Σεις Υποστηρίζετε το Όνομα και την Υπόληψι του Θεού;
ΠΟΙΑ είναι η γενική στάσις των ανθρώπων απέναντι στον Θεό; Μιλούν καλά γι’ αυτόν και για το όνομά του Ιεχωβά; Αποβλέπουν σ’ αυτόν για καθοδήγησι, και καταβάλλουν προσπάθειες να υπακούουν στους νόμους του; Ή έχετε μάλλον παρατηρήσει ότι οι άνθρωποι συχνά κατηγορούν τον Θεό για ατυχίες, και μερικοί μάλιστα τον καταρώνται για τα κακά που υπάρχουν;
Είναι προφανές ότι η πλειονότης του ανθρωπίνου γένους δεν υποστηρίζουν το όνομα και την υπόληψι του Θεού. Δεν έχουν τη στάσι του ψαλμωδού της Βίβλου ο οποίος είπε: «Ιεχωβά ο Κύριος ημών, πόσον είναι θαυμαστόν το όνομά σου εν πάση τη γη! όστις έθεσας την δόξαν σου υπεράνω των ουρανών.» (Ψαλμ. 8:1, ΜΝΚ) Ούτε ανταποκρίνονται στην πρόσκλησι: «Ας αινώσι το όνομα του Ιεχωβά· διότι το όνομα αυτού μόνου είναι υψωμένον· η δόξα αυτού είναι επί την γην και τον ουρανόν.»—Ψαλμ. 148:13, ΜΝΚ.
Γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι δεν έχουν αυτή την υψηλή εκτίμησι για το όνομα και την υπόληψι του Θεού; Γιατί δεν αγαπούν να αινούν το όνομα του Ιεχωβά και να τον τιμούν για τα μεγαλεία που έχει κάμει; Είναι ζωτικό να μάθετε.
ΒΕΒΗΛΩΣΙΣ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Η απάντησι βρίσκεται στα γεγονότα τα οποία συνέβησαν στην αρχή της ανθρώπινης ιστορίας. Την εποχή εκείνη είχε συμβή στασιασμός κατά του Θεού από ένα αγγελικό πλάσμα του, το οποίο είχε αμφισβητήσει το όνομα και την υπόληψι του Θεού.
Αυτό το πνευματικό πλάσμα χρησιμοποίησε ένα ταπεινό όφι ως ομιλητή για να μιλήση στην πρώτη γυναίκα Εύα, κάνοντας να φαίνεται ότι ο όφις μιλούσε στην πραγματικότητα. Είχε επιρρίψει αμφιβολία στην εντολή του Θεού η οποία απηγόρευε, επί ποινή θανάτου, να φάγουν από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού. Ισχυρίσθηκε ότι «Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει· αλλ’ εξεύρει ο Θεός, ότι καθ’ ην ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθε ως θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν.»—Γεν. 3:1-5· 2:16, 17.
Αυτό ήταν κακοπαράστασις του Θεού, ένα ψεύδος γι’ αυτόν. (Ιωάν. 8:44) Ο αγγελικός εναντιούμενος, Σατανάς ή Διάβολος, στην πραγματικότητα κατηγόρησε τον Ιεχωβά Θεό ότι κατακρατούσε από το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος κάτι που θα τους ωφελούσε. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η Εύα, και κατόπιν ο σύζυγός της, παρεκινήθησαν να παρακούσουν εκουσίως στη δικαία εντολή του Θεού. Αυτή η ανυπακοή ήταν βεβήλωσις ή κηλίδωσις του ονόματος και της υπολήψεως του Θεού.
Από τότε ο πνευματικός υιός που έγινε Σατανάς είναι υπεύθυνος για την προώθησι ιδεών οι οποίες κακοπαριστούν τον Θεό και αυτό κάνει τους ανθρώπους ν’ αμφισβητούν, την ορθότητα των οδών του. Η βεβήλωσις του ονόματος του Θεού συνεχίσθηκε έτσι δια μέσου των αιώνων. Γνωρίζετε γιατί ο Θεός επέτρεψε στο Σατανά να παραμείνη όλα αυτά τα χρόνια; Αντιλαμβάνεσθε το ζήτημα που είχε εγερθή;
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΠΟΥ ΕΓΕΙΡΕΤΑΙ
Το ζήτημα που ήγειρε ο Σατανάς στην Εδέμ δεν ήταν το ποιος ήταν ο πιο ισχυρός. Ο Σατανάς δεν αμφισβήτησε τη δύναμι του Θεού, η οποία ήταν καταφανώς ανώτερη. Πράγματι, αν ο Σατανάς εγνώριζε ότι ο Ιεχωβά είναι ένας Θεός με αχαλίνωτες, βίαιες εκρήξεις δεν θα μπορούσε παρά ν’ αναμένη μια άμεση, επί τόπου εξόντωσί του για τη δυσφήμισι του ονόματος και της υπολήψεως του Θεού εκ μέρους του. Αντιθέτως, το ζήτημα που ηγέρθη ήταν ηθικό. Αφορούσε το ηθικό δικαίωμα του Θεού να ασκή παγκόσμια κυριαρχία ή υπερτάτη εξουσία, και ν’ απαιτή υπακοή και αφοσίωσι απ’ όλα τα πλάσματά του.
Ο Σατανάς εμφανίσθηκε ως άρχων ανταγωνιστής του Ιεχωβά, προκαλώντας το δικαίωμα του Θεού να άρχη. Την εποχή του Ιώβ ο Ιεχωβά εξέθετε απροκάλυπτα μπροστά σ’ όλους τους συναθροισμένους εκεί αγγελικούς υιούς του αυτή την πρόκλησι του Σατανά. Αλλά αυτό που συνέβη εκεί φέρνει στο προσκήνιο ένα δευτερεύον ή επικουρικό ζήτημα το οποίο προκύπτει από το κύριον ζήτημα του δικαιώματος παγκοσμίου κυριαρχίας του Θεού.
ΤΟ ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΟ ΖΗΤΗΜΑ
Το σχετιζόμενο ζήτημα έχει σχέσι με την ακεραιότητα ή νομιμοφροσύνη των πλασμάτων. Εκείνο που συνέβη στις ουράνιες αυλές του Ιεχωβά την εποχή του Ιώβ καθιστά σαφές ότι το αμφισβητούμενο ζήτημα ήταν η ακεραιότης του ανθρώπου απέναντι στον Θεό εκτός από το ζήτημα της διακυβερνήσεως. Παρατηρήστε τι έλαβε χώραν:
«Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Σατανάν, Έβαλες τον νουν σου επί τον δούλον μου Ιώβ, ότι δεν υπάρχει όμοιος αυτού εν τη γη, άνθρωπος άμεμπτος και ευθύς, φοβούμενος τον Θεόν και απεχόμενος από κακού; Και απεκρίθη ο Σατανάς προς τον Ιεχωβά, και είπε, Μήπως δωρεάν φοβείται ο Ιώβ τον Θεόν; δεν περιέφραξας κυκλόθεν αυτόν, και την οικίαν αυτού, και πάντα όσα έχει; τα έργα των χειρών αυτού ευλόγησας, και τα κτήνη αυτού επληθύνθησαν επί της γης· πλην τώρα έκτεινον την χειρά σου, και έγγισον πάντα όσα έχει, δια να ίδης εάν δεν σε βλασφημήση κατά πρόσωπον.»—Ιώβ 1:6-12.
Ναι, ο Σατανάς προέβαλε τον ισχυρισμό ότι η νομιμοφροσύνη του Ιώβ και, κατά συνέπειαν, όλων των νοημόνων πλασμάτων του Θεού, δεν εβασίζετο σε πραγματική αφοσίωση και γνησία αγάπη. Έτσι ο Σατανάς επρόβαλε την πρόκλησι ότι μπορούσε ν’ απομακρύνη όλους τους ανθρώπους από τον Θεό, ακόμη και αυτόν για τον οποίο ο Θεός είπε «δεν υπάρχει όμοιος αυτού εν τη γη.»
Η ρύθμισις αυτού του ζητήματος απαιτούσε χρόνο. Εχρειάζετο χρόνος για ν’ αποδειχθή η αλήθεια ή το ψεύδος των κατηγοριών, για να εκδηλωθή η κατάστασις της καρδιάς των πλασμάτων του Θεού, κι έτσι να τακτοποιηθή το ζήτημα χωρίς καμμιά αμφιβολία. Επομένως ο Ιεχωβά επέτρεψε στον Σατανά να παραμείνη ένα περιωρισμένο χρονικό διάστημα.
ΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΩΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Το ζήτημα της παγκοσμίου κυριαρχίας και της ακεραιότητος του ανθρώπου εξακολουθούσε να υφίσταται όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη. Αυτό αποδεικνύεται από τη συνάντησι του Ιησού με τον Σατανά στην έρημο. Οι όμοιες με όφιν μέθοδοι που χρησιμοποίησε στις δελεαστικές του προσπάθειες προς τον Υιόν του Θεού ακολούθησαν το πρότυπον που χρησιμοποιήθηκε στην Εδέμ πριν από τέσσερις χιλιάδες περίπου χρόνια. Η προσφορά του Σατανά προς τον Ιησού για τη διακυβέρνησι των βασιλείων της γης αν ο Ιησούς έπιπτε να τον προσκυνήση με λατρευτικό τρόπο κατέστησε σαφές ότι το ζήτημα δεν είχε αλλάξει. Ο Σατανάς εξακολουθούσε να παρουσιάζεται ως ανταγωνιστικός άρχων του Ιεχωβά.—Ματθ. 4:1-10.
Αυτό αληθεύει επίσης για την εποχή μας. Το ζήτημα εξακολουθεί να υφίσταται. Επομένως, ποια είναι η δική σας θέσις σχετικά μ’ αυτό; Υποστηρίζετε πιστά το όνομα και την υπόληψι του Ιεχωβά όπως έκαμε ο Ιησούς; Ποιον δείχνουν οι πράξεις σας ότι υπηρετείτε ως άρχοντα, τον Ιεχωβά Θεό ή τον Σατανά ή Διάβολο;
Η Βίβλος αποκαλύπτει πώς μπορεί να δοθεί απάντησις σ’ αυτή την ερώτησι όταν λέγη: «Δεν εξεύρετε ότι εις όντινα παριστάνετε εαυτούς δούλους προς υπακοήν, είσθε δούλοι εκείνου εις τον οποίον υπακούετε;» (Ρωμ. 6:16) Ναι, ο άρχων τον οποίον υπηρετούμε αποκαλύπτεται, όχι μ’ εκείνο που ισχυριζόμεθα με το στόμα μας, αλλά με το ποιον υπακούομε, με το τίνος το θέλημα κάνομε.—Ματθ. 7:21.
Αυτό θα έπρεπε να μας κάμη να σκεφθούμε σοβαρά. Πράγματι σε ποιον υπακούομε; Κάνομε πράγματι το θέλημα του Θεού; Μελετούμε επιμελώς τη Βίβλο για να μάθωμε ποιες είναι οι απαιτήσεις του Θεού και κατόπιν να καταβάλωμε τις καλύτερες προσπάθειές μας για να υπακούσωμε σ’ αυτές; Παραδείγματος χάριν, όταν μαθαίνωμε ότι ο Θεός απαιτεί να ζουν ηθική ζωή οι δούλοι του—να μη κλέπτουν, να μη μεθούν, να μη μοιχεύουν—υπακούομε σ’ αυτές τις εντολές; (1 Κορ. 6:9, 10· Γαλ. 5:19-21) Ή όταν ο Λόγος του Θεού συμβουλεύη τους Χριστιανούς να μη παραλείπουν να συνέρχωνται μαζί, καθώς και να συμμετέχουν στο κήρυγμα της βασιλείας του Θεού, πώς ανταποκρινόμεθα; (Εβρ. 10:24, 25· Ματθ. 24:14) Οι απαντήσεις σ’ αυτές τις ερωτήσεις θα δείξουν ποιον πράγματι υπηρετούμε.
Ο ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΖΩΤΙΚΟΣ
Δεν μπορούμε να μειώσωμε τη σπουδαιότητα του ζητήματος σχετικά με το δικαίωμα της παγκοσμίου κυριαρχίας του Θεού που είχε εγείρει ο Σατανάς στην Εδέμ. Πράγματι, ολόκληρη η Βίβλος περιστρέφεται γύρω απ’ αυτό και από τον τρόπο που έχει αποφασίσει ο Θεός να το τακτοποιήση. Η τακτοποίησις αυτού του ζητήματος θα έχη ως αποτέλεσμα τον αγιασμό του αγίου ονόματος του Ιεχωβά, καθαρίζοντάς το από κάθε μομφή και από ψευδείς κατηγορίες. Στην πραγματικότητα, ο σκοπός του Θεού ν’ αγιάση το όνομά του προμηθεύει την κλείδα κατανοήσεως του λόγου που υπάρχει πίσω από τις πράξεις του και από την πολιτεία του προς τα πλάσματά του όπως εκτίθενται σ’ ολόκληρη τη Βίβλο.
Έτσι, βλέπομε ότι το έθνος Ισραήλ, η ιστορία του οποίου περιλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος του Βιβλικού υπομνήματος, είχε εκλεγή για να είναι ‘λαός του ονόματος’ του Ιεχωβά. (Δευτ. 28:9, 10· 2 Χρον. 7:14· Ησ. 43:1, 3, 7) Η διαθήκη του νόμου του Ιεχωβά μαζί τους έθετε την πρωτίστη σπουδαιότητα στην απόδοσι εκ μέρους των αποκλειστικής αφοσιώσεως στον Ιεχωβά Θεό και στη μη λήψι του ονόματός του με ανάξιο τρόπο, «διότι δεν θέλει αθωώσει ο Ιεχωβά τον λαμβάνοντα επί ματαίω το όνομα αυτού.» (Έξοδ. 20:1-7, ΜΝΚ) Όταν ο Ισραήλ έδειξε στασιαστική στάσι στην έρημο, επολιτεύθη με έλεος μαζί τους και δεν τους εγκατέλειψε. Εν τούτοις, απεκάλυψε τον πρώτιστο σκοπό του λέγοντας: «Ένεκεν του ονόματός μου, δια να μη βεβηλωθή ενώπιον των εθνών.»—Ιεζ. 20:8-10.
Σ’ όλη την ιστορία του έθνους Ισραήλ, ο Ιεχωβά διετήρησε τη σπουδαιότητα του ιερού ονόματός του ενώπιόν των. Η πρωτεύουσα Ιερουσαλήμ, με το Όρος της Σιών, ήταν ο τόπος τον οποίον είχε εκλέξει «δια να θέση το όνομα αυτού εκεί, προς την κατοικίαν αυτού.» (Δευτ. 12:5, 11· Ησ. 18:7· Ιερεμ. 3:17) Η βεβήλωσις του ονόματος του Ιεχωβά θα έφερνε τη βεβαία καταστροφή της πόλεως και θα ωδηγούσε και στην απόρριψι αυτού του ιδίου του ναού.—1 Βασ. 9:6-8· Ιερεμ. 25:29· 7:8-15.
Προλέγοντας την αποκατάστασι του λαού για το όνομά του στον Ιούδα και τον καθαρισμό των, ο Ιεχωβά κατέστησε και πάλι σαφές σ’ αυτούς το κύριο ενδιαφέρον του, λέγοντας: «Εσπλαγχνίσθην όμως ένεκεν του αγίου ονόματός μου . . . Εγώ δεν κάμνω τούτο ένεκεν υμών, οίκος Ισραήλ, αλλ’ ένεκεν του αγίου ονόματός μου, το οποίον εβεβηλώσατε μεταξύ των εθνών εις τα οποία ήλθετε. Και θέλω αγιάσει το όνομά μου το μέγα, το βεβηλωθέν. . . και θέλουσι γνωρίσει τα έθνη ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, λέγει Ιεχωβά ο Θεός, όταν αγιασθώ εν υμίν έμπροσθεν των οφθαλμών αυτών.»—Ιεζ. 36:20-27, 32, ΜΝΚ.
Ο Ιεχωβά Θεός επομένως καθιστά σαφές ότι ο πρώτιστος σκοπός του είναι ο αγιασμός του ονόματός του, και κατά συνέπειαν ο καθαρισμός του από κάθε μομφή που έχει συσσωρευθή επάνω του. Ο Υιός του Θεού Ιησούς Χριστός εδίδαξε τους ακολούθους του να προσεύχωνται γι’ αυτό, λέγοντας σ’ αυτούς: «Ούτω λοιπόν προσεύχεσθε σεις, Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου.» (Ματθ. 6:9) Σεις κάνετε αυτή την προσευχή; Αποτελεί εγκάρδια επιθυμία σας να ιδήτε το όνομα του Θεού καθαρισμένο από τις ψευδείς κατηγορίες που έχουν σωρευθή επάνω του; Τι μέρος μπορείτε σεις προσωπικά να έχετε στον αγιασμό του ονόματος του Θεού;
Εφόσον το ζήτημα της δικαιωματικής διακυβερνήσεως περιλαμβάνει το αν άνθρωποι θα υπηρετήσουν πιστά τον Θεό, μπορείτε να κάνετε πάντοτε το θέλημα του Θεού. Η αποτυχία σας να το πράξετε επιφέρει μομφή στο όνομα του Ιεχωβά και ευαρεστεί τον αντίδικό του Σατανά. Έτσι η πραγματική αγάπη για τον Θεό και για το όνομά του θα σας κινή πάντοτε να υπακούετε στον Ιεχωβά, κι επομένως να συμμετέχετε στον αγιασμό του ονόματός του. Και αν αποτυγχάνετε μερικές φορές λόγω της ανθρωπίνης ατελείας, η αγάπη για τον Ιεχωβά θα σας ωθή να προσέρχεσθε σ’ Αυτόν με προσευχή, και να λέτε σ’ αυτόν ότι λυπείσθε και ζητείτε συγχώρησι για τα σφάλματά σας.
Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΡΤΑΤΗ
Όταν βλέπωμε τα ζητήματα με την κατάλληλη προοπτική, τότε ο αγιασμός του μεγάλου ονόματος του Θεού φαίνεται ότι είναι το ζήτημα του πιο ζωτικού ενδιαφέροντος στο σύμπαν κι έχει προτεραιότητα από τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Στην πραγματικότητα, εφόσον όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί, δικαίως είναι άξιοι θανάτου. Μόνο με την παρ’ αξίαν αγαθότητα και το έλεος του Θεού μερικοί θ’ αποκτήσουν ζωή, διότι η ζωή είναι δώρον του Θεού.—Ρωμ. 5:15· 6:23.
Ο ψαλμωδός της Βίβλου εξέφρασε την αληθινή προοπτική του ζητήματος όταν ταπεινά και με θαυμασμό ανεφώνησε: «Ιεχωβά ο Θεός ημών, πόσον θαυμαστόν το όνομά σου εν πάση τη γη! όστις έθεσας την δόξαν σου υπεράνω των ουρανών. . . . Όταν θεωρώ τους ουρανούς σου, το έργον των δακτύλων σου, την σελήνην και τους αστέρας, τα οποία συ εθεμελίωσας, τι είναι ο άνθρωπος, ώστε να ενθυμήσαι αυτόν; ή ο υιός του ανθρώπου, ώστε να επισκέπτησαι αυτόν;» (Ψαλμ. 8:1, 3, 4, ΜΝΚ) Ο αγιασμός του ονόματος του Ιεχωβά Θεού ορθώς σημαίνει περισσότερα από τη ζωή ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους.
Εφόσον ο Ιεχωβά μπορούσε, πολύ δικαίως, να θέση τέρμα σ’ όλο το αμαρτωλό ανθρώπινο γένος, η μεγαλωσύνη του ελέους και της παρ’ αξίαν αγαθότητός του εξυψώνεται ακόμη περισσότερο με το ότι σώζει μερικούς από το ανθρώπινο γένος για ζωή. (Ιωάν. 3:36) Ναι, ο Ιεχωβά είναι υπομονητικός και μακρόθυμος, και συγχωρεί «αφθόνως» αυτούς που μετανοούν. (Ησ. 55:6, 7· Ψαλμ. 130:3, 4) Εν τούτοις, ταυτοχρόνως δεν θα επιτρέψη να διαφύγη ο εκούσιος πονηρός την εκτέλεσι της κρίσεώς του. Δεν σημαίνει ότι ο Ιεχωβά ευαρεστείται στον θάνατο του πονηρού, διότι πράγματι δεν ευαρεστείται, αλλά δεν θ’ ανέχεται για πάντα μια κατάστασι η οποία φέρει μομφή στο μεγαλοπρεπές όνομά του.—Ιεζ. 18:23· Αμώς 9:2-4· Ρωμ. 2:2-8.
Έτσι ο Ιεχωβά παρουσιάζει μια ωραία και τελεία ισορροπία δικαιοσύνης και ελέους. Πράγματι, δεν μας παρακινεί αυτό να επιθυμούμε να εξυψώνουμε το όνομα και την υπόληψι ενός τέτοιου σπλαγχνικού και δικαίου Θεού; Αποτελεί πράγματι προνόμιο να υπηρετή κανείς ως μάρτυς του μεγάλου Θεού Ιεχωβά, υποστηρίζοντας τη δικαιωματική κυριαρχία του σε κάθε ευκαιρία.
[Εικόνα στη σελίδα 133]
Ο Σατανάς ήγειρε το ζήτημα της ακεραιότητος του ανθρώπου έναντι του δικαιώματος του Ιεχωβά να κυβερνά. Ο Ιώβ απέδειξε ότι ήταν νομιμόφρων στον Θεό. Σεις αποδεικνύετε ότι είσθε;