Υπήρξε Πραγματικά Παρθενική Γέννησις;
ΓΙΑ πολλούς η πίστις ότι ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε από παρθένο θεωρείται ως μύθος. Το βλέπουν αυτό σαν ένα μύθο όμοιο με τους αρχαίους μύθους των Ελλήνων και άλλων λαών που λέγουν ότι υπήρχαν άνθρωποι που είχαν ως πατέρες Θεούς.
Υπάρχει κάποια λογική βάσις γι’ αυτή τη γνώμη; Τι μπορεί να λεχθή γι’ αυτούς τους αρχαίους μύθους; Οι Θεοί των Ελλήνων περιγράφονται ότι ποθούσαν γυναίκες και παρήγαγαν μέσω αυτών «ημιθέους.» Επομένως, πολύ λογικά μετά την εξέτασι μυθικών «παρθενικών γεννήσεων» το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτού (Τόμος 4ος σελ. 791, στην Αγγλική) συμπεραίνει: «Το χαώδες κενό που χωρίζει αυτούς τους ειδωλολατρικούς μύθους του πολυθεϊστικού συγχρωτισμού θεών και ανθρώπων και του υψηλού μονοθεϊσμού της παρθενικής γεννήσεως του Ιησού είναι πολύ ευρύ για να το γεφυρώση η προσεκτική έρευνα.» Σχετικά με τον ισχυρισμό ότι η ιδέα της παρθενικής γεννήσεως του Ιησού έχει τις ρίζες της σε κάποιο Ανατολίτικο μύθο, η Εγκυκλοπαιδεία Θρησκειών και Εθίμων (Τόμος 12ος, σελ. 625, στην Αγγλική) παρατηρεί ότι «δεν υπάρχει καμμιά απόδειξις» για την ύπαρξι ενός τέτοιου θρύλου. Επομένως η πίστις στην παρθενική γέννησι του Ιησού δεν μπορεί να συνδεθή με καμμιά μυθολογική υπερανθρώπινη γέννησι.
Αλλά διδάσκει πραγματικά η Αγία Γραφή ότι ο Ιησούς γεννήθηκε από μια παρθένο; Πολλοί άνθρωποι ισχυρίζονται ότι η Γραφή δεν γράφει κάτι τέτοιο, αλλ’ ότι παρουσιάζει τον Ιησού ως πραγματικό υιό του Ιωσήφ. Ως επιχείρημα αναφέρουν τα ακόλουθα: «Οι κάτοικοι της Ναζαρέτ αναφερόμενοι στον Ιησού τον εχαρακτήρισαν ως τον ‘υιόν του τέκτονος’ και ως τον ‘υιόν του Ιωσήφ.’ (Ματθ. 13:55· Λουκ. 4:22) Ο Φίλιππος είπε στον Ναθαναήλ: «Ευρήκαμεν, Ιησούν τον υιόν του Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ.» (Ιωάν. 1:45) Σε μια άλλη περίπτωσι μερικοί άνθρωποι που ενέπαιζαν τον Ιησού παρετήρησαν: «Δεν είναι ούτος Ιησούς ο υιός του Ιωσήφ, του οποίου ημείς γνωρίζομεν τον πατέρα και την μητέρα;»—Ιωάν. 6:42.
Αποδεικνύουν αυτά τα αποσπάσματα από την Αγία Γραφή ότι ο Ιησούς ήταν στην πραγματικότητα υιός του Ιωσήφ; Όχι. Σε κάθε περίπτωσι εκείνοι που μιλούσαν εξέφραζαν απλώς μια γνώμη ή μια κοινή άποψι. Επειδή ο Ιησούς είχε ανατραφή από τον Ιωσήφ και τη Μαρία στη Ναζαρέτ, ορθά εθεωρείτο ως γυιος τους. Δεν υπήρχε κανένας λόγος γενικά να πιστεύουν οι άνθρωποι της εποχής του κάτι διαφορετικό. Το γεγονός ότι η αναγνώρισις του Ιησού ως «υιού του Ιωσήφ» ήταν απλώς μια διαδεδομένη γνώμη επιβεβαιώνεται και από τον Λουκά 3:23, όπου διαβάζομε: «Και αυτός ο Ιησούς ήρχιζε να ήναι ως τριάκοντα ετών, καθώς ενομίζετο, υιός Ιωσήφ.»
Μια εξέτασις των όσων λέγει η Αγία Γραφή για τη σύλληψι του Ιησού αποκαλύπτει ότι η Μαρία ήταν πραγματικά παρθένος. Όταν της ελέχθη από τον άγγελο Γαβριήλ ότι επρόκειτο να γεννήση υιό, η Μαρία εξεπλάγη, «Πώς θέλει είσθαι τούτο,» είπε, «επειδή άνδρα δεν γνωρίζω;» Απαντώντας σ’ αυτή την ερώτησι ο Γαβριήλ απήντησε: «Πνεύμα άγιον θέλει επέλθει επί σε, και δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει· δια τούτο και το γεννώμενον εκ σου άγιον θέλει ονομασθή Υιός Θεού.» Προφανώς επρόκειτο να είναι μια γέννησις που απαιτούσε θεία παρέμβασι, ένα θαύμα. Αυτό εξηγεί γιατί ο Γαβριήλ πρόσθεσε σ’ αυτή τη διαβεβαίωσι: «Διότι ουδέν πράγμα θέλει είσθαι αδύνατον παρά τω Θεώ.»—Λουκ. 1:34-37.
Από τα λόγια του Γαβριήλ μπορούμε να διακρίνωμε ότι το άγιο πνεύμα επρόκειτο να είναι το μέσον δια του οποίου ο Ιεχωβά Θεός θα έκανε κάτι ανθρωπίνως αδύνατο. Αλλά τι ακριβώς έκαμε ο Θεός; Η Αγία Γραφή δεν μας δίνει λεπτομέρειες, αλλά μας λέγει αρκετά ώστε να μας δώση μια ιδέα σχετικά με το τι συνέβη.
Πολύν καιρό προτού γεννηθή ως άνθρωπος, ο Ιησούς απελάμβανε μια ουράνια ύπαρξι μαζί με τον Πατέρα του. Αυτός ο ίδιος είχε πει: «Διότι κατέβην εκ του ουρανού, ουχί δια να κάμω το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με. Τούτο σας σκανδαλίζει; Εάν λοιπόν θεωρήτε τον Υιόν του ανθρώπου αναβαίνοντα όπου ήτο το πρότερον;»—Ιωάν. 6:38, 62.
Το γεγονός ότι ο Ιησούς ήλθε στη γη από το ουράνιο βασίλειο απαιτούσε να εγκαταλείψη την ύπαρξί του σαν πνευματικό πρόσωπο. Σχετικά μ’ αυτό, η Αγία Γραφή μάς λέγει: «Αλλ’ εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους.»—Φιλιππ. 2:7.
Αφού εκένωσε κατ’ αυτόν τον τρόπο τον εαυτό του από την ουράνια δόξα, η ζωή του Ιησού έπρεπε τώρα, μαζί με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τής προσωπικότητός του, να μεταφερθή στη μήτρα της παρθένου Μαρίας. Αυτό επετεύχθη μέσω της ενεργείας του αγίου πνεύματος του Θεού. Δεν δημιουργήθηκε κανένα πρόβλημα για τον Ύψιστο Θεό. Ως Δημιουργός, κατανοεί πλήρως την κατασκευή όλων των νοημόνων πλασμάτων του. Τίποτε σχετικά με τη σύλληψι ενός ανθρώπου και την ανάπτυξι ενός βρέφους σε μια μήτρα δεν αποτελεί μυστήριο γι αυτόν.—Ιώβ 31:15· Ψαλμ. 139:16· Εκκλησ. 11:5.
Στην πραγματικότητα δεν θα έπρεπε να είναι δύσκολο ν’ αντιληφθούμε πώς έγινε η μεταφορά της ζωής και των χαρακτηριστικών της προσωπικότητος του Ιησού και πώς αυτό επετεύχθη αοράτως μέσω του πνεύματος του Θεού. Στην περίπτωσι των ανθρώπων, το κύτταρο που προκύπτει από την ένωσι του σπέρματος και του ωαρίου είναι μικρότερο από την τελεία που βρίσκεται στο τέλος αυτής της προτάσεως. Εν τούτοις, ένα μόνον μικροσκοπικό τμήμα αυτού του κυττάρου περιλαμβάνει τον πλήρη κώδικα για τη γέννησι ενός αγοριού ή ενός κοριτσιού με τα διακριτικά σωματικά γνωρίσματα και τη διαμόρφωσι της προσωπικότητός του. Επομένως, ένα μικροσκοπικό μόριο θα ήταν αρκετό για να καταστήση τη Μαρία έγκυο με τον τέλειο Υιό του Θεού στη μήτρα της.
Όταν η Μαρία έμεινε πραγματικά έγκυος μέσω του αγίου πνεύματος, ο μνηστήρας της Ιωσήφ διερωτάτο τι έπρεπε να κάμη. Αυτό συνέβαινε επειδή αυτός δεν είχε ακόμη καμμιά σεξουαλική επαφή μαζί της. Οι ανησυχίες του για την εγκυμοσύνη της Μαρίας εξαλείφθησαν όταν ο άγγελος του Ιεχωβά του απεκάλυψε τα συμβάντα, λέγοντας: «Ιωσήφ, υιέ του Δαβίδ, μη φοβηθής να παραλάβης Μαριάμ την γυναίκα σου· διότι το εν αυτή γεννηθέν είναι εκ πνεύματος αγίου. Θέλει δε γεννήσει υιόν και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν.» (Ματθ. 1:18-21) Έπειτα ο Ιωσήφ και η Μαρία ενώθηκαν με γάμο. Αλλά η Βίβλος λέγει: «Και δεν εγνώριζεν αυτήν, εωσού εγέννησεν τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν.»—Ματθ. 1:25.
Επομένως με κανένα τρόπο ο Ιησούς δεν μπορεί να θεωρηθή ως πραγματικός υιός του Ιωσήφ. Αυτός γεννήθηκε στην πραγματικότητα από παρθένο. Αλλά γιατί αυτό ήταν απαραίτητο;
Από την Αγία Γραφή μαθαίνομε ότι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ, λόγω ανυπακοής, έχασε την τελεία ανθρώπινη ζωή του και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να την στερηθούν όλοι οι απόγονοί του. Διαβάζομε: «Δια τούτο καθώς δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον.» (Ρωμ. 5:12) Ο Αδάμ στην πραγματικότητα επώλησε ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή στη δουλεία της αμαρτίας και του θανάτου. (Παράβαλε Ρωμ. 7:14) Επομένως απαιτείτο ένα αντίλυτρο για ν’ απελευθερωθούν οι απόγονοι του Αδάμ. Σύμφωνα με το πρότυπο της τελείας δικαιοσύνης του Θεού, όπως απεκαλύπτετο στο Μωσαϊκό νόμο, η τιμή έπρεπε ν’ ανταποκρίνεται ακριβώς σ’ εκείνο που είχε χαθή. Ο Μωσαϊκός Νόμος έλεγε: «Ζωήν αντί ζωής.» (Έξοδ. 21:23) Εφόσον ο Ιησούς συνελήφθη μέσω του αγίου πνεύματος χωρίς τη βοήθεια ενός ατελούς ανθρωπίνου πατρός, είχε ακριβώς αυτό που ο Αδάμ είχε χάσει—δηλαδή ανθρώπινη ζωή τελείως απηλλαγμένη από κάθε αδυναμία και ατέλεια. Γι’ αυτόν το λόγο ο Ιησούς μπορούσε να δώση τον εαυτόν του «αντίλυτρον υπέρ πάντων.»—1 Τιμ. 2:6.
Επομένως, οι Γραφικές αποδείξεις μάς οδηγούν στο εξής συμπέρασμα: Υπήρξε πράγματι παρθενική γέννησις. Μόνο μέσω αυτού του θαύματος θα μπορούσε να γεννηθή κάποιος ο οποίος θα ήταν τέλειος ανθρώπινος υιός του Θεού, χωρίς ακόμη και το ελάχιστο ίχνος ατέλειας. Ευγνωμοσύνη ανήκει στο Θεό γι’ αυτό το θαύμα που έχει ανοίξει την οδό για τους ανθρώπους ν’ απελευθερωθούν από την αμαρτία και τον θάνατο!