Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Μπορεί ένας κεχρισμένος Χριστιανός ο οποίος απεκόπη να αποκατασταθή αργότερα και να διατηρή ακόμη την ουράνια ελπίδα;
Ναι, είναι δυνατόν. Φυσικά, σε κάθε περίπτωσι ο Ιεχωβά Θεός είναι εκείνος ο οποίος αποφασίζει αν θα δώση συγχώρησι.
Το ότι αυτό είναι δυνατόν προκύπτει από όσα διαβάζομε στις επιστολές του αποστόλου Παύλου προς την εκκλησία της Κορίνθου. Ο Παύλος έγραφε σε Χριστιανούς που είχαν χρισθή με το άγιον πνεύμα και είχαν την ελπίδα της ουρανίου ζωής. Απευθύνεται σ’ αυτούς ως «τους ηγιασμένους εν Χριστώ Ιησού, τους προσκεκλημένους αγίους.»—1 Κορ. 1:2· 15:49.
Ένας απ’ αυτούς τους κεχρισμένους Χριστιανούς άρχισε να διαπράττη πορνεία. Όταν έγινε φανερό ότι δεν μετενόησε και δεν σταμάτησε την ανηθικότητά του, ο Παύλος είπε στην εκκλησία να τον αποκόψη. (1 Κορ. 5:1-5, 9-13) Εν τούτοις, φαίνεται ότι αυτό το αποκομμένο άτομο αργότερα μετενόησε ειλικρινά. Φαίνεται ότι αυτό είναι το πρόσωπο για το οποίο ο Παύλος ομιλεί στη δευτέρα του επιστολή, όταν συμβουλεύη τους Κορινθίους να συγχωρήσουν και να δεχθούν αυτόν τον πρώην αμαρτωλό.—2 Κορ. 2:1-11· 7:8-13.
Όταν αυτό το άτομο αποκαταστάθηκε στην εκκλησία, ποια ήταν η ελπίδα του; Είχε χάσει την ουράνια κλήσι και είχε τώρα αλλάξει η ελπίδα του από ουράνια σε αιώνια ζωή επάνω στη γη; Όχι, διότι η επίγεια ελπίδα δεν είναι σαν να λέγαμε, μια κατώτερη προσδοκία. Ο Άβελ, ο Ενώχ, ο Νώε, ο Αβραάμ και πλήθος άλλων ατόμων εξαιρετικής πίστεως είχαν την ελπίδα για αιώνια ζωή επάνω στη γη, αλλ’ αυτό δεν συνέβη επειδή απέτυχαν ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις για την ουράνια κλήσι. Αυτοί απλούστατα δεν ζούσαν στον καιρό που γινόταν η ουράνια κλήσις σύμφωνα με το θέλημα του Ιεχωβά. (Εβρ. 10:19, 20) Όμοια πίστις και ακεραιότης απαιτούνται από όλους εκείνους που θα κερδίσουν αιώνια ζωή είτε στον ουρανό είτε στον επίγειο παράδεισο. Ένας Χριστιανός που είναι κεχρισμένος με το άγιο πνεύμα και έγινε συγκληρονόμος με τον Χριστό πρέπει ν’ αποδειχθή πιστός σ’ αυτή την κλήσι, αν θέλη να λάβη αιώνια ζωή—Αποκάλ. 2:10, 11· Φιλιππ. 3:8-14· Ρωμ. 8:14-17.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι κεχρισμένοι Χριστιανοί ενόσω είναι στη γη δεν αμαρτάνουν ποτέ. Η σάρκα τους είναι ατελής και επομένως αμαρτάνουν, όπως όλοι οι άνθρωποι, και είναι πιθανόν να διαπράξουν ακόμη και χονδροειδές αμάρτημα. Ο Χριστιανός μαθητής και συγγραφεύς της Αγίας Γραφής Ιάκωβος, ο οποίος ήταν βέβαια ένας κεχρισμένος Χριστιανός, έγραψε: «Διότι εις πολλά πταίομεν άπαντες. Εάν τις δεν πταίη εις λόγον ούτος είναι τέλειος ανήρ.» (Ιακ. 3:2· 2:5) Γίνεται φανερό ότι μια τέτοια ακούσια αμαρτία που προκύπτει από την ατέλεια είναι εκείνο που ο απόστολος Ιωάννης εννοούσε, με το «αμαρτίαν ουχί θανάσιμον.» (1 Ιωάν. 5:16) Ο Θεός μπορεί να συγχωρήση τέτοιες αμαρτίες. Ο Ιωάννης είπε: «Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, είναι πιστός και δίκαιος, ώστε να συγχωρήση εις ημάς τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας.»—1 Ιωάν. 1:9.
Αλλ’ η μετάνοια είναι αναγκαία. Αν ένας κεχρισμένος Χριστιανός σήμερα διαπράξη χονδροειδές αμάρτημα και δεν δείξη μετάνοια, η εκκλησία, υπακούοντας στην εντολή του Θεού, πρέπει να τον αποκόψη. Εν τούτοις, αν αυτός αργότερα μετανοήση, μπορεί να συγχωρηθή και να αποκατασταθή όπως συνέβη μ’ εκείνο το άτομο στην Κόρινθο.
Εν τούτοις, ο Θεός δεν συγχωρεί κάθε είδους αμαρτία. Σύμφωνα με όσα είπε ο Ιησούς στο ευαγγέλιο του Μάρκου 3:28, 29, εκείνοι οι οποίοι εκουσίως και εν γνώσει τους βλασφημούν το πνεύμα του Θεού δεν μπορούν να συγχωρηθούν ποτέ. Και ο Παύλος έγραψε: «Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών, αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους.» (Εβρ. 10:26, 27) Αυτή η ασυγχώρητη αμαρτία είναι προφανώς εκείνη που ο Ιωάννης είπε ότι είναι «αμαρτία θανάσιμος.»—1 Ιωάν. 5:16.
Αν ένας κεχρισμένος Χριστιανός αμάρτανε εναντίον του πνεύματος και εξακολουθούσε ν’ αμαρτάνη εκουσίως χωρίς μετάνοια, ‘ανασταυρών εις εαυτόν τον Υιόν του Θεού,’ ο Θεός θα τον απέρριπτε ολοκληρωτικά και για πάντα. (Εβρ. 6:4-6) Αν δεν μετανοούσε, δεν θα μπορούσε ν’ αποκατασταθή στην εκκλησία. Ο Ιεχωβά θα έπρεπε να εκλέξη και να χρίση κάποιον άλλον Χριστιανό σε αντικατάστασι αυτού ώστε ο πλήρης αριθμός των 144.000 να παραμείνη πλήρης. Αυτό μπορεί να παραβληθή με την ουράνια εκλογή του Ματθία ν’ αντικαταστήση τον άπιστο Ιούδα τον Ισκαριώτη ώστε να υπάρχουν δώδεκα πιστοί απόστολοι του Ιησού, επάνω στους οποίους να οικοδομηθή η Χριστιανική εκκλησία.—Πράξ. 1:23-26· Εφεσ. 2:20.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι αν ένας κεχρισμένος Χριστιανός αποκοπή, ο Ιεχωβά τότε εκλέγει έναν αντικαταστάτη; Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να το πη αυτό, διότι δεν μπορούμε να ξέρωμε αν το αποκομμένο άτομο διέπραξε την ασυγχώρητη αμαρτία. Ο Ιεχωβά γνωρίζει κι έτσι το ζήτημα επαφίεται στην κρίσι του. Το πότε και το πώς ακριβώς εκλέγει κάποιον για ν’ αντικαταστήση έναν άλλον είναι κάτι που το αποφασίζει ο ίδιος. Δεν μας έδωσε μια λεπτομερή περιγραφή του ζητήματος στην Αγία Γραφή. Έτσι, αντί να θεωριολογούμε σχετικά με το τι θα κάμη ή να προσπαθούμε να μαντεύωμε αν ένα αποκομμένο άτομο δεν θα έχη την πιθανότητα της μετανοίας, είναι καλό ν’ αφήνωμε το ζήτημα στον Ιεχωβά, το δίκαιο Κριτή.—Εβρ. 12:23.
Αν μια εκκλησία χρειάσθηκε ν’ αποκόψη ένα άτομο, αλλ’ αυτό αργότερα μετανοεί και αποκαθίσταται, μπορούμε να χαιρώμεθα για το έλεος και την συγχωρητικότητα του Ιεχωβά. (Λουκ. 15:7) Αυτό συμβαίνει είτε το άτομο «ωμολογούσε ότι είχε ουράνια ελπίδα και συνεχίζει να την έχη, ή αν είχε ελπίδα για αιώνια ζωή στη γη και συνεχίζει να την έχη. Όλοι μας πρέπει να βάλλωμε στην καρδιά μας τα μαθήματα που μαθαίνομε απ’ αυτό—δηλαδή πόσο αναγκαίο είναι ν’ αγωνιζώμεθα όλοι μας συνεχώς εναντίον της ατελείας και της αμαρτίας, και πόσο σημαντικό είναι να ζητούμε συγχώρησι όταν αμαρτάνωμε και πόσο αναγκαίο είναι επίσης να υπομείνωμε μέχρι τέλους για να σωθούμε.—Ματθ. 10:22.