα εγείρεται τώρα, Έχουν οι ειδικοί στην Ασσυριολογία αξιόπιστο υλικό στο οποίο να στηρίξουν τις υποθετικές των διορθώσεις του Βιβλίου, το οποίο επί τόσο πολλούς αιώνες εκράτησε ζώσα τη γνώσι των αρχαίων εκείνων ονομάτων και των γεγονότων τα οποία σχετίζονται μ’ αυτούς; Τα αρχεία και τα μνημεία που ανέσυραν από τα κονιορτοβριθή αναχώματα της Εγγύς Ανατολής έχουν προμηθεύσει μια τόσο ισχυρή βάσι ώστε η χρονολογία της Βίβλου να εξορισθή τώρα σε θέσι κατωτερότητος; Αν ναι, τότε θα έπρεπε ν’ αναμένωμε να βρούμε σ’ αυτά τα αρχεία ένα υψηλό βαθμό ακριβείας και αξιοπιστίας. Ποια είναι τα γεγονότα;
ΤΑ ΑΣΣΥΡΙΑΚΑ ΑΡΧΕΙΑ
Τα αρχεία, τα οποία άφησαν οι ίδιοι οι Ασσύριοι, και τα οποία εξετάφησαν σε σχετικώς πρόσφατα χρόνια, αποτελούνται από επιγραφικές «παραστάσεις,» όπως εκείνες οι οποίες διακοσμούν τους τοίχους ανακτόρων· από βασιλικά χρονικά, που εγράφησαν από βασιλικούς ή ιερατικούς γραμματείς για τη δόξα του βασιλέως που κυβερνούσε· από «βασιλικούς καταλόγους» όπως αυτοί οι οποίοι ανεσκάφησαν στο Κορσαμπάντ, και από τους λιμμού ή επωνύμους καταλόγους—καταλόγους εξεχόντων επισήμων, πιθανόν ένα για κάθε χρόνο, ο οποίος θα έδειχνε παράλληλα και το εξέχον γεγονός του έτους. Όλ’ αυτά, μαζί με μερικά αρχαία αστρονομικά στοιχεία, αποτελούν την πρώτη ύλη με την οποία οι Ασσυριολόγοι έπλεξαν την ιστορία των.
Αλλά τι μπορεί να λεχθή γι’ αυτές τις επιγραφικές «παραστάσεις» και τα χρονικά; Είναι αρκετά ακριβή για να γίνουν δεκτά ως βάσις χρονολογήσεως; Ιδού τι είχε να πη ο Καθηγητής Όλμστεντ, μια από τις πιο εξέχουσες αυθεντίες στα ζητήματα της αρχαίας Εγγύς Ανατολής ως τον θάνατό του το 1945: «Μπορούμε . . . να χρησιμοποιούμε την επιγραφική Παράστασι για να συμπληρώνωμε κενά που υπάρχουν στα Χρονικά [βασιλικά χρονικά που αναγράφουν κάθε χρόνο γεγονότα], αλλ’ αυτή δεν έχει την ελαχίστη αυθεντικότητα όταν διαφωνή με το πρωτότυπό της.» «Εξίσου σοβαρό,» λέγει ο καθηγητής, «είναι ότι αυτές [οι επιγραφικές «παραστάσεις»] σπανίως έχουν χρονολογική τάξι. . . . Ότι πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή είναι καταφανές.»
Για τα χρονικά, ο Καθηγητής Όλμστεντ γράφει: «Έχομε εδώ μια κανονική χρονολογία, και αν μερικές φορές μπορούν ν’ ανευρεθούν εκούσια ή όχι λάθη, η σχετική χρονολογία τουλάχιστον είναι γενικώς ορθή. . . . Αλλά θα ήταν μεγάλο σφάλμα να παραδεχθούμε ότι τα χρονικά είναι πάντοτε αξιόπιστα. Παλαιότεροι ιστορικοί παρεδέχθησαν με πολύ γενικό τρόπο τις ανακοινώσεις των εκτός αν είχαν θετική απόδειξι της ανακριβείας των. Τα τελευταία λίγα χρόνια, ανεκαλύφθη ένας όγκος νέου υλικού το οποίο μπορούμε να χρησιμοποιήσωμε για την κριτική των Σαργωνικών κειμένων. . . . Προσθέστε σ’ αυτό τις παραπομπές σε ξένες πηγές όπως οι Εβραϊκές και οι Βαβυλωνιακές, και τότε θ’ αποδειχθή ότι δεν έχομε ανάγκη της εσωτερικής μελέτης για να πεισθούμε ότι τα χρονικά είναι κάθε άλλο παρά αξιόπιστα.»—Ασσυριακή Ιστοριογραφία, Μελέτες του Πανεπιστημίου του Μιζούρι, Σειρά Κοινωνικών Επιστημών, Τόμ. II, σελίδες 5, 6.
Σημειώστε, επίσης, τη μαρτυρία του Καθηγητού Δ. Δ. Λάκενμπιλ: «Γρήγορα ανακαλύπτει ένας ότι ακριβής περιγραφή των γεγονότων όπως αυτά ελάμβαναν χώρα, το ένα έτος μετά το άλλο, στη διάρκεια της διακυβερνήσεως του βασιλέως, δεν ήταν το κατευθυντήριο ελατήριο των βασιλικών γραμματέων. Μερικές φορές οι διάφορες εκστρατείες φαίνεται ότι εναλλάσσονταν χωρίς καμμιά προφανή αιτία, αλλά πολύ συχνά γίνεται σαφές ότι η βασιλική ματαιοδοξία απαιτούσε ταχύ και χαλαρό χειρισμό της ιστορικής ακριβείας.»—Παλαιά Αρχεία της Ασσυρίας και της Βαβυλωνίας, Τόμ. I, σελίς 7.
Καθώς προχωρούσε η διακυβέρνησις ενός βασιλέως, τα βασιλικά χρονικά υφίσταντο συχνά δραστική αναθεώρησι. Μεταγενέστερες εκδόσεις προφανώς φρόντιζαν να εξαφανίζουν προγενέστερα γεγονότα και αριθμούς για να τα προσαρμόζουν στην ιδιοτροπία του βασιλέως. Παραδείγματος χάριν, ο Καθηγητής Όλμστεντ κάνει μνεία της «ψυχραίμου απαλείψεως εκ μέρους του [Ασσουρμανιπάλ] σιγά-σιγά των τελευταίων δύο Αιγυπτιακών εκστρατειών του πατρός του ωσότου στην τελική έκδοσι δεν υπάρχει τίποτε που δεν είχε αξιώσει για τον εαυτό του.»—Ασσυριακή Ιστοριογραφία, σελίδες 7, 8.
Είναι πολύ έκδηλο ότι οι αρχαίοι χρονικογράφοι ήσαν κάθε άλλο παρά αμερόληπτοι καταγραφείς γεγονότων και εποχών όπως συνέβαιναν στην πραγματικότητα. Ιστορικοί λέγουν ότι δεν εδίσταζαν ν’ αναφέρουν ένα υποτελή βασιλέα ότι επλήρωνε φόρο υποτελείας, μολονότι άλλα υπομνήματα έδειχναν ότι αυτός ο βασιλεύς ήταν νεκρός την εποχή εκείνη. Ώστε υπάρχει ισχυρή απόδειξις απροσεξίας, ανεντιμότητος και απλής συγχύσεως στη σύνταξί των. Αλλά, διαφέρει το ζήτημα με τους επωνύμους καταλόγους;
ΕΠΩΝΥΜΟΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΑΣΣΥΡΙΑΣ
Σύγχρονοι χρονολόγοι υποστηρίζουν γενικά ότι οι λιμμού ή επώνυμοι κατάλογοι έχουν κάπως διαφύγει την παραφθορά των χρονικών και των επιγραφών, και ότι είναι ουσιαστικά άψογοι όσον αφορά την ακρίβεια. Ισχυρίζονται ότι αυτοί οι κατάλογοι προμηθεύουν την πιο υγιά βάσι για τις χρονολογίες της εποχής εκείνης. Για να βοηθηθή η εκτίμησίς μας σ’ αυτούς τους καταλόγους, παρατίθεται κατωτέρω υπόδειγμα ενός τμήματος απ’ αυτούς:
Μπελ-χαρράν-μπελ-ουσούρ (κυβερνήτης) της εναντίον της Δαμασκού
Γκουζάνα
Σαλμανασάρ πήρε τη θέσι του
στο θρόνο
Μαρντώκ-μπελ-ουσούρ (κυβερνήτης) της στη χώρα
Αμεντί
Μάχντι (κυβερνήτης) της εναντίον της [Σαμαρείας]
Νινευή
Ασσούρ-ισμεανί (κυβερνήτης) της εναντίον της [Σαμαρείας]
[Κακζί]
Σαλμανασάρ βασιλεύς εναντίον της [Σαμαρείας]
Ασσυρίας
Όπως μπορεί να διαπιστωθή απ’ αυτό το παράδειγμα, δεν δίδονται πραγματικές χρονολογίες, μολονότι «υποτίθεται» ότι κάθε όνομα στον κατάλογο αντιπροσωπεύει ένα έτος, επιτρέποντας έτσι ένα υπολογισμό έτους προς έτος. Είναι όπως αν, στη σύγχρονη γλώσσα, ο «άνθρωπος της χρονιάς» παρετίθετο παράλληλα με κάποιο εξέχον γεγονός του ιδίου έτους. Εφόσον τα ονόματα των Ασσυρίων βασιλέων παρατίθενται στους επωνύμους καταλόγους, οι ιστορικοί υπολογίζουν από τον ένα βασιλέα ως τον επόμενον κατά τάξιν, ώστε να προσδιορισθή το μήκος της βασιλείας οποιουδήποτε βασιλέως. Κατόπιν παραβάλλουν αυτόν τον υπολογισμό με οποιουσδήποτε αριθμούς μπορούν να προμηθευθούν από τους «καταλόγους βασιλέων» των Ασσυρίων.
Προεβλήθη αξίωσις για ένα μεγάλο βαθμό τακτικότητος στην επώνυμο ταξινόμησι ως συνόλου, με μια συγκεκριμένη τάξι η οποία ακολουθείται στην παράθεσι των επωνύμων ή επισήμων, αρχίζοντας από τον βασιλέα και, στα επόμενα χρόνια, παραθέτοντας τους επισήμους όπως «στρατάρχης,» «αρχι-οινοχόος,» «αρχι-θαλαμηπόλος» και άλλα. Η έρευνα, όμως, δείχνει ότι αυτή η τάξις δεν ακολουθείται με συνοχή, και ότι σε μεταγενέστερες περιόδους οι ανώτεροι αξιωματούχοι δεν εμφανίζονται πια μ’ αυτούς τους τίτλους. Και ύστερ’ από την εποχή του Σενναχειρείμ, ακόμη και τα ονόματα των νέων βασιλέων δεν εμφανίζονται στους καταλόγους.
Ούτε και οι ιστορικοί της εποχής μας διακρατούν σταθερά την άποψι ότι το μήκος της διακυβερνήσεως ενός βασιλέως μπορεί να καθορισθή από τον υπολογισμό του αριθμού των επωνύμων αρχίζοντας από το όνομά του ως το όνομα του επομένου βασιλέως. Λέγουν ότι ο Σαλμανασάρ Ε΄ εβασίλευσε μόνο πέντε έτη, ενώ σύμφωνα με τον πραγματικό υπολογισμό έως τ’ όνομα του διαδόχου του στον επώνυμο κατάλογο η βασιλεία του πρέπει να ήταν μήκους οκτώ ετών. Εξηγώντας μερικές φαινομενικές ασυνέπειες, μερικοί ιστορικοί υπαινίσσονται ότι ο Σαργών (διάδοχος του Σαλμανασάρ) επέφερε μια αλλαγή στην κατάταξι με το να καταστήση τον εαυτό του επώνυμο στο τρίτο έτος της βασιλείας του αντί του πρώτου του. Και, μολονότι ο Σαργών φαίνεται να έχη βασιλεύσει επί τριάντα δύο έτη σύμφωνα με τον επώνυμο κατάλογο, του αποδίδουν μόνο δεκαεπτά!
Λόγω της συντομίας της πληροφορίας που προμηθεύουν αυτοί οι κατάλογοι, είναι καταφανές ότι το μέσον με το οποίον μπορεί να εξακριβωθή ένα λάθος μειώνεται σημαντικά. Εν τούτοις, παρ’ όλ’ αυτά και την καταφανή αδυναμία που εκδηλώνουν, οι σύγχρονοι ιστορικοί προτιμούν ν’ αποδώσουν τα λάθη στα βασιλικά χρονικά οποτεδήποτε αυτά διαφωνούν με τους επωνύμους καταλόγους. Φυσικά υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό ασαφείας σ’ αυτούς τους καταλόγους.
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΠΛΗΡΩΣ ΑΞΙΟΠΙΣΤΗ
Το ότι η χρονολογία που εμφανίζουν οι σύγχρονοι Ασσυριολόγοι διαφωνεί με τη χρονολογία που βρίσκεται στις Γραφές μπορεί να σημειωθή από το εξής: Σύμφωνα με τον υπολογισμό του χρόνου από τη Γραφή, ο Βασιλεύς Μεναήμ του Ισραήλ εβασίλευσε περίπου από το 791 έως το 780 π.Χ. και ο Βασιλεύς Άχαζ του Ιούδα εβασίλευσε από το 761 έως το 745 π.Χ. Ο Ασσύριος βασιλεύς Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, που ονομάζεται επίσης Φουλ στην Αγία Γραφή, απήτησε φόρο υποτελείας από τον Μεναήμ και δωροδοκήθηκε από τον Άχαζ. (2 Βασ. 15:19, 20· 16:7, 8) Αλλά οι Ασσυριολόγοι τοποθετούν τη βασιλεία του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ περίπου το 744-727 π.Χ., κι επομένως μετά τον θάνατο του Μεναήμ και του Άχαζ. Με όμοιο τρόπο, οι χρονολογίες των όσον αφορά την πτώσι της Σαμαρείας και την επίθεσι του Σενναχειρείμ κατά του Ιούδα το δέκατο τέταρτο έτος του Εζεκία διαφέρουν κατά είκοσι έως τριάντα έτη από τη χρονολογία που η Αγία Γραφή τοποθετεί αυτά τα γεγονότα.—2 Βασ. 17:3-6· 18:9, 10, 13.
Έτσι τι πρέπει να σκεφθούμε για τις ασυμφωνίες; Αποδεικνύονται τα ιστορικά αρχεία της Ασσυρίας τόσο ακριβή και συνεπή προς τον εαυτό των ώστε να εμπνέουν εμπιστοσύνη; Είναι κατανοητό ότι οι Ασσυριολόγοι σήμερα είναι υπερήφανοι γι’ αυτά που επέτυχαν με τη συναρμολόγησι του γρίφου της Ασσυριακής ιστορίας. Εν τούτοις, η εικών που προέκυψε παρουσιάζει πολλά κενά και ανακρίβειες, έτσι ώστε πρέπει ν’ αναγνωρισθή ανοχή για ένα ευρύ περιθώριο εικασίας εκ μέρους των συγχρόνων ιστορικών.
Πράγματι, μερικές από τις φαινομενικές αντιφάσεις στα ειδωλολατρικά αρχεία είναι πιθανόν να οφείλωνται στην ανικανότητα των συγχρόνων ερευνητών να κατανοήσουν ορθώς τις αρχαίες μεθόδους που εχρησιμοποιούντο, όπως ακριβώς υπάρχουν σημεία στη χρονολογία της Αγίας Γραφής τα οποία μερικές φορές παρανοούνται. Αλλά ο αμερόληπτος αναγνώστης, ο οποίος κάνει μια έντιμη σύγκρισι, δεν μπορεί παρά να παρατηρήση την αντίθεσι μεταξύ της μονοπλεύρου, καταφανώς υπερβολικής, και γενικώς χωρίς συνάρτησι ιστορίας των Ασσυριακών πινακίδων σφηνοειδούς γραφής και του εξαιρετικά σαφούς, πραγματικού, και συνεπούς υπομνήματος γεγονότων που παρουσιάζει η Αγία Γραφή.
Διαβάστε, παραδείγματος χάριν, το υπόμνημα των βασιλέων του Ιούδα και του Ισραήλ όπως αναγράφεται στα Γραφικά βιβλία των Βασιλέων και των Χρονικών. Οι συγγραφείς της Βίβλου κατέγραψαν με αξιοσημείωτη συνέπεια το μήκος της βασιλείας κάθε Ιουδαίου βασιλέως, παραθέτοντας την ηλικία που είχε όταν ανήλθε στο θρόνο καθώς και στο θάνατό του, το όνομα του συγχρόνου του βασιλέως ή βασιλέων στο αντίζηλο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, τα κυριώτερα γεγονότα της ηγεμονίας του βασιλέως, την πιστότητα ή απιστία του, τις καλές του πράξεις καθώς και τις κακές, το όνομα του διαδόχου κάθε βασιλέως και την σχέσι του διαδόχου (αν υπήρχε κάποια) με τον βασιλέα που πέθανε. Αναγνωρίζεται ότι μερικά δευτερεύοντα προβλήματα που αφορούν τη χρονολογία πρέπει να λυθούν· εν τούτοις αυτό το υπόμνημα δεν έχει οριστικά το όμοιό του σε καμμιά από τις ειδωλολατρικές ιστορίες.
Η ειλικρίνεια των συγγραφέων της Αγίας Γραφής προσφέρει γνησία αιτία για την αποδοχή μ’ εμπιστοσύνη της χρονολογικής πληροφορίας που αυτοί οι ίδιοι οι συγγραφείς παρέχουν, μολονότι είναι πιθανόν τα ειδωλολατρικά υπομνήματα να μη φαίνωνται ότι συμπίπτουν. Πού, παραδείγματος χάριν, συναντούμε ποτέ ανάμεσα στα κομπαστικά Ασσυριακά αρχεία οποιαδήποτε αποδοχή ήττης που υπέστησαν σε μάχη αυτοί οι αυτοκαλούμενοι αήττητοι βασιλείς; Εν τούτοις, οι συγγραφείς της Βιβλικής ιστορίας εντίμως καταχωρούν τις ταπεινωτικές πείρες και ήττες των Ισραηλιτών βασιλέων που υπέστησαν στα χέρια άλλων εθνών, περιλαμβανομένων και των Ασσυρίων. Μπορούμε να διαβάσωμε για τον Ισραηλίτη βασιλέα Μεναήμ ότι κατέβαλε φόρο υποτελείας που αντιστοιχούσε με 1.000.000 και πλέον δολλάρια για ν’ αποφύγη σύρραξι με τον Ασσύριο αυτοκράτορα Θεγλάθ-φελασάρ (Γ΄) και για τον φοβισμένο βασιλέα του Ιούδα Άχαζ ότι εδωροδόκησε τον ίδιο αυτοκράτορα για να επιτεθή στη Συρία και στον Ισραήλ ώστε να άρη την πίεσι από τον Ιούδα. (2 Βασ. 15:19, 20· 16:5-9) Λίγο αργότερα πληροφορούμεθα την πλήρη καταστροφή του βορείου βασιλείου ύστερ’ από μια τριετή πολιορκία της Σαμαρείας από τον Ασσυριακό στρατό και την αιχμαλωσία του Ισραηλίτου βασιλέως Ωσηέ. (2 Βασ. 17:1-6· 18:9-11) Καμμιά προσπάθεια δεν καταβάλλεται για την παραποίησι των γεγονότων ή για την παρουσίασί των με τρόπο διάφορο απ’ εκείνον που ήσαν στην πραγματικότητα.
Χαραγμένα στην πέτρα ή γραμμένα σε πηλό, τα αρχαία Ασσυριακά έγγραφα πιθανόν να φαίνωνται πολύ εντυπωσιακά. Αλλά εξασφαλίζει αυτό την ακρίβειά των και την απαλλαγή των από ψεύδος; Ποιοι θα λέγατε ότι είναι οι σπουδαίοι παράγοντες, οι οποίοι προμηθεύουν υγιά βάσι για εμπιστοσύνη σε ιστορικά ζητήματα: το υλικό που χρησιμοποιήθηκε για την εγγραφή; ή ο συγγραφεύς, ο σκοπός του, ο σεβασμός του για την αλήθεια, και η αφοσίωσίς του στις δίκαιες αρχές; Είναι προφανές ότι θα λέγατε το τελευταίο.
Επειδή τα υπομνήματα της Αγίας Γραφής είχαν προφανώς γραφή επάνω σε φθαρτό πάπυρο ή σε περγαμηνές, η συνεχής χρήσις των και η φθοροποιός επίδρασις των καιρικών συνθηκών σ’ ένα μεγάλο μέρος της Παλαιστίνης χωρίς αμφιβολία εξηγεί γιατί δεν έχομε αρχικά αντίτυπα εκείνων των χειρογράφων σήμερα. Εν τούτοις, επειδή αυτό είναι το θεόπνευστο Βιβλίο του Ιεχωβά, η Αγία Γραφή έχει αντιγραφή προσεκτικά και διαφυλαχθή σε πλήρη μορφή έως τώρα. (1 Πέτρ. 1:24, 25) Η θεία έμπνευσις, μέσω της οποίας οι ιστορικοί της Αγίας Γραφής μπόρεσαν να καταγράψουν τα υπομνήματά των, επιβεβαιώνει την αξιοπιστία της χρονολογίας της Αγίας Γραφής.—2 Πέτρ. 1:19-21.